ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 4 ΑΑΔ 542

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 459/2005)

 

19 Ιουνίου, 2006

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΔΗΣ,

Αιτητής,

 

ν. 

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

 

Καθ' ου η αίτηση.

 

 

Αιτητής παρών προσωπικά.

 

Τζ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού  Εισαγγελέα, για τον Καθ'ου η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο Κυριάκος Παναγίδης (αιτητής) με την παρούσα αίτηση αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (καθ'ων η αίτηση) της 24/3/2005, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για σύνταξη ανικανότητας.

 

(α) Τα γεγονότα.

Ο αιτητής, ο οποίος είναι ηλικίας 48 χρόνων, ασκούσε το επάγγελμα του οδηγού λεωφορείων. Ως αποτέλεσμα τροχαίου ατυχήματος τραυματίστηκε σοβαρά στο αριστερό γόνατο και υποβλήθηκε σε θεραπευτική αγωγή και χειρουργική επέμβαση στο εξωτερικό. Τον Οκτώβριο του 2004 ο θεράπων ιατρός του διέγνωσε "εντονότατη μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα" η οποία θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με χειρουργική ολική αρθροπλαστική του γόνατος. Η επέμβαση αυτή όμως δεν ενδείκνυτο να γίνει άμεσα λόγω της ηλικίας του αιτητή. Σύμφωνα με την ίδια γνωμάτευση, είχαν αρχίσει να παρουσιάζονται προβλήματα και στο δεξί γόνατο και γι' αυτό ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εργαστεί κανονικά, ενώ του υποδείχθηκε να αποφεύγει την παρατεταμένη ορθοστασία, την άρση βαρών, τις πορείες και τα μακρινά ταξίδια με αυτοκίνητο. Για τους πιο πάνω λόγους, ο αιτητής τερμάτισε την εργασία του στα "Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ" στις 8/10/2004 και υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις 17/2/2005. Μαζί με την αίτηση υποβλήθηκε ιατρική έκθεση και δύο γνωματεύσεις του Δρα Σίμου Νησιώτη, Ειδικού Ορθοπεδικού, Χειρούργου - Τραυματιολόγου, ο οποίος παρακολουθούσε τον αιτητή από το 1994. Στην έκθεση του Δρος Νησιώτη αναφερόταν ότι ο αιτητής είναι ανίκανος για άσκηση του επαγγέλματος του οδηγού και ότι θα μπορούσε να εξασκήσει μόνο επάγγελμα που δεν θα απαιτούσε ορθοστασία, πορείες και οδήγηση αυτοκινήτου. Ο αιτητής κλήθηκε στη συνέχεια για εξέταση από το Ιατρικό Συμβούλιο στις 15/3/2005. Το Ιατρικό Συμβούλιο με σύνθεση τους Δρα Νίκο Αγγελίδη (Πρόεδρος) και Δρα Στυλιανό Γεωργίου (Μέλος), αφού κατέγραψε τα διάφορα ιατρικά ευρήματα του στην έκθεση του, γνωμοδότησε ότι ο αιτητής δεν ήταν ανίκανος για άσκηση του επαγγέλματος του οδηγού λεωφορείου. Στηριγμένη στην πιο πάνω γνωμοδότηση, η Εξετάστρια Απαιτήσεων κοινοποίησε στον αιτητή την ακόλουθη επιστολή ημερομηνίας 24/3/2005:

 

"Κύριε/Κυρία,

 

     Αναφέρομαι στην αίτηση σας της 24/02/2005 για ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ και σας πληροφορώ ότι αυτή απορρίφθηκε γιατί:

 

     είστε ικανός/ή για εργασία."

 

 

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την εγκυρότητα της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης του Ιατροσυμβουλίου.

 

(β) Έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης.

Προς υποστήριξη της αίτησης του για σύνταξη ανικανότητας ο αιτητής υπέβαλε ιατρική έκθεση συμπληρωμένη από τον θεράποντα ιατρό του, στην οποία υποδεικνυόταν ότι υποφέρει από σοβαρή οστεοαρθρίτιδα των γονάτων και ρήξη συνδέσμου του αριστερού γόνατος, με αποτέλεσμα να καταστεί ανίκανος για το επάγγελμα του οδηγού και ικανός μόνο για εργασία που δεν απαιτούσε ορθοστασία και οδήγηση αυτοκινήτου.

 

Αντίθετα στην έκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου της 15/3/2005, η οποία απετέλεσε και τη βάση της αναιτιολόγητης απόφασης της Εξετάστριας Απαιτήσεων, παρατηρούνται σημαντικά κενά και/ή παραλείψεις που οδηγούν στο εύλογο συμπέρασμα ότι η έκθεση συντάχθηκε βιαστικά και με ελλιπή τρόπο, που καθιστά το δικαστικό έλεγχο αδύνατο.

 

Μια προσεκτική εξέταση της έκθεσης του Ιατρικού Συμβουλίου αποκαλύπτει ότι,

 

(i)                 Στο μέρος ΙΙΙ δεν έχουν συμπληρωθεί τα στοιχεία 3 (είδος εργασίας με τον προηγούμενο εργοδότη) και 4 (περίοδος ανικανότητας)  και

 

(ii)               Στο μέρος V δεν έχουν συμπληρωθεί τα στοιχεία 5 (Πόρισμα και διάγνωση) και 6 (καθορισμός βαθμού ανικανότητας).

 

 

Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι το ανέλεγκτο της κρίσης της διοίκησης σε θέματα τεχνικής γνώσης και/ή ειδικών γνώσεων εφαρμόζεται εφόσον δεν παρατηρείται πλάνη περί τα πράγματα, κακή χρήση διοικητικής εξουσίας ή έλλειψη αιτιολογίας (βλ. Eraclidou and Another v. Compensation Officer (1968) 3 C.L.R. 44, 53, 54, Georghiou and Another v. Municipality of Nicosia (1973) 3 C.L.R. 53 και Δημήτρη Μαυρομούστακου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 798/98 της 20/3/2000).

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη αιτιολόγησης των αποφάσεων των Ιατρικών Συμβουλίων, ούτως ώστε να παρέχεται η ευχέρεια της διενέργειας δικαστικού ελέγχου εκεί όπου αυτός επιτρέπεται. Όπως σημειώθηκε από το Δικαστή Κωνσταντινίδη στην υπόθεση Οικονόμου ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 805/97 της 16/7/1999),

 

"Το Ιατρικό Συμβούλιο είναι συλλογικό όργανο στο οποίο εναποτίθεται κρίσιμης σημασίας καθήκον και, πράγματι, κατά τις αρχές της χρηστής διοίκησης, όπως είναι παγίως νομολογημένο, οφείλει να τηρεί πρακτικό και να διατυπώνει εγγράφως τις αποφάσεις στις οποίες καταλήγει. Η γνώση αυτών των αποφάσεων δια μέσου πληροφόρησης άλλων λειτουργών, δεν είναι μέθοδος παραδεκτή."

 

 

Είχα την ευκαιρία να εξετάσω το θέμα της έλλειψης αιτιολογίας σε αποφάσεις του Ιατρικού Συμβουλίου στην υπόθεση Κατσώνη ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 417/2002 της 23/5/2003) από την οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα:

 

     "Αρχικά θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο έντυπο του Ιατρικού Συμβουλίου παρατηρούνται σημαντικές παραλείψεις και κενά, με αποτέλεσμα αφενός να παραμένει άγνωστο το πώς αντιμετωπίσθηκε το πόρισμα του Δρος Αθάνατου και αφετέρου να καθίσταται δυσχερής ο δικαστικός έλεγχος αναφορικά με το σκεπτικό που οδήγησε στη διαπίστωση ότι η αιτήτρια ήταν ικανή για ελαφράς μορφής εργασία. Προκύπτει ειδικότερα από εξέταση του περιεχομένου της "Έκθεσης του Ιατρικού Συμβουλίου" ότι δεν είναι συμπληρωμένο το "ΜΕΡΟΣ V" που αφορά το "Πόρισμα Εξέτασης του Ιατρικού Συμβουλίου" και πιο συγκεκριμένα τα υπ' αριθμόν 5 και 6 στοιχεία που αναφέρονται στο "Πόρισμα και Διάγνωση" του Συμβουλίου και στο "Βαθμό αναπηρίας του αιτητή σύμφωνα με τον Έκτο Πίνακα του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου" ...

 

     Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει την ορθότητα της επίδικης απόφασης εφόσον η αιτιολογία του μεν Ιατρικού Συμβουλίου είναι ασαφής, ελλιπής και αόριστη, ενώ του Εξεταστή Απαιτήσεων, όπως επισημάνθηκε, εντελώς ανύπαρκτη. Οι αρχές αιτιολογίας των διοικητικών αποφάσεων επιβάλλουν ότι οι λόγοι που δίδονται δεν πρέπει να αφήνουν καμιά αμφιβολία για το σκεπτικό της απόφασης. (Constantinides v. Republic (1967) 3 CLR 7). Το πιο πάνω οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η γνωμάτευση του Ιατρικού Συμβουλίου και η απόφαση του Εξεταστή Απαιτήσεων που την ακολούθησε, με τον τρόπο που είναι διατυπωμένες, δεν συνάδουν με τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Τόσο το Ιατρικό Συμβούλιο, όσο και ο Εξεταστής Απαιτήσεων αποτελούν διοικητικά όργανα επιφορτισμένα με κρίσιμης σημασίας αρμοδιότητες και ως εκ τούτου οφείλουν να αιτιολογούν με επάρκεια τις αποφάσεις στις οποίες καταλήγουν."

 

 

(Βλ. επίσης, Δέσποινα Χ" Στεφάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 186/2002 της 25/6/2003 και Ζαϊμης ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 670/99 της 30/5/2000).

 

Στην παρούσα περίπτωση οι αρχές της χρηστής διοίκησης επέβαλλαν την καταγραφή των απαραίτητων επιστημονικών εξηγήσεων από το Ιατρικό Συμβούλιο, σε βαθμό που θα επέτρεπε το δικαστικό έλεγχο της επίδικης απόφασης εφόσον δεν υπήρχε διάσταση αναφορικά με το είδος των σωματικών τραυμάτων του αιτητή. Σημειώνεται ότι ενώ ο θεράπων ιατρός του αιτητή καθόρισε το ύψος της μόνιμης αναπηρίας σε 70%, το Ιατρικό Συμβούλιο παρέλειψε να δώσει τη δική του άποψη ως προς τον πιο πάνω ισχυρισμό.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                 Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο