ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 15/2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 35, 30, 29, 28, 26, 25, 18, 15, 14, 13 και 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
Καθ΄ων η Αίτηση.
______________
Λ. Θεμιστοκλέους, για Αιτητές
Δ. Παπαμιλτιάδους (κα), για Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Στις 18 Οκτωβρίου 2003 ο αιτητής 2 εισήλθε στην Κύπρο με Καναδικό διαβατήριο μαζί με τη σύζυγο και τα ανήλικα παιδιά του με προσωρινή άδεια και αφού εξασφάλισε εργασία στην υπεράκτια εταιρεία, αιτήτρια 1, υπέβαλε αίτηση για να του παραχωρηθεί άδεια παραμονής και εργασίας στην εν λόγω εταιρεία. Ο αιτητής παρέλειψε να αποκαλύψει ότι βρισκόταν παλαιότερα στην Κύπρο με Ρωσικό διαβατήριο και αναχώρησε από τη χώρα αφού του ακυρώθηκε η άδεια παραμονής.
Οι καθ΄ων η αίτηση, αφού εξέτασαν την αίτησή του, του απάντησαν αρνητικά με επιστολή τους ημερομηνίας 22.12.2003, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτω πιο κάτω:
«I am directed to refer to your application dated the 22 October, 2003, requesting extension of your temporary residence in Cyprus under the Aliens and Immigration Laws of 1952-2001 and its relevant Regulations of 1972-2000 to enable you to reside and work in Cyprus as a Financial Administrator with the International Business Co., "Archer Trading & Services Ltd.," at Nicosia, and to inform you that your application has been very carefully considered but it has not been found possible to be approved.
2. In view of the above you are hereby requested to make the necessary arrangements to leave Cyprus at once.»
Με την προσφυγή τους η αιτήτρια εταιρεία και ο αιτητής ζητούν αριθμό θεραπειών που επίκεντρο έχουν την πιο πάνω απόφαση και που ουσιαστικά προσβάλλουν την νομιμότητά της. Παραβλέποντας τον τρόπο με τον οποίο έχει υποβληθεί η προσφυγή σχετικά με τις αιτούμενες θεραπείες, θα της επιληφθώ ως να περιείχε απλώς αίτημα για δήλωση του Δικαστηρίου ότι η επίδικη διοικητική απόφαση άρνησης έγκρισης της αίτησης του αιτητή για παραμονή και εργασία στην Κύπρο είναι άκυρη και άνευ αποτελέσματος.
Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση, υποβάλλοντας ότι η προσφυγή της αιτήτριας εταιρείας, εργοδοτών του αιτητή, πρέπει να απορριφθεί, καθόσον αυτοί δεν έχουν το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για να προσβάλουν την απόφαση.
Η πιο πάνω θέση με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος και τη νομολογία, είναι δεδομένο πως το συμφέρον πρέπει να είναι προσωπικό και άμεσο, να ανήκει δηλαδή απευθείας στον ασκούντα το ένδικο μέσο.
Στην υπόθεση Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, αποφασίστηκε ότι οι εργοδότες αλλοδαπού στερούνται έννομου συμφέροντος να προσβάλουν την άρνηση των αρχών να επιτρέψουν στον αλλοδαπό την είσοδο του στην Κύπρο. Όπως κρίθηκε, το συμφέρον των αιτητών στην υπόθεση ήταν έμμεσο, αφού πήγαζε από την κατ΄ισχυρισμό παραβίαση του δικαιώματος τρίτου προσώπου.
Ως εκ τούτου η προσφυγή της αιτήτριας εταιρείας θα πρέπει να απορριφθεί.
Όσον αφορά τον αιτητή, από τις έρευνες που είχε κάμει η αρμόδια αρχή, διαπιστώθηκε ότι, ενώ ο αιτητής βρισκόταν κατά τη δεκαετία του 1990 στην Κύπρο και εργαζόταν σε διάφορες εταιρείες, θεωρήθηκε ύποπτος για ενέργειές του με τις οποίες βοηθήθηκαν αλλοδαποί να εισέλθουν παράνομα στη Δημοκρατία. Ως εκ τούτου απεσύρθη η άδεια που είχε δοθεί στην εταιρεία στην οποία εργαζόταν κατά την περίοδο εκείνη να εργοδοτεί αλλοδαπό και ο αιτητής, κατά συνέπεια, αναχώρησε από την Κύπρο. Έκτοτε, θεωρείτο απαγορευμένο πρόσωπο για είσοδο στην Κύπρο και είχε τοποθετηθεί στο stop list. Ο αιτητής είχε προφανώς μεταβεί στον Καναδά, όπου παρέμεινε επί σειρά ετών και ακολούθως απέκτησε Καναδικό διαβατήριο με κάπως διαφορετικό τρόπο εγγραφής του επιθέτου του. Οι καθ΄ων η αίτηση έκριναν ότι το ιστορικό αυτού του αιτητή και οι υποψίες που είχαν εγερθεί για συμμετοχή του στην παρανομία που περιέγραψα πιο πάνω, τον καθιστούσαν ανεπιθύμητο πρόσωπο και ως εκ τούτου και για λόγους δημοσίου συμφέροντος κατέληξαν στην απόφασή τους.
Υπέβαλε ο αιτητής, με την αγόρευσή του, ότι οι αρχές ενήργησαν κακόπιστα.
Ο Λειτουργός Μετανάστευσης έχει διακριτική εξουσία να αποφασίζει επί θεμάτων αυτής της φύσεως, δηλαδή να επιτρέπει ή να αρνείται είσοδο ή παραμονή σε αλλοδαπό και τούτο είναι μία έκφανση της έκφρασης της εξουσίας του κράτους που συνάδει με την έννοια της εδαφικής κυριαρχίας. Όπως προκύπτει από τη νομολογία, η διακριτική αυτή εξουσία της διοίκησης είναι πολύ ευρεία και ο μόνος περιορισμός που αναγνωρίζεται είναι η καλόπιστη άσκηση της εξουσίας αυτής. Το ότι η εξουσία ασκήθηκε καλόπιστα, συνιστά μαχητό τεκμήριο για οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια (Souleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224).
Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής όχι μόνο απέτυχε να με ικανοποιήσει ότι η διακριτική εξουσία των αρχών ασκήθηκε κακόπιστα, αλλά είναι προφανές ότι η κατάληξη στην επίδικη απόφαση ήταν αναπόφευκτη και πλήρως δικαιολογημένη, έχοντας υπόψη το ιστορικό της όλης υπόθεσης που αφορούσε και τις ενέργειες του αιτητή τόσο στο παρελθόν, όσο και κατά τη νέα είσοδο του στη Δημοκρατία, με τη σιωπηρή του απόκρυψη του τι είχε προηγηθεί πριν ορισμένα χρόνια.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή κρίνεται αβάσιμη για τους λόγους που εξήγησα και απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα εναντίον των αιτητών.
Π. Αρτέμης, Δ..
/Χ.Π.