ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 949/2005)
7 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. CARAMONDANI BROS PUBLIC CO LTD
(ΠΡΩΗΝ CARAMONDANI BROS LTD)
2. C.N.C.P. BOAT & CAR PARKS LTD,
Αιτητές,
ΔΗΜΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Α. Μιχαηλίδης για Μιχαηλίδη και Μιχαηλίδη, για τους Αιτητές.
Κ. Κακουλλή(κα) για Χρύση Δημητριάδη και Σια, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Αλ. Κουντουρή-Παπαευσταθίου(κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι ρίζες της παρούσας προσφυγής προχωρούν βαθιά στο χρόνο. Τον Απρίλη του 1996 ζητήθηκαν από το Δήμο Λεμεσού προσφορές για την ανέγερση δύο πολυόροφων χώρων στάθμευσης μηχανοκινήτων οχημάτων σε δύο οικόπεδα, ένα στην οδό Σαλαμίνος και ένα στην οδό Σπύρου Αραούζου, με το σύστημα 'Σχεδίαση-Κατασκευή-Εκχώρηση-Παράδοση'. Η προσφορά κατακυρώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος, την εταιρεία Vert et Blanc Enterprises Ltd. ΄Υστερα από καταχώρηση της προσφυγής υπ΄ αρ. 985/96, η απόφαση του Δήμου ακυρώθηκε.
Στη συνέχεια το Δημοτικό Συμβούλιο επανεξέτασε την προσφορά και υπό το φως της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποφάσισε και πάλι την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, ως την πιο συμφέρουσα για το Δήμο.
Οι αιτητές καταχώρησαν νέα προσφυγή, την υπ΄ αρ. 281/03, η οποία και πάλι ήταν επιτυχής, με αποτέλεσμα και αυτή η απόφαση να ακυρωθεί.
Το Δημοτικό Συμβούλιο επανεξέτασε στις 28.5.2005 την προσφορά υπό το φως της νέας απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αποφάσισε ομόφωνα, για μια ακόμα φορά, την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος ως την πιο συμφέρουσα για το Δήμο, αφού κατά την άποψη του Δημοτικού Συμβουλίου, η προσφορά του υπερτερούσε αυτής των αιτητών, τόσο στην τεχνική, όσο και στην οικονομική πρόταση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση του Caramondani Bros Ltd κ.α. ν. Δήμου Λεμεσού, Υποθ. Αρ. 281/2003, ημερ. 20.1.2005 με την οποία ακυρώθηκε η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος για δεύτερη φορά, είχε υποδείξει ότι κατά την αξιολόγηση των προσφορών από τους συμβούλους μηχανικούς, έγινε, παράνομα, επέμβαση στα σχέδια της προσφοράς της ενδιαφερόμενης εταιρείας αυξάνοντας τον αριθμό των χώρων στάθμευσης, ενώ το Δημοτικό Συμβούλιο όφειλε να προβεί στην επανεξέταση της ακυρωθείσας απόφασης βάσει του πραγματικού και νομικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο που εκδόθηκε η ακυρωθείσα απόφαση.
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές υποστηρίζουν ότι παραβιάστηκε το δεδικασμένο γιατί ο Δήμος κωλυόταν να επανεκδώσει την ακυρωθείσα απόφαση, ενώ, από την άλλη, αφού, όπως φαίνεται, το έργο τελικά εκτελέστηκε από το ενδιαφερόμενο μέρος σύμφωνα με τα νέα σχέδια στα οποία έγινε παράτυπη επέμβαση από τους συμβούλους-μηχανικούς. Συνεπώς το παράτυπο καθεστώς εξακολουθεί να υπάρχει και έτσι η νέα αξιολόγηση που έγινε από τους συμβούλους, δεν μπορεί να θεραπεύσει την κατάσταση.
Η πρώτη θέση των αιτητών, ότι δηλαδή κατά την επανεξέταση δεν είναι δυνατή η έκδοση απόφασης με το ίδιο αποτέλεσμα με την αρχική απόφαση, δεν έχει έρεισμα στη νομολογία. Η αρχή του δεδικασμένου υπαγορεύει ότι η διοίκηση δεν μπορεί να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης που να είναι η ίδια με την ακυρωθείσα. Για να διαπιστωθεί αν η δεύτερη απόφαση είναι ακριβώς η ίδια με την ακυρωθείσα θα πρέπει να υπάρξει λεπτομερής σύγκριση των στοιχείων και των δύο αποφάσεων. Η διαπίστωση της επανάληψης της παρανομίας της ακυρωθείσας πράξης, προϋποθέτει το λεπτομερειακό παραλληλισμό των στοιχείων και των δύο πράξεων (Παπαμιλτιάδους-Μπατίστα ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, Υποθ. Αρ. 594/99, ημερ. 25.8.2000 και Δήμητρα Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου «Αι συνέπειαι της ακυρώσεως διοικητικής πράξεως έναντι της Διοικήσεως κατόπιν ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως», σελ. 41).
Η διοίκηση έχει την υποχρέωση να συμμορφωθεί προς τα κριθέντα από την ακυρωτική απόφαση και να μην επαναλάβει τη νομική πλημμέλεια της ακυρωθείσας πράξης, προβαίνουσα στην έκδοση νέας σε αντικατάσταση της ακυρωθείσας (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517). Το ακυρωτικό δεδικασμένο καλύπτει μόνο τα κριθέντα από το δικαστήριο σημεία δικαίου, δηλαδή, το λόγο για τον οποίο η πράξη ακυρώθηκε και τον οποίο η διοίκηση δεν μπορεί να επαναλάβει κατά την ενέργεια της δεύτερης πράξης (Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 127/2001, ημερ. 19.9.2002. Βλέπε ακόμα Ιωσηφίδης κ.α. ν. Δαβερώνα κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147).
Στην παρούσα υπόθεση δεν τίθεται θέμα παραβίασης του δεδικασμένου αφού το Δημοτικό Συμβούλιο συμμορφούμενο ακριβώς με την απόφαση του Δικαστηρίου, επανεξέτασε το θέμα και ανέθεσε την αξιολόγηση των προσφορών στους συμβούλους-μηχανικούς με συγκεκριμένες οδηγίες να μην προβούν σε οποιανδήποτε επέμβαση στις προσφορές. Με βάση τις πιο πάνω οδηγίες οι σύμβουλοι-μηχανικοί προέβηκαν σε νέα αξιολόγηση σύμφωνα με την οποία κατέληξαν ότι η προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους εξακολουθούσε να υπερτερεί στο σύνολό της εκείνης των αιτητών γιατί προσέφερε υψηλότερο Ν.P.V. (Net Present Value) δηλαδή Καθαρή Σημερινή Αξία, ενώ πέραν της τεχνικής της επάρκειας προσέφερε περισσότερους χώρους στάθμευσης.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι δεν έχουμε επανάληψη της ακυρωθείσας απόφασης, αλλά λήψη καινούργιας με βάση τη νέα αξιολόγηση που έγινε, πάντα κατά συμμόρφωση με τη δικαστική απόφαση.
Το δεύτερο σκέλος της επιχειρηματολογίας των αιτητών αναφέρεται στο γεγονός ότι μέρος του έργου έχει ολοκληρωθεί εκτός όρων. Το θέμα όμως αυτό δεν μπορεί να απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο, γιατί, εκτός του ότι πρόκειται για εξέλιξη μετά τον ουσιώδη χρόνο, η εκτέλεση του έργου διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ακυρωτικής προσφυγής.
Εν όψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ