ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 4 ΑΑΔ 462

26 Μαΐου, 2006

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

    ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

Καθ' ων η Αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 775/2003)

 

Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού ― Συγκρότηση ― Κατά πόσο η τοποθέτηση Δημάρχου ως μέλους της Επιτροπής, παραβιάζει την συνταγματική επιταγή της διάκρισης των λειτουργιών ― Υιοθέτηση των νομολογηθέντων στην Α.ΤΗ.Κ. v. Δημοκρατίας κ.ά., Υπ. Αρ. 322/03, ημερ. 8/11/04.

Προσφυγή βάσει του Αρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας ― Δεν στοιχειοθετήθηκαν σε σχέση με την επίδικη απόφαση της Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού στην κριθείσα περίπτωση.

Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού ― Διάταγμα της Επιτροπής μετά από ακρόαση επί καταγγελίας ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας της Ε.Π.Α. στην εξετασθείσα υπόθεση.

Η αιτήτρια Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, προσέβαλε το σε βάρος της διάταγμα της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, που εκδόθηκε κατόπιν καταγγελίας του ενδιαφερομένου μέρους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Στη σύνθεση της Ε.Π.Α. εν προκειμένω μετείχε και ο Κωστής Ευσταθίου που ετύγχανε και εκλελεγμένος Δήμαρχος Λατσιών.  Ο δικηγόρος της Α.ΤΗ.Κ. βασιζόμενος σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου υποστηρίζει ότι το Σύνταγμα επιβάλλει σαφή διάκριση μεταξύ πολιτικής εξουσίας και διοικητικής λειτουργίας. Δεν επιτρέπεται η ανάμιξη της πολιτικής εξουσίας στη διοικητική λειτουργία του κράτους. Θεωρώντας δε ότι ένας εκλελεγμένος Δήμαρχος ασκεί πολιτική εξουσία εισηγείται ότι παράνομα μετείχε στη σύνθεση της Ε.Π.Α. ο Δήμαρχος Λατσιών.

     Η θέση αυτή δεν γίνεται αποδεκτή. Σχετική είναι η απόφαση του Αρτέμη, Δ. για το ίδιο θέμα στην Προσφυγή Aρ. 322/2003 μεταξύ των ίδιων διαδίκων. Τα όσα έχουν λεχθεί εκεί συναφώς, υιοθετούνται.

2.  Ισχυρίζεται ακόμα η αιτήτρια ότι η Ε.Π.Α. δεν διενήργησε δέουσα έρευνα ως προς τα γεγονότα και ούτε αιτιολόγησε την απόφασή της. Η αιτήτρια όμως είχε όλο το χρόνο να θέσει την θέση της, ακούστηκε για κάθε λεπτομέρεια όπως ακούστηκε και η καταγγέλλουσα εταιρεία. Η Ε.Π.Α. διενήργησε επαρκή έρευνα αφού όλα τα στοιχεία ήταν ενώπιόν της. Επίσης έδωσε επαρκή αιτιολογία η οποία εν πάση περιπτώσει συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων.

3.  Η αιτήτρια ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η Ε.Π.Α. ενήργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας εκδίδοντας ατομική διοικητική πράξη με την οποία αναστέλλεται η ισχύς κανονιστικής διοικητικής πράξης. Είναι η θέση της Α.ΤΗ.Κ. ότι η Ε.Π.Α. δεν είχε τέτοια εξουσία, η δε ενέργειά της και η έκδοση του επίδικου διατάγματος προσέβαλε ευθέως τις αρχές της διάκρισης των εξουσιών αφού τέτοια εξουσία έχει μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

     Με το επίδικο προσωρινό διάταγμα η Ε.Π.Α. ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, και θέματα τιμολόγησης και χρέωσης παρεχομένων προς τις καταγγέλλουσες εταιρείες υπηρεσιών. Θέτει ευθέως αναστολή των προνοιών των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων (Κ.Δ.Π. 251/02 και Κ.Δ.Π. 59/03). Ελέγχει δηλαδή τη νομιμότητα των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων που αποτελούν δευτερεύουσα νομοθεσία έναντι της οποίας το επίδικο ατομικό προσωρινό διάταγμα δεν μπορεί να υπερισχύσει. Κατά συνέπεια ο λόγος αυτός ακύρωσης ευσταθεί.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Α.ΤΗ.Κ. v. Δημοκρατίας κ.ά. (2003) 4 A.A.Δ. 454,

Α.ΤΗ.Κ. v. Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθ. Αρ. 322/03, ημερ. 8.11.2004,

Α.ΤΗ.Κ. v. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.ά, Υπόθ. Αρ. 86/2004, ημερ. 3.2.2004.

Προσφυγή.

Κ. Χατζηϊωάννου, για την Αιτήτρια.

Ε. Ζαχαριάδου, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ε. Πική για Α. Δημητρίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Στις 18.10.2002 και 21.10.2002 οι εταιρείες Callsat Telecom Ltd. και Planitis Net υπέβαλαν προς την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού (Ε.Π.Α.) αίτημα για λήψη προσωρινών μέτρων εναντίον της Α.ΤΗ.Κ.. Το αίτημα συνοδευόταν από σχετική καταγγελία κατά της Α.ΤΗ.Κ..

Στις 4.11.2002 η Ε.Π.Α. κάλεσε ενώπιον της όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (Callsat, Planitis.Net και Α.ΤΗ.Κ.) για να εκφράσουν τις σκέψεις και απόψεις τους επί του αιτήματος. Αφού τοποθετήθηκαν προφορικά η Ε.Π.Α. άκουσε μαρτυρία εκ μέρους της Callsat η οποία συνεχίστηκε και στις 11.11.2002. Εν τω μεταξύ η Α.ΤΗ.Κ. είχε υποβάλει διά του δικηγόρου της δήλωση γεγονότων που αφορούσαν το υπό εξέταση θέμα. Όταν ολοκληρώθηκε η εξέταση και αντεξέταση των μαρτύρων που παρουσίασαν τόσο η Callsat όσο και η Α.ΤΗ.Κ. η Ε.Π.Α. ζήτησε από τα εμπλεκόμενα μέρη να υποβάλουν τις τελικές τους αγορεύσεις, πράγμα που έπραξαν.

Στις 13.3.2003 η Callsat απέσυρε το αίτημα της και υπέβαλε νέο αίτημα για προσωρινά μέτρα εναντίον της Α.ΤΗ.Κ.. Η Ε.Π.Α. αποδέχθηκε την απόσυρση του πρώτου παραπόνου και αποφάσισε όπως συνεξετασθούν τα αιτήματα. Κάλεσε τους εκπροσώπους της Callsat να εκφράσουν τις θέσεις και απόψεις τους επί του νέου μονομερούς αιτήματος για λήψη προσωρινών μέτρων.

Η Ε.Π.Α. αφού άκουσε τις θέσεις της Callsat εξέδωσε λόγω του επείγοντος ενδιάμεση απόφαση ημερ. 17.3.2003.

Στις 3.4.2003 η Α.ΤΗ.Κ. καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο την Προσφυγή Aρ. 322/2003 εναντίον της απόφασης της Ε.Π.Α. της 17.3.2003. Συγχρόνως ζήτησε και διάταγμα αναστολής της απόφασης της Ε.Π.Α. μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για αναστολή με απόφαση του ημερ. 16.5.2003 (Βλέπε: Α.ΤΗ.Κ. v. Δημοκρατίας κ.ά. (2003) 4 A.A.Δ. 454). Ακόμα το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε και την κυρίως προσφυγή της Α.ΤΗ.Κ. με απόφαση του Αρτέμη, Δ.. (Βλέπε: Α.ΤΗ.Κ. v. Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθ. Αρ. 322/03, ημερ. 8.11.2004).

Παρατηρώ ότι σύμφωνα με οδηγίες της Ε.Π.Α. η καταγγέλλουσα εταιρεία Callsat κατέθεσε τραπεζική εγγύηση ύψους £80.000.

Στις 7.4.2003 ημέρα κατά την οποία είχε οριστεί το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα ενώπιον της Ε.Π.Α. ο δικηγόρος της Α.ΤΗ.Κ. ζήτησε χρόνο να καταχωρήσει την ένσταση του. Η Ε.Π.Α. του έδωσε χρόνο προς τούτο μέχρι 30.4.2003 και όρισε την υπόθεση για ακρόαση στις 5.5.2003.

Στις 5.5.2003 έγινε η ακρόαση και επιφυλάχθηκε η απόφαση, η οποία τελικά εκδόθηκε από την Ε.Π.Α. στις 3.6.2003, με αποτέλεσμα το εκδοθέν μονομερές διάταγμα να γίνει οριστικό.

Εναντίον αυτής της απόφασης η Α.ΤΗ.Κ. καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.

Η αιτήτρια προβάλλει τέσσερις λόγους για ακύρωση της επίδικης απόφασης.

Πρώτο, ότι πάσχει η σύνθεση του διοικητικού οργάνου, δηλαδή της Ε.Π.Α., που εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Δεύτερο, ότι η Ε.Π.Α. δεν διενήργησε δέουσα έρευνα με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση να είναι αναιτιολόγητη. Τρίτο, για υπέρβαση εξουσίας και τέταρτο για νόσφηση εξουσίας. Οι δύο τελευταίοι λόγοι είναι συναφείς μεταξύ τους, για να μην πω όμοιοι, γιατί η κατ' ισχυρισμό υπέρβαση εξουσίας στηρίζεται ακριβώς στον ισχυρισμό για νόσφηση εξουσίας.

Στη σύνθεση της Ε.Π.Α. μετείχε και ο Κωστής Ευσταθίου που ετύγχανε και εκλελεγμένος Δήμαρχος Λατσιών. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Α.ΤΗ.Κ. βασιζόμενος σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου υποστηρίζει ότι το Σύνταγμα επιβάλλει σαφή διάκριση μεταξύ πολιτικής εξουσίας και διοικητικής λειτουργίας.  Δεν επιτρέπεται η ανάμιξη της πολιτικής εξουσίας στη διοικητική λειτουργία του κράτους. Θεωρώντας δε ότι ένας εκλελεγμένος Δήμαρχος ασκεί πολιτική εξουσία εισηγείται ότι παράνομα μετείχε στη σύνθεση της Ε.Π.Α. ο Δήμαρχος Λατσιών.

Έχω μελετήσει τη θέση αυτή και δεν με βρίσκει σύμφωνο. Είχα την ευκαιρία να διαβάσω και την απόφαση του Αρτέμη, Δ. για το ίδιο θέμα στην Προσφυγή Aρ. 322/2003 (βλέπε πιο πάνω) μεταξύ των ίδιων διαδίκων. Συμφωνώ απόλυτα με όσα έχουν λεχθεί εκεί τα οποία και παραθέτω:-

«Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι πάσχει η συγκρότηση της Επιτροπής γιατί μετέχει σ' αυτή ως μέλος ο κ. Κωστής Ευσταθίου, ο οποίος κατά το διορισμό του στην Επιτροπή ήταν μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Λατσιών και κατά τον ουσιώδη χρόνο, δήμαρχος. Στήριξε τον ισχυρισμό του αυτό στην Pavlou a.o. v. The Returning Officer a.ο. (1987) 1 C.L.R. 252 και στην Ρ.Ι.Κ. κ.ά. v. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.

Στην Pavlou (πιο πάνω) εξετάστηκαν εκλογικές αιτήσεις των αιτητών, οι οποίοι ήταν ο ένας υπάλληλος οργανισμού δημοσίου δικαίου και ο άλλος δημόσιος υπάλληλος, εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να μην τους επιτραπεί να αναλάβουν καθήκοντα δημοτικού συμβούλου με βάση τις πρόνοιες του Αρθρου 16(2)(β) του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85), όπως τροποποιήθηκε. Κρίθηκε ότι το άρθρο αυτό, το οποίο αποκλείει την ανάληψη του αξιώματος του δημάρχου και μέλους δημοτικών συμβουλίων από δημόσιους υπαλλήλους και υπαλλήλους οργανισμών δημοσίου δικαίου δεν αντιβαίνει στο Αρθρο 28 του Συντάγματος.

Στην Καραγιώργη (πιο πάνω) το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι οι πρόνοιες του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμου του 1988 (Ν. 149/88) που προνοούσαν για τη συμμετοχή των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή σε διαβουλεύσεις με το Υπουργικό Συμβούλιο για τον καταρτισμό των Διοικητικών Συμβουλίων των Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου και τη συμμετοχή παρατηρητών των πολιτικών κομμάτων στις συνεδριάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων ήταν αντισυνταγματικές.

Στην εξεταζόμενη υπόθεση ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής έχουν διοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο χωρίς να υπάρχει προεργασία με πολιτικά κόμματα, ούτε έχει παραστεί εκπρόσωπος πολιτικού κόμματος, όπως ορθά παρατήρησε η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση. Ο περί Δήμων Νόμος δεν καθορίζει ότι είναι ασυμβίβαστη η συμμετοχή σε διοικητικό όργανο με το αξίωμα του δημάρχου ή του δημοτικού συμβούλου. Ο περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος, ο οποίος διέπει τη λειτουργία της Επιτροπής, θέτει περιορισμό αναφορικά με τον πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής στο Άρθρο 9(4), το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:

«Δεν επιτρέπεται στον Πρόεδρο και τα μέλη να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.»

(Δέστε και το Αρθρο 9Γ, αναφορικά με τον πρόεδρο της Επιτροπής)

Κρίνω ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν έχουν εφαρμογή στην εξεταζόμενη υπόθεση και γι' αυτό ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας για πάσχουσα συγκρότηση της Επιτροπής απορρίπτεται.»

Ισχυρίζεται ακόμα η αιτήτρια ότι η Ε.Π.Α. δεν διενήργησε δέουσα έρευνα ως προς τα γεγονότα και ούτε αιτιολόγησε την απόφαση της. Έχω μελετήσει τους διοικητικούς φακέλους καθώς και την διαδικασία που έγινε από την Ε.Π.Α.. Η αιτήτρια είχε όλο το χρόνο να θέσει την θέση της, ακούστηκε για κάθε λεπτομέρεια όπως ακούστηκε και η καταγγέλλουσα εταιρεία. Είμαι της γνώμης ότι η Ε.Π.Α. διενήργησε επαρκή έρευνα αφού όλα τα στοιχεία ήταν ενώπιόν της. Επίσης κατέληξα ότι έδωσε επαρκή αιτιολογία η οποία εν πάση περιπτώσει συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η Ε.Π.Α. ενήργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας εκδίδοντας ατομική διοικητική πράξη με την οποία αναστέλλεται η ισχύς κανονιστικής διοικητικής πράξης. Είναι η θέση της Α.ΤΗ.Κ. ότι η Ε.Π.Α. δεν είχε τέτοια εξουσία, η δε ενέργεια της και η έκδοση του επίδικου διατάγματος προσέβαλε ευθέως τις αρχές της διάκρισης των εξουσιών αφού τέτοια εξουσία έχει μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Με το επίδικο προσωρινό διάταγμα η Ε.Π.Α. ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, και θέματα τιμολόγησης και χρέωσης παρεχομένων προς τις καταγγέλλουσες εταιρείες υπηρεσιών. Θέτει ευθέως αναστολή των προνοιών των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων (Κ.Δ.Π. 251/02 και Κ.Δ.Π. 59/03). Ελέγχει δηλαδή τη νομιμότητα των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων που αποτελούν δευτερεύουσα νομοθεσία έναντι της οποίας το επίδικο ατομικό προσωρινό διάταγμα δεν μπορεί να υπερισχύσει. Έχω καταλήξει ότι ο λόγος αυτός ακύρωσης ευσταθεί. Στην απόφαση Α.ΤΗ.Κ. v. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.ά., Υπόθ. Αρ. 86/2004, ημερ. 3.2.2004, ο Νικολάου, Δ., απεδέχθη αίτημα για προσωρινά μέτρα σε μονομερή αίτηση για έκδηλη παρανομία αναφέροντας τα εξής με τα οποία συμφωνώ:-

«Εξέτασα την μονομερή αίτηση υπό το φως της εκτενούς αγόρευσης του συνηγόρου της Α.ΤΗ.Κ. ο οποίος με παρέπεμψε στις πρόνοιες των σχετικών Νόμων και των Κανονισμών που αφορούν στο ζήτημα νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

Κατά την άποψή μου δεν καταδείχθηκε το ενδεχόμενο ανεπανόρθωτης ζημιάς εντός της στενής έννοιας την οποία ορίζει η νομολογία. Το πρόβλημα εδώ αφορά κατ' ουσίαν σε πτυχές ανταγωνισμού σε σχέση με τις οποίες δεν χωρεί σ' αυτό το πλαίσιο δικαστική παρέμβαση.

Μου φαίνεται όμως πως προκύπτει έκδηλη παρανομία σε ό,τι αφορά το επιδιωκόμενο από το διάταγμα αποτέλεσμα. Δεν διέκρινα στο νέο περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμο του 2002 (Ν. 19(Ι)/02), όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 105(Ι)/02 - αποβλέπει στην εναρμόνιση της νομοθεσίας μας με τις σχετικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας - ο,τιδήποτε το οποίο να αφαιρεί την Κανονιστική εξουσία της Αρχής. Το Αρθρο 43 του περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Νόμου, Κεφ. 302 (όπως τροποποιήθηκε), βάσει του οποίου παρέχεται εξουσία έκδοσης Κανονισμών, παραμένει άθικτο. Η Κ.Δ.Π. 18/2004, ημερ. 16 Ιανουαρίου, 2004, για την αναστολή της οποίας εκδόθηκε το προσβαλλόμενο διάταγμα, φαίνεται να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών (Τέλη και Άλλες Χρεώσεις) Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 355/00 και Κ.Δ.Π. 400/00) που εκδόθηκαν, όπως και αυτή η τελευταία, κατ' εξουσιοδότηση του εν λόγω Αρθρου 43. Η κανονιστική διοικητική πράξη αποτελεί δευτερεύουσα νομοθεσία έναντι της οποίας το διάταγμα ατομικού περιεχομένου, όπως είναι το προσβαλλόμενο, δεν μπορεί να υπερισχύσει. Θα εξετάσω το θέμα περαιτέρω εν καιρώ. Με τα όσα όμως ανέφερα, δικαιολογείται τώρα δικαστική παρέμβαση.»

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο