ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Σωτήρη Δαμιανού (2001) 3 ΑΑΔ 247
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Eλένης ??ασοπούλουκαι Άλλοι (2005) 3 ΑΑΔ 157
Βαρνάβα Λουΐζα ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2004) 4 ΑΑΔ 885
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2006) 4 ΑΑΔ 748
18 Αυγούστου, 2006
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 538/2003)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 566/2003)
ΚΩΣΤΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 613/2003)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΖΑΠΙΤΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 538/2003, 566/2003, 613/2003)
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Προαγωγές ― Η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού ― Όροι νομιμότητας με βάση και τη νομολογία ― Δεν τηρήθηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Η συμβουλή ήταν ουσιαστικά αναιτιολόγητη ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Προσεκτική μελέτη της αξιολόγησης των αιτητών και των ενδιαφερομένων μερών εν προκειμένω, την περίοδο 1999 - 2002, ως και του συνόλου του περιεχομένου των φακέλων, αποκαλύπτει ότι πρόκειται για ισοδύναμους σε βαθμολογημένη αξία υποψηφίους. Η όποια, άλλωστε, οριακή υπεροχή υπάρχει σε σχέση με τη βαθμολογημένη αξία, αυτή είναι υπέρ του αιτητή Κ. Αναστασίου. Οι παρατηρήσεις, επίσης, και τα σχόλια στα Έντυπα Αξιολόγησης, που αφορούν στα βαθμολογημένα κριτήρια, εμφανίζουν όλα τα μέρη να είναι εξαιρετικοί υπάλληλοι. Φραστικές διαφορές στις παρατηρήσεις των προϊσταμένων δε μεταβάλλουν το εξαίρετο της απόδοσης όλων, ούτε τους διαχωρίζουν ως προς την ουσιαστική καταλληλότητά τους για προαγωγή. Οι γενικές αναφορές του Συμβουλίου στα διάφορα που είχε ενώπιόν του και αξιολόγησε προτού διατυπώσει τη συμβουλή του, με κανένα τρόπο δεν παρέχουν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει τη νοητική διεργασία που το οδήγησε να ξεχωρίσει τους προαχθέντες ως, ουσιαστικά, καταλληλότερους. Το γεγονός ότι επρόκειτο για εξαίρετους υποψηφίους δε δικαιολογεί την αναιτιολόγητη συμβουλή. Το Συμβούλιο είχε καθήκον να αναζητήσει και να συγκρίνει τους υποψηφίους και στη βάση άλλων θεσμοθετημένων και αναγνωρισμένων από τη νομολογία στοιχείων - όπως, παραδείγματος χάριν, τα προσόντα και ό,τι μέσα από την αρχαιότητα μπορεί να εξαχθεί, έστω και αν αυτή από μόνη της δεν αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης - προτού διατυπώσει τη συμβουλή του, ώστε να φωτίσει επαρκώς την εικόνα σε σχέση με όσους ξεχώρισε.
Με τα όσα αναφέρονται ότι λήφθηκαν υπόψη από το Συμβούλιο, δεν παρέχεται δυνατότητα δικαστικού ελέγχου, το τρωτό δε της συμβουλής συμπαρασύρει τη σύσταση του Διευθυντή και την απόφαση της Αρχής, οι οποίες βασίστηκαν σ' αυτή.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Α.ΤΗ.Κ. v. Δαμιανού (2001) 3 Α.Α.Δ. 247,
Α.TH.K. v. Στασοπούλου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 157,
Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 538/2003 και 566/2003.
Γ. Χριστοφίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 613/2003.
Κ. Χατζηϊωάννου, για την Καθ' ης Αίτηση και στις τρεις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι Προσφυγές Αρ. 538/03, 566/03 και 613/03 συνεκδικάστηκαν. Με τις Προσφυγές Αρ. 538/03 και 613/03, προσβάλλεται η προαγωγή, από 1/5/2003, των ενδιαφερομένων μερών 1. Γεώργιου Λοϊζίδη, 2. Φαίδωνα Λοϊζίδη, 3. Κώστα Α. Μακρή, 4. Νίκου Χρ. Μιχαηλίδη, 5. Σάββα Γ. Πατσαλίδη, 6. Ηρόδοτου Στρουμπιώτη, 7. Πέτρου Ν. Χαραλάμπους και 8. Ελευθέριου Χρίστου σε οκτώ θέσεις Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (η «Αρχή»). Με την Προσφυγή Αρ. 566/03, προσβάλλεται η προαγωγή πέντε μόνον ενδιαφερομένων μερών: των Φ. Λοϊζίδη, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη, Η. Στρουμπιώτη και Π. Χαραλάμπους. Η απόφαση ημερομηνίας 22/4/2003 κοινοποιήθηκε στο προσωπικό της Αρχής, με Γνωστοποίηση ημερομηνίας 23/4/2003.
Το ιστορικό των υποθέσεων, σε συντομία, έχει ως εξής:-
Η Αρχή, στις 3/12/2002, αποφάσισε, μεταξύ άλλων, την πλήρωση οκτώ κενών θέσεων Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού. Πρόκειται για θέσεις προαγωγής. Για σκοπούς διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων, το Συμβούλιο Προσωπικού, (το «Συμβούλιο»), συνήλθε, από 16/12/2002 μέχρι 14/4/2003, σε οκτώ ξεχωριστές συνεδρίες, με σκοπό την εξέταση του θέματος και την παροχή συμβουλής προς την Αρχή, σύμφωνα με τον Κ. 10(5) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών του 1982, (οι «Κανονισμοί»), όπως έχει τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 91/89.
Το Συμβούλιο, στις συνεδρίες του, αφού αναφέρθηκε στα απαιτούμενα προσόντα για πλήρωση των θέσεων, μελέτησε τα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά προσόντα όλων των υποψηφίων, σε συνδυασμό με την υπηρεσιακή τους κατάσταση - (εξέλιξη και υπηρεσία στα διάφορα τμήματα της Αρχής) - και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι 60 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη, κατείχαν τα προσόντα για προαγωγή. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι 49 υποψήφιοι κατείχαν τα ελάχιστα προσόντα που καθορίζει ο Κ. 8(1)Β(α) - δηλαδή «πλήρη Πανεπιστημιακόν τίτλον εις την ηλεκτρολογίαν (με ειδικότητα εις θέματα Τηλεπικοινωνιών), ή ισοδυνάμους τίτλους ανεγνωρισμένους υπό της Αρχής ως τοιούτους» - και 11 υποψήφιοι πληρούσαν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Μηχανικού, το οποίο εφαρμόζεται για προαγωγές του προσωπικού που προσλήφθηκε στην Αρχή πριν από τις 13/5/1972. Στη συνέχεια, μελέτησε τις βαθμολογίες, τις παρατηρήσεις και τις συστάσεις των προϊσταμένων των προσοντούχων υποψηφίων, όπως αυτές προέκυπταν από τα Φύλλα Ποιότητας και τα Έντυπα Αξιολόγησης, και προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των 50 υποψηφίων - (δέκα υποψήφιοι είχαν με επιστολή τους παραιτηθεί του δικαιώματος κρίσεως για προαγωγή) - με βάση τα κριτήρια που καθιερώνει ο Κ. 10(7) των Κανονισμών.
Η αξιολόγηση και σύγκριση η οποία έγινε οδήγησε στην επιλογή, ως επικρατέστερων για πλήρωση των θέσεων, δεκαπέντε υποψηφίων, μεταξύ των οποίων ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 613/2003 και τα ενδιαφερόμενα μέρη. (Οι αιτητές στις Προσφυγές Αρ. 538/2003 και 566/2003, αντίστοιχα, δεν περιλαμβάνονταν σ' αυτούς). Περαιτέρω αξιολόγηση και σύγκριση των δεκαπέντε επικρατεστέρων είχε ως αποτέλεσμα την απόφαση του Συμβουλίου να συμβουλεύσει την Αρχή ότι καταλληλότεροι για προαγωγή για τις πέντε από τις οκτώ θέσεις ήταν τα ενδιαφερόμενα μέρη: Φαίδωνας Λοϊζίδης, Νίκος Μιχαηλίδης, Σάββας Πατσαλίδης, Πέτρος Χαραλάμπους και Ελευθέριος Χρίστου, καθώς και την κατά πλειοψηφία απόφασή του ότι καταλληλότεροι για τις υπόλοιπες τρεις θέσεις ήταν ο Ανδρέας Ζαπίτης - αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 613/2003 - και τα ενδιαφερόμενα μέρη Γεώργιος Λοϊζίδης και Ηρόδοτος Στρουμπιώτης. Η εν λόγω αξιολόγηση έγινε:-
«... έχοντας και πάλιν υπόψη στο σύνολό τους τα κριτήρια που καθιερώνει ο Κανονισμός 10(7) όπως έχει τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 163/90-13/7/90, τις βαθμολογίες, τις παρατηρήσεις και τις συστάσεις των Προϊσταμένων τους στα Φύλλα Ποιότητας (Εκθέσεις Προόδου/Προαγωγής), (ΦΠ/Π) και στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, τα Έντυπα Αξιολόγησης, καθώς και το περιεχόμενο του προσωπικού τους φακέλου και όλα τα ενώπιον τους στοιχεία, ...»
Ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, (ο «Διευθυντής»), στη συνέχεια, συστήνοντας τα ίδια πρόσωπα, ανέφερε τα εξής:-
«Από τη διεξοδική μελέτη όλων των δεδομένων για τους κρινομένους υπαλλήλους και συγκεκριμένα των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού και του περιεχομένου των προσωπικών τους φακέλων, στους οποίους περιλαμβάνονται τα Φύλλα Ποιότητας/Προαγωγής τους ή και οι Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις ή και τα Έντυπα Αξιολογήσεώς τους, διαπιστώνω ότι η ομόφωνη Συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού για τις πέντε θέσεις και η Συμβουλή της πλειοψηφίας για τις υπόλοιπες τρεις είναι σωστή και δικαιολογημένη, γι' αυτό και εισηγούμαι την προαγωγή των πιο κάτω υπαλλήλων στο βαθμό του Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού, προς πλήρωση των κενών θέσεων:
Ανδρέας Ζαπίτης (664)
Ελευθέριος Χρίστου (7887)
Πέτρος Ν. Χαραλάμπους (7886)
Γεώργιος Λοϊζίδης (7023)
Ηρόδοτος Στρουμπιώτης (2459)
Νίκος Χρ. Μιχαηλίδης (1514)
Σάββας Γ. Πατσαλίδης (7353)
Φαίδων Λοϊζίδης (7024)
Κατά την άποψή μου, οι πιο πάνω υπάλληλοι υπερέχουν των άλλων υποψηφίων σε απόδοση, επίδοση και ικανότητες και είναι οι καταλληλότεροι για προαγωγή στο βαθμό του Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού.»
Στις 22/4/2003, το Συμβούλιο της Αρχής επιλήφθηκε του θέματος:-
«... μελέτησε διεξοδικά και συζήτησε όλα τα δεδομένα της υποθέσεως, και συγκεκριμένα τα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού, την Εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και τους προσωπικούς φακέλους των υποψήφιων υπαλλήλων, στους οποίους περιλαμβάνονται τα Φύλλα Ποιότητας/Προαγωγής και/ή οι Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις και/ή τα Έντυπα Αξιολογήσεώς τους και διαπίστωσε τα ακόλουθα:
........................................................................................................
... προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση και σε σύγκριση όλων των υποψήφιων μεταξύ τους με βάση τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά τους προσόντα, την απόδοση και επίδοσή τους, καθώς και την καταλληλότητά τους για τις προς πλήρωση θέσεις. Με βάση το περιεχόμενο των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού και την Εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, καθώς και το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων, το Συμβούλιο έκρινε και αποφάσισε ότι οι πιο κάτω υποψήφιοι υπερέχουν των υπολοίπων υποψηφίων σε απόδοση, επίδοση και ικανότητες, καθώς και σε ουσιαστική καταλληλότητα για τις επτά (7) από τις οκτώ (8) κενές θέσεις Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού, γι' αυτό και αποφάσισε την προαγωγή τους στο βαθμό αυτό:
Γεώργιος Λοϊζίδης (7023)
Φαίδων Λοϊζίδης (7024)
Νίκος Χρ. Μιχαηλίδης (1514)
Σάββας Γ. Πατσαλίδης (7353)
Ηρόδοτος Στρουμπιώτης (2459)
Πέτρος Ν. Χαραλάμπους (7886)
Ελευθέριος Χρίστου (7887)»
Για την πλήρωση της εναπομείνασας όγδοης θέσης, το Συμβούλιο της Αρχής διαφώνησε με την πλειοψηφία του Συμβουλίου και το Γενικό Διευθυντή, οι οποίοι πρότειναν για προαγωγή τον Ανδρέα Ζαπίτη - αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 613/2003 - και, αντ' αυτού, αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους Κώστα Μακρή. Αιτιολογώντας την απόφασή του, ανέφερε:-
«Το Συμβούλιο σημείωσε ότι η πλειοψηφία του Συμβουλίου Προσωπικού και ο Γενικός Διευθυντής προτείνουν την προαγωγή του υποψήφιου Ανδρέα Ζαπίτη (664) προς πλήρωση της όγδοης κενής θέσης Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού.
Από την περαιτέρω μελέτη των δεδομένων για τους υποψήφιους, το Συμβούλιο έκρινε ότι ο υποψήφιος Κώστας Μακρής (1528) είναι ουσιαστικά καταλληλότερος για την προς πλήρωση θέση, λαμβάνοντας υπόψη τα σχόλια των προϊσταμένων τους με βάση τα οποία ο υποψήφιος Κώστας Μακρής διαθέτει εξαιρετικές επαγγελματικές και διοικητικές ικανότητες και αποτελεί μια από τις πολυτιμότερες μονάδες της Α.ΤΗ.Κ..
Πέραν των πιο πάνω, ο υποψήφιος Κ. Μακρής διαθέτει ψηλότερα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά προσόντα. Για τους λόγους αυτούς το Συμβούλιο αποφάσισε την προαγωγή του υποψήφιου Κώστα Μακρή (1528) στο βαθμό του Υποτμηματάρχη Τεχνικού Προσωπικού για την πλήρωση της όγδοης κενής θέσης.
Κατά την κρίση του το Συμβούλιο στάθμισε και αξιολόγησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, δηλαδή την απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, τα προσόντα, την πείρα, τη γενική υπηρεσιακή εικόνα και την ουσιαστική καταλληλότητα για τις προς πλήρωση θέσεις.
Η προαγωγή των πιο πάνω υπαλλήλων θα ισχύει από την 1η Μαΐου 2003.»
Πρώτος άξονας της επιχειρηματολογίας των αιτητών είναι η έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, σε συνάρτηση και προς τη συμβουλή του Συμβουλίου και την εισήγηση του Διευθυντή. Με αναφορά σε σχετική επί του θέματος της αιτιολογίας νομολογία, εισηγήθηκαν ότι αυτή ελλείπει παντελώς. Ο αόριστος και γενικός τρόπος καταγραφής της συμβουλής του Συμβουλίου και της σύστασης του Διευθυντή, χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία για την προτίμησή τους, τις καθιστά πλημμελείς. Είναι η θέση τους ότι απλή παράθεση των κριτηρίων επιλογής, που λήφθηκαν υπόψη χωρίς ο,τιδήποτε άλλο, εμποδίζει το δικαστικό έλεγχο. Η κρίση, υπέβαλαν, του Συμβουλίου βρίσκεται σε αντίθεση με τα στοιχεία του φακέλου, αφού αυτοί έχουν, αν όχι καλύτερες, τις ίδιες αξιολογήσεις, υπερέχουν δε αισθητά σε συνολική υπηρεσία και, κατ' επέκταση, σε αρχαιότητα. Η χρονική υπεροχή τους στην υπηρεσία προσθέτει στην πείρα τους, η οποία είναι απόλυτα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και προσμετρά στην αξιολόγησή τους.
Σε ό,τι αφορά την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους Κ. Μακρή, ο αιτητής Ζαπίτης παραπονείται για έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης της Αρχής. Δεν επεξηγείται, υπέβαλε, σ' αυτήν γιατί «είναι ουσιαστικά καταλληλότερος». Η αναφορά, η οποία γίνεται, στα «σχόλια των προϊσταμένων τους» και στις «εξαιρετικές επαγγελματικές και διοικητικές ικανότητες» του Κ. Μακρή δεν αρκεί και ούτε αποτελεί την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία, δεδομένου ότι το Συμβούλιο της Αρχής δεν έχει άμεση γνώση των λειτουργών της. Η κρίση του ως προς το ποιοι είναι καταλληλότεροι για προαγωγή διαμορφώνεται από τη συμβουλή του Συμβουλίου και την εισήγηση του Διευθυντή, τις οποίες ο ίδιος συγκέντρωνε. Ούτε η αναφορά σε «ψηλότερα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά προσόντα» του Κ. Μακρή υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου.
Ο Κ. 10(7) των Κανονισμών προβλέπει τα εξής:-
«(7) Οι κρίσεις για προαγωγή διενεργούνται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητά τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού τους φακέλου, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους.
Η Αρχή διατηρεί το δικαίωμα κατά τις κρίσεις για προαγωγή να αποφασίζει κάθε φορά να καλεί ή να μην καλεί σε συνέντευξη τους υποψηφίους για προαγωγή σε συγκεκριμένη θέση ή θέσεις:
Νοείται ότι, στην περίπτωση που η Αρχή αποφασίζει να καλέσει τους υποψηφίους για προαγωγή σε συνέντευξη, η κρίση θα διενεργείται σε συνδυασμό και με την προσωπική εντύπωση που αποκόμισαν για τους υποψηφίους τα μέλη της Αρχής.»
Ο κ. Χατζηϊωάννου, προς υποστήριξη της νομιμότητας της απόφασης, αναφέρθηκε στην Α.ΤΗ.Κ. v. Δαμιανού (2001) 3 Α.Α.Δ. 247, όπου, υπό ουσιαστικά όμοια δεδομένα, λέχθηκαν τα εξής:- (σελ. 251)
«Ο συνάδελφος, που δίκασε πρωτόδικα την προσφυγή, έχει την άποψη πως η ουσιαστική καταλληλότητα των υποψηφίων για προαγωγή, καθώς προβλέπεται στον Κανονισμό 10(7), που παραθέτουμε πιο πάνω: 'προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού τους φακέλου, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους'. Επομένως, συνεχίζει η σκέψη του συνάδελφου μας, εφόσον οι υποψήφιοι ισοβαθμούσαν σ' αυτά τα στοιχεία, το Συμβούλιο Προσωπικού και ο Διευθυντής δεν μπορούσαν να κάνουν διαφοροποίηση μεταξύ των τριών υποψηφίων, με αναφορά σ' αυτά. Η επιλογή θα έπρεπε να αιτιολογηθεί με καθαρότερο λόγο.
Δεν συμφωνούμε με την προσέγγιση πρωτοδίκως. Στην εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η τελευταία δεν επιβάλλεται από θεσμοθετημένη διάταξη να είναι αιτιολογημένη, εμπεριέχεται και η αιτιολόγηση τους γιατί κρίνουν το ενδιαφερόμενο μέρος συνολικά καταλληλότερο για προαγωγή. Να υπενθυμίσουμε πως τα μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και ο Διευθυντής έχουν προσωπική γνώση της γενικής αξίας των υποψηφίων, ως εκ της ιδιότητας τους σαν ανώτεροι λειτουργοί της Αρχής. Η φράση που χρησιμοποιήθηκε: 'ουσιαστικά καταλληλότεροι', δεν είναι κατ' ανάγκην αναπαραγωγή αυτής που χρησιμοποιείται στον Κανονισμό 10(7). Δηλώνει, νομίζουμε, την επιλογή του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή μεταξύ υποψηφίων που ισοβαθμούν στα στοιχεία που καταγράφονται στα χαρτιά. Αν δεν ήταν δυνατή σε τέτοια, ή παρόμοια περίπτωση, το Συμβούλιο Προσωπικού ή ο Διευθυντής να εκφράσουν την προτίμησή τους, αναφορικά με ισότιμους υποψηφίους, τότε θα ήταν αχρείαστη η συμμετοχή τους στη διαδικασία, εφόσον όλα τα έγγραφα, στα οποία καταγράφεται η απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, είναι στο φάκελο τους και ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής. Εδώ ακριβώς, νομίζουμε, πως υπεισέρχεται η ατομική κρίση, η οποία δυνατό να μην μπορεί να εκφραστεί με συγκεκριμένες λέξεις, ενόψει της ισοβαθμίας των υποψηφίων, διαπιστώνεται όμως από το πνεύμα του γραπτού λόγου που χρησιμοποιείται και τις ιδιάζουσες περιστάσεις στην κάθε υπόθεση.»
Ακολούθησε η απόφαση στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v. Στασοπούλου κ.ά. (2005) 3 A.A.Δ. 157, όπου υιοθετήθηκαν τα όσα ο Κωνσταντινίδης, Δ., ανέφερε για ανάλογη «συμβουλή ή γνώμη», μετά από διαπίστωση διάστασης μεταξύ της Α.ΤΗ.Κ. v. Δαμιανού, (πιο πάνω), και της Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:-
«Παρόμοια θέματα εγέρθηκαν και εξετάστηκαν από τον Κωνσταντινίδη, Δ., στη Βαρνάβα v. Α.ΤΗ.Κ. (2004) 4 A.A.Δ. 885. (Η απόφαση έχει εφεσιβληθεί.) Αναφέρεται στην απόφαση αυτή πως στη Δαμιανού κρίθηκε ότι η 'επιλογή' ή 'προτίμηση' του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή σε περίπτωση ισοβαθμίας, μπορεί να συνυπολογίζεται ως αυτοτελές στοιχείο, ανεξάρτητα από την εικόνα των υποψηφίων, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς φακέλους. Ακολούθως στην απόφαση επισημαίνεται πως προκύπτει διάσταση μεταξύ της πιο πάνω υπόθεσης και της Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 A.A.Δ. 695.
Αφού ο Κωνσταντινίδης, Δ., παρατηρεί πως το τι καθόρισε την απόφαση στη Μοδίτης ήταν πως η σύσταση θα μπορούσε μόνο να ήταν συμβουλή ή γνώμη 'με δοσμένη την υπηρεσιακή εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι', καταλήγει πως η σύσταση δεν μπορούσε να 'προσθέτει ή αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων'. Προχωρεί ακολούθως και αναφέρει τα πιο κάτω:
'Εκείνο, όμως που στην περίπτωση της δημόσιας υπηρεσίας εξάχθηκε ως συμπέρασμα από την προηγηθείσα εκτεταμένη ανάλυση, το ότι δηλαδή η σύσταση είναι μόνο συμβουλή ή γνώμη, στην περίπτωση των καθ' ων η αίτηση το έχουμε και ως εκ προοιμίου δεδομένο. Κατά τον Κανονισμό 10(5) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 220/82) όπως τροποποιήθηκε) 'προ πάσης προαγωγής, η Αρχή ζητά την συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και τας εισηγήσεις του Γενικού Διευθυντού ή του Αναπληρωτού του.'
Αφού επισημαίνεται ότι, εφόσο η Μοδίτης δεν ασχολήθηκε ειδικά με τη Δαμιανού, παρέχεται ευκαιρία επιλογής ποια γραμμή θα ακολουθήσει το Δικαστήριο, ανάλογα με το τι θεωρεί ορθό σε κάθε περίπτωση, καταλήγει πως 'ούτε η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού ούτε η εισήγηση του Γενικού Διευθυντή μπορούν, ως ξεχωριστά στοιχεία, να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν από την υπηρεσιακή εικόνα των υποψηφίων'.
Αναφορά στην υπόθεση Βαρνάβα (πιο πάνω) και υιοθέτηση των αρχών που εκφράστηκαν εκεί έγινε και στη Λεωνίδου v. Α.ΤΗ.Κ. (2004) 4 A.A.Δ. 1017. (Η απόφαση έχει εφεσιβληθεί.)
Οι αρχές που διατυπώθηκαν στις πιο πάνω πρωτόδικες αποφάσεις μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους και τις υιοθετούμε. Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το Συμβούλιο Προσωπικού μπορεί να καλεί τους προϊσταμένους των υποψηφίων για πληροφορίες ή γραπτές διευκρινίσεις με βάση τον Κανονισμό 24(5), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τούτο δικαιολογεί και την ανατροπή της εικόνας των υποψηφίων, όπως αυτοί έχουν αξιολογηθεί.»
Συμφωνώ με τα αποφασισθέντα στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v. Στασοπούλου κ.ά., (πιο πάνω). Προσεκτική μελέτη της αξιολόγησης των αιτητών και των ενδιαφερομένων μερών, την περίοδο 1999 - 2002, ως και του συνόλου του περιεχομένου των φακέλων, αποκαλύπτει ότι πρόκειται για ισοδύναμους σε βαθμολογημένη αξία υποψηφίους. Η όποια, άλλωστε, οριακή υπεροχή υπάρχει σε σχέση με τη βαθμολογημένη αξία, αυτή είναι υπέρ του αιτητή Κ. Αναστασίου. Οι παρατηρήσεις, επίσης, και τα σχόλια στα Έντυπα Αξιολόγησης, που αφορούν στα βαθμολογημένα κριτήρια, εμφανίζουν όλα τα μέρη να είναι εξαιρετικοί υπάλληλοι. Φραστικές διαφορές στις παρατηρήσεις των προϊσταμένων δε μεταβάλλουν το εξαίρετο της απόδοσης όλων, ούτε τους διαχωρίζουν ως προς την ουσιαστική καταλληλότητά τους για προαγωγή. Το Συμβούλιο επέλεξε για τη συμβουλή του στην Αρχή να λάβει υπόψη του «... τις βαθμολογίες, τις παρατηρήσεις και τις συστάσεις των Προϊσταμένων τους στα Φύλλα Ποιότητας (Εκθέσεις Προόδου/Προαγωγής), (ΦΠ/Π) και στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, τα Έντυπα Αξιολόγησης, καθώς και το περιεχόμενο του προσωπικού τους φακέλου και όλα τα ενώπιον τους στοιχεία, ...». Όλα αυτά, όμως, δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς διαφοροποιούν τα ενδιαφερόμενα μέρη και τα καθιστούν ουσιαστικά καταλληλότερα για προαγωγή, όπως η συμβουλή του Συμβουλίου. Οι γενικές αναφορές του Συμβουλίου στα διάφορα που είχε ενώπιόν του και αξιολόγησε προτού διατυπώσει τη συμβουλή του, με κανένα τρόπο δεν παρέχουν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει τη νοητική διεργασία που το οδήγησε να ξεχωρίσει τους προαχθέντες ως, ουσιαστικά, καταλληλοτέρους. Το γεγονός ότι επρόκειτο για εξαίρετους υποψηφίους δε δικαιολογεί την αναιτιολόγητη συμβουλή. Το Συμβούλιο είχε καθήκον να αναζητήσει και να συγκρίνει τους υποψηφίους και στη βάση άλλων θεσμοθετημένων και αναγνωρισμένων από τη νομολογία στοιχείων - όπως, παραδείγματος χάριν, τα προσόντα και ό,τι μέσα από την αρχαιότητα μπορεί να εξαχθεί, έστω και αν αυτή από μόνη της δεν αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης - προτού διατυπώσει τη συμβουλή του, ώστε να φωτίσει επαρκώς την εικόνα σε σχέση με όσους ξεχώρισε.
Με τα όσα αναφέρονται ότι λήφθηκαν υπόψη από το Συμβούλιο, δεν παρέχεται δυνατότητα δικαστικού ελέγχου, το τρωτό δε της συμβουλής συμπαρασύρει τη σύσταση του Διευθυντή και την απόφαση της Αρχής, οι οποίες βασίστηκαν σ' αυτή.
Με την κατάληξη ότι η συμβουλή του Συμβουλίου είναι τρωτή, και συμπαρασύρει τη σύσταση του Διευθυντή και την απόφαση της Αρχής, δε θα ασχοληθώ με τους υπόλοιπους λόγους που προβάλλονται για ακύρωση, αλλά ούτε και με τους λόγους που προβάλλονται στην Προσφυγή Αρ. 613/2003.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Tα έξοδα βαρύνουν την Αρχή.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.