ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 471/2004 και 615/2004)
19 Απριλίου, 2006
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 471/2004)
ΜΙΧΑΗΛ ΣΠΥΡΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 615/2004)
ΑΓΑΠΙΟΣ ΑΓΑΠΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 471/2004.
Μ. Πετουφά (κα), για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 615/2004.
Δ. Μέρτακκα (κα), για τους Καθ' ων η Αίτηση και στις δύο Προσφυγές.
Α. Παναγιώτου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Α. Παπαϊωάννου.
Ευθ. Γραμμένος για Χρ. Κληρίδη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Χρ. Λαμπριανού.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές στρέφονται εναντίον της απόφασης της Αρχής Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) ημερ. 17.2.2004 με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη προάχθηκαν στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης συνεπεία τριών ακυρωτικών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 471/04 επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών (Ε/Μ) Αντώνη Παπαϊωάννου και Χριστάκη Λαμπριανού. Η προσφυγή αυτή καταχωρήθηκε και εναντίον του Ε/Μ Παναγιώτη Χ'Βασιλείου η οποία όμως αποσύρθηκε. Ο αιτητής στην προσφυγή 615/04 επιδιώκει την ακύρωση της προαγωγής του Ε/Μ Αντώνη Παπαϊωάννου μόνο αφού κατά τη διαδικασία η προσφυγή εναντίον δύο άλλων Ε/Μ των Ανδρέα Νικολάου και Κωνσταντίνου Χ'Αγαθαγγέλου αποσύρθηκε.
Το μακρύ ιστορικό των υποθέσεων έχει ως εξής.
Οι αιτητές και στις δύο υπό εκδίκαση προσφυγές μαζί με άλλους είχαν πετύχει την ακύρωση της πρώτης απόφασης της Αρχής ημερ. 22.5.1995. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση να παραγνωρισθούν ολότελα οι βαθμολογίες για το στοιχείο 8 που αφορούσε στη διευθυντική ικανότητα για το έτος 1994 για όλους τους υποψηφίους γιατί οι τρεις απ' αυτούς δεν βαθμολογήθηκαν, συνιστούσε διαγραφή υπαρκτών συγκριτικών στοιχείων. Επίσης ακυρώθηκε για το λόγο ότι η σύσταση του Διευθυντή έπασχε γιατί, μεταξύ άλλων, παραγνωρίστηκε η αρχαιότητα των αιτητών.
Στις 6.7.1998, κατόπιν επανεξέτασης του θέματος, η Αρχή αφού έλαβε υπόψη τη νέα σύσταση του Προϊσταμένου προήγαγε εκ νέου αναδρομικά τους ίδιους υποψηφίους.
Η δεύτερη αυτή απόφαση της Αρχής ακυρώθηκε επίσης από το Ανώτατο Δικαστήριο για το λόγο ότι τόσο κατά το χρόνο των διαβουλεύσεων όσο και το χρόνο λήψης της απόφασης το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένο. Συγκεκριμένα, παρευρισκόταν ο Γραμματέας η παρουσία του οποίου έστω και στην τήρηση των πρακτικών δεν προβλεπόταν ρητά από το Νόμο.
Στις 24.7.2001 η Αρχή προέβη σε επανεξέταση υπό το φως της νέας, πιο πάνω, ακύρωσης από το Ανώτατο Δικαστήριο και αποφάσισε την προαγωγή των Ε/Μ αναδρομικά από 22.5.1995.
Και η τρίτη αυτή απόφαση της Αρχής ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο (Βλέπε: Αγάπιος Αγαπίου κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Προσφυγές αρ. 721/01, 754/01, 755/01, 796/01 και 825/01, ημερ. 12.9.2003). Όσον αφορά τις προσφυγές 721/01 και 755/01 που αφορά τους αιτητές στην παρούσα διαδικασία η επίδικη απόφαση ακυρώθηκε γιατί παραγνωρίσθηκε η αρχαιότητα τους χωρίς αιτιολογία ως επίσης γιατί η Αρχή έδωσε βαρύτητα στα πρόσθετα προσόντα των Ε/Μ χωρίς να δώσει καμιά εξήγηση ως προς τη σχετικότητα τους προς τα καθήκοντα της επίδικης θέσης.
Στις 17.2.2004 το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής συνήλθε και πάλιν για την επανεξέταση του θέματος. Με την τέταρτη απόφαση της Αρχής προήχθηκαν πέντε υποψήφιοι μεταξύ των οποίων τα εναπομείναντα Ε/Μ στις δύο αυτές προσφυγές, δηλαδή τους Αντώνη Παπαϊωάννου (και στις δύο προσφυγές) και Χριστάκη Λαμπριανού (προσφυγή 471/04). Παραθέτω το κρίσιμο μέρος της επίδικης απόφασης όπως φαίνεται στα πρακτικά της Αρχής:-
«5.5.2. Αιτιολογώντας την απόφασή της και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε, η πλειοψηφία του Συμβουλίου ανέφερε ότι:
(α) Από πλευράς αξίας και οι πέντε έχουν εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις και συγκρινόμενοι με άλλους υποψηφίους δεν διαγράφονται διαφορές παρά μόνο οριακές και στις οποίες δεν θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα.
(β) Από πλευράς προσόντων και οι πέντε έχουν όλα τα προαπαιτούμενα προσόντα με βάση το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Οι κοι Ανδρέας Νικολάου, Αντώνης Παπαϊωάννου και Παναγιώτης Χατζηβασιλείου κατέχουν διπλώματα και πτυχία, που αν και δεν προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, ωστόσο συνεκτιμούνται με την ανάλογη βαρύτητα το καθένα εφόσον είναι συναφή με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, χωρίς να τους δίδεται όμως ιδιαίτερη βαρύτητα. Το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι ο κ. Α. Στυλιανού διαθέτει πτυχίο Α.Σ.Ο.Ε.Ε., για το οποίο μπορεί να του δοθεί σημασία στο βαθμό που αυτό είναι βοηθητικό στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Από τη στιγμή όμως που κάτι τέτοιο δεν προαπαιτείται με βάση το σχέδιο υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα, μικρή σημασία μπορεί να του δοθεί, που εξασθενεί έχοντας υπόψη την αρχαιότητα των τεσσάρων χρόνων που υστερεί, έναντι των πέντε επιλεγέντων. Το ίδιο ισχύει και για τον κο Γεώργιο Στυλιανού, ο οποίος διαθέτει "Master of Science in Economics".
Το ίδιο ισχύει και για την κα Γ. Σιηττή η οποία διαθέτει πτυχίο Οικονομικών, για την κα Κ. Αρέστη η οποία διαθέτει πτυχίο Α.Σ.Ο.Ε.Ε. Σε σχέση με τους κο Μ. Σπαθάρη, ο οποίος διαθέτει πτυχίο του Τμήματος Αγγλικών Σπουδών, κον Ε. Μαλλιώτη, ο οποίος διαθέτει πτυχίο Οικονομικών, κο Μ. Παρπαρίνο, ο οποίος διαθέτει πτυχίο Νομικής, κο Η. Σάββα, ο οποίος διαθέτει πτυχίο Αγγλικών Σπουδών και την κα Σ. Κυριάκου, η οποία διαθέτει πτυχίο Α.Σ.Ο.Ε.Ε. η διαφορά στην αρχαιότητα είναι ακόμα μεγαλύτερη και ανέρχεται σε 6 χρόνια.
Το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι η κα Μ. Γιάλλουρου διαθέτει πτυχίο HND Food Technology, το οποίο είναι άσχετο στην εκτέλεση των καθηκόντων της και επομένως δεν θα μπορούσε να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα. Εξάλλου υστερεί κατά 4 χρόνια σε αρχαιότητα.
Το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι ο κος Θ. Παπαδόπουλος διαθέτει πτυχίο Εθνικής Ακαδημίας Σωματικής Αγωγής, για το οποίο δεν μπορεί να του δοθεί σημασία αφού είναι άσχετο με τα καθήκοντα της θέσης. Εξάλλου υστερεί κατά 6 χρόνια σε αρχαιότητα.
Το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι ο κος Π. Λουκά διαθέτει πτυχίο του ΑΤΙ Ηλεκτρολογίας το οποίο είναι άσχετο με τα καθήκοντα της θέσης. Εξάλλου υστερεί κατά 6 χρόνια σε αρχαιότητα.
(γ) Σε σχέση με την αρχαιότητα, δεν υπάρχει κανένας υποψήφιος ο οποίος να υπερτερεί έναντί τους και συγκρινόμενοι με υποψήφιους που έχουν την ίδια αρχαιότητα διαπιστώνεται ότι δεν διαγράφονται διαφορές μεταξύ τους παρά μόνο οριακές, που δεν προσδίδουν υπεροχή στους υποψηφίους και στις οποίες δεν θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα.
5.6 Με βάση τα όσα προαναφέρονται το Συμβούλιο έκρινε κατά πλειοψηφία, ότι οι κοι Ανδρέας Νικολάου, Αντώνης Παπαϊωάννου, Παναγιώτης Χατζηβασιλείου, Χριστάκης Λαμπριανού και Κωνσταντίνος Χατζηαγαθαγγέλου ήταν οι πιο κατάλληλοι για προαγωγή στη θέση του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού και αποφάσισε να τους προαγάγει στην εν λόγω θέση με ισχύ από τις 22.5.1995.
Οι κοι Λ. Χριστοδούλου, Α. Μιχαηλίδης και Π. Λεωνίδου συμφώνησαν με την πλειοψηφία του Συμβουλίου σε σχέση με τους Α. Νικολάου, Α. Παπανικολάου, Π. Χατζηβασιλείου και Χρ. Λαμπριανού και διαφώνησαν μόνο ως προς τον κ. Κ. Χατζηαγαθαγγέλου και πρότειναν τον κ. Α. Αγαπίου ως καταλληλότερο για τη θέση αυτή.»
Προσφυγή αρ. 471/2004
Η ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στη γραπτή της αγόρευση ισχυρίζεται ότι η Αρχή επλανήθη ως προς το κριτήριο της αρχαιότητας. Στην επίδικη απόφαση, όπως αναφέρεται πιο πάνω, θεώρησε ότι κανένας υποψήφιος ούτε κατά συνέπεια και ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα των Ε/Μ. Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι υπερέχει σε αρχαιότητα κατά τον αρχικό διορισμό του. Συγκεκριμένα ο ίδιος είχε διοριστεί την 1.10.1997 στη μόνιμη θέση Λειτουργού 3ης Τάξης και προήχθη στη μόνιμη θέση Λιμενικού Λειτουργού 2ης Τάξης την 1.4.1979 όπως και τα Ε/Μ διορίστηκαν απ΄ ευθείας στην ίδια μόνιμη θέση. Συνεπώς, κατά τον αιτητή, έχει 18 μήνες αρχαιότητα έναντι των Ε/Μ κατά τον αρχικό διορισμό του.
Οι ισχυρισμοί αυτοί ελέγχονται ως ορθοί από τους φακέλους της υπόθεσης. Από έγγραφο του Γενικού Διευθυντή της Αρχής προς το Γενικό Γραμματέα της ΠΑΣΥΔΥ προκύπτει ότι η Αρχή θεωρούσε ότι ο αιτητής προηγείτο σε αρχαιότητα των Ε/Μ. Παραθέτω ολόκληρο το κείμενο της επιστολής:-
«Θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι, σύμφωνα με γνωμοδότηση που επήραμε από τον Νομικό Σύμβουλο της Αρχής, οι Λιμενικοί Λειτουργοί 2ης τάξης που υπηρετούσαν σ' αυτή την θέση την 1.4.1979 (περιλαμβανομένων των 3 Λιμενικών Λεμβοδηγών 2ης τάξης που επροήχθησαν σε θέση Λιμενικού Λειτουργού 2ης τάξης την 1.4.1979) προηγούνται σε αρχαιότητα των 8 ημερομίσθιων Λειτουργών Τελωνειακών Αποθηκών 2ης τάξης που εμεταφέρθηκαν και εδιορίστηκαν στην Αρχή την 1.4.1979, σε θέση Λιμενικού Λειτουργού 2ης τάξης.
2. Το πιο πάνω θέμα απορρέει από την τελευταία συνεδρία της Μικτής Επιτροπής που έγινε στις 5.6.1979.»
Από τα πιο πάνω προκύπτει πλάνη περί τα πράγματα. Η Αρχή θεώρησε ότι τα Ε/Μ ήταν είτε αρχαιότερα του αιτητή είτε ότι έχουν την ίδια αρχαιότητα. Αυτό προκύπτει από την επίδικη απόφαση. Η θέση αυτή είναι πεπλανημένη και ως εκ τούτου οδηγεί σε ακύρωση.
Προσφυγές 471/04 και 615/04
Παραπονούνται οι αιτητές καις τις δύο προσφυγές ότι παραγνωρίστηκε η υπέρτερη αξία τους που προβάλλει στις εμπιστευτικές εκθέσεις. Η Αρχή ως προς το κριτήριο αυτό αναφέρει ότι τα Ε/Μ έχουν εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις και οποιαδήποτε διαφορά με άλλους υποψηφίους είναι οριακή χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα.
Από τον έλεγχο των εμπιστευτικών εκθέσεων προκύπτει σχετική ισοδυναμία γιατί γενικά όλοι είναι εξαίρετοι. Είναι γεγονός ότι οι αιτητές υπερέχουν οριακά σε 1 ή 2 επί μέρους στοιχεία, τα οποία δεν αλλάζουν την εικόνα.
Τέλος οι αιτητές ισχυρίζονται παράβαση του δεδικασμένου που προέκυψε από την τελευταία χρονικά απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 12.9.2003. Είναι η θέση τους ότι η Αρχή έδωσε αόριστη αιτιολογία για υπεροχή των Ε/Μ σε προσόντα κατά παράβαση του δεδικασμένου.
Η Αρχή στην επίδικη απόφαση της κάμνει ευρεία αναφορά στο γεγονός ότι τα δύο Ε/Μ «κατέχουν διπλώματα και πτυχία» πέραν από τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας. Και προχωρεί να πει «αν και δεν προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, ωστόσο συνεκτιμούνται με την ανάλογη βαρύτητα το καθένα εφόσον είναι συναφή με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, χωρίς να τους δίδεται όμως ιδιαίτερη βαρύτητα». Η επίδικη απόφαση παραμένει στο πιο πάνω απόσπασμα χωρίς να προχωρήσει να δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία ούτε να αποφασίσει κατά πόσο τα διπλώματα και πτυχία των Ε/Μ είναι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης και ποιά τελική βαρύτητα έδωσε σ' αυτά κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. Η αναφορά της επίδικης απόφασης είναι εντελώς αόριστη και μετέωρη χωρίς καμιά αιτιολογία ή στοιχεία ούτως ώστε να υπάρξει από το Δικαστήριο ο αναγκαίος έλεγχος. Το Δικαστήριο δεν μπορεί πρωτογενώς να αξιολογήσει τα διπλώματα και τα πτυχία των Ε/Μ. Η περαιτέρω εισήγηση των αιτητών ότι υπήρξε στο θέμα και παράβαση του δεδικασμένου ευσταθεί. Στην τελευταία χρονικά απόφαση του Ανωτάτου δικαστηρίου Αγαπίου κ.ά., ημερ. 12.9.2003 (πιο πάνω) έχουν λεχθεί και τα εξής:-
«Η Αρχή, εξαίρει επίσης τη γνώση και την εμπειρία των ενδ. μερών κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στα ακαδημαϊκά προσόντα τους. Για το προσόν του ε.μ. έχει ήδη γίνει λόγος ανωτέρω. Τα αντίστοιχα προσόντα των ε.μ. 2 και 4 (απολυτήριο της σχολής Ραδιοτηλεγραφητών των Τεχνικών Σχολών Θεσσαλονίκης «Ο Λεύκιππος» και Diploma in Store-Keeping & Store Management και Diploma in Modern Management αντίστοιχα) θεωρώ πως δεν αποτελούσαν προσόντα στα οποία θα έπρεπε να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα εφόσον δεν προβλέπονταν ως πλεονέκτημα από το σχέδιο υπηρεσίας. Και εφόσον η Αρχή παρέλειψε να αιτιολογήσει την σχετικότητα τους με τα προαπαιτούμενα καθήκοντα της θέσης, το Δικαστήριο δεν μπορεί να αξιολογήσει πρωτογενώς αυτά τα πτυχία. Η άποψη της Αρχής ότι η κατοχή των εν λόγω προσόντων από τα ενδ. μέρη συνεπάγεται γνώση και εμπειρία στον ανώτατο βαθμό για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης έχρηζε περαιτέρω εξήγησης, δοθέντος ότι δεν επρόκειτο για προσόντα που συνιστούσαν πλεονέκτημα. Βλ. Δ. Πασχαλίδη ν. ΕΔΥ, Υπόθ. Αρ. 190/01, 14.8.02.
Η αοριστία της αιτιολογίας που δόθηκε από την Αρχή δεν επιτρέπει τον πλήρη και αποτελεσματικό αναθεωρητικό έλεγχο, ενώ καθιστά πιθανή την εμφιλοχώρηση πλάνης αναφορικά με τα προσόντα και την αξία των ενδιαφερομένων μερών.»
Από το πιο πάνω απόσπασμα προκύπτει ότι η Αρχή περιέπεσε σε παρόμοιο σφάλμα κατά παράβαση του δεδικασμένου. Η αοριστία της επίδικης απόφασης στο θέμα αυτό δικαιολογεί ενδεχόμενη πλάνη αναφορικά με τα προσόντα και την αξία των Ε/Μ.
Ενόψει των πιο πάνω και οι δύο προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα εναντίον της Αρχής Λιμένων Κύπρου.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ