ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.1124/2004)
16 Οκτωβρίου, 2006
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΚΟΣ ΓΑΝΩΜΑΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
(α) ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ,
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
(β) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α. Ευτυχίου, για τον Αιτητή.
Μ. Χατζηγεωργίου (κα), Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ζητούνται από το Δικαστήριο οι πιο κάτω θεραπείες:-
«(Α) Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση να απολύσουν τον Αιτητή ως τακτικά απασχολούμενο συγκολλητή των σε μόνιμα Υδατικά έργα του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, που λήφθηκε στις 14/1/2002 και 23/1/02 και κοινοποιήθηκε σ' αυτό με επιστολές των στις 14/1/2002 και 23/1/02, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα και ότι ο,τιδήποτε παραλείφθηκε να γίνει να εκτελεστεί.
(β) Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παρούσα αίτηση του Αιτητή θεωρηθεί ότι καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα εφ' όσο κατόπιν νομικής πλάνης αντί να καταχωρηθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου ως αποκλειστικά αρμόδιο να εκδικάσει αυτή κατά το άρθρο 146 του Συντάγματος, καταχωρήθηκε στις 4/3/02 με αίτηση με αριθ. 160/02 στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών που είναι Δικαστήριο τεταγμένο υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου συμβιβάστηκε αντικανονικά στις 9/2/04.»
Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο αιτητής προσελήφθηκε στη θέση του ωρομίσθιου Συγκολλητή, στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, (το «Τμήμα»), στις 19/1/1998 και τοποθετήθηκε στη Μηχανολογική και Ηλεκτρομηχανολογική Υπηρεσία αυτού. Με την πρόσληψή του, άρχισαν τα προβλήματα. Επικαλούμενος λόγους ασφάλειας και υγείας, ήλθε σε αντιπαραθέσεις με συναδέλφους και προϊσταμένους του, οι οποίες οδήγησαν, με τη σύμφωνη γνώμη του, στη μετακίνησή του στο εργοτάξιο Βαθιάς Γωνιάς. Οι αντιπαραθέσεις με τους προϊσταμένους του ούτε εκεί εξέλειψαν, με αποτέλεσμα, κατ' επανάληψη, να προειδοποιηθεί για την ανάγκη τήρησης των Κανονισμών, των όρων απασχόλησής του και, γενικά, βελτίωσης της διαγωγής του.
Βέβαια, όσα του καταλόγιζαν, ο αιτητής τα απέρριπτε, όπως απέρριψε και ισχυρισμό ότι εξέφρασε την επιθυμία να παραιτηθεί. Τα πράγματα χειροτέρεψαν και το Τμήμα, με επιστολή του, του ανακοίνωσε την πρόθεση να τον απολύσουν, οπότε αυτός ζήτησε την παρέμβαση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Αποφασίστηκε να του δοθεί ακόμη μία ευκαιρία.
Ακολούθησαν γεγονότα που οδήγησαν στην απόλυση του αιτητή από το Τμήμα, η οποία, όμως, αναθεωρήθηκε, μετά που αυτός προσέφυγε στην Επίτροπο Διοίκησης. Ακολούθησε η διεξαγωγή έρευνας για πιθανή διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, κατ' εφαρμογή των Κανονισμών που διέπουν τους όρους απασχόλησης ωρομίσθιου κυβερνητικού προσωπικού. Βρέθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε η ποινή της πειθαρχικής μετάθεσης. Με δική του επιλογή, στις 12/6/2000, μετακινήθηκε στο Υδατικό ΄Εργο Βασιλικού Πεντάσχοινου στη Χοιροκοιτία. Και εκεί δημιουργήθηκαν προβλήματα, για τα οποία, κατ' επανάληψη, του επεστήθη η προσοχή στους Κανονισμούς. Ακολούθησε νέα κατηγορία για το πειθαρχικό παράπτωμα της επίδειξης, από μέρους του, διαγωγής τέτοιας, που καθιστά σαφές ότι η σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου δεν μπορεί να συνεχιστεί. Τελικά, του επιβλήθηκε η ποινή της απόλυσης από 28/1/2002.
Ο αιτητής καταχώρισε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών την υπ' Αρ. 160/2002 υπόθεση, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της απόλυσής του. Στην παρουσία του, στις 9/2/2004, εκδόθηκε από το Δικαστήριο, εκ συμφώνου, απόφαση για καταβολή σ' αυτόν ποσού £2.000,00, πλέον έξοδα, προς πλήρη ικανοποίηση των αξιώσεών του.
Με την προσφυγή του, επικαλείται ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, δεν έγινε η δέουσα έρευνα και/ή υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα, παραβιάστηκαν τα κατοχυρωμένα με το ΄Αρθρο 12.5 του Συντάγματος δικαιώματά του και, τέλος, ότι απολύθηκε από αναρμόδιο και/ή ελαττωματικά συγκροτημένο διοικητικό όργανο.
Οι καθ' ων η αίτηση, με την ένστασή τους, εγείρουν ζήτημα εκπρόθεσμου της προσφυγής. Η προβλεπόμενη από το ΄Αρθρο 146.3 του Συντάγματος, υπέβαλαν, προθεσμία των 75 ημερών έχει παρέλθει. Δεδομένου, εισηγούνται, ότι ο αιτητής δεν αμφισβητεί ότι, στις 23/1/2002, έλαβε γνώση της επίδικης απόφασης, τα περί πλάνης, τα οποία επικαλείται ως προς το ποιο ήταν το αρμόδιο Δικαστήριο, δεν μπορούν να επιδράσουν και να καταστήσουν την προσφυγή εμπρόθεσμη.
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.3 του Συντάγματος:-
«3 Η προσφυγή ασκείται εντός εβδομήκοντα πέντε ημερών από της ημέρας της δημοσιεύσεως της αποφάσεως ή της πράξεως ή, εν περιπτώσει μη δημοσιεύσεως ή εν περιπτώσει παραλείψεως, από της ημέρας καθ' ην η πράξις ή παράλειψις περιήλθεν εις γνώσιν του προσφεύγοντος.»
Η προθεσμία που θέτει το πιο πάνω ΄Αρθρο είναι ανατρεπτική και αρχίζει με την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης από το διοικούμενο. Κατά συνέπεια, προσφυγή που καταχωρείται μετά την πάροδό της είναι απαράδεκτη. Το ζήτημα της προθεσμίας είναι ζήτημα δημόσιας τάξης και, ως τέτοιο, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο.
Στο σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου - «Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», ΄Εκδοσις Τρίτη, σελ. 74-75, παράγραφος 30 - αναφέρεται ότι πλήρης είναι η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ζημιά που υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη. Για να είναι η γνώση πλήρης, δεν απαιτείται η δημοσίευση ή η κοινοποίηση όλων των στοιχείων που η διοίκηση έλαβε υπόψη για να αιτιολογήσει την πράξη της. Αρκεί ο ενδιαφερόμενος να γνωρίζει την απόφαση. Δεν είναι αναγκαίο να γνωρίζει τα αποδεικτικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για να αποδειχθεί η αντισυνταγματικότητα ή η παρανομία της πράξης - (John Moran and The Republic (Attorney-General and Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 10, 13. Ploussiou v. Central Bank (1982) 3 C.L.R. 230, 237).
Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής έλαβε πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης στις 23/1/2002, γεγονός που δεν το αμφισβητεί, όπως, άλλωστε, προκύπτει και από τη θεραπεία (β), με την οποία ζητεί να θεωρηθεί η προσφυγή του ως εμπρόθεσμη.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ