ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 612/2006
11 Σεπτεμβρίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
MUNIR RIFAEE,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - -
Χ. Χαραλαμπίδης για τον αιτητή
Ε. Παπαγαπίου(κα) για τους καθ΄ων η αίτηση.
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με επιστολές του δικηγόρου του ημερομηνίας 15.2.06 και 9.3.06, ο αλλοδαπός αιτητής υπέβαλε αίτημα στις αρχές για παραμονή στη Δημοκρατία υπό το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος, με βάση την Οδηγία 2003/109/ΕΚ.
Με επιστολή ημερομηνίας 13.3.06 πληροφορήθηκε από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ότι το αίτημα του απορρίφθηκε. Με την παρούσα του προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την πιο πάνω απορριπτική απόφαση.
Παραθέτω πιο κάτω το κείμενο της απορριπτικής απόφασης των καθ΄ων η αίτηση:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στις επιστολές σας ημερ. 15.02.06 και 09.03.06 σχετικά με το αίτημα σας για παραμονή στη Δημοκρατία του πιο πάνω αλλοδαπού υπό το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος δυνάμει της οδηγίας 2003/109/ΕΚ και σας πληροφορώ ότι το αίτημα σας δε μπορεί να ικανοποιηθεί καθότι ο αλλοδαπός παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία από 30.04.2005 και η περίπτωση του δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής καθότι η άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας του έληξε πριν τις 23.01.2006 όπου ήταν η προθεσμία ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας.
3. Επιπρόσθετα αναφέρω ότι αυτός εξακολουθεί να παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία παρόλο που έχει κληθεί να αναχωρήσει.»
Δε θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ με λεπτομέρεια στο ιστορικό της υπόθεσης, το οποίο προκύπτει σαφώς από τα δικόγραφα ενώπιόν μου. Θεωρώ αρκετό να αναφέρω ότι ο αιτητής βρισκόταν στην Κύπρο από τις 7.5.1996, μετά από χορήγηση προσωρινής άδειας παραμονής και παρέμεινε νόμιμα μέχρι τις 30.4.05. Ακολούθως, παρέμεινε παράνομα στην Κύπρο, όπως και παράνομα παρέμενε κατά διαστήματα και στο παρελθόν.
Όπως επεσήμανε η ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, η υποχρέωση των κρατών μελών που απορρέει από το κοινοτικό δίκαιο αναφορικά με την Οδηγία που επικαλείται ο αιτητής, είναι να επιτύχουν το αποτέλεσμα που η οδηγία επιδιώκει και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση και εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, δυνάμει της οδηγίας. Η Οδηγία δίδει χρονικό περιθώριο στα κράτη μέλη για να συμμορφωθούν με αυτή, το οποίο, αναφορικά με την υπό κρίση οδηγία, ήταν 2 χρόνια και έλεγε στις 23.1.2006. Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, περαιτέρω, αφού αναφέρθηκε σε σχετικές αποφάσεις και συγγράμματα, επεσήμανε ότι έχει αποφασισθεί πως μόνο στο τέλος της προθεσμίας ενσωμάτωσης μπορεί κάποιο άτομο να επικαλεσθεί άμεσα την Οδηγία. Η επίκληση της Οδηγίας είναι δυνατή μετά την ενσωμάτωση ή σε περίπτωση μη ενσωμάτωσής της μετά τη λήξη της προθεσμίας, ή λανθασμένης ή πλημμελούς ενσωμάτωσής της.
Στην παρούσα περίπτωση, έτσι, δεν ικανοποιούνται οι πιο πάνω προϋποθέσεις. Η προθεσμία για ενσωμάτωση της Οδηγίας δεν είχε παρέλθει μέχρι την ημερομηνία που ο αιτητής ήταν νόμιμα στην Κύπρο, δηλαδή στις 30.4.05 και έτσι αυτός, από την ημερομηνία εκείνη μέχρι και τις 23.1.06, οπότε έληξε η προθεσμία, παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία. Ως εκ τούτου η περίπτωση του δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της.
Παρόμοιο θέμα εξετάστηκε και από το Νικολάου Δ., στην προσφυγή του ιδίου αιτητή Munir Refaee v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπ. Αρ. 1579/05, ημερ. 6.7.07. Στην προσφυγή εκείνη, που αφορούσε την άρνηση των αρχών να του χορηγηθεί άδεια περαιτέρω παραμονής και εργασίας στην Κύπρο, και στην οποία επικυρώθηκε η επίδικη απόφαση, είχε προβληθεί, μεταξύ άλλων, ότι δεν λήφθηκε υπόψη το πνεύμα της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ και το Δικαστήριο παρατήρησε τα ακόλουθα επί του προκειμένου, στις σελ. 6-7:
«Όταν τελικά ο αιτητής κλήθηκε να αναχωρήσει από την Κύπρο, δεν είχε ακόμα εκπνεύσει ο χρόνος που είχε οριστεί για ενσωμάτωση της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Σημειώνω ότι η Οδηγία τέθηκε σε ισχύ στις 23 Ιανουαρίου 2004 και παρεχόταν για τη μεταφορά της διάστημα δύο ετών, ήτοι μέχρι 23 Ιανουαρίου 2006. Δεν μπορούσε λοιπόν ο αιτητής να αρύεται δικαιώματα από την Οδηγία: βλ. Joudine και Joudine v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 55/06 κ.ά., ημερ. 28 Ιουλίου 2006. Μέχρι την ενσωμάτωση της η Οδηγία είχε χρησιμότητα μόνο όπου εθνική διάταξη επιδεχόταν πέραν της μιας ερμηνείας οπότε, αν προσφερόταν δυνατότητα ερμηνείας που προωθούσε τον σκοπό της Οδηγίας, θα έπρεπε να επιλεγόταν εκείνη: βλ. την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στη Maria Pupino C-105/03, ημερ. 16 Ιουνίου 2005 στην οποία αναφέρθηκε η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κωνσταντίνου (2005) 1 Α.Α.Δ. 1356.»
Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές και το γεγονός πως ο αιτητής βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο από 30.4.05, δηλαδή πριν τη λήξη της προθεσμίας ενσωμάτωσης της Οδηγίας, καταλήγω πως δεν μπορούσε να αρύεται οποιαδήποτε δικαιώματα από την Οδηγία αυτή.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με £700 έξοδα.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.