ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 782/2004)
23 Μαΐου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Κυρ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής κατέχει τη θέση βοηθού γραμματειακού λειτουργού. Από το Νιόβρη του 1996 υπηρετούσε στην πρεσβεία της Δημοκρατίας στη Χάγη, όπου ασκούσε, πέραν των διοικητικών και λογιστικών καθηκόντων και καθήκοντα προξένου.
Στις 3.6.2004 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών υπέβαλε πρόταση για μετάθεσή του στο Υπουργείο Οικονομικών (Υπηρεσία Χορηγιών), στη Λευκωσία.
Η πρόταση ήταν αποτέλεσμα απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 4.6.2003, με την οποία είχε αποφασιστεί ότι οι πρόνοιες των περί Εξωτερικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας (Ειδικές Διατάξεις) Κανονισμών του 1968 έως 2002, που ρυθμίζουν την περίοδο παραμονής των μελών της εξωτερικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, τυγχάνουν, κατ΄ αναλογία, εφαρμογής και στην περίπτωση του μη διπλωματικού προσωπικού που είναι αποσπασμένο στις διάφορες αποστολές.
Ο αιτητής για να αποτρέψει την προτεινόμενη μετάθεσή του, προέβη σε διάφορες παραστάσεις, αλλά η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), στη συνεδρία της ημερ. 11.6.2004, αποφάσισε τελικά να τον μεταθέσει, σύμφωνα με την πρόταση της αρμόδιας αρχής. Η απόφαση αυτή αποτελεί και την προσβαλλόμενη πράξη.
Προδικαστική ένσταση των καθ΄ων η αίτηση ότι η απόφαση συνιστούσε κυβερνητική πράξη και όχι εκτελεστή διοικητική πράξη, απορρίφθηκε στις 5.10.2005.
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είχε εξουσία να προκαθορίζει προϋποθέσεις για μετάθεση οι οποίες να είναι δεσμευτικές προς την Επιτροπή, ένα ανεξάρτητο όργανο. Σημειώνει ότι η μετάθεση είναι μεταβολή στην υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου που επέρχεται μόνο αν συντρέχουν οι όροι του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90 και των σχετικών κανονισμών. Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, το άρθρο 48 του Ν.1/90 δεν παρέχει εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να θέτει όρους και να επιβάλλει μετάθεση αντίθετη προς τις υπηρεσιακές ανάγκες και τις επιθυμίες του αιτητή. Ούτε και είναι η κατά το άρθρο 48 αρμόδια να υποβάλει πρόταση προς την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενήργησε δέσμια και υπό πλάνη.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω αντιμετώπιση. Η Επιτροπή δεν ενήργησε κατά δέσμια αρμοδιότητα, αλλά ούτε και υπό πλάνη. ΄Οπως έχω δεκτεί και στην απόφασή μου στην προδικαστική ένσταση που ανέφερα πιο πάνω (Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 782/2004, ημερ. 5.10.2005), όλα δείχνουν ότι δεν πρόκειται περί δέσμιας απόφασης, αλλά απόφασης αρμόδιου σώματος. Εκείνο που έγινε στην πραγματικότητα είναι ότι το Υπουργικό Συμβούλιο κατέληξε σε μια απόφαση πολιτικής, σύμφωνα με την οποία οι πρόνοιες των περί Εξωτερικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας (Ειδικές Διατάξεις) Κανονισμών του 1968 έως 2002 που ρυθμίζουν τη χρονική περίοδο παραμονής των μελών της εξωτερικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, τυγχάνουν, κατ΄ αναλογία, εφαρμογής και στην περίπτωση του μη διπλωματικού προσωπικού που τοποθετείται ή αποσπάται για υπηρεσία στις διάφορες διπλωματικές αποστολές. Στη συνέχεια η αρμόδια αρχή, που στην παρούσα περίπτωση είναι το Υπουργείο Οικονομικών, με επιστολή προς την Επιτροπή ζήτησε, προς υλοποίηση της πιο πάνω γενικότερης αρχής, τη μετάθεση του αιτητή, από την πρεσβεία της Δημοκρατίας στη Χάγη στο Υπουργείο Οικονομικών και συγκεκριμένα στην Υπηρεσία Χορηγιών. Στη συνέχεια η Επιτροπή, αφού εξέτασε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των παραστάσεων του αιτητή, τις θέσεις της αρμόδιας αρχής και τις ανάγκες της υπηρεσίας, αποφάσισε να τον μεταθέσει.
Ο αιτητής υποστηρίζει περαιτέρω ότι τόσο η πρόταση του Υπουργείου Οικονομικών, όσο και η τελική απόφαση της Επιτροπής πάσχουν από έλλειψη αιτιολογίας. Ισχυρίζεται ότι η πρόταση αγνόησε παντελώς τις προσωπικές του συνθήκες, αφού περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι είναι νυμφευμένος με ένα παιδί δύο χρονών, παραγνωρίζοντας ότι η Πολωνή γυναίκα του είναι μόνιμος κάτοικος Ολλανδίας για τα τελευταία εφτά χρόνια, όπου σπουδάζει και ότι η απόφασή του για δημιουργία οικογένειας στην Ολλανδία βασίστηκε στο νομικό και υπηρεσιακό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο μετάθεσής του, δηλαδή της επ΄ αόριστον παραμονής του στο εξωτερικό.
Η αρμόδια αρχή δεν μπορεί βέβαια να θεωρηθεί υπεύθυνη για τα κίνητρα της απόφασης που ο αιτητής έλαβε για δημιουργία οικογένειας. Το νομικό και υπηρεσιακό καθεστώς μπορεί να μεταβάλλεται, μέσα στα νόμιμα πλαίσια, ανάλογα και με τις ανάγκες της υπηρεσίας.
΄Οσον αφορά τις οικογενειακές του συνθήκες φαίνεται ότι αυτές έχουν πράγματι ληφθεί υπ΄ όψιν και ζυγίστηκαν μαζί με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι, όπως φαίνεται από την πρόταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο υπ΄ αρ. 831/2003, η μακροχρόνια παραμονή διπλωματών και άλλων δημόσιων λειτουργών στο εξωτερικό δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον γιατί χάνουν την επαφή τους με την Κύπρο, τουλάχιστον μερικώς, ενώ παρουσιάζονται τάσεις αφομοίωσης από το περιβάλλον που υπηρετούν.
΄Οσον αφορά το παράπονο του αιτητή ότι δεν αιτιολογείται γιατί επελέγη η μετάθεσή του στην Υπηρεσία Χορηγιών και όχι οπουδήποτε αλλού, αρκεί να λεχθεί ότι η αιτιολόγηση της πρότασης της αρμόδιας αρχής για μετάθεση είναι μεν αναγκαία δυνάμει του άρθρου 48(2), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η αιτιολόγηση θα πρέπει να φτάνει σε τέτοια λεπτομέρεια. Η αιτιολογία της μετάθεσης του αιτητή εξαντλείται στην ανάγκη όπως δημόσιοι λειτουργοί που υπηρετούν στο εξωτερικό επιστρέφουν στην Κύπρο για τους λόγους που φαίνονται και εξηγήθηκαν πιο πάνω, μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητο να επεξηγείται σε μια τέτοια περίπτωση και ο λόγος για τον οποίο επιλέγηκε η συγκεκριμένη υπηρεσία. Προφανώς υπήρχαν εκεί ανάγκες, οι οποίες συνήδαν με τα προσόντα και το σχέδιο υπηρεσίας του αιτητή.
΄Οσον αφορά τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης της Επιτροπής, αρκεί να λεχθεί ότι, όπως έχει επανειλημμένα αποφασιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου, πράγμα που συμβαίνει και στην παρούσα περίπτωση.
Κάτω από τις περιστάσεις κρίνω ότι η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ