ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 694
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 715/2004)
9 Αυγούστου, 2006
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΡΟΠΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Σ. Δράκος, για τον Αιτητή.
Ν. Μιχαηλίδης, Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Αιτητής παρών.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, μαζί με άλλα δύο πρόσωπα, καταδικάστηκε, στις 25/6/1999, για το αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης. Επιβλήθηκε σε όλους η ποινή της διά βίου φυλάκισης. Η καταδίκη τους επικυρώθηκε κατ' έφεση, με απόφαση ημερομηνίας 30/11/2000 - (Χριστοδούλου άλλως Ρόπας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2000) 2 Α.Α.Δ. 628).
΄Ενας από τους καταδικασθέντες, ο Αρμένιος Ara Edward Harutyunian, (ο "Harutyunian"), ενώ βρισκόταν κατάδικος στις Κεντρικές Φυλακές, υπέβαλε αίτηση για μεταφορά του στην Αρμενία και έκτιση εκεί του υπολοίπου της ποινής του. Η αίτηση του Harutyunian υποβλήθηκε στη βάση των προνοιών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, (η «Σύμβαση»), η οποία κυρώθηκε τόσο από την Κυπριακή Δημοκρατία όσο και από την Αρμενία - (ο περί της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων (Κυρωτικός) Νόμος του 1986, (Ν. 14/86)).
Στις 6/6/2002, η Πρεσβεία της Δημοκρατίας στην Αθήνα διαβίβασε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως - (το «Υπουργείο») - αίτημα των Αρχών της Αρμενίας για τη μεταφορά του Harutyunian στην Αρμενία. Η αίτηση τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, (ο «Υπουργός»), ο οποίος και έδωσε την, κατ' αρχήν, έγκρισή του για τη μεταφορά του καταδίκου.
Ο δικηγόρος του αιτητή στο Ηνωμένο Βασίλειο, με επιστολή του ημερομηνίας 4/10/2002, μέσω της Υπάτης Αρμοστείας στο Λονδίνο, καθώς και οι δικηγόροι του στην Κύπρο ζήτησαν να μην επιτραπεί η μεταφορά του Harutyunian στην Αρμενία, καθ' ότι αυτός θεωρείται βασικός μάρτυρας στην υπόθεση του αιτητή, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και αφορά στην καταδίκη του και στη διά βίου φυλάκισή του.
Το Υπουργείο, με επιστολή του ημερομηνίας 24/10/2002, ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας νομική καθοδήγηση σε σχέση με το αίτημα του Harutyunian και ενημέρωσε ανάλογα τους συνηγόρους του αιτητή στην Κύπρο. Στο μεταξύ, οι Αρχές της Αρμενίας επιβεβαίωσαν την προώθηση της αίτησης για μεταφορά του Harutyunian, ενώ ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας πληροφόρησε το Υπουργείο ότι το θέμα της μεταφοράς αφορά αποκλειστικά το Υπουργείο. Στη συνέχεια, αυτό, με επιστολή του προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών, ζήτησε όπως εξασφαλιστεί επίσημη συναίνεση της αρμόδιας αρχής της Αρμενίας για τη μεταφορά του Harutyunian. Ενημερώθηκαν ανάλογα οι συνήγοροι του αιτητή στην Κύπρο και στο εξωτερικό ότι η αίτηση για μεταφορά εξετάζεται και θα προωθηθεί με βάση τις πρόνοιες της Σύμβασης.
Στις 5/4/2004, δόθηκε από τον Υπουργό η σχετική έγκριση για μεταφορά και εκδόθηκε ένταλμα μεταφοράς του Harutyunian, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 14/7/2004.
Οι συνήγοροι του αιτητή, με επιστολές τους ημερομηνίας 30/3/2004, 2/4/2004 και 8/4/2004, διαμαρτυρήθηκαν, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, για ματαίωση της μεταφοράς, τα εξής:-
«1) Δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 3 (1) (γ) της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων (Κυρωτικός) Νόμος Αριθμός 14 του 1986, αφού δεν τίθεται θέμα υπολειπόμενου χρόνου έκτισης της ποινής εφόσον ο αιτητής Ara Edward Harutyunian έχει καταδικαστεί ισόβια που όπως ερμηνεύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σημαίνει εφ' όρου ζωής. Συνεπώς, είναι η θέση μας ότι η προϋπόθεση αυτή δεν ικανοποιείται.
2) Η μεταφορά του Αρμένιου κατάδικου Ara Edward Harutyunian επηρεάζει άμεσα τα δικαιώματα του πελάτη μας, Ιερόθεου Χριστοδούλου Ρόπα.
΄Οπως έχουμε αναφέρει στην προηγούμενη μας επιστολή ημερομηνίας 23/01/2004, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Γλαύκος Κληρίδης καθώς επίσης και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Τάσος Παπαδόπουλος, έχουν διατάξει έρευνα της όλης υπόθεσης και έχουν δώσει τις σχετικές οδηγίες τόσο στον πρώην Γενικό Εισαγγελέα όσο και στο Γενικό Εισαγγελέα κ. Σόλωνα Νικήτα για να προχωρήσουν στην διερεύνηση.»
«2) Επιπλέον, η ελευθέρωση του Ara Edward Harutyunian θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια της οικογένειας του πελάτη μας εφόσον στις 04/03/2003 ένας αστυνομικός επισκέφτηκε τον Ara Edward Harutyunian στις Κεντρικές Φυλακές για να τον ρωτήσει για το θέμα που αφορούσε τη συμμετοχή του στο σχεδιασμό βιασμό της γυναίκας του πελάτη μας και την τοποθέτηση βόμβας στο σπίτι που μένουν τα παιδιά και η γυναίκα του. Για το θέμα αυτό, εκκρεμεί έρευνα με οδηγίες όπως μας πληροφόρησε η σύζυγος του πελάτη μας, του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, κ. Δώρου Θεοδώρου. Για το θέμα αυτό σας επισυνάπτουμε σχετικό υλικό.»
Στις 14/7/2004, καταχωρήθηκαν η παρούσα προσφυγή και αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης για μεταφορά. Η αίτηση την επομένη, 15/7/2004, αποσύρθηκε, αφού κατέστη χωρίς αντικείμενο - η μεταφορά είχε ήδη πραγματοποιηθεί.
Ο αιτητής, για ακύρωση της επίδικης απόφασης, προβάλλει σειρά νομικών λόγων, οι οποίοι, κατά την άποψή του, τεκμηριώνουν λόγους ακύρωσης. Μεταξύ άλλων, προβάλλει ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας, λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα, κατά κατάχρηση εξουσίας, είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης, της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης και την αρχή της ίσης μεταχείρισης - ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος.
Οι καθ' ων η αίτηση, με την ένστασή τους, εγείρουν προδικαστικά ζήτημα εκτελεστότητας της απόφασης, ως και έλλειψης εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Σ' ό,τι αφορά την ουσία της προσφυγής, ισχυρίζονται ότι η επίδικη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη.
Προς υποστήριξη της προδικαστικής τους ένστασης, με αναφορά σε νομολογία, οι καθ' ων η αίτηση υπέβαλαν ότι η απόφαση για μεταφορά του Harutyunian στην Αρμενία, με σκοπό να εκτίσει εκεί το υπόλοιπο της ποινής του, δεν είναι εκτελεστή πράξη εν τη εννοία του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος. Η απόφαση συνδέεται με τη δικαστική λειτουργία, ή/και αφορά εκτέλεση ποινής και, συνεπώς, δεν είναι δεκτική προσβολής δι' αιτήσεως ακυρώσεως.
Σ' ό,τι αφορά το έννομο συμφέρον του αιτητή, οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν ότι αυτό δεν έχει στοιχειοθετηθεί από τον αιτητή, όπως είναι το καθήκον του με βάση τη νομολογία - (Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1998) 3 Α.Α.Δ. 707). Κανένα συμφέρον του δε θα επηρεαστεί από τη μεταφορά του Harutyunian. Η οποιαδήποτε έρευνα έχει διαταχθεί δεν επηρεάζεται, αφού, με τη Σύμβαση, ό,τι σκοπείται είναι η συνεργασία των κρατών μελών στον τομέα και της Ποινικής Δικαιοσύνης.
Ο συνήγορος του αιτητή, με αναφορά σε ελληνική βιβλιογραφία, υποστήριξε τόσο την εκτελεστότητα της πράξης όσο και την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Υπάρχει, υπέβαλε, ειδική πιθανολόγηση του εννόμου συμφέροντός του. Η πράξη, καίτοι απευθύνεται σε τρίτο πρόσωπο, επηρεάζει και θίγει άμεσα τα συμφέροντά του, αφού η μεταφορά του Harutyunian εκτός Κύπρου εμποδίζει τις έρευνες που διατάχθηκαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και εκκρεμούν. Επίσης, εμποδίζει τον αιτητή να προωθήσει τους ισχυρισμούς για την αθωότητά του. Ο Harutyunian είναι ο μόνος ο οποίος γνωρίζει τι ακριβώς έγινε το βράδυ που διαπράχθηκε ο φόνος του Μάριου Παναγίδη και η μεταφορά του εκτός Κύπρου θα επηρεάσει τις διαδικασίες ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι οποίες αφορούν στην καταδίκη του αιτητή για το φόνο του Μάριου Παναγίδη.
Σε σχέση με το ζήτημα της εκτελεστότητας της απόφασης, επικαλούμενος αριθμό κυπριακών αποφάσεων και νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπέβαλε ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση παράγει έννομα αποτελέσματα και, συνεπώς, δε στερείται εκτελεστότητας.
Η έννοια του όρου «εκτελεστή πράξη» έχει επεξηγηθεί στη Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 A.A.Δ. 26, όπου, στη σελ. 31, αναφέρονται τα εξής:-
«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους.»
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της «εκτελεστής διοικητικής πράξεως» είναι ότι, με τη δήλωση βουλήσεως που περιέχει, καθορίζει δίκαιο, δηλαδή δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις είτε κατά τρόπο γενικό, με το να θέτει κανόνες δικαίου - (κανονιστική πράξη) - είτε κατά τρόπο ειδικό, στην ατομική περίπτωση - (ατομική πράξη) - (βλ. Μιχ. Δ. Στασινόπουλου «Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών», ΄Εκδοσις Τέταρτη, Ανατύπωσις 1974, σελ. 170.
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 230, αναφέρονται, σε σχέση με ποίες πράξεις δεν είναι δεκτικές προσβολής δι' αιτήσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας, τα ακόλουθα:-
«Της αρμοδιότητος του Συμβουλίου Επικρατείας εξαιρούνται ου μόνον αι πράξεις αι προερχόμεναι εξ οργάνου εντεταγμένου εις την δικαστικήν εξουσίαν, αλλά και αι πράξεις, αίτινες, απορρέουσαι εξ οργάνων διοικητικών, αφορώσιν εις την εύρυθμον λειτουργίαν και απονομήν της δικαιοσύνης και συνδέονται προς την άσκησιν της δικαστικής λειτουργίας της Πολιτείας : 168(56) ως η απονομή ή η άρνησις απονομής χάριτος 23(45), 2161(46), η πράξις επικηρύξεως 1013(47), η άρνησις του Υπουργού της Δικαιοσύνης, όπως ασκήση ποινικήν αγωγήν (168(56), η απόφασις του Υπουργού της Δικαιοσύνης, δι' ης διαρκούσης της εκτίσεως της ποινής διατάσσεται η μεταγωγή καταδίκου εις ετέραν φυλακήν : 1486 (50), ...»
Στην Υπόθεση 1486]1950, Αποφάσεις Συμβουλίου Επικρατείας 1950, Β, σελ. 18-19, αναφέρονται τα εξής:-
«Επειδή η απόφασις του Υπουργού της Δικαιοσύνης, δι' ης, διαρκούσης της εκτίσεως της ποινής διατάσσεται η μεταγωγή καταδίκου από φυλακής εις φυλακήν, ως αφορώσα εις τον τρόπον και τους όρους εκτελέσεως της υπό της δικαστικής εξουσίας καταγνωσθείσης ποινής, στερείται εννόμου αποτελέσματος διοικητικής φύσεως. Εντεύθεν παρέπεται, ότι δεν δύναται να αχθή προς έλεγχον δι' υπέρβασιν εξουσίας ενώπιον του ακυρωτικού των εκτελεστών πράξεων της Διοικήσεως Δικαστηρίου, οίον το Συμβούλιον της Επικρατείας. ΄Οθεν η υπό κρίσιν αίτησις ακυρώσεως στρεφομένη κατά τοιαύτης αποφάσεως, είναι απορριπτέα, ως τύποις απαράδεκτος.»
Στη Phedias Kyriakides and The Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66, αποφασίστηκε ότι πράξεις των αστυνομικών αρχών, που αφορούν στο ανακριτικό τους έργο, δεν υπόκεινται σε αναθεωρητικό έλεγχο, λόγω της συνάφειάς τους με τη δικαστική λειτουργία (ποινική διαδικασία).
Στη Charilaos Xenophontos and the Republic (Minister of Interior) 2 R.S.C.C. 89, αποφασίστηκε ότι η εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα, αναφορικά με ποινικές διώξεις, εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου που προβλέπει το ΄Αρθρο 146.1 του Συντάγματος, λόγω ακριβώς της συνάφειας της εξουσίας του Γενικού Εισαγγελέα με τη δικαστική λειτουργία.
Εξέταση της προσβαλλόμενης απόφασης, υπό το φως των πιο πάνω, αποκαλύπτει ότι αυτή δεν αποτελεί εκτελεστή απόφαση. Οι καθ' ων η αίτηση εξέδωσαν το επίδικο ένταλμα στα πλαίσια της Σύμβασης, από το προοίμιο της οποίας προκύπτει ότι η μεταφορά καταδίκου για σκοπούς έκτισης της ποινής του σκοπό έχει «... την περαιτέρω ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα του ποινικού δικαίου.» και ότι «... τέτοια συνεργασία θα προωθήσει τους σκοπούς της δικαιοσύνης και της κοινωνικής αποκατάστασης των καταδίκων.». Η απόφαση μεταφοράς του Harutyunian συνδέεται στενότατα με τη λειτουργία και απονομή της δικαιοσύνης, έτσι ώστε εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου δυνάμει του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Η κατάληξη για έλλειψη δικαιοδοσίας δεν παρέχει στο Δικαστήριο δυνατότητα εξέτασης περαιτέρω ζητημάτων, που εγείρονται.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής εκτίει ποινή φυλάκισης, δεν εκδίδω διαταγή για έξοδα.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ