ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;                          Υπóθεση  Αρ. 1031/2004

 

 

12 Απριλίου, 2007

 

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΕΤΡΟΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ

                                    Αιτητής

 

ν.

 

1.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

     ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

     ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΩΣ ΑΡΜΟΔΙΑ

     ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΑΡΧΗ

2.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

     ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ

     ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΓΙΑ

     ΕΚΔΟΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΓΡΟΣ

3.  ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΓΡΟΥ

                                    Καθ΄ ών η αίτηση.

................................

 

Γ. Σεραφείμ,  για τον αιτητή

Μ. Μαλαχτού (κα) Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών  η αίτηση 1 και 2

Καμιά εμφάνιση για το καθού η αίτηση Συμβούλιο

Α. Γεωργίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Γεωργίου

 

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά τις ακόλουθες θεραπείες, τις οποίες προτιμώ να παραθέσω αυτούσιες:

 

«Α.  Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η πράξη ή/και απόφαση του Καθ' ου η Αίτηση 1., η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με επιστολή του Καθ΄ου η Αίτηση 1, η οποία φέρει ημερομηνία 3 Ιουνίου 2004 και παραλήφθηκε από τον Αιτητή κατά τον μήνα Σεπτέμβριο του 2004 [ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α στην παρούσα], και με την οποία απόφαση ο Καθ' ου η Αίτηση 1 απόρριψε το αίτημα του Αιτητή για ανάκληση της χορηγηθείσας Πολεοδομικής Άδειας με αρ. ΛΕΜ/1420/99 στην Μαρία Γεωργίου Ιωάννου αναφορικά με οικοδομή στο τεμάχιο με αρ. 797, Φ/Σχ. 38/57 στο χωρίο Αγρός, είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος.

 

Β.  Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η πράξη ή/και απόφαση του Καθ' ου η Αίτηση 2 και/ή 3, την οποία πληροφορήθηκε ο Αιτητής με επιστολή του Καθ' ου η Αίτηση 2, η οποία φέρει ημερομηνία 20 Αυγούστου 2004 και η οποία επιστολή παραλήφθηκε από τον Αιτητή πολύ μεταγενέστερα (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β στην παρούσα], και με την οποία απόφαση ο Καθ' ου η Αίτηση 2, απόρριψε το αίτημα του Αιτητή για ανάκληση της Άδειας Οικοδομής με αρ. 42462 στην Μαρία Γεωργίου Ιωάννου αναφορικά με οικοδομή στο τεμάχιο με αρ. 797, Φ/Σχ. 38/57 στο χωρίο Αγρός, είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος.

 

Γ.   .......................................»

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στις 18/10/99, το ενδιαφερόμενο μέρος (πιο κάτω «ε.μ.») υπέβαλε την πολεοδομική αίτηση ΛΕΜ/1420/99 για προσθηκομετατροπές σε ισόγεια κατοικία που βρίσκεται στο τεμάχιο 797 στον Αγρό.

Με βάση τα υποβληθέντα σχέδια, θα κτιζόταν ένας επιπλέον όροφος.  Επειδή η γειτονική διώροφη οικοδομή του αιτητή επί του τεμαχίου 529 εφάπτεται της κατοικίας του ε.μ. επί του τεμαχίου 797, αυτό σήμαινε κατάργηση δύο υφιστάμενων παραθύρων στον πρώτο όροφο της κατοικίας του αιτητή.  Για το λόγο αυτό, η πολεοδομική αρχή απέστειλε στο ε.μ. επιστολή ημερομηνίας 28/12/99 ζητώντας στοιχεία αναφορικά με το χρόνο διάνοιξης των δυο παραθύρων.  Το ε.μ. προσκόμισε βεβαιώσεις από διάφορα πρόσωπα ότι τα παράθυρα ανοίχθηκαν μέσα στα τελευταία 15 χρόνια ενώ, παράλληλα, ο αιτητής προσκόμισε δηλώσεις από άλλα άτομα που επιβεβαίωναν το αντίθετο.

 

Στις 27/3/00 το Κοινοτικό Συμβούλιο Αγρού (καθού η αίτηση 3) έστειλε στον Έπαρχο επιστολή σε σχέση με την εκκρεμούσα πολεοδομική αίτηση την οποία ο Έπαρχος διαβίβασε στην Πολεοδομική Αρχή λόγω αρμοδιότητας.  Στις 12/6/00 η Πολεοδομική Αρχή απέστειλε στον Έπαρχο επιστολή με την οποία του ζητούσε να ξεκαθαρίσει το ζήτημα.  Επίσης του ανέφερε ότι στην οικία του ε.μ. είχαν αρχίσει οικοδομικές εργασίες χωρίς άδεια.  Παράλληλα εξέδωσε και ειδοποίηση επιβολής δυνάμει του άρθρου 46 της περί πολεοδομίας νομοθεσίας, η οποία στάληκε στο ε.μ. στις 21/6/00.  Ο Έπαρχος απάντησε με επιστολή του ημερ. 9/11/00.  Σε αυτή επισυνάπτεται αντίγραφο σημειώματος του Κοινοτικού Συμβουλίου Αγρού στο οποίο αναφέρεται ότι τα παράθυρα ανοίχθηκαν μετά το 1986.

 

Στις 11.4.01 εκδόθηκε στο ε.μ. η πολεοδομική άδεια με αρ. ΛΕΜ/1420/1999 και στις 5/9/01 υποβλήθηκε στον Έπαρχο αίτηση για έκδοση της σχετικής άδειας οικοδομής.   Στις 27/11/01 λήφθηκε στο γραφείο του Επάρχου επιστολή χωρίς ημερομηνία του αρχιτέκτονα του αιτητή ο οποίος ζητούσε να μη χορηγηθεί η άδεια οικοδομής παρά την έκδοση της πολεοδομικής άδειας.  Υπό το φως των πιο πάνω, ο Έπαρχος προχώρησε και εξέδωσε, στις 12/12/02, την σχετική άδεια οικοδομής.  Στις 26/5/03 οι δικηγόροι του αιτητή απέστειλαν στην πολεοδομική αρχή επιστολή με την οποία ζητούσαν ανάκληση της πολεοδομικής άδειας.  Η Πολεοδομική Αρχή απάντησε αρνητικά με επιστολή ημερ. 5/6/03.  Το περιεχόμενο της επιστολής αυτής ήταν το αντικείμενο της προσφυγής αρ. 768/03 την οποία καταχώρησε ο αιτητής στο Ανώτατο Δικαστήριο.  Η απόφαση εκδόθηκε στις 31/1/05 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή και εκκρεμεί η Α.Ε. 21/05.  Με νέα επιστολή του προς την αρμόδια αρχή ημερ. 22/4/05 ο αιτητής ζήτησε και πάλι την ανάκληση της πολεοδομικής άδειας, αίτημα που απορρίφθηκε με επιστολή ημερ. 3/6/04 που προσβάλλεται με το αιτητικό Α της παρούσας προσφυγής.   Παρόμοιο αίτημα που υποβλήθηκε στον Έπαρχο Λεμεσού για ανάκληση της άδειας οικοδομής, απορρίφθηκε με επιστολή ημερ. 20/8/04, αντικείμενο του αιτητικού Β της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η προσφυγή στηρίζεται σε διάφορους νομικούς λόγους, όπως παραβίαση των άρθρων 23 και 28 του Συντάγματος, του περί Πολεοδομίας και Χωρομετρίας Νόμου (Ν. 90/72 ως έχει τροποποιηθεί), πραγματική και/ή νομική πλάνη, έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

  Οι καθών η αίτηση 1 και 2 καταχώρησαν ένσταση στην οποία εγείρουν προδικαστικές ενστάσεις και εν πάση περιπτώσει υποστηρίζουν τη νομιμότητα των προσβαλλομένων αποφάσεων ως ακολούθως: 

«(α)  Η προσφυγή, όσον αφορά το αιτητικό Α και/ή Β, είναι εκπρόθεσμη.

(β)  Προσβάλλονται με την προσφυγή δύο ξεχωριστές διοικητικές πράξεις οι οποίες δεν είναι συναφείς,

(γ)  Οι πράξεις που προσβάλλονται δεν είναι εκτελεστές με την έννοια που έχει ο όρος στα πλαίσια του άρθρου 146 του Συντάγματος.

(δ)  Χωρίς επηρεασμό των πιο πάνω θέσεων, οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι νόμιμες, λήφθηκαν μετά από ορθή αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων και είναι αποτέλεσμα σωστής ενάσκησης των εξουσιών των καθ' ων η αίτηση.»

 

Από πλευράς του καθού η αίτηση 3 δεν υπήρξε εμφάνιση στην υπόθεση.  Το ε.μ. Μαρία Γεωργίου εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο ο οποίος ουσιαστικά, με τη δική του γραπτή αγόρευση, υιοθέτησε τη γραπτή αγόρευση της πλευράς των καθών η αίτηση 1 και  2.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Το θεωρώ ορθό όπως εξετάσω πρώτα τις προδικαστικές ενστάσεις.  Αξιολογώντας τες, προτιμώ να αρχίσω από την (γ) ένσταση.  Με την προδικαστική αυτή ένσταση, προβάλλεται η θέση ότι η άρνηση της διοίκησης για να ανακαλέσει μια διοικητική απόφαση, δεν είναι πράξη εκτελεστή η οποία να μπορεί να αποτελεί αντικείμενο προσφυγής με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος.  Βασίζονται οι καθών η αίτηση στην υπόθεση Δημοκρατίας ν. Sunoil Bunkeries Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, στη σελ. 31  όπου αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.  Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους.  Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης.  Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης.  (βλ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, 1929-1959, σελ. 240, Τσάτσος, «Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ» σελ. 127, επ., και Στασινόπουλος «ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ», σελ. 125).  Χρήσιμη αναφορά για τη φύση και χαρακτήρα των πράξεων της Αρχής Λιμένων μπορεί να γίνει στην Ναυτικός Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882 καθώς και στα χαρακτηριστικά πράξεων εξουσίας.»

 

Έγινε περαιτέρω επίκληση του συγγράμματος της Βασιλικής Οικονομοπούλου «Αίτηση Ακυρώσεως: Θεωρία-Νομολογία-Υποδείγματα» (Νομική Βιβλιοθήκη 1998) παραγρ. 802, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Δεν θεωρείται εκτελεστή πράξη η ρητή ή σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει παράνομη πράξη της:  ΣτΕ 4090, 4091/87- Νο Β, 38693».

 

Σύμφωνα με την ευπαίδευτο δικηγόρο των καθών η αίτηση αυτό που έπρεπε να πράξει ο αιτητής, ήταν να προσβάλει τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας στο ε.μ. που εκδόθηκε στις 11/4/01, γεγονός που γνώριζε από τότε ο αιτητής.  Ότι είχε τέτοια γνώση φαίνεται και από την επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 26/5/03 (παράρτημα 11 στην ένσταση) που αναφέρεται σε επιστολή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως προς τον πελάτη τους (αιτητή) ημερ. 7/6/01.  Αναφέρεται εκεί ότι ο αιτητής είχε πληροφορηθεί από τις 7/6/01 ότι: «η Πολεοδομική Αρχή αφού έλαβε υπόψη της το περιεχόμενο της επιστολής του Επάρχου Λεμεσού σύμφωνα με το οποίο τα παράθυρα στη δυτική πλευρά έχουν διανοιχθεί μετά το 1986 αυθαίρετα, και ως εκ τούτου κρίνεται, ότι θα πρέπει να κλείσουν, έχει προχωρήσει στη χορήγηση της πιο πάνω άδειας με αρ. ΛΕΜ/1420/99 ημερ. 20/3/2001 με κατάλληλους όρους».  Το ίδιο, έπρεπε να είχε προσβάλει την έκδοση άδειας οικοδομής που εκδόθηκε από τις 12/12/02 για την οποία έλαβε γνώση από τότε.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, με τις γραπτές του αγορεύσεις και τα όσα ανέφερε στο στάδιο των διευκρινίσεων εισηγείται ότι οι εν λόγω προδικαστικές ενστάσεις δεν ευσταθούν.

 

Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς.  Έχω καταλήξει να συμφωνήσω με τη θέση της ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθών η αίτηση 1 και 2, η οποία υποστηρίζεται από τις αυθεντίες που παρέθεσα πιο πάνω, ότι δηλαδή η άρνηση της αρμόδιας αρχής (πολεοδομίας και επάρχου αντίστοιχα) να ανακαλέσει την πολεοδομική άδεια ή την άδεια οικοδομής που προσβάλλονται με την προσφυγή, δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη με την έννοια του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.  Τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του αιτητή, δεν επηρεάστηκαν για πρώτη φορά με την άρνηση ανάκλησης, αλλά με τη χορήγηση πρώτα της πολεοδομικής άδειας και στη συνέχεια της άδειας οικοδομής.  Αυτό που ώφειλε ο αιτητής να πράξει ήταν να προσβάλει την έκδοση των εν λόγω αδειών (πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής) προς το ε.μ.   Για την πολεοδομική άδεια έλαβε γνώση από τις 7/6/01.  Για την άδεια οικοδομής  έλαβε γνώση το αργότερο τον Ιούλιο του 2003.  Αυτό φαίνεται και από το αιτητικό της προσφυγής 768/03 που καταχώρησε ο αιτητής στις 18/8/03 και η οποία τελικά απορρίφθηκε στις 31/1/05.  Θα έπρεπε τότε ο αιτητής, αντί να ζητά την ανάκληση της πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής (όπως ζητά και σήμερα)  να προσβάλει την έκδοσή τους από τότε που έλαβε γνώση, πράγμα που δεν έπραξε.  Επομένως αυτός είναι αρκετός λόγος για απόρριψη της προσφυγής.

 

Αναφορικά με την (α) προδικαστική ένσταση με την ένορκη δήλωσή του ημερ. 4/5/06 ο αιτητής ισχυρίζεται ότι τις προσβαλλόμενες αποφάσεις (επιστολές παράρτημα Α και Β στην αίτηση του) τις παρέλαβε στις 2/9/04 και 31/8/04 αντίστοιχα, ούτως ώστε η παρούσα προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 3/11/04 να μην είναι εκπρόθεσμη.  Συμφωνώ με τη θέση της πλευράς των καθών η αίτηση ότι τούτο δεν βοηθά τον αιτητή.  Η (α) προδικαστική ένσταση δεν είναι ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη αναφορικά με τις εν λόγω επιστολές που προσβάλλει ο αιτητής, αλλά ότι αυτό που έπρεπε να είχε προσβάλει είναι η χορήγηση άδειας στο ε.μ. (πράγμα που έγινε πολύ πριν) και που αυτός παρέλειψε να πράξει.  Επομένως και αν ακόμη οι προσβαλλόμενες αποφάσεις θεωρηθούν ότι ουσιαστικά προσβάλλουν τη χορήγηση άδειας (πολεοδομικής και οικοδομής), η προσφυγή είναι, για τους λόγους που ήδη ανάφερα, εκπρόθεσμη.

 

Παρά την πιο πάνω απόφαση μου, προχωρώ να αναφέρω τα εξής:  και αν ακόμα θεωρηθούν εκτελεστές οι προσβαλλόμενες από τον αιτητή αποφάσεις, τότε ο ισχυρισμός των καθων η αίτηση ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και στην ουσία της, επίσης ευσταθεί.  Συμφωνώ με τη συνήγορο των καθών η αίτηση ότι το θέμα διέπεται από το άρθρο 54 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99) σύμφωνα με το οποίο η ανάκληση από τη διοίκηση μετά πάροδο εύλογου χρόνου μιας πράξης, έστω και παράνομης, θεωρείται παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης αν στο μεταξύ έχει δημιουργήσει δικαιώματα και γενικά ευνοϊκές καταστάσεις για τον διοικούμενο (εδώ το ε.μ.), εκτός αν η περίπτωση εμπίπτει στις εξαιρέσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2) (3) (4) και (5) του ιδίου άρθρου, που δεν είναι η περίπτωση μας.  Η ανάκληση σε τέτοια περίπτωση θα αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη που θα έδιδε το δικαίωμα στο ε.μ. να προσβάλει αυτή.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθών η αίτηση 1 και 2 και του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο