ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 203/2005, 204/2005,
205/2005, 206/2005, 207/2005)
19 Ιουνίου, 2006
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 203/2005)
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΧΑΙΛΗ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 204/2005)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
__________________________
(Υπόθεση Αρ. 205/2005)
ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΤΖΙΑΡΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 206/2005)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΤΡΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
________________________________
(Υπόθεση Αρ. 207/2005)
A.L. PROCHOICE FINANCIAL SERVICES LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
Γ. Κορφιώτης, για τους Αιτητές.
Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου, για την Καθ' ης η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με τις παρούσες προσφυγές προσβάλλεται η εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (η Επιτροπή) της 1/11/2004, με την οποία επιβλήθηκαν στην εταιρεία A.L. Prochoice Financial Services Ltd διοικητικές κυρώσεις ύψους £250 και στους Ανδρέα Λεωνίδου, Ανδρέα Πέτρου, Αντώνη Χάτζιαρο και Στέφανο Χαϊλή διοικητικές κυρώσεις ύψους £1.000 για παράβαση του άρθρου 60(3)β των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμων του 1993-2001.
(α) Τα γεγονότα.
Οι αιτητές Στ. Χαϊλής (Προσφυγή Αρ. 203/05), Α. Λεωνίδου (Προσφυγή Αρ. 204/05), Α. Χάτζιαρος (Προσφυγή Αρ. 205/05) και Α. Πέτρου (Προσφυγή Αρ. 206/05) είναι Διοικητικοί Σύμβουλοι της αιτήτριας εταιρείας στην Προσφυγή Αρ. 207/05, A.L. Prochoice Financial Services Ltd.
Κατόπιν έρευνας που διενεργήθηκε από αρμόδιους λειτουργούς της Επιτροπής στα γραφεία της αιτήτριας εταιρείας A.L. Prochoice Financial Services Ltd, διαπιστώθηκαν διάφορες παραβάσεις που αφορούσαν πωλήσεις μετοχών της πιο πάνω εταιρείας από τις εταιρείες Krat Trading Ltd και Stak Ltd. Οι παραβάσεις περιλάμβαναν μεταξύ άλλων μη ανακοίνωση στο χρηματιστήριο συναλλαγών των τίτλων της αιτήτριας, διενέργεια συναλλαγών με σκοπό τη στήριξη της μετοχής της αιτήτριας εταιρείας, παροχή πληροφοριών από το σύστημα ηλεκτρονικής διαπραγμάτευσης του Χρηματιστηρίου για τη στήριξη της μετοχής της αιτήτριας και διενέργεια συναλλαγών μέσα σε κλειστή περίοδο.
Για τις πιο πάνω παραβάσεις η Επιτροπή επέβαλε στις 3/6/2002 στον κάθε έναν από τους αιτητές διοικητικές κυρώσεις £5.250-£15.000. Οι αιτητές καταχώρισαν την υπ' αρ. 736/2002 προσφυγή με την οποία αμφισβητούσαν την εγκυρότητα των κυρώσεων. Η προσφυγή απεσύρθη όταν η Επιτροπή ανακάλεσε την απόφαση της για το επιβληθέν πρόστιμο, αφού είχε παραλείψει να καλέσει τους αιτητές σε παραστάσεις προτού επιβάλει τις διοικητικές κυρώσεις. Σε μεταγενέστερη συνεδρία της η Επιτροπή αφού άκουσε τους αιτητές, τους επέβαλε τις κυρώσεις, η εγκυρότητα των οποίων προσβάλλεται με τις παρούσες προσφυγές.
(γ) Οι λόγοι της προσφυγής - Η σύνθεση της Επιτροπής.
Εκ μέρους των αιτητών έχουν υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο τους συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ακύρωση της επίδικης πράξης. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και ισχυρισμός ότι η σύνθεση της Επιτροπής η οποία επέβαλε τις κυρώσεις είναι παράνομη γιατί υπήρξε διαφοροποίηση των προσώπων τα οποία είχαν συμμετάσχει στις διαδοχικές συνεδρίες που είχαν οδηγήσει στη λήψη της απόφασης.
Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί φαίνεται ότι είχαν συγκληθεί πέντε συνεδρίες της Επιτροπής, στις 11/3/2002, 3/6/2002, 10/5/2004, 12/7/2004, 1/11/2004. Πιο συγκεκριμένα στις 11/3/2002 αποφασίστηκε η κλήση των αιτητών σε απολογία, στις 3/6/2002 επιβλήθηκαν οι διοικητικές κυρώσεις, στις 10/5/2004 αποφασίστηκε η ανάκληση της απόφασης της 3/6/2002, στις 12/7/2004 αποφασίστηκε η κλήση των αιτητών σε παραστάσεις για τις παραβιάσεις του άρθρου 60(3), το οποίο δεν καθοριζόταν ως ποινικό αδίκημα και την 1/11/2004 αφού λήφθηκαν υπόψη οι παραστάσεις των αιτητών, η Επιτροπή επέβαλε τις κυρώσεις η εγκυρότητα των οποίων αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Οι αιτητές εισηγούνται μεταξύ άλλων ότι η σύνθεση της Επιτροπής ήταν παράνομη για τους πιο κάτω κυρίως λόγους:
(i) Ο εκπρόσωπος του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Γ. Δημητρίου, δεν απεχώρησε από τις συνεδρίες στις οποίες παρίστατο πριν από τη ψηφοφορία και τη λήψη της επίδικης απόφασης, και
(ii) Υπήρξε απουσία των νεοδιορισθέντων μελών του Συμβουλίου της Επιτροπής κκ. Γ. Κουφάρη και Δ. Βάκη, βασισμένη στη λανθασμένη αντίληψη ότι επειδή δεν είχαν συμμετάσχει στις συνεδρίες που προηγήθηκαν του διορισμού τους ως μελών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, δεν μπορούσαν να παραστούν στις μεταγενέστερες συνεδρίες της 12/7/2004 και 1/11/2004 από τις οποίες αποχώρησαν όπως αναφέρεται στα πρακτικά, κατά τη συζήτηση και λήψη απόφασης, "για σκοπούς σύνθεσης της Επιτροπής".
Η εισήγηση ότι η συμμετοχή του εκπροσώπου του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Γ. Δημητρίου κατά τη συζήτηση, ψηφοφορία και λήψη της επίδικης απόφασης καθιστούσε τη σύνθεση της Επιτροπής παράνομη, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και τούτο γιατί η παρουσία του εκπροσώπου του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας προβλέπεται ρητά στο άρθρο 12(3) του Νόμου 64(Ι)/2001 το οποίο παρέχει την ευχέρεια στο Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να υποδεικνύει τον εκπρόσωπο του, ο οποίος μπορεί να συμμετέχει στις συνεδρίες του Συμβουλίου με δικαίωμα να λαμβάνει μέρος στις συζητήσεις και να εκφράζει τις απόψεις του, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου (βλ. AAA United Stockbrokers Ltd v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Προσφυγή 642/02 της 5/9/2003).
Αντίθετα η εισήγηση ότι η σύνθεση της Επιτροπής στην κρίσιμη συνεδρία της Επιτροπής της 1/11/2004 έπασχε, είναι ορθή. Κατά την πιο πάνω συνεδρία οι νεοδιορισθέντες οι οποίοι δεν είχαν συμμετάσχει στις προηγούμενες συνεδρίες, Κουφάρης και Βάκης, θεώρησαν ότι δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν. Η εσφαλμένη αυτή προσέγγιση επηρεάζει την εγκυρότητα της σύνθεσης της Επιτροπής, αφού η μη συμμετοχή μέλους για λόγους που δεν δικαιολογούν τον αυτοαποκλεισμό του έχει ως αποτέλεσμα την αντικανονική συγκρότηση του οργάνου (βλ. Elma Holdings Ltd. v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 728/2003 της 14/7/2005).
Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Kyprianou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 210, σελ. 213:
"On the other hand, if a member or members are excluded on an erroneous view that they could not participate at such a meeting, the collective organ in question cannot be considered as properly composed when an administrative decision is taken even if there is quorum and, therefore, such decision should be annulled on the ground of wrong composition of the organ."
(Βλ. επίσης Mytides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 737).
Η πιο πάνω νομολογία υιοθετήθηκε στην υπόθεση Ισχύς Επενδυτική Λτδ ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Προσφυγή 73/2004 της 26/9/2005), στην οποία η αποχώρηση του νεοδιορισθέντος μέλους της Επιτροπής Γ. Κουφάρη, κάτω από τις ίδιες με την παρούσα υπόθεση συνθήκες, επέφερε την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Στην παρούσα περίπτωση η αυτοεξαίρεση των δύο νεοδιορισθέντων μελών της Επιτροπής γιατί λανθασμένα θεώρησαν ότι δεν είχαν δικαίωμα συμμετοχής, επηρέασε τη νομιμότητα της σύνθεσης παρά την ύπαρξη απαρτίας.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν. Η επίδικη απόφαση της 1/11/2004 ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση.
Έχοντας υπόψη την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνω σκόπιμο να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους της προσφυγής.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ