ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 241/2005)
18 Αυγούστου, 2006
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΛΩΡΟΣ ΙΑΚΩΒΟΥ ΦΛΩΡΙΔΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Καλλής, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, προσβάλλεται Διάταγμα Απαλλοτρίωσης μέρους του κτήματος του αιτητή, με Αρ. Τεμ. 440 (παλαιό 90), Φύλλο/Σχέδιο ΧΧΧΙΧ/47, στο χωριό Σια της επαρχίας Λευκωσίας. Το Διάταγμα δημοσιεύθηκε στις 23/12/2004, στο Τρίτο Παράρτημα (Μέρος ΙΙ) της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας. Η απαλλοτρίωση κρίθηκε αναγκαία «για τη δημιουργία και ανάπτυξη δημόσιων δρόμων στη Δημοκρατία, την προαγωγή ή ανάπτυξη της μεταλλευτικής/λατομικής βιομηχανίας» και συγκεκριμένα «για τη δημιουργία ασφαλτοστρωμένου δρόμου που οδηγεί σε λατομείο σε περιοχή του χωριού Σια της Επαρχίας Λευκωσίας».
Το μέρος του κτήματος, στο οποίο αφορά η προσβαλλόμενη απόφαση, είχε, με προηγούμενο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης - (το πρώτο Διάταγμα) - απαλλοτριωθεί για τους ίδιους σκοπούς, ο αιτητής όμως πέτυχε την ακύρωσή του - (Φλωρίδη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 717/01, 27/3/03, με το ακόλουθο σκεπτικό:-
«Έχω διεξέλθει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο που είναι ενώπιον μου ως Τεκμήριο 1. Δεν διαπίστωσα την ύπαρξη οποιασδήποτε μελέτης τεχνικής ή οικονομικής. Το μόνο που υπάρχει στο φάκελο είναι ανταλλαγείσες επιστολές μεταξύ των διαφόρων τμημάτων της διοίκησης, τα οποία έδιδαν, σχεδόν μονολεκτικά, τη συγκατάθεση τους για τη δημιουργία του έργου. Ούτε υπάρχει στο φάκελο οποιαδήποτε μελέτη τεχνικής ή οικονομικής φύσεως από τη διοίκηση. Ούτε υπάρχει σαφής δέσμευση της ιδιοκτήτριας εταιρείας του λατομείου ότι ήταν σε θέση να υποστεί το κόστος κατασκευής του έργου το οποίο παρέμενε απροσδιόριστο. Ούτε επίσης υπάρχει στο διοικητικό φάκελο οποιαδήποτε μελέτη που να απέκλειε άλλους τρόπους, λιγότερον επαχθείς, για τη δημιουργία του έργου.»
Την ακύρωση του πρώτου Διατάγματος ακολούθησε η επιστολή ημερομηνίας 3/10/2003, του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, με την οποία ζητήθηκε:-
«Σε συνέχεια της επιστολής μας ..., σχετικά με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση αρ. 718/2001, με την οποία ακυρώθηκε η απαλλοτρίωση του τεμ. 404 Φ.Σχ. ΧΧΧΙΧ47, που ανήκει στον Ανδρέα Ι. Φλωρίδη.
Παρακαλώ όπως ετοιμάσετε πίνακα, που να περιγράφει τόσο το πιο πάνω τεμάχιο, όσο και το τεμ. 90 Αρ.Σχ. ΧΧΧΙΧ47 του Φλώρου Φλωρίδη και να μας αποστείλετε νέα σχέδια για να προχωρήσουμε ξανά με την απαλλοτρίωση για τα επηρεαζόμενα μέρη των δύο αυτών τεμαχίων.»
Αφού εξετάστηκαν τα διάφορα στοιχεία τα οποία απεστάλησαν, δημοσιεύθηκαν, στις 9/1/2004, Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης και Διάταγμα Επίταξης του ιδίου μέρους του κτήματος του αιτητή. Ο αιτητής, δια του συνηγόρου του, υπέβαλε ένσταση στην αρμόδια Υπουργική Επιτροπή, ενώπιον της οποίας τέθηκαν και τα εξής έγγραφα:-
(α) Εισήγηση του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ημερομηνίας 14/10/2004.
(β) Επιστολή του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μεταλλείων, ημερομηνίας 19/2/2004.
(γ) Επιστολή του Επάρχου Λευκωσίας, ημερομηνίας 3/6/2004.
Στην επιστολή του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μεταλλείων - (β) πιο πάνω - μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα εξής:-
«2) Παρόλο ότι είμαστε θετικοί για το θέμα της απαλλοτρίωσης δεν είμαστε σε θέση, ούτε είναι εκ των πραγμάτων αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Μεταλλείων, να εκπονήσουμε μελέτη για να διαπιστωθεί κατά πόσο η περίπτωση απαλλοτρίωσης των συγκεκριμένων τεμαχίων για την εξυπηρέτηση της όδευσης είναι η πιο ενδεδειγμένη από τεχνοοικονομικής άποψης ή είναι η λιγότερο επαχθής λύση, όπως εκφράζεται στην σχετική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ...
3) Ως εκ τούτου πιστεύω ότι, αν ήδη δεν έχει γίνει, θα πρέπει να απευθυνθείτε στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Συγκοινωνιών ή και ενδεχόμενα του Έπαρχου Λευκωσίας για να μελετήσουν το θέμα της διέλευσης της όδευσης από τα συγκεκριμένα τεμάχια, έτσι όπως εκφράζεται στις πιο πάνω αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Ακολούθησε η δημοσίευση του επίδικου Διατάγματος, για την ακύρωση του οποίου ο αιτητής επικαλείται ότι η απόφαση:-
(α) Λήφθηκε κατά παράβαση των νομολογιακών αρχών που διέπουν το θέμα των απαλλοτριώσεων.
(β) Παραβιάζει το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης στην Προσφυγή Αρ. 717/01, αφού η απουσία συγκεκριμένης μελέτης για το έργο και την αναγκαιότητα του, η έλλειψη της οποίας διαπιστώθηκε και οδήγησε στην ακύρωση του Πρώτου Διατάγματος, εξακολουθεί να υπάρχει· και
(γ) Δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη.
Οι ίδιοι λόγοι ακύρωσης, που εδώ προβάλλονται, προβλήθηκαν και εξετάστηκαν από το Χατζηχαμπή, Δ., στην Ανδρέας Ιακώβου Φλωρίδη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 240/05, 7/10/05. Και εκεί αμφισβητείτο η νομιμότητα Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, το οποίο εκδόθηκε μετά από ακύρωση του πρώτου Διατάγματος, για τους ίδιους ακριβώς λόγους που ακυρώθηκε το πρώτο Διάταγμα εδώ. Τα μέρη των δύο τεμαχίων τα οποία επηρεάστηκαν από την απαλλοτρίωση - το ένα ιδιοκτησία του αιτητή στην παρούσα προσφυγή και το άλλο του αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 240/05 - όπως προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 3/10/2003 και το φάκελο, εξετάστηκαν ταυτόχρονα και απαλλοτριώθηκαν για τους ίδιους σκοπούς.
Είχα την ευκαιρία να μελετήσω την απόφαση του αδελφού Δικαστή Χατζηχαμπή. Συμφωνώ πλήρως με την κατάληξή του, την οποία και παραθέτω, αφού αυτή σφραγίζει και την τύχη της παρούσας:-
«Είναι πρόδηλο από την εικόνα αυτή ότι το μόνο που μεσολάβησε μεταξύ της ακυρωτικής απόφασης και του προσβαλλόμενου διατάγματος απαλλοτρίωσης ήταν η μηχανιστική επανάληψη της διαδικασίας της απαλλοτρίωσης χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω μελέτη του θέματος. Με δεδομένη την ύπαρξη δικαστικού δεδικασμένου, ως αποτέλεσμα της ακυρωτικής απόφασης, ότι δεν είχε προηγηθεί αυτής η αναγκαία μελέτη για το έργο και η διερεύνηση άλλων και λιγότερο επαχθών τρόπων για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι αυτή τη φορά υπήρξε συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που διέπουν την πορεία της νόμιμης απαλλοτρίωσης που επιβάλλουν οι αρχές της χρηστής διοίκησης όπως πηγάζουν από τις θεμελιακές διαστάσεις της απαλλοτρίωσης ως αναγκαστικής απόκτησης ιδιωτικής περιουσίας. Η θεμελιακή αυτή αδυναμία δεν εθεραπεύετο από το γεγονός ότι, κατά τη λήψη απόφασης επί της ένστασης του Αιτητή, ελήφθησαν υπ' όψη οι απόψεις του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μεταλλείων του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ο οποίος θεωρούσε την απαλλοτρίωση αναγκαία. Οι 'απόψεις' αυτές, συνιστάμενες μόνο στη λακωνική διατύπωση ότι 'Η απαλλοτρίωση των τεμαχίων είναι αναγκαία για την εξυπηρέτηση της εκμετάλλευσης του λατομείου παραγωγής διαβασικών αδρανών υλικών που βρίσκεται στην περιοχή και είναι απαραίτητο για τις ανάγκες της οικοδομικής βιομηχανίας', δεν ήσαν υποκατάστατο της αναγκαίας μελέτης και της αναγκαίας διερεύνησης άλλων και λιγότερο επαχθών για τον Αιτητή τρόπων πραγμάτωσης του σκοπού της απαλλοτρίωσης, και δη της απλής λύσης όδευσης του δρόμου κατά μήκος του συνόρου του κτήματος του Αιτητή αντί δια μέσου αυτού. Απεναντίας, ο ίδιος ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταλλείων επισημαίνει ουσιαστικά στη σχετική επιστολή του την ανάγκη για ολοκληρωμένη μελέτη λέγοντας:
'Παρόλο ότι είμαστε θετικοί για το θέμα της απαλλοτρίωσης δεν είμαστε σε θέση, ούτε είναι εκ των πραγμάτων αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Μεταλλείων, να εκπονήσουμε μελέτη για να διαπιστωθεί κατά πόσο η περίπτωση απαλλοτρίωσης των συγκεκριμένων τεμαχίων για την εξυπηρέτηση της όδευσης είναι η πιο ενδεδειγμένη από τεχνοοικονομικής άποψης ή είναι η λιγότερο επαχθής λύση, όπως εκφράζεται στην σχετική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.'
Αυτό βεβαίως δεν έγινε.
Καταλήγω λοιπόν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση όντως πάσχει, διεπόμενη από παρανομία.»
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΧ"Π, ΜΠ