ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 920/2005)
21 Νοεμβρίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΒΑΣΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
2. ΔΑΝΙΗΛ ΜΙΛΛΕΡ,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Γ. Καραπατάκης, για τους Αιτητές.
Μ. Στυλιανού (κα.), για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Παπαχαραλάμπους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 4.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν από το Δικαστήριο την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στις εβδομαδιαίες διαταγές της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου, Τόμος XLVI, Αύξων Αρ.25, ημερ. 20.6.2005 και με την οποίαν προήγαγαν εκ νέου στην μόνιμη θέση του Λοχία, ύστερα από επανεξέταση, κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναδρομικά από την 1.9.2002 τα ενδιαφερόμενα μέρη Χριστίνα Μελετιέ, Μαίρη Σωκράτους, Κυριάκου Θεόδωρο, και από την 1.12.2002 τα ενδιαφερόμενα μέρη, Ξυδά Ανδρούλλα, Τσιμούρη Ελένη και Ευσταθίου Ελένη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο με πρωτόδικη απόφασή του ημερομηνίας 11.2.2005 στην Προσφυγή με Αριθμό 1014/2002 με τους ίδιους αιτητές ακύρωσε την προαγωγή των πιο πάνω ενδιαφερόμενων προσώπων στο βαθμό του λοχία. Παρενθετικά σημειώνω ότι εκτός από την προαναφερθείσα προσφυγή ακόμα τρείς προσφυγές οι 901/2002, 1102/02, και 1140/02 είχαν την ίδια κατάληξη με αποτέλεσμα την ακύρωση της προαγωγής 23 μελών της Αστυνομικής Δύναμης μεταξύ αυτών και των ενδιαφερόμενων προσώπων.
Οι λόγοι ακύρωσης στην Προσφυγή με αριθμό 1014/2002, άπτονταν του Ειδικού Εντύπου που χρησιμοποίησε το Συμβούλιο Κρίσεως για την αξιολόγηση του κάθε προσοντούχου υποψηφίου, αφού δεν είχε δοθεί η δέουσα βαρύτητα στον ουσιώδη παράγοντα της αρχαιότητας καθώς και των προσόντων με αποτέλεσμα, υπό καθεστώς νομικής πλάνης, να εξουδετερωθεί τόσο η σημασία της αρχαιότητας όσο και των προσόντων, δύο παραγόντων οι οποίοι συνιστούσαν ουσιώδη στοιχεία κρίσεως.
Οι καθ΄ ων η αίτηση, στη γραπτή τους αγόρευση, δεν απάντησαν στους ισχυρισμούς των αιτητών, λόγω της νομολογίας που διαμορφώθηκε πρόσφατα από το Ανώτατο Δικαστήριο σχετικά με το ζήτημα, αφήνοντας το στην κρίση του Δικαστηρίου.
Ο Δικαστής Γαβριηλίδης που εξέδωσε την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση έκαμε δεκτούς τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης σημειώνοντας :
«Προς αποφυγή επαναλήψεων, υιοθετώ τα όσα ο δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε στις γραπτές του αγορεύσεις και τα οποία, στην ουσία, εδράζονται στις πιο κάτω αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου: Γιώργος Σαμανίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 889/2001/10.2.2003, Μιχαλόπουλος κ.ά. ν. Δημοκρατίας,, Προσφυγή 4/2001/18.10.2002, Χήρας ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 1040/2001/18.10.2002, Χατζηϊωάννου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 763/2002/1.7.2003, Παπαχαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 901/2002/11.12.2003 και Μαγείρου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 1102/2002/11.12.2003.»
Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τη διενέργεια προαγωγών όπως προβλέπονταν από τον Καν. 3 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89) περιλαμβάνουν την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα. Για την αρχαιότητα προβλέπεται ότι «θα λαμβάνεται υπόψη αλλά δε θα αφήνεται να ρυθμίζει την προαγωγή. Μεγαλύτερη σπουδαιότητα θα προσδίδεται στην αξία και τα προσόντα».
Σημειώνω ότι η Σύνθεση του Συμβουλίου Κρίσεως άλλαξε κατά το στάδιο της επανεξέτασης. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης κατόπιν διαβούλευσης με τον Αρχηγό της Αστυνομίας διόρισε νέο Συμβούλιο Κρίσεως το οποίο απαρτιζόταν από τον Υπαρχηγό κ. Χαράλαμπο Κουλέντη ως Πρόεδρο, τον Ανωτ. Αστυνόμο κ. Χαρ. Μαύρο και τον Αστυνόμο κ. Α. Κρόκο ως μέλη.
Για σκοπούς επανεξέτασης των επίδικων προαγωγών που ακυρώθηκαν, το νεοσυσταθέν Συμβούλιο Κρίσεως προέβηκε στην αξιολόγηση των προσωπικών φακέλων και των Ατομικών Δελτίων των υποψηφίων στη βάση νέου σχετικού εντύπου. Με την περάτωση της αξιολόγησής του, υπέβαλε στον Αρχηγό της Αστυνομίας μαζί με τα αποτελέσματα της προσωπικής συνέντευξης από το Συμβούλιο Κρίσεως του 2002 νέο πίνακα/κατάλογο των υποψήφιων που συστήνονταν κατ' αλφαβητική σειρά, στον οποίο όμως δεν συμπεριλαμβάνονταν οι αιτητές. Αντίθετα, τα ενδιαφερόμενα μέρη με συνολικές βαθμολογίες κυμαινόμενες από 84.5 μέχρι 92 συμπεριλήφθηκαν στον πίνακα.
Στη συνέχεια ο Αρχηγός της Αστυνομίας αφού έλαβε υπόψη του τις σχετικές εκθέσεις/αξιολογήσεις ενός έκαστου υποψηφίου για προαγωγή από την Επιτροπή αξιολόγησης, την αξιολόγηση και βαθμολογία του συμβουλίου Κρίσεως προήγαγε τα ενδιαφερόμενα μέρη ως τους πιο κατάλληλους.
Ως λόγοι ακυρότητας προβάλλονται από τους αιτητές οι πιο κάτω:
Κατά πρώτον ότι το νέο διαφοροποιημένο έντυπο που χρησιμοποιήθηκε από το Συμβούλιο Κρίσεως για σκοπούς επανεξέτασης με σκοπό την αξιολόγηση των προσωπικών φακέλων και των ατομικών δελτίων των υποψηφίων και το οποίο (έντυπο) καθορίστηκε από τον Αρχηγό της Αστυνομίας και εγκρίθηκε από τον αρμόδιο Υπουργό σύμφωνα με τον Καν. 8(4) των Περί Αστυνομίας (Προαγωγών ) Κανονισμών του 1989 (ΚΔΠ 52/89) ήταν πλημμελές καθότι σ΄αυτό δεν παραχωρείται καμία μονάδα για το στοιχείο της αρχαιότητας επί συνόλου 100 μονάδων, με αποτέλεσμα την εξουδετέρωση της αρχαιότητας κατά παράβαση του Δικαστικού Δεδικασμένου. Υποδεικνύουν ότι το Συμβούλιο Κρίσεως σε παρόμοιες προαγωγές (στο βαθμό του Λοχία μέχρι και του βαθμού του Ανώτερου Υπαστυνόμου) κατά το έτος 2003, προς συμμόρφωση με ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και με βάση τροποποιημένο έντυπο αξιολόγησης, αύξησε τη βαθμολογία για το στοιχείο της αρχαιότητας δίδοντας μέχρι και 12 μονάδες.
Λέγουν συναφώς ότι στην προκείμενη περίπτωση η ολοσχερής εκτόπιση του στοιχείου της αρχαιότητας, που αποτελεί ένα από τους θεσμοθετημένους παράγοντες που λαμβάνει υπόψη του το Συμβούλιο Κρίσεως, συνιστά συμπεριφορά που είναι αντίθετη με τους κανόνες της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης .
Περαιτέρω ισχυρίζονται ότι το επίμαχο έντυπο αξιολόγησης των υποψηφίων, στο οποίο απαριθμούνται 6 κριτήρια πάσχει και για τους πιο κάτω λόγους :.
(α) Συμπεριλήφθηκε και πάλι ως στοιχείο κρίσης η ευδόκιμη υπηρεσία «σε μεγάλο φάσμα αστυνομικών δραστηριοτήτων » και αυτό να παραβιάζει το Δικαστικό Δεδικασμένο.
(β) Αυξήθηκε η βαθμολογία των κριτηρίων υπ. αρ. 2, 3 και 4(ΙΙ) του νέου εντύπου αξιολόγησης, που είναι τα αντίστοιχα κριτήρια υπ. αρ.7,8 και 9 του προηγούμενου εντύπου αξιολόγησης, παραβιάζοντας με αυτό τον τρόπο το πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.
(γ) Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι δεν ήταν επιτρεπτό κατά την επανεξέταση να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων που διενεργήθηκαν το 2002 από το προηγούμενο Συμβούλιο Κρίσεως. Εφ' όσον η σύνθεση του Συμβουλίου είχε αλλάξει και κατά την επανεξέταση επρόκειτο για διαφορετικής σύνθεσης συλλογικό όργανο, οι εντυπώσεις του υπό άλλη σύνθεση Συμβουλίου Κρίσεως, από τις προσωπικές συνεντεύξεις που διενεργήθηκαν το 2002, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν νόμιμο στοιχείο κρίσης .
Η επανεξέταση, καθώς έχει λεχθεί πιο πάνω, διεξήχθη στη βάση αναθεωρημένου εντύπου το οποίο προοριζόταν να συνάδει με τη δικαστική κρίση. Όμως αντί να έχουμε αύξηση στις μονάδες που θα δίνονταν για το στοιχείο της αρχαιότητας δηλαδή αντί οι δύο μονάδες από τις 100 που προβλέπονταν, να αυξάνονταν για να μην έχουμε εξουδετέρωση του στοιχείου της αρχαιότητας, όπως επέβαλλε το δικαστικό δεδικασμένο αλλά και το θεσμοθετημένο πλαίσιο, δεν δόθηκε ούτε μια μονάδα στο στοιχείο αυτό (της αρχαιότητας). Σε σχέση με την αρχαιότητα η βαθμολογία αφαιρέθηκε από το έντυπο, εντελώς και οι μονάδες που της αναλογούσαν δόθηκαν σε μερικά άλλα στοιχεία. Τέθηκε απλά, η εξής σημείωση, στο τέλος της σελίδας του εν λόγω εντύπου:
«ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Η αρχαιότητα του μέλους θα λαμβάνεται υπόψη και θα καταχωρείται σε πρακτικό του Συμβουλίου Κρίσεως. Εκεί όπου η αξία και τα προσόντα των υποψηφίων είναι ίσα, το μέλος με τη μεγαλύτερη αρχαιότητα θα προτιμάται και θα επιλέγεται για συμπερίληψη στον κατάλογο συνιστώμενων για προαγωγή.»
Παρόμοιο θέμα ηγέρθη και στην Ανδρέας Κυριάκου v Δημοκρατίας Υποθ. Αρ. 403/2004/13.2.2006. Πρόκειται για περίπτωση όμοια στα ουσιώδη με την δική μας , στην οποία με παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών. Συμφωνώ και υιοθετώ τα όσα λέχθηκαν από τον αδελφό Δικαστή Νικολάου στην πιο πάνω υπόθεση και παραθέτω σχετικό απόσπασμα επί του προκείμενου ζητήματος , από την εν λόγω απόφαση:
«Όμως η κατάργηση των μονάδων για αρχαιότητα δεν εδικαιολογείτο. Το δικαστικό ακυρωτικό αποτέλεσμα δεν ήταν δυνατόν να σήμαινε, ως προς αυτό το ζήτημα, παρά μόνο την ανάγκη αύξησης των μονάδων για αρχαιότητα, σε επίπεδο ανάλογο με το ρόλο της στο θεσμοθετημένο πλαίσιο. Με αυτό ως δεδομένο δεν χρειάζεται να εκφέρω οριστική άποψη σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντικρίστηκε στο νέο έντυπο η αρχαιότητα αλλά μου φαίνεται πως παρερμηνεύθηκε ο σχετικός Κανονισμός, με αποτέλεσμα η αρχαιότητα να υποβαθμιστεί μέχρι σημείου όπου, στη συνηθισμένη περίπτωση, πρακτικά εξουδετερώνεται.»
Επίσης ο ισχυρισμός των αιτητών ότι συμπεριλήφθηκε στο κριτήριο 1 του εν λόγω αναθεωρημένου έντυπου, ξανά, η ευδόκιμη υπηρεσία «σε μεγάλο φάσμα αστυνομικών δραστηριοτήτων» ως στοιχείο κρίσης, κατ΄ αντίθεση προς την νομολογία , είναι προφανές ότι ευσταθεί. Στο επεξεγηματικό δε σημείωμα του αναθεωρημένου εντύπου, ως προς το κριτήριο 1, αναφέρονται τα πιο κάτω:
«Ο αξιολογούμενος παίρνει την ανάλογη βαθμολογία αφού ληφθούν υπόψη οι γνώσεις και διεκπεραίωση των καθηκόντων του ανάλογα με το Τμήμα /Μονάδα /Επαρχία που υπηρετεί τις ειδικότητες που έχει αποκτήσει και τα διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα που έχει παρακολουθήσει τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.»
Στην απόφαση Σαμανίδη ν. Δημοκρατίας,Υποθ.αρ.889/01/10.2.2003, ο αδελφός Δικαστής Καλλής επεσήμανε ότι το κριτήριο αξιολόγησης «ευδόκιμη υπηρεσία σε μεγάλο φάσμα αστυνομικών δραστηριοτήτων», σχετίζεται άμεσα με τα καθήκοντα που εκτελούσαν οι υποψήφιοι και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να αποτελέσει νόμιμο στοιχείο κρίσης, τονίζοντας ότι διαφορετικά θα επαφίετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους αναθέτει.
Ως προς το ζήτημα της αύξησης των μονάδων σε μερικά από τα στοιχεία κρίσης, μου φαίνεται ότι και εδώ υπάρχει πλημμέλεια. Όπως το έθεσε χαρακτηριστικά ο αδελφός Δικαστής Νικολάου στην Κυριάκου (ανωτέρω): «Ακόμα και αν μπορούσε να δικαιολογηθεί η κατάργηση των μονάδων για αρχαιότητα και η μεταφορά τους αλλού, δεν εξηγείται η επιλεκτική κατανομή τους σε μερικά μόνο από τα στοιχεία αντί της κατ΄ αναλογίαν κατανομής σε όλα».
Η περαιτέρω εισήγηση των αιτητών ότι δεν ήταν επιτρεπτό, το Συμβούλιο Κρίσεως, του οποίου η σύνθεση είχε στο μεταξύ αλλάξει, να λάβει υπόψη κατά την επανεξέταση τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων που είχαν γίνει κατά την πρώτη εξέταση, είναι βάσιμη. Αφού οι εντυπώσεις διαμορφώθηκαν υπό διαφορετική συγκρότηση, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν στοιχείο που θα ήταν δυνατό, στη βάση της νομολογίας μας, να ληφθεί υπόψη (Δέστε: Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163).
Η απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2001) 3 Α.Α.Δ. 1037, στην οποία ανασκοπήθηκε η νομολογία και έγινε συγκεκριμένη αναφορά στη Safirides, επιβεβαίωσε τον επί του θέματος γενικό κανόνα. Οι εντυπώσεις αποτελούσαν την υποκειμενική εκτίμηση ή αντίδραση των προσώπων που συνέθεταν το συλλογικό όργανο και όχι αντικειμενικά δεδομένα τεθέντα ενώπιον του διοικητικού οργάνου. Ούτε νέες συνεντεύξεις θα μπορούσαν να γίνουν καθώς η επανεξέταση περιορίζεται στα γεγονότα που υπήρχαν κατά τον χρόνο έκδοσης της αρχικής απόφασης ανεξάρτητα από το αν λήφθηκαν υπόψη ή όχι.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της με έξοδα υπέρ των αιτητών.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.