ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 887
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 342/2005)
29 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
CAPAIBA TRADING COMPANY LIMITED
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Δ. Λυσάνδρου, για το Καθ΄ου η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια εταιρεία με την παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 16.3.2005 και με την οποία (α) απέρριψαν την ένσταση που υπέβαλαν οι αιτητές εναντίον του Διατάγματος Προστασίας Δέντρων (Κ.Δ.Π. 43/04) που αφορά ευκαλύπτους στο τεμάχιο των αιτητών με αρ. 182, Φ/Σχ. ΧΧΙ/64.Ε1 και Ε2, στην Αγλαντζιά και (β) επικύρωσαν το αρχικό Διάταγμα, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Στις 18.12.2003 ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών εισηγήθηκε την έκδοση διατάγματος προστασίας διαφόρων δένδρων, μεταξύ των οποίων και μιας ομάδας ευκαλύπτων μέσα στο τεμάχιο 182, Φ/Σχ. ΧΧΙ/64, Ε1 και Ε2 στην Αγλαντζιά. Το τεμάχιο αυτό ανήκει στην αιτήτρια.
Ο Υπουργός με βάση τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 39(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και τους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Διάταγμα Προστασίας των Δένδρων) Κανονισμούς του 1996 (Κ.Δ.Π. 52/96) και αφού μελέτησε τα ενώπιον του στοιχεία εξέδωσε διάταγμα προστασίας των πιο πάνω ευκαλύπτων που βρίσκονται στο τεμάχιο της αιτήτριας. Το Διάταγμα δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30.1.2004. Στο Διάταγμα αναφέρετο ότι οποιεσδήποτε ενστάσεις μπορούσαν να υποβληθούν εντός 45 ημερών από της δημοσιεύσεως.
Η αιτήτρια με επιστολή του δικηγόρου της, ημερ. 5.3.2004, υπέβαλε εμπρόθεσμα ένσταση στην έκδοση του διατάγματος.
Ο Υπουργός αφού μελέτησε την υποβληθείσα ένσταση καθώς και τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Διευθυντή Τμήματος Δασών και του Δημοτικού Συμβουλίου Αγλαντζιάς, υπέβαλε στις 11.1.2005 πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο με εισήγηση όπως επικυρωθεί χωρίς τροποποίηση το δημοσιευθέν Διάταγμα Προστασίας των Δένδρων.
Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του στις 20.1.2005, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το άρθρο 39 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, αποφάσισε να επικυρώσει, χωρίς καμιά τροποποίηση, το επίδικο διάταγμα.
Πρώτη εισήγηση στης αιτήτριας είναι ότι οι καθ' ων η αίτηση απέτυχαν να διενεργήσουν δέουσα έρευνα και έτσι υπέπεσαν σε πλάνη περί τα πράγματα με αποτέλεσμα ανεπαρκή ή λανθασμένη αιτιολογία της επίδικης απόφασης.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω εισήγηση.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται, όσον αφορά την πλάνη περί τα πράγματα, ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν επισκέφθηκαν επί τόπου το τεμάχιο στο οποίο υπήρχαν τα δένδρα διότι αν το έπρατταν θα διαπίστωναν ότι δεν υπήρχαν τέτοια ή αν υπήρχαν ήταν τα πλείστα αποξηραμένα. Οι ισχυρισμοί αυτοί της αιτήτριας παραμένουν ισχυρισμοί χωρίς να αποδεικνύονται. Από το φάκελο της υπόθεσης, αντίθετα, προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα που δεν επέτρεψε πλάνη περί τα πράγματα και αυτό προκύπτει τόσο από την έρευνα του Τμήματος Δασών, του Τμήματος Πολεοδομίας και Χωροταξίας και του Δήμου Αγλαντζιάς. Προκύπτει από την έκθεση του Τμήματος Δασών, ημερ. 26.4.2004, ότι έγινε επιτόπιος εξέταση. Αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής στην έκθεση αυτή (επιστολή του Τμήματος Δασών προς το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών):-
«7. Ο ισχυρισμός του δικηγόρου των ιδιοκτητών του ευκαλυπτώνα κ. Ανδρέα Σίμου Αγγελίδη, ότι το μέρος του τεμαχίου που είναι καλυμμένο με ευκαλύπτους ανέρχεται μόνο στα 19 στρέμματα (25 δεκάρια) και ότι πλείστοι από αυτούς είναι ξεραμένοι δεν ευσταθεί γιατί πριν από την παράνομη εκρίζωση τους η συνολική καλυμμένη έκταση ανερχόταν σε 43 δεκάρια.
8. Συμπερασματικά αναφέρεται ότι ο ευκαλυπτώνας είναι πολύ αξιόλογος με μεγάλη πυκνότητα που ξεπερνά το 80% της κάλυψης του εδάφους και ότι σ' αυτό δεν υπάρχουν ξεραμένα ευκάλυπτα. Επιπρόσθετα έχει παρατηρηθεί ότι στην έκταση που έχει εκχερσωθεί άρχισαν να πρεμνοβλαστούν μερικά ευκάλυπτα και πιστεύουμε ότι σύντομα θα καλύψουν ξανά με πράσινο μέρος της περιοχής.
9. Τέλος σας πληροφορώ ότι σε πρόσφατη επιτόπια εξέταση του όλου θέματος διαπιστώθηκε κακόβουλη ενέργεια καταστροφής και άλλων ευκαλύπτων, συγκεκριμένα κάποιος ή κάποιοι αποφλοιώνουν τον κορμό των δένδρων με στόχο τη ξήρανση τους.»
Επίσης στην έκθεση του το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως (επιστολή ημερ. 22.12.2004 προς το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών), αναφέρει, μεταξύ πολλών άλλων και τα εξής:-
«4. Η υπό αναφορά ομάδα δέντρων αποτελείται από πυκνοφυτεμένη συστάδα ευκαλύπτων (Eucalyptus camaldulensis), οι οποίοι βρίσκονται γενικά σε καλή φυσική κατάσταση, εκτός από τις περιπτώσεις που περιγράφονται σε σχετικές επιστολές του Τμήματος Δασών (π.χ. κακόβουλη αφαίρεση του φλοιού ορισμένων από αυτούς, εκχέρσωση τμήματος της αναφερόμενης ιδιοκτησίας κ.ά.). Από σχετική έρευνα των πιο πρόσφατων διαθέσιμων αεροφωτογραφιών διαπιστώθηκε ότι η ομάδα των ευκαλύπτων αρχικά κάλυπτε με συμπαγή τρόπο το δεντροφυτεμένο τμήμα του αναφερόμενου τεμαχίου, ενώ επί τόπου διαπιστώθηκε ότι είχε ήδη προχωρήσει συστηματικά η μερική εκρίζωση των δέντρων και η διεξαγωγή χωματουργικών εργασιών που φαίνεται να αποσκοπούσαν στη δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων με τη μεταφορά σχετικών επιστρώσεων και την κατανομή τους σε τμήμα του τεμαχίου. Σύμφωνα με πιο πρόσφατα στοιχεία του Τμήματος Δασών, σήμερα παραμένει δεντροφυτεμένο γύρω στο 40% του τεμαχίου με αρ. 182, ενώ αρχικά η ομάδα των ευκαλύπτων κάλυπτε πάνω από 60% της συνολικής του έκτασης.
5. Μολονότι η προστασία και διατήρηση των εν λόγω ευκαλύπτων έχει κριθεί σκόπιμη προς το συμφέρον των θελγήτρων της περιοχής βάσει πολεοδομικών κριτηρίων και με επιδιώξεις τη διασφάλιση των προοπτικών χωροταξικού σχεδιασμού και βιώσιμης ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής, καθώς και την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων, του φυσικού κύκλου και του περιβάλλοντος εν γένει, εντούτοις, τα επιχειρήματα που προβάλλονται από τον ενιστάμενο στην επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών με ημερομηνία 1.3.2004, επικεντρώνονται στη θέση ότι με την περίληψη των εν λόγω δέντρων στο αναφερόμενο Διάταγμα Προστασίας ο ιδιοκτήτης αποστερείται της ιδιοκτησίας του, κάτι το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται η εφαρμογή της σχετικής Νομοθεσίας.»
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι έγινε επαρκής και δέουσα έρευνα και ο ισχυρισμός για πλάνη παραμένει ατεκμηρίωτος. Δεν έχει τεθεί από την αιτήτρια τί έπρεπε να πράξει η αρμοδία αρχή και δεν το έπραξε ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι η έρευνα της ήταν ανεπαρκής.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η αιτιολογία μιας διοικητικής απόφασης μπορεί να συμπληρώνεται, ακόμα και να αναπληρώνεται, από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης. Η αιτιολογία συμπληρώνεται, στην παρούσα υπόθεση, και από το περιεχόμενο της έκθεσης του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ημερ. 22.12.2004, στην οποία αναφέρονται και τα εξής που αποτελούν αιτιολογία της επίδικης απόφασης:-
«3. Η πρόταση για περίληψη των εν λόγω δέντρων σε Διάταγμα Προστασίας έγινε από τον Δήμο Αγλαντζιάς με επιστολή του προς το Τμήμα τούτο με αρ. φακέλου Δ.Α. 46.0.4 και ημερομηνία 9.10.2003, ενώ το θέμα συζητήθηκε περαιτέρω στις 11.11.2003 σε συνεδρία που πραγματοποιήθηκε στο Δημαρχείο Αγλαντζιάς. Από έρευνα που διεξήχθη στη συνέχεια, φάνηκε ότι η περιβαλλοντική, πολεοδομική και ιστορική αξία των εν λόγω δέντρων είναι ιδιαίτερα σημαντική, λαμβάνοντας υπόψη την αξιόλογη παρουσία τους στην γύρω περιοχή, αφού αποτελούν περίβλεπτο και επιβλητικό σημείο αναφοράς σε μια από τις δυνητικές εισόδους του αστικού συμπλέγματος Λευκωσίας, τη συμβολή τους στη δημιουργία ενός σημαντικού πνεύμονα πρασίνου στις παρυφές της Πανεπιστημιούπολης, ακόμη και τον ιστορικό τους ρόλο στη διαχείριση του τοπίου των κυπριακών πεδινών υγροτόπων, που εφαρμόστηκε από τις αρχές του 20ου αιώνα με την εισαγωγή διαφόρων ειδών ευκαλύπτου από την Αυστραλία. Συνεπώς, η προστασία και διατήρησή τους κρίθηκε απόλυτα σκόπιμη προς το συμφέρον των θελγήτρων της περιοχής.»
Είναι περαιτέρω ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι το Υπουργικό Συμβούλιο (καθ' ων η αίτηση) παραβίασε το δικαίωμα ακρόασης δηλαδή δεν εκάλεσε ενώπιον του την αιτήτρια για να εκφράσει τις απόψεις της αφού το προτιθέμενο διάταγμα επηρέαζε την ιδιοκτησία της. Ακόμα η αιτήτρια εισηγείται ότι με τον τρόπο αυτό δεν έγινε δυνατή και επιτόπια εξέταση από το Υπουργικό Συμβούλιο στην παρουσία της αιτήτριας.
Ο λόγος αυτός ακύρωσης είναι ανεδαφικός. Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είχε νομική υποχρέωση να ακούσει τους αιτητές πριν λάβει την προσβαλλόμενη απόφαση επί της ένστασης κατά του διατάγματος, διότι αυτό το δικαίωμα υφίσταται μόνο για πράξεις που συνιστούν κύρωση ή είναι πειθαρχικού χαρακτήρα. Το δικαίωμα ακρόασης υπάρχει αν ο νόμος περιέχει ρητή γι' αυτό πρόβλεψη ή η πράξη η ίδια αποτελεί κύρωση ή είναι πειθαρχικού χαρακτήρα. (Βλέπε: Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 112/2001, ημερ. 9.1.2003 και Γιαγκοπούλου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 432/1997, ημερ. 22.12.1998).
Δεν είχε, επίσης, υποχρέωση το Υπουργικό Συμβούλιο να προβεί σε επιτόπια εξέταση, όπως υπαινίσσεται η αιτήτρια. Δεν υπάρχει αρχή του διοικητικού δικαίου η οποία να υπαγορεύει την διεξαγωγή έρευνας από το ίδιο το αποφασίζον όργανο, το οποίο μπορεί να αναθέσει σε άλλο όργανο, όπως στην παρούσα υπόθεση, τη διεξαγωγή έρευνας και τη συλλογή των στοιχείων. (Βλέπε: Νεοφύτου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 345/2000 κ.ά., ημερ. 26.11.2001 και Κυριάκου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 317/2000, ημερ. 30.4.2001).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται, ακόμα, ότι παραβιάσθηκε ο Καν. 3(3)(α) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Κανονισμών του 1996 γιατί το επίδικο διάταγμα δεν αναρτήθηκε σε περίοπτη θέση πλησίον του δέντρου ή στην περιοχή που βρίσκεται το δέντρο, ούτε αναρτήθηκε στα γραφεία του Δήμου Αγλαντζιάς.
Το εδάφιο 3(α) του Κανονισμού 3 έχει ως ακολούθως:-
«(3) Αντίγραφο του Διατάγματος μαζί με το κυβερνητικό χωρομετρικό σχέδιο -
(α) Αναρτώνται σε περίοπτη θέση πλησίον του δέντρου ή μέσα στην περιοχή όπου βρίσκεται το δέντρο για περίοδο σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της δημοσίευσης του Διατάγματος, όπως και σε περίοπτη θέση του χωριού ή στα γραφεία του δήμου ή του συμβουλίου βελτιώσεως ή της κοινοτικής αρχής, ανάλογα με την περίπτωση, μέσα στα όρια των οποίων βρίσκεται το δέντρο.»
Το βάρος της απόδειξης τέτοιων ισχυρισμών το φέρει η αιτήτρια. Στην παρούσα υπόθεση δεν παρουσιάστηκε καμιά απόδειξη για τον ισχυρισμό αυτό. Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει τους ισχυρισμούς της και έτσι το διάταγμα καλύπτεται από το τεκμήριο της κανονικότητας. Πέραν αυτού παρατηρώ ότι δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 6.2.2004 γνωστοποίηση του διατάγματος στην οποία ρητά αναφέρεται ότι το διάταγμα και τα σχετικά σχέδια βρίσκονται στο Δήμο Αγλαντζιάς για επιθεώρηση. Και αν ακόμα το διάταγμα και το χωρομετρικό σχέδιο δεν αναρτήθηκε σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(3)(α) η παράλειψη δεν συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου αφού η πρόνοια του Κανονισμού έγινε για την ενημέρωση του επηρεαζομένου ιδιοκτήτη. Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια έλαβε γνώση του διατάγματος έγκαιρα και την 1.3.2004 και 5.3.2004 υπέβαλε εμπρόθεσμη ένσταση στον Υπουργό Εσωτερικών. (Βλέπε: Σκίτσας & Παρασκευάς Ξυλουργικές Επιχειρήσεις Λτδ. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 654/2002, ημερ. 31.12.2003).
Λαμβάνοντας αφορμή από περικοπή της έκθεσης του Τμήματος Δασών στην οποία αναφέρεται ότι έγιναν σκέψεις για απαλλοτρίωση του επίδικου τεμαχίου, η αιτήτρια ισχυρίζεται κακή πίστη εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση γιατί επιτυγχάνουν τους σκοπούς τους, ανέξοδα, με την έκδοση του επίδικου διατάγματος. Η θέση αυτή της αιτήτριας δεν είναι επαρκής για να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της για κακή πίστη των καθ'ων η αίτηση. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας στη γραπτή του αγόρευση υπαινίσσεται απλώς ότι το διάταγμα συνιστά αποστέρηση του δικαιώματος ιδιοκτησίας και ως τέτοιο αντιβαίνει στο Άρθρο 23.4 του Συντάγματος.
Κατ' αρχή, τονίζω, ότι το θέμα δεν αναπτύχθηκε στη γραπτή αγόρευση επαρκώς ή σχεδόν καθόλου και ως εκ τούτου δεν έχει αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η αντισυνταγματικότητα του διατάγματος, όπως απαιτεί η νομολογία. Περαιτέρω παρατηρώ ότι το διάταγμα δεν συνιστά στέρηση της ιδιοκτησίας αλλά νόμιμο περιορισμό, ο οποίος επιτρέπεται από το Άρθρο 23.2 του Συντάγματος. Το επίδικο διάταγμα, όπως αναφέρεται και στην έκθεση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, δεν επηρεάζει το αναπτυξιακό καθεστώς που διέπει την επίδικη ιδιοκτησία, το οποίο παραμένει αναλλοίωτο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.
Η αιτήτρια, ακόμα, ισχυρίζεται ότι η αναφορά του Τμήματος Δασών ότι μέτοχος της αιτήτριας εταιρείας επενέβη παράνομα στον ευκαλυπτώνα και απέκοψε δέντρα επηρέασε την κρίση της αρμόδιας Αρχής. Ισχυρίζεται ότι επλανήθη το Τμήμα δασών γιατί δεν έγινε τέτοια παρανομία. Δεν συμφωνώ, ότι υπήρξε πλάνη από την αρμόδία αρχή. Κάτι τέτοιο δεν απέδειξε η αιτήτρια, η οποία είχε και το βάρος της απόδειξης. Η διαπίστωση του Τμήματος Δασών επιβεβαιώνεται και από επιστολή του Δήμου Αγλαντζιάς προς τον Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ημερ. 9.10.2003.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ