ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

                                                                                                                                                                                                                                                                                   ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Υπόθεση αρ. 1065/2004

 

25 Σεπτεμβρίου, 2006

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΛΙΑΣΗΣ ΜΙΛΤΙΑΔΟΥΣ

Αιτητής,

 

- ν. -

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ

Καθής η αίτηση.

 

------------------

 

Αντ. Πασχαλίδης με M. Κωνσταντίνου (κα),  για τον αιτητή

Α. Μιλτιάδους (κα), Νομικóς Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για την καθής η αίτηση

Γ. Σεραφείμ, για το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχάλη Μουσκουντή

 

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (πιο κάτω η καθής η αίτηση) με την οποία ακύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών να του χορηγήσει νέα άδεια οδικής χρήσης για αστικό ταξί στην αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η καθής η αίτηση με σχετική ανακοίνωση της γνωστοποίησε ότι δέχεται αιτήσεις για τη χορήγηση νέων αδειών οδικής χρήσης αστικών ταξί για όλες τις αστικές τροχαίες περιοχές της Κύπρου.  Στην ανακοίνωση αναφερόταν ότι θα ληφθούν υπόψη και αιτήσεις που υποβλήθηκαν προηγουμένως μεταξύ της 1/1/98 και 31/3/98 νοουμένου ότι οι αιτητές αυτής της κατηγορίας θα επιβεβαιώσουν ότι η αίτηση τους υπάρχει.  Μεταξύ αυτών που υπέβαλαν αίτηση ήταν και ο αιτητής ο οποίος υπέβαλε αίτηση για την αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας ως πρώτη προτίμηση και διαζευκτικά για την αστική τροχαία περιοχή Λεμεσού.  Με επιστολή της καθής η αίτηση ημερ. 2/10/01 ζητήθηκαν από τον αιτητή να παρουσιάσει πιστοποιητικά και βεβαιώσεις από τα οποία να προκύπτει ότι ικανοποιεί τα κριτήρια που τέθηκαν για τη χορήγηση των νέων αυτών αδειών.  Έτσι στις 17/10/01 ο αιτητής υπέβαλε τα σχετικά έγγραφα και στις 4/3/02 ετοιμάστηκε έκθεση από τον Ανώτερο Ελεγκτή Μεταφορών Λευκωσίας με όλα τα προσωπικά δεδομένα του αιτητή.  Στις 5/6/02 ο αιτητής παρακάθησε σε προφορική εξέταση ενώπιον της Αρχής Αδειών.  Στο μεταξύ από τις 16/1/02 η Αρχή Αδειών ενημερώθηκε από έρευνα του Τμήματος Οδικών Μεταφορών αναφορικά με την αξία πώλησης των αδειών οδικής χρήσης των αστικών ταξί ανά τροχαία περιοχή.  Στη συνέχεια πήρε τις απόψεις των εκπροσώπων των αυτοκινητιστικών οργανώσεων.  Επίσης ενώπιον της κατατέθηκε σημείωμα με τις απόψεις του Τμήματος Οδικών Μεταφορών όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 (14) του Ν. 9/82.  Σε άλλη συνεδρία της ημερ. 8/7/02 καθόρισε τα αριθμητικά πλαίσια των νέων αδειών που θεώρησε ότι έπρεπε να χορηγηθούν για κάθε αστική τροχαία περιοχή.  Για τη Λευκωσία έκρινε ότι χρειάζονταν ακόμα 30 νέες άδειες.  Στις 28/9/02 αφού εξέτασε τους διοικητικούς φακέλους όλων των αιτητών για τη χορήγηση άδειας αστικού ταξί για την αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας ενέκρινε τους αιτητές με α/α από 1-28 μεταξύ των οποίων ήταν και ο αιτητής με α/α 14, και κοινοποίησε την απόφαση της στον αιτητή στις 2/12/02 με διπλοσυστημένη επιστολή της.  Ακολούθησε ιεραρχική προσφυγή η υπ' αρ. 142/02 εναντίον της πιο πάνω απόφασης από τον Μιχάλη Μουσκουντή (ενδιαφερόμενο μέρος) από τη Λευκωσία.  Αποτέλεσμα ήταν ότι στις 20/9/04 η καθής η αίτηση, αφού έλαβε υπόψη της τα διάφορα έγγραφα που κατατέθηκαν ενώπιον της, εξέδωσε απόφαση με την οποία αποδέχθηκε την προσφυγή του Μ. Μουσκουντή και ακύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι (α) η καθής απέτυχε να εξετάσει τον ισχυρισμό του ότι η ιεραρχική προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη και (β) ότι εσφαλμένα έκρινε ότι ο αιτητής στην ιεραρχική προσφυγή (και τώρα ε.μ) είχε έννομο συμφέρον.

 

Αναφορικά με τον πρώτο, πιο πάνω, λόγο είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η απόφαση της Αρχής Αδειών να του παραχωρήσει την άδεια εκδόθηκε στις 2/12/02 και η ιεραρχική προσφυγή καταχωρήθηκε στις 8/1/03 με αποτέλεσμα αυτή να είναι εκπρόθεσμη ανεξάρτητα αν στην ίδια την ιεραρχική προσφυγή φαίνεται ως ημερομηνία υπογραφής της η 20/12/02. 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4Α(1) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (Ν. 9/82 ως έχει τροποποιηθεί), κάθε απόφαση της Αρχής Αδειών που εκδίδεται σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο «δύναται να προσβληθή δι' εγγράφου προσφυγής υπό παντός έχοντος έννομον συμφέρον εντός είκοσι ημερών από της ημέρας της εις αυτόν κοινοποιήσεως της αποφάσεως». 

 

Στην παρούσα υπόθεση υπάρχει εξήγηση (βλ. επιστολή ημερ. 10/2/04 προς τον αιτητή Λιασή Μιλτιάδους) γιατί η ιεραρχική προσφυγή είναι εμπρόθεσμη.  Πιστοποιείται εκεί ότι καταχωρήθηκε στις 20/12/02 αλλά απλώς υπήρξε καθυστέρηση, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων που είχαν υποβληθεί, στην έκδοση απόδειξης σχετικά με την είσπραξη του σχετικού τέλους η οποία απόδειξη εκδόθηκε στις 8/1/03.  Άλλωστε και ο ίδιος ο αριθμός της ιεραρχικής προσφυγής (145/02) υποδηλεί καταχώρηση της μέσα στο 2002 και όχι το 2003 που ισχυριζεται ο αιτητής.  Έτσι ο λόγος αυτός απορρίπτεται.

 

Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το ε.μ. δεν είχε έννομο συμφέρον να καταχωρήσει την ιεραρχική προσφυγή.  Ο λόγος για τον οποίο το ε.μ. δεν είχε, σύμφωνα με τον αιτητή, έννομο συμφέρον είναι διότι αυτός (το ε.μ.) δεν είχε υποβάλει αίτηση για χορήγηση σ' αυτόν νέας άδειας ταξί.  Επομένως με το να παραχωρηθεί άδεια στον αιτητή δεν επηρεάζετο άμεσα οποιοδήποτε έννομο συμφέρον του ε.μ.

 

Σύμφωνα με τους καθών η αίτηση και το ε.μ., ο τελευταίος εφόσον ήταν ήδη κάτοχος άδειας οδικής χρήσης αστικού ταξί για την ίδια αστική τροχαία περιοχή, είναι άμεσα επηρεαζόμενος από τη χορήγηση νέας άδειας ταξί αφού με την παραχώρηση νέων αδειών «λιγοστεύει κατ' αναλογία το ελεύθερο επιβατικό κοινό» με ανάλογο δυσμενή επηρεασμό των υφιστάμενων ιδιοκτητών ταξί.

 

Tο δικαίωμα καταχώρησης ιεραρχικής προσφυγής παρέχεται από το νόμο. Σύμφωνα με το άρθρο 4 Α (1) του Ν. 9/82, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 84/84, «πάσα απόφασις της αρχής αδειών εκδοθείσα  δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου δύναται να προσβληθή δι' εγγράφου προσφυγής υπό παντός έχοντος έννομον συμφέρον εντός είκοσι ημερών από της ημέρας της εις αυτόν κοινοποιήσεως της αποφάσεως».

 

Το ζήτημα που εγείρεται στο σημείο αυτό είναι κατά πόσο η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ορθά αποφάσισε ότι ο κ. Μουσκουντής είχε έννομο συμφέρον να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης της Αρχής Αδειών με την οποία είχε χορηγηθεί στον αιτητή άδεια αστικού ταξί στην Λευκωσία.

 

 

Το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για την άσκηση ιεραρχικής προσφυγής, δυνάμει του άρθρου 4 Α (1) Ν.9/82, μπορεί να παραλληλιστεί με εκείνο το οποίο απαιτείται για την άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος.  Απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση του ενδίκου μέσου της προσφυγής είναι η ύπαρξη στον αιτητή εννόμου συμφέροντος το οποίο πρέπει να είναι άμεσο, ενεστώς και συγκεκριμένο.  Συμφέρον έχει «ο εκ της προσβαλλόμενης πράξεως υλικής και ηθικής μόνο ζημιούμενος». (βλ.  Τσάτσος - «Αίτησις Ακυρώσεως»", Τρίτη Έκδοση, σελ. 32.33).  Με την ακύρωση της πράξης πρέπει ο αιτητής να έχει κάποια ωφέλεια, διαφορετικά η προσφυγή είναι χωρίς αντικείμενο και ως εκ τούτου απαράδεκτη.

 

Η παράγραφος 2 του Άρθρου 146 του Συντάγματος διαλαμβάνει ότι προσφυγή δύναται να ασκηθεί «υπό παντός προσώπου του οποίου προσεβλήθη δια της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως ίδιον, ενεστώς έννομον συμφέρον».  Επομένως η βλάβη ή η ζημιά την οποία επικαλείται ένας αιτητής (εδώ ο Μουσκουντής όσον αφορά την Αναθεωρητική Αρχή), πρέπει να είναι άμεση συνέπεια της προσβαλλόμενης  απόφασης δηλαδή της χορήγησης άδειας για αστικό ταξί στον αιτητή.

 

Ο επηρεασμός οικονομικού συμφέροντος του προσφεύγοντος από την έκδοση διοικητικής απόφασης, δεν καθιστά αφεαυτού παραδεκτή την προσφυγή.   Στην υπόθεση  Σεργίδου ν. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189, όπου έγινε ευρεία ανάλυση του θέματος του εννόμου συμφέροντος και του επηρεασμού του, λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:- (σελ. 193)

 

«Για να δικαιούται να ασκήσει διοικητική προσφυγή ο αιτητής θα πρέπει να έχει υποστεί βλάβη από την προσβαλλόμενη πράξη υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από τους κανόνες του δικαίου.  Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει μια ειδική έννομη σχέση μεταξύ του και της προσβαλλόμενης πράξης.  Το συμφέρον δεν είναι ταυτόσημο με δικαίωμα.

 

Η έννοια του συμφέροντος στην περίπτωση της άσκησης της αίτησης ακύρωσης είναι ευρύτερη από έννοια του νομικού δικαιώματος. Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτητής βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια που θίγεται από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή που μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν (Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ.  2498).»

 

Σχετικά με το θέμα αυτό του εννόμου συμφέροντος υπάρχει αρκετή νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων τις υποθέσεις Κ and M (Transport)Ltd κ.α ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1995) 3 Α.Α.Δ. 225, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατία (1996) 3 Α.Α.Δ. 73,  Lumiere T.V. Ltd. v. Αντέννα P. T. Λτδ. κα (1998) 3 Α.Α.Δ. 242, Δημοκρατία ν. Χρυσοστόμου κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 391, Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (ΑΛΕΠΑ) Λτδ ν. Ψαλτά, (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 834 και Ν. Α. Theophanous (Matic) Lawndries Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 93).

 

Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς και για τους λόγους που εξηγώ στη συνέχεια, συμφωνώ με την εισήγηση των ευπαιδεύτων συνηγόρων του αιτητή ότι η καταχώριση ιεραρχικής προσφυγής στην παρούσα περίπτωση, δε θεμελιώνεται στο δυσμενή επηρεασμό ιδίου συμφέροντος του ενδιαφερομένου (κ. Μουσκουντή), όπως ο όρος "έννομο συμφέρον" έχει, κατ' επανάληψη, αναλυθεί σε δικαστικές αποφάσεις. Ο κ. Μουσκουντής δεν έχει αποδείξει ειδική και συγκεκριμένη βλάβη που επέρχεται ευθέως και αμέσως από την απόφαση της Αρχής Αδειών για χορήγηση νέας άδειας ταξί στον προσφεύγοντα.  Το γεγονός ότι το ε.μ. ανήκει στην επαγγελματική τάξη των οδηγών ταξί, δεν του δίνει αυτομάτως και έννομο συμφέρον.  Η κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι «ο προσφεύγων είχε έννομο συμφέρον για να καταχωρήσει την παρούσα προσφυγή καθότι η χορηγηθείσα άδεια θίγει τα συμφέροντα τούτου του οποίου στην συγκεκριμένη περίπτωση εχορηγήθη από την Αρχή Αδειών άδεια οδικής χρήσεως αστικού ταξί» χωρίς να εξηγείται πώς αυτός επηρεάζεται, δεν είναι αιτιολογημένη.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της καθής η αίτηση και του ε.μ. ότι ο τελευταίος είχε έννομο συμφέρον για το λόγο ότι ο ίδιος ως ιδιοκτήτης ταξί εμπίπτει σε ένα «διακριτό κύκλο συμφερόντων» με συνέπεια τη μείωση της δικής του πελατείας αφού δεν υπήρχαν ανάγκες για περαιτέρω άδειες ταξί στην αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας, σημειώνω ότι ο ισχυρισμός αυτός δε φαίνεται να ευσταθεί.  Τόσο η Αρχή Αδειών όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών έκριναν ότι υπήρχαν τέτοιες ανάγκες.  Στη σελ. 6 της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής αναφέρονται τα ακόλουθα: 

 

«Είναι φανερό ότι μέσα από τα πιο πάνω τεκμήρια και εισηγήσεις του Τ.Ο.Μ. φαίνεται ότι υφίστανται ανάγκες για χορήγηση νέων αδειών οδικής χρήσεως αστικών ταξί για την αστική τροχαία περιοχή Λευκωσίας».

 

Στην προκείμενη περίπτωση εφόσον η παραχωρηθείσα από την Αρχή Αδειών άδεια στον αιτητή ήταν για ικανοποίηση των περαιτέρω αναγκών της εν λόγω αστικής περιοχής και εφόσον το ε.μ. δεν υπέβαλε αίτηση για έκδοση νέας άδειας ταξί και δεν συμμετείχε στη διαδικασία εκείνη κατά την οποία ο προσφεύγων είχε κριθεί ότι πληρούσε τα κριτήρια για τη χορήγηση της συγκεκριμένης άδειας, δε βλέπω πώς θα επηρεάζετο η δική του πελατεία.   Κατά συνέπεια, η εισήγηση της πλευράς του αιτητή για τη μη ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του ε.μ. για την καταχώρηση ιεραρχικής προσφυγής, γίνεται αποδεκτή. 

 

Με σχεδόν πανομοιότυπα γεγονότα είχα καταλήξει στο ίδιο αποτέλεσμα σε άλλη υπόθεση που αφορούσε όμως τη χορήγηση παρόμοιας άδειας για την αστική τροχαία περιοχή Λεμεσού αντί της Λευκωσίας, που είναι η δική μας περίπτωση.  (βλ. Δημήτρης Σάββα ν. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 17/05 ημερ. 16/6/06).

 

Με βάση τα πιο πάνω, θεωρώ ότι η έλλειψη εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της ιεραρχικής προσφυγής εκ μέρους του ε.μ. και η περί του αντιθέτου εσφαλμένη κρίση της Αναθεωρητικής Αρχής, συνιστούν σφάλμα που επηρεάζει την απόφασή της με τρόπο που την καθιστά υποκείμενη σε ακύρωση.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή, τα οποία να υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Η απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4 (β) του Συντάγματος.

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο