ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 1076/2005)

 

16 Μαρτίου, 2007

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

JONATHAN LOUIS LESTER,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,           

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Χρ. Χριστοδούλου για Δ. Παυλίδη & Συνεργάτες, για τον Αιτητή.

 

Δ. Εργατούδη, Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

 

(α) Τα γεγονότα.

Ο Jonathan Louis Lester (αιτητής), ο οποίος είναι Άγγλος υπήκοος, φέρεται ότι αφίχθηκε στην Κύπρο στις 27/9/2004 και κατέστη συνιδιοκτήτης του πρακτορείου στοιχημάτων Pari Sports and Betting στη Λεμεσό με κάποιο Κλέωνα Παπαδόπουλο. Τέσσερις μήνες αργότερα, στις 28/1/2005, διαπράχθηκε απόπειρα φόνου εναντίον του Κλέωνα Παπαδόπουλου και του αδελφού του Νεόφυτου Παπαδόπουλου. Η κυπριακή Αστυνομία πήρε πληροφορίες από τις αμερικανές Αρχές ότι ο αιτητής είχε βεβαρημένο ποινικό μητρώο, αφού είχε συλληφθεί για αδικήματα που σχετίζονταν μεταξύ άλλων για φόνο, ανθρωποκτονία, κατοχή όπλων, απόπειρες κλοπών και επιθέσεις μετά πραγματικής βλάβης και ότι είχε καταδικαστεί το 1987 σε φυλάκιση 10-30 χρόνων για ανθρωποκτονία, ενώ το 1992 βρέθηκε ένοχος σε κατηγορίες κατοχής όπλου και ναρκωτικών. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω πληροφοριών ο αιτητής κρίθηκε στις 13/4/2005 ως ανεπιθύμητο πρόσωπο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6(1)(f) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και των άρθρων 64(1) και 66(1) και (2) του περί της Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών                της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους                      Νόμο (αρ. 92(Ι)/2002-2004) και εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης/απέλασης. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής:

 

"Mr Jonathan Louis LESTER

 

Sir,

 

     You are hereby informed that you are an illegal immigrant by virtue of paragraph (f), section 1, Article 6 of the Aliens and Immigration Law, Chapter 105 as amended until 2003, because you are considered as an undesirable person owing to public order reasons.

 

     It is to be noted that the relevant provisions under Articles 64(1) and 66(1) of the Free Movement and Residence of Nationals of Member States of the E.U. and Members of their Families, Law No. 92(1) of 2003-4) have also been taken into consideration before reaching this decision.

 

     Consequently I have proceeded with the issue of deportation and detention orders dated 13-4-2005 against you.

 

     You have the right to be represented before me, or before any other Authority of the Republic and express possible objections against your deportation, and seek the services of an interpreter.

 

                                                                 Yours sincerely

 

    

A.     Shakalli (Mrs)

Director"

 

Μετά την επίδοση της πιο πάνω απόφασης της 13/4/2005 για την κήρυξη του αιτητή ως ανεπιθύμητου προσώπου, που του επιδόθηκε στις 22/7/2005, είχαν χαθεί τα ίχνη του. Τελικά ο αιτητής εντοπίστηκε τέσσερις περίπου μήνες αργότερα και απελάθηκε στις 22/7/2005.

 

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση της 13/4/2005 είναι παράνομη γιατί,

 

       (i) Λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας και λόγω πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο,

 

       (ii)  Είναι αναιτιολόγητη,

 

       (iii) Πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

 

 

(β) Η νομική πλευρά.

Η επίδικη απόφαση της 13/4/2005 βασίστηκε τόσο στο άρθρο 6(1)(f) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και στα άρθρα 64(1) και 66(1) του Νόμου 92(Ι)/2003-2004, τα οποία προνοούν τα πιο κάτω:

 

"64.-(1) Ο Υπουργός δύναται, αν εύλογα το επιβάλλουν λόγοι δημόσιας τάξης, ασφαλείας ή υγείας, να αρνηθεί την είσοδο στη Δημοκρατία, τη χορήγηση ή την ανανέωση της άδειας διαμονής ή/και να απελάσει από τη Δημοκρατία τα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος.

 

66.-(1) Τα μέτρα που λαμβάνονται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ατόμου στο οποίο αναφέρονται.

 

     (2) Η προσωπική συμπεριφορά πρέπει να συνιστά παρούσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Δεν επιτρέπεται η επίκληση λόγων που δεν συνδέονται με την εκάστοτε ατομική περίπτωση ούτε η επίκληση λόγων γενικής πρόληψης.

 

     (3) Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δε συνιστούν από μόνες τους λόγο λήψης τέτοιων μέτρων."

 

 

 

 

 

 

 

 

(i) Η απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας και/ή πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο.

 

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι το διάταγμα κράτησης και απέλασης πρέπει να κηρυχθεί άκυρο γιατί οι καθ'ων η αίτηση βασίστηκαν στις προηγούμενες καταδίκες του αιτητή οι οποίες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 66(1) του Νόμου περί της Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους (Νόμος 92(Ι)/2003), "δε συνιστούν από μόνες τους λόγο λήψης τέτοιων μέτρων". Η εισήγηση θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή αν οι καθ'ων η αίτηση είχαν βασιστεί αποκλειστικά και μόνο στις προηγούμενες καταδίκες του αιτητή.

 

Όμως στην παρούσα περίπτωση τα περιβάλλοντα περιστατικά της παραμονής του αιτητή στην Κύπρο δεν μπορούν να παραγνωριστούν. Η απόπειρα δολοφονίας του συνεταίρου του στην Κύπρο, το κλείσιμο της επιχείρησης στοιχημάτων που ο ίδιος λειτουργούσε με τον φονευθέντα, η μετέπειτα εξαφάνιση του και ο εντοπισμός του μερικούς μήνες αργότερα, είναι στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν περιορίστηκαν απλώς στην ύπαρξη προηγούμενων καταδικών και η απόφαση τους μέσα σε αυτά τα πλαίσια ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

Μέσα στα πλαίσια του ισχυρισμού ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας υποβλήθηκε η εισήγηση ότι η γενική και αόριστη επίκληση του δημοσίου συμφέροντος δεν συνιστά αιτιολογία. Αν γίνεται η επίκληση του δημοσίου συμφέροντος για να υποστηρίξει μια διοικητική ενέργεια, η επίκληση πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά σε περιστατικά τα οποία θα αποκαλύπτουν το συλλογισμό και θα παρέχουν έτσι την ευχέρεια διεξαγωγής δικαστικού ελέγχου. Αντίθετα έχει υποβληθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση ότι τα στοιχεία τα οποία υπήρχαν αναφορικά με τον αιτητή δημιουργούσαν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την απέλαση του για σκοπούς δημόσιας τάξης. Τα πραγματικά γεγονότα, σε συνδυασμό με τις προηγούμενες καταδίκες του αιτητή για άκρως σοβαρά ποινικά αδικήματα, μαρτυρούσαν την ύπαρξη πραγματικής σοβαρής απειλής κατά των θεμελιωδών συμφερόντων της κυπριακής κοινωνίας.

 

Οι πιο πάνω θέσεις του δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση είναι ορθές. Ο αιτητής έφθασε στην Κύπρο ελεύθερα, χωρίς διατυπώσεις, ως Ευρωπαίος πολίτης και χωρίς να λάβει την αναγκαία άδεια εργασίας άρχισε να λειτουργεί με ένα Κύπριο ένα πρακτορείο στοιχημάτων στη Λεμεσό. Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Κύπριου συνεταίρου του ο αιτητής διέκοψε τις εργασίες της επιχείρησης και εξαφανίστηκε. Η Αστυνομία τον εντόπισε μετά από τρεις μήνες περίπου και οι καθ'ων η αίτηση εξέδωσαν διάταγμα κράτησης και απέλασης. Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σημειώνει ότι τα ιδιάζοντα περιστατικά τα οποία δικαιολογούν την επίκληση του δημοσίου συμφέροντος διαφέρουν από χώρα σε χώρα και πρέπει να παρέχεται μια ευχέρεια στις εθνικές εξουσίες για να ενεργούν μέσα στα πλαίσια της Σύμβασης (βλ. Yvone Van Duyn, Αίτηση 41/74 της 4/12/1974).

 

Στην παρούσα περίπτωση οι καθ'ων η αίτηση προέβηκαν στην απέλαση του αιτητή, αφού έκριναν ότι η συμπεριφορά του συνιστούσε απειλή κατά της δημόσιας τάξης. Η πιο πάνω απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

(ii) Έλλειψη αιτιολογίας.

 

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη. Είναι ορθό ότι στην επιστολή της 13/4/2005 των καθ'ων η αίτηση για την κράτηση και απέλαση του αιτητή δεν καθορίζονται οι λόγοι οι οποίοι οδήγησαν στη λήψη της πιο πάνω απόφασης. Όμως η αναγκαία αιτιολογία συμπληρώνεται από τα στοιχεία που έχω ήδη παραθέσει, τα οποία προκύπτουν από το περιεχόμενο του σχετικού φακέλου.

 

 

 

 

 

 

(iii) Μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας.

 

Ο αιτητής ισχυρίζεται επίσης ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα έρευνα πριν από τη λήψη της απόφασης για την κράτηση και απέλαση του. Δεν έχει γίνει αναφορά σε συγκεκριμένη παράλειψη των καθ'ων η αίτηση που θα υποστήριζε την πιο πάνω εισήγηση, παρά μόνο ένας αόριστος ισχυρισμός ότι "οι καθ'ων η αίτηση στερούνται γνώσης ουσιωδών γεγονότων". Ο ισχυρισμός αυτός παρέμεινε έωλος. Αντίθετα από τα στοιχεία του φακέλου φαίνεται ότι οι καθ'ων η αίτηση με τα στοιχεία που περιήλθαν στην κατοχή τους αναφορικά με τις προηγούμενες καταδίκες του αιτητή, σε συνδυασμό με τις δραστηριότητες του στην Κύπρο, τη διαπίστωση της μη υποβολής αίτησης για άδεια παραμονής και εργασίας, την απόπειρα δολοφονίας του συνεταίρου του, το κλείσιμο της επιχείρησης μετά την απόπειρα δολοφονίας και την εξαφάνιση του αιτητή, οι καθ'ων η αίτηση είχαν προβεί στις ενέργειες εκείνες που συνιστούσαν τη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας κάτω από τις περιστάσεις. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με £500 έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                               Δ.

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο