ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Υπόθεση Αρ. 1163/2004)

 

2 Οκτωβρίου, 2006

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ,

                                    Αιτητής,

ν.

 

1.      ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΑΜΕΙΟΥ ΘΗΡΑΣ,

2.      ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

                                    Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

 

Α. Ζαχαρίου, για τον Αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Μετά τη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 14.2.2003, υποβλήθηκαν αιτήσεις για πρόσληψη 11 Θηροφυλάκων (θέση Πρώτου Διορισμού) στο Ταμείο Θήρας. Με βάση το σχέδιο υπηρεσίας, οι υποψήφιοι έπρεπε να επιτύχουν σε γραπτή εξέταση, αθλητική δοκιμασία και να υποβληθούν σε προφορική εξέταση. Στη γραπτή εξέταση, πέτυχαν 50 αιτητές οι οποίοι κλήθηκαν  να υποστούν την αθλητική δοκιμασία. Κατ΄ αυτή, πέτυχαν 39, ανάμεσα στους οποίους και ο αιτητής. Οι επιτυχόντες εμφανίστηκαν ενώπιον της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου Θήρας («η Επιτροπή») η οποία επέλεξε τους καλύτερους 11 για την πλήρωση των ισάριθμων θέσεων Θηροφύλακα και κατέταξε άλλους 3 υποψήφιους ως επιλαχόντες. Οι επιλεγέντες αποδέχθηκαν το διορισμό με δοκιμασία από 1.8.2004. Στις 17.8.2004 μια από τις διορισθείσες υπέβαλε παραίτηση και η Επιτροπή διόρισε την πρώτη επιλαχούσα.

 

Ο αιτητής, ο οποίος δεν ήταν ανάμεσα στους επιλεγέντες για διορισμό, προσβάλλει την απόφαση διορισμού των 11 διορισθέντων θηροφυλάκων αντί του ιδίου.

 

Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη λόγω κακής και ή παράνομης σύνθεσης της Επιτροπής κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων.

 

Η σύνθεση της Επιτροπής διέπεται από το άρθρο 4(1) των περί Θήρας  Νόμων. Η Επιτροπή αποτελείται από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ως Πρόεδρο, το Γενικό Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού, το Γενικό Λογιστή ή εκπροσώπους των πιο πάνω και από τρεις δεόντως εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Κύπρου ως μέλη. Στην προκείμενη περίπτωση, η Επιτροπή αποτελείτο από τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών και τρία μέλη της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Κύπρου. Οι εκπρόσωποι του Γενικού Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού και του Γενικού Λογιστή δεν παρέστησαν λόγω κωλύματος. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η σύνθεση της Επιτροπής συνιστούσε υπό τις περιστάσεις παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης γιατί τα τρία μέλη της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας, ηθελημένα ή άθελά τους θα ήταν ευνοϊκά προκατειλημμένα υπέρ εκείνων των υποψηφίων που για χρόνια ήταν εργοδοτούμενοι στην Κυνηγετική Ομοσπονδία Κύπρου.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4(4) του Νόμου, «ο Πρόεδρος και τρία Μέλη της Επιτροπής αποτελούν απαρτία». Στην υπό εξέταση υπόθεση υπήρχε η προβλεπόμενη από το νόμο απαρτία και συνεπώς η Επιτροπή μπορούσε να ενεργήσει ως συλλογικό όργανο με βάση την ημερήσια διάταξη εκτός αν υπήρχε ειδικός λόγος που καθιστούσε επιβεβλημένη την εξαίρεση οποιουδήποτε μέλους ή μελών της Επιτροπής. Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα διοικητικά όργανα που μετέχουν σε συγκεκριμένη διοικητική διαδικασία πρέπει να είναι αμερόληπτα αλλά και να εμφανίζονται ότι ενεργούν αμερόληπτα. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ειδικός δεσμός ή συγγένεια που αφορά στα πρόσωπα που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία ή στο αποτέλεσμά της, αυτά τα πρόσωπα πρέπει να εξαιρούνται και να μη μετέχουν. Σύμφώνα με το άρθρο 42(2) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99),

 

«Δεν μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης πρόσωπο που έχει ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού ή βρίσκεται σε οξεία έχθρα με το άτομο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση  ή που έχει συμφέρον για την έκβασή της.»

 

 

 

 

Η έλλειψη αμεροληψίας πρέπει να αποδεικνύεται με ικανοποιητική βεβαιότητα είτε από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων ή με ασφαλή συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από την ύπαρξη τέτοιων στοιχείων ή γεγονότων. Κατά κανόνα η ύπαρξη μεροληψίας συναρτάται προς τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και ο διάδικος ο οποίος προβάλλει ότι υπάρχει μεροληψία ή προκατάληψη έχει το βάρος απόδειξης. Για να ακυρωθεί η πράξη θα πρέπει να αποδειχθεί ότι η προκατάληψη επηρέασε το διοικητικό όργανο που πήρε την απόφαση. Στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει αποδειχθεί ότι οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής είχε ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού ή να βρισκόταν σε οξεία έχθρα με τον αιτητή ή που να είχε συμφέρον στην έκβαση της διαδικασίας.

 

Προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι οι βαθμολογίες όλων των υποψηφίων βρίσκονταν στα πλαίσια που καθόρισε εκ των προτέρων η Επιτροπή ενασκώντας προς τούτο τη διακριτική της ευχέρεια. Η υποψήφια με αριθμό 244 Παναγιώτα Σταύρου ήταν η μόνη που είχε τη μεγαλύτερη σε διάρκεια πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και γι΄ αυτό συγκέντρωσε 3,75 μονάδες, την υψηλότερη βαθμολογία όλων των υποψηφίων. Φαίνεται επίσης από τα στοιχεία του φακέλου ότι όλοι όσοι είχαν εργαστεί ως αγροπυροσβέστες, ανάμεσα στους οποίους και ο αιτητής, έλαβαν τις ίδιες μονάδες για πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Ενόψει τούτου, ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή ως όφειλε. Ο ισχυρισμός ότι η πλειοψηφία των μελών της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Κύπρου ήταν «είτε με τη θέλησή τους είτε χωρίς» προκατειλημμένοι υπέρ των εξεταζομένων που εργάζονταν χρόνια στην ΚΟΚ και η ειδική αναφορά στην υποψήφια Παναγιώτα Σταύρου, δεν στοιχειοθετεί οποιοδήποτε εξωγενή παράγοντα προς απόδειξη του ισχυρισμού για ακυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω μεροληψίας.

 

Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης επειδή η διεξαγωγή των προφορικών εξετάσεων έγινε σε δύο ημέρες και ότι οι ερωτήσεις για όλους τους υποψήφιους ήταν ίδιες ή παρεμφερείς έτσι ώστε οι υποψήφιοι που πήραν μέρος στη δεύτερη εξέταση γνώριζαν τις ερωτήσεις από τους υποψήφιους που πήραν μέρος στην πρώτη εξέταση και συνεπώς το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης είναι από αυτή την άποψη διαβλητό. Ο ισχυρισμός είναι γενικός και ατεκμηρίωτος. Ο τρόπος αξιολόγησης φαίνεται στα πρακτικά των συνεδριάσεων της Επιτροπής και δεν προκύπτει ότι υπήρξε οποιαδήποτε υπέρβαση των λογικών ορίων μέσα στα οποία η Επιτροπή άσκησε τη διακριτική της εξουσία. Δεν έχω διαπιστώσει ο,τιδήποτε μεμπτό στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής που να καθιστά νομικά τρωτή την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, αποφαίνομαι ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο