ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                       

                                                            (Υπόθεση Αρ. 410 /2005)

 

24 Ιανουαρίου, 2007

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.]

 

                       

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΙΚΟΣ Ε. ΚΛΑΠΠΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ,

                                                                        Αιτητές

v.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

                                                                        Καθ΄ ης η αίτηση.

― ― ― ― ―

 

Π. Παύλου, για τους Αιτητές.

 

Ε. Παπαγεωργίου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.

 

― ― ― ― ―

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές ασχολούνται με εισαγωγές κατεψυγμένων τροφίμων. Μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου 2003 εισήξαν από το εξωτερικό  κατεψυγμένες προτηγανισμένες πατάτες και λαχανικά. Τα εν λόγω εμπορεύματα υπόκειντο σε εισαγωγικούς δασμούς υπολογιζόμενους κατ΄ αξία (ad valorem). Οι εισαγωγές έγιναν από την ολλανδική εταιρεία OERMEMANS FOODS NEDERLANDS B.V. μέσω της υπεράκτιας εταιρείας BELORIENT LTD, η οποία πραγματοποιούσε τις πληρωμές προς την Ολλανδική εταιρεία. Η BELORIENT LTD για τις υπηρεσίες της προς τους αιτητές χρέωνε και/ή λάμβανε υπό μορφή προμήθειας ποσοστό 3% επί της συνολικής αξίας των εμπορευμάτων.

 

Κατά την πιο πάνω χρονική περίοδο, οι καθ' ων η αίτηση εντόπισαν, μεταξύ άλλων, 14 αποστολές/εισαγωγές για τις οποίες οι αιτητές κατέθεσαν στο τελωνείο ψευδή στοιχεία/υποτιμολογημένα τιμολόγια. Διαπιστώθηκε ότι οι αιτητές προέβησαν σε ψευδή δήλωση αναφορικά με ελλειπείς και εσφαλμένες (υποτιμολογημένες) αξίες τις οποίες καταχωρούσαν σε ισάριθμες διασαφήσεις εισαγωγής στο έντυπο ΙΜ2.

 

Στις εν λόγω διασαφήσεις, (παραρτήματα 2-15 στην ένσταση), οι αιτητές καταχωρούσαν, μεταξύ άλλων, τον αντίστοιχο αριθμό τιμολογίου καθώς και την τιμολογιακή και δασμολογητέα αξία κάθε εισαγόμενης αποστολής, κατά είδος εμπορεύματος. Οι αιτητές, προκειμένου να τεκμηριώσουν την ορθότητα της δήλωσης τους, και/ή την τιμολογιακή/συναλλακτική αξία που καταχωρείτο στη διασάφηση, κατέθεταν μαζί με αυτή και τα τιμολόγια που αφορούσε η κάθε αποστολή ξεχωριστά, τα οποία, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ήταν υποτιμολογημένα με αποτέλεσμα να υπάρχει διαφυγή δασμών.

 

Το Τμήμα Τελωνείων, στα πλαίσια έρευνας που διεξήγαγε, εξασφάλισε μαρτυρία από το Διευθυντή της εταιρείας Belorient Ltd  κ. Ronny Verhoeven ο οποίος εξήγησε τη μέθοδο που εφάρμοζαν οι αιτητές για να πετύχουν την υποτιμολόγηση. Θεωρώ σκόπιμο να μεταφέρω αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα της κατάθεσης του:

 

«I can confirm to you that the value paid for the importation of the concerned goods is the total amount of these two invoices. I additionally inform you that I was requested from time to time to transfer money to OERLEMANS FOODS NEDERLANDS B.V., on behalf of Nicos Clappis and Sons Ltd. They used to bring to my company in cash Cyprus pounds with request to transfer the counter value in Euro to OERLEMANS with mentioning of certain invoices numbers. I am ready to give you full details of each such payment I have done. .. As regards to my assurance that the value of the imported goods corresponds with the total of two invoices, I am sure about this because the same total value is mentioned in our order traces which are also included in our above mentioned order files. Secondly our commission of 3% (three) is calculated on the same total value.»

 

 

 

Ο κ. Verhoeven προς υποστήριξη της μαρτυρίας του, έδωσε στους καθ' ων η αίτηση όλα τα σχετικά έγγραφα και άλλα τιμολόγια που αφορούσαν στους αιτητές.

 

Στις 15.11.04 λήφθηκε κατάθεση από το διευθυντή των αιτητών κ. Εύρο Κλαππή, ο οποίος ανέφερε ότι οι πρώην διευθυντές αγορών και πωλήσεων με τους οποίους συνεργάστηκε μέχρι τον Ιούνιο του 2002, καταδολίευσαν περίπου £1,000,000 από την εταιρεία του και ότι ο ίδιος δεν είχε ανάμειξη ούτε στις παραγγελίες, ούτε στις πληρωμές αλλά υπέγραφε μόνο το σχετικό δελτίο πληρωμής προς την τράπεζα.

 

Στις 15.11.04 λειτουργοί του Τμήματος Τελωνείων, ερεύνησαν τα γραφεία των αιτητών, δυνάμει των άρθρων 79 και 80 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου του 2004 Ν. 94(Ι)/04 και κατακράτησαν διάφορα έγγραφα, από τη μελέτη των οποίων, διαπιστώθηκε ότι οι αιτητές δεν διατηρούσαν στα γραφεία τους παράλληλο αρχείο μέσα από το οποίο μπορούσε να στοιχειοθετηθεί η υποτιμολόγηση ούτε εντοπίστηκαν άλλα ενοχοποιητικά στοιχεία πέραν των 14 υπό μελέτη εισαγωγών.

 

 Αναφορικά με τις 14 περιπτώσεις,  κατασχέθηκαν 56 τιμολόγια, η σύγκριση των οποίων, αποκάλυψε ότι σε κάθε μια από αυτές τις περιπτώσεις, εκδίδονταν διπλά ή και τριπλά τιμολόγια που έφεραν τον ίδιο αριθμό τιμολογίου. Κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων τα τιμολόγια που παρουσιάζουν την πραγματική συνολική συναλλακτική αξία των εμπορευμάτων, η οποία ισούται με την αξία του τιμολογίου που κατατέθηκε από τους αιτητές (δηλωθείσα αξία) συν την αξία/μέγεθος της υποτιμολόγησης που φαίνεται από τα «συμπληρωματικά» τιμολόγια που δεν δηλώθηκαν στο τελωνείο. Σε τρεις περιπτώσεις κάτω από τον ίδιο αριθμό τιμολογίου εντοπίστηκαν  (α) τα αναληθή τιμολόγια (β) τα συμπληρωματικά τιμολόγια και  (γ) τα συνολικά με την πληρωθείσα τιμή ενώ σε δυο άλλες περιπτώσεις εντοπίστηκαν τα (α) υποτιμολογημένα τιμολόγια (β) τα συνολικά.

 

Το κλιμάκιο που διερεύνησε τα υποστατικά των αιτητών, ετοίμασε φύλλο εργασίας υπολογισμού αποφευχθέντων δασμών και φόρων  για 29 συνολικά περιπτώσεις εισαγωγών. (παράρτημα 1 στην ένσταση).

 

Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που τεκμηρίωναν το μηχανισμό υποτιμολόγησης και καθιστούσαν δυνατό τον υπολογισμό της πραγματικής αξίας και κατ' επέκταση της υποτιμολόγησης, το Τμήμα προχώρησε στον υπολογισμό της οφειλόμενης διαφοράς που ανήρχετο στο τελικό διορθωμένο ποσό των ΛΚ 17.734 και με την πιο κάτω επιστολή ημερ. 1.3.05 κάλεσε τους αιτητές να το πληρώσουν:

 

«Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι από την διερεύνηση του Τμήματος Τελωνείων των εισαγωγών που πραγματοποίησε η εταιρεία σας, από την Ολλανδική εταιρεία OERLEMANS FOODS NEDERLAND B.V., κατά την περίοδο 2002-2003, και αφορούν προτηγανισμένες κατεψυγμένες πατάτες και άλλα κατεψυγμένα τρόφιμα διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα:

 

Κατά την πιο πάνω περίοδο προβήκατε σε αναληθείς δηλώσεις στο Τελωνείο Λεμεσού σε σχέση με την πραγματική αξία εισαγομένων προτηγανισμένων πατατών και άλλων κατεψυγμένων τροφίμων που αφορούν δέκα τέσσερις (14) συνολικά περιπτώσεις, καταθέτοντας τιμολόγια με χαμηλότερη αξία από την πραγματική.

 

Κατά την ίδια περίοδο διαπιστώθηκε επίσης ότι πραγματοποιήσατε πληρωμές προς τους προμηθευτές σας, OERLEMANS FOODS NEDERLANDS B.V., πέραν των ποσών που αναφέρονται στα τιμολόγια που καταθέσατε στο Τελωνείο κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων.

 

Ζητήθηκαν ακολούθως εξηγήσεις από εκπρόσωπο της εταιρείας σας, αναφορικά με την πραγματοποίηση των πιο πάνω αναφερθέντων επιπρόσθετων πληρωμών, οι οποίες όμως κρίθηκαν από το Τμήμα Τελωνείων σαν μη ικανοποιητικές.

 

Με βάση τη Συμφωνία για την Εφαρμογή του άρθρου V1 της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994, η πρώτη βάση για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας στα πλαίσια της εν λόγω Συμφωνίας είναι η «πραγματική συναλλακτική αξία» όπως ορίζεται στο άρθρο 1.

 

Εν όψει των πιο πάνω και σύμφωνα με την Απόφαση της πιο πάνω Συμφωνίας σχετικά με τις περιπτώσεις όπου οι Τελωνειακές Αρχές έχουν λόγους να αμφιβάλλουν για το αληθές ή την ακρίβεια της δηλωθείσας αξίας που περιλαμβάνεται στο Νόμο που κυρώνει την Τελική Πράξη του Γύρου της Ουραγουάης αρ. 16(ΙΙΙ) του 1995 και επειδή τα πιο πάνω ποσά δεν έχουν τύχει μέχρι σήμερα οποιασδήποτε τελωνειακής διευθέτησης, το Τμήμα Τελωνείων έχει προχωρήσει στον επαναπροσδιορισμό της τελωνειακής αξίας των εμπορευμάτων που τελωνίστηκαν για εσωτερική κατανάλωση και καλύπτονται από τις δέκα τέσσερις (14) διασαφήσεις εισαγωγής, που καταθέσετε στο Τμήμα Τελωνείων, όπως φαίνεται στην αναλυτική κατάσταση που επισυνάπτεται. Το συνολικό ποσό των αποφευχθέντων εισαγωγικών δασμών ανέρχεται στις ΛΚ 17,949.00 το οποίο καλείστε να καταβάλετε άμεσα στο Τμήμα Τελωνείων σύμφωνα με το άρθρο 169 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 82/67.

 

...........................................................................»

 

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Η αιτιολογία μπορεί να εξαχθεί από την απλή ανάγνωση της πιο πάνω επιστολής στην οποία  μάλιστα, επισυνάπτεται και το φύλλο εργασίας υπολογισμού αποφευχθέντων δασμών όπου εμφανίζονται αναλυτικά όλα τα ποσά των τιμολογίων και τα επιμέρους στοιχεία που οδήγησαν στον υπολογισμό της διαφοράς δασμών και του οφειλόμενου ποσού. Η αιτιολογία, συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο του φακέλου όπου υπάρχουν τόσο το σημείωμα του εξεταστή κ. Χρίστου προς την προϊσταμένη του Τμήματος Διερευνήσεων ημερ. 13.1.04, τα σημειώματα άλλων αρμόδιων λειτουργών των καθ΄ ων η αίτηση, οι μαρτυρικές καταθέσεις καθώς και όλα τα απαραίτητα στοιχεία που επιτρέπουν το δικαστικό έλεγχο.

 

Οι αιτητές σε συνάρτηση με την έλλειψη αιτιολογίας, προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης και την έλλειψη δέουσας έρευνας ή τη λανθασμένη αξιολόγηση των στοιχείων που κατασχέθηκαν. Ισχυρίζονται ότι πεπλανημένα εξέλαβαν τα όσα ανέφερε ο Διευθυντής των αιτητών κ. Εύρος Κλαππής ως παραδοχή ότι έγιναν όντως υποτιμολογήσεις. Τα επιχειρήματα δεν ευσταθούν. Οι καθ' ων η αίτηση, μετά την καταγγελία, προέβησαν σε επαρκή έρευνα και διαπιστώνοντας τόσο από τα έγγραφα που πήραν από της εταιρεία  Belorient Ltd και τον κ. Ronny Verhoeven όσο και από τους ίδιους τους αιτητές την υποτιμολόγηση, έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση στη βάση των άρθρων 188 και 169 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως νόμου Ν.82/67 (όπως τροποποιήθηκε). Το Τελωνείο είχε καθήκον ενόψει των νέων στοιχείων που εύλογα τεκμηρίωναν τη δόλια αποφυγή δασμών να απαιτήσει τη νόμιμη οφειλή που αποτελεί απαράγραπτο χρέος προς τη Δημοκρατία. (Γ. Σκούλλου ν. Υπουργού Οικονομικών (2004) 3 ΑΑΔ, 530).

 

Είναι εξάλλου νομολογιακά δεδομένο ότι η ουσιαστική κρίση της Διοίκησης για  τεχνικά θέματα  και η αξιολόγηση των στοιχείων δεν εμπίπτουν στα όρια του αναθεωρητικού ελέγχου σε φορολογικές υποθέσεις, όταν η επίδικη απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή. Η αιτήτρια εδώ δεν απέδειξε οποιαδήποτε πλάνη ή υπέρβαση εξουσίας των καθ΄ ων η αίτηση. (Goodtones Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 707 ).

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι καθ' ων η αίτηση, με την επίδικη απόφαση, ανέτρεψαν προηγούμενες διοικητικές πράξεις, με τις οποίες είχε προσδιοριστεί η τελωνειακή αξία των εμπορευμάτων και μάλιστα σε τέτοιο χρόνο που δεν τους δινόταν η ευκαιρία να μειώσουν τη ζημιά τους. Διατείνονται ότι υπήρξε σαφής παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και επικαλούνται προς τούτο, τις γενικές αρχές που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων εντός ευλόγου χρόνου.

 

Η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει στη διοίκηση να τηρεί το νόμο κατά τη λήψη των αποφάσεων της, αλλά και να ανακαλεί τυχόν εκδοθείσα παράνομη απόφαση αποκαθιστώντας την έννομη τάξη. Ο επαναπροσδιορισμός της δασμολογητέας αξίας αποτελεί σιωπηρή ανάκληση των αρχικών δασμών κατά το τελωνισμό των προϊόντων και τέτοια ανάκληση είναι καθόλα επιτρεπτή. Με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης δεν τίθεται εδώ θέμα εύλογου χρονικού διαστήματος, γιατί το κώλυμα του εύλογου χρονικού διαστήματος δεν μπορεί να προβληθεί όταν ο διοικούμενος με τη συμπεριφορά του έχει συνεισφέρει στη δημιουργία της παράνομης πράξης. Στην παρούσα υπόθεση υπήρξε αδίκημα κατά παράβαση του Ν. 82/67, που προβλέπει την επιβολή ποινών σε περιπτώσεις αναληθών δηλώσεων προς το σκοπό της δόλιας αποφυγής πληρωμής δασμού ή φόρου. Η ανάκληση στηρίχθηκε, όπως διαπιστώθηκε, σε αναληθείς δηλώσεις της αιτήτριας κατά παράβαση των προνοιών του Νόμου και έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Οπως εύστοχα αναφέρει ο Π.Δ. Δαγτόγλου στο σύγγραμμα του "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", β΄ έκδοση  (Αντ. Ν. Σακκούλα),  Αθήνα-Κομοτηνή  1984, στη σελ. 244:

 

δόλος μόνος δεν δικαιολογεί την ανάκληση της αντικειμενικά νόμιμης διοικητικής πράξεως, αίρει όμως τους χρονικούς περιορισμούς της ανακλήσεως παράνομης πράξεως. Εάν δηλαδή ο ιδιώτης προκάλεσε την έκδοση της πράξεως εξαπατώντας (μέσω πλαστογραφιών, ψευδών δηλώσεων, αποσιωπήσεως ουσιωδών γεγονότων, που οφείλει κατά νόμο να δηλώσει) ή δωροδοκώντας τους αρμόδιους υπαλλήλους, ή τελούσε εν γνώσει δολίων ενεργειών τρίτου που παρέσυραν την διοίκηση σε ενέργεια ευνοϊκή γι' αυτόν, η διοικητική πράξη μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε, ανεξαρτήτως της δημιουργίας πραγματικών καταστάσεων (π.χ. ανεγέρσεως κτίσματος)."


 

 

 

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο