ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Υπόθεση Αρ. 725/2004)

 

17  Μαρτίου, 2006

 

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

KAMRAN SHARAJEEL,

                                    Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.      ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.      ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

                                    Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

 

Σ. Δράκος, για τον Αιτητή.

Ν. Χαραλαμπίδου, για τους Καθ΄  ων η αίτηση.

- - - - - -

 


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής είναι Πακιστανός και ήλθε στην Κύπρο ως φοιτητής κολλεγίου στη Λάρνακα με προσωρινή  άδεια παραμονής μέχρι 30.10.04. Σύμφωνα με πληροφορίες που πήρε η Αστυνομία από την Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών ο αιτητής φερόταν αναμεμειγμένος στην  οργάνωση Al Quida. Ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («ο Διευθυντής»), ενεργώντας στη βάση των πιο πάνω πληροφοριών, εισηγήθηκε στον Υπουργό Εσωτερικών την ακύρωση της άδειας παραμονής του αιτητή και την καταχώρηση  του στον κατάλογο των ανεπιθύμητων στη Δημοκρατία προσώπων δυνάμει του άρθρου 6(1)(στ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ.105).

 

Στις 6.7.04 ο Υπουργός ανακάλεσε την άδεια παραμονής του αιτητή και  ο  Διευθυντής εξέδωσε διατάγματα κράτησης και απέλασής του. Ο αιτητής  ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή των καθ' ων η αίτηση και ακολούθως συνελήφθηκε και απελάθηκε στις 9.7.04 ως απαγορευμένος μετανάστης.

 

Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της ανάκλησης της προσωρινής άδειας παραμονής του αιτητή και των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η διοίκηση ενήργησε υπό καθεστώς νομικής πλάνης και εισηγείται πως ενόψει των πληροφοριών περί συμμετοχής του σε τρομοκρατική οργάνωση, μόνο τα άρθρα 6(1)(στ) ή 6(1)(γ) θα μπορούσε να τύχουν εφαρμογής. Είναι η θέση του αιτητή πως στην προκείμενη περίπτωση δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 6(1)(κ) του Νόμου γιατί φοιτούσε ανελλιπώς στο κολέγιο και ουδέποτε παραβίασε οποιοδήποτε όρο της μαθητικής άδειας παραμονής του.

 

Με βάση τις πληροφορίες που είχαν ληφθεί, ο αιτητής θεωρήθηκε ως ανεπιθύμητο πρόσωπο εντός της εννοίας του άρθρου 6(1)(στ) του νόμου προφανώς για λόγους που έχουν σχέση με την ασφάλεια του κράτους και των πολιτών και την πρόληψη διενέργειας τρομοκρατικών πράξεων στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η διοίκηση ενασκώντας το κυριαρχικό της δικαίωμα ακύρωσε την άδεια προσωρινής παραμονής του αιτητή ο οποίος αυτόματα κατέστη απαγορευμένος μετανάστης με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 6(1)(κ) του νόμου υποκείμενος πλέον σε απέλαση.

 

Η απόφαση που αφορά στην ανάκληση της προσωρινής άδειας παραμονής του αιτητή εμμέσως, πλην σαφώς, αποκαλύπτει το νομικό της έρεισμα αφού ο αιτητής χαρακτηρίζεται ως ανεπιθύμητος.

 

Η επίκληση των προνοιών του άρθρου 6(1)(κ) του νόμου στα επίδικα διατάγματα είναι ορθή και ουδόλως τεκμηριώνεται νομική πλάνη.

 

  Οταν μια διοικητική πράξη φέρει επάλληλες αιτιολογίες αρκεί η νομιμότητα μιας από αυτές για να υποστηρίξει την πράξη. (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας,1929-1959 έκδοση 1961, σελ. 267.)

 

Ο αιτητής παραπονείται ότι η κράτησή του ήταν παράνομη. Πρόκειται για ανεδαφικό ισχυρισμό γιατί στο φάκελο υπάρχει το σχετικό διάταγμα κράτησης του αιτητή το οποίο έχει εκδοθεί νομότυπα συμφώνως των προνοιών του άρθρου 15 του νόμου.

 

Οι αιτιάσεις του αιτητή που άπτονται της επάρκειας και αξιοπιστίας της έρευνας που διεξήχθη από τους καθ' ων η αίτηση, ανατρέπονται από την ακόλουθη αναφορά της Αστυνομίας στην επιστολή ημερ. 2.6.05:

 

«Κατά την πορεία των εξετάσεων διαφάνηκε ότι όλα τα προαναφερόμενα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένου και του φερόμενου ως αρχηγού τους, AKRAM MUHAMMAD, έκαναν πάμπολλες κλήσεις σε διάφορες χώρες στο εξωτερικό χωρίς να γνωσθεί η σχέση  τους με τα πρόσωπα που καλούσαν και τους καλούσαν. Στο φορητό τηλέφωνο δε συγκεκριμένου ύποπτου προσώπου, εντοπίστηκαν δύο γραπτά μηνύματα (SMS), το περιεχόμενο των οποίων θεωρείται σοβαρά ύποπτο, διότι αναφερόταν σε συμβολικού χαρακτήρα μήνυμα χωρίς να υπάρχει νόημα στο τι ήθελε να πει ο αποστολέας στον αποδέκτη, ήταν δηλαδή κρυπτογραφημένο.

 

Σύμφωνα δε με περαιτέρω πληροφορίες, τόσο ο AKRAM MUHAMMAD, όσο και όλοι οι άλλοι προαναφερόμενοι συμπατριώτες του, επισκέπτονταν συχνά τα κατεχόμενα και είχαν στενές σχέσεις με το Σεΐχη της Λεύκας ΝΑΖΙΜ, τον οποίο χαρακτήριζαν σαν μεγάλο θρησκευτικό ηγέτη και θεωρούνταν και οι ίδιοι όπως και αυτός ως φανατικοί Μουσουλμάνοι, με τάσεις σύγκρουσης με δυτικά συμφέροντα.

 

..................................................................................................................................................................................................................... ....................................................................................

 

Αφού αξιολογήθηκαν τα πιο πάνω ευρήματα και κινήσεις των εν λόγω υπόπτων που άλλαζαν συνεχώς διευθύνσεις και τόπο διαμονής, χωρίς να ενημερώνουν τις Κυπριακές Αρχές ζητήθηκε η απέλαση τους.»

 

 

 

Ενδεικτικό για τις ανακρίσεις και την έρευνα που διεξήχθη είναι και το Παράρτημα 3 στην ένσταση. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων εύλογα οδήγησε στην άποψη ότι ο αιτητής ήταν επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια. Οι καθ' ων η αίτηση δεν αμφισβήτησαν τη φοίτηση του ούτε ανακάλεσαν την άδεια του για νομικούς λόγους που αφορούν στην ιδιότητα του ως φοιτητή, αλλά για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Όταν δε η διοίκηση επικαλείται τέτοιους λόγους εσωτερικής δημόσιας τάξης και εθνικής ασφάλειας, η διακριτική της ευχέρεια να επιτρέψει η όχι την παραμονή αλλοδαπού είναι ακόμη πιο πλατειά. (Ivan Todorov v.  Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 109/00, ημερ. 14.12.00, Yuri Kolomoets ν. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 426/97, ημερ. 30.4.99). Διαπιστώνω ότι οι καθ΄ ων η αίτηση προχώρησαν στη λήψη των διοικητικών αποφάσεων ασκώντας την εξουσία τους καλόπιστα και χωρίς να παραβιάζονται με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του αιτητή όπως αυτά απορρέουν από τις Διεθνείς Συμβάσεις.

 

Ο αιτητής επίσης επικαλείται παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης καθώς και των δικαιωμάτων του άρθρου 1 του 7ου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ελευθεριών.   Το ίδιο προστατευτικό πλαίσιο ελάχιστων εγγυήσεων για τις διαδικασίες απέλασης θεσπίζει και το άρθρο 14 του Νόμου (όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 164(Ι)/01). Το εν λόγω άρθρο - 14(6)(α) προνοεί:

 

«(6)(α) Πληροφορείται γραπτώς σε γλώσσα κατανοητή από αυτό τους λόγους για την πιο πάνω απόφαση εκτός εάν λόγοι εθνικής ασφάλειας καθιστούν κάτι τέτοιο ανεπιθύμητο.  και, .......................»

 

 

 

 

Είναι προφανές από την αλληλογραφία που αντάλλαξαν οι καθ' ων η αίτηση ότι η περίπτωση του αιτητή αντιμετωπίστηκε ως επείγουσα και οι λόγοι αφορούσαν την εθνική ασφάλεια. (Βλ. σχετικά ερυθρό 40-44 στο φάκελο). Συνεπώς εφαρμόστηκε η εξαίρεση από τις ελάχιστες εγγυήσεις και οι καθ' ων η αίτηση έκριναν ανεπιθύμητο να ενημερώσουν τον αιτητή για τους λόγους απέλασης του. Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η απέλαση του ταυτόχρονα με την απέλαση  άλλων εννέα συμπατριωτών του συνιστά περίπτωση απαγορευμένης μαζικής απέλασης, δεν ευσταθεί. Οι καθ΄ ων η αίτηση με παρέπεμψαν στην υπόθεση Becker v. Denmarkppl. 7011/75, Yearbook XIX (1976), σελ. 416) όπου δόθηκε ένας έγκυρος ορισμός της έννοιας της «μαζικής απέλασης»:

 

«....... any measure of the competent authorities compelling aliens as a group to leave the country, except where such a measure is taken after and on the basis of a reasonable and objective examination of the particular cases of each individual alien of the group.»

 

 

Η έννοια προϋποθέτει απουσία οποιασδήποτε εξατομικευμένης και ξεχωριστής εξέτασης της κάθε περίπτωσης από την ομάδα των υπό απέλαση προσώπων. Στην υπό κρίση περίπτωση, οι πληροφορίες αφορούσαν μια ομάδα ομόθρησκων αλλοδαπών ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο αιτητής. Η  κάθε περίπτωση διερευνήθηκε ξεχωριστά με βάση τα δικά της πραγματικά περιστατικά και έγιναν ξεχωριστές ανακρίσεις. Υπό τις περιστάσεις θεωρώ πως δεν τίθεται θέμα μαζικής απέλασης κατά την έννοια του άρθρου 4, του 4ου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

 

Ο αιτητής εισηγείται την ακύρωση των αποφάσεων για τον επιπρόσθετο λόγο ότι δεν είναι αιτιολογημένες. Είναι νομολογημένο ότι στις υποθέσεις αυτές η αιτιολογία δεν είναι απαραίτητο να παρατίθεται στο σώμα της απόφασης αλλά μπορεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. (Τοdorov v. Δημοκρατίας, Υποθ. 109/00, 14.12.00, Στ.Ε υπόθ. αρ. 2879/89). Στην παρούσα υπόθεση οι λόγοι εθνικής ασφάλειας που καθιστούσαν τον αιτητή ανεπιθύμητο, όπως προκύπτουν από τον φάκελο, συνιστούν επαρκή αιτιολογία.

 

Κάτω από το πρίσμα των πιο πάνω, θεωρώ ότι κανένας από τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που πρόβαλε ο αιτητής αναφορικά με την παραβίαση των αρχών χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας δεν ευσταθούν.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται στο σύνολο τους.

 

 

                                                                                           Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο