ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Oνουφρίου Kίκης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 833
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Παπαγεωργίου Αγαθοκλής και Άλλοι ν. Ελεγκτικής ΥπηρεσίαςΣυνεργατικών Εταιρειών (2003) 3 ΑΑΔ 637
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2005) 4 ΑΑΔ 931
24 Νοεμβρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΧΑΡΙΤΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
2. ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ,
3. ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΟΥΡΒΑΣ,
Αιτητές,
v.
ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 693/2004)
Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Περιστάσεις της ακυρότητάς της στην κριθείσα περίπτωση.
Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αρχαιότητα ― Εσφαλμένος υπολογισμός της αρχαιότητας των υποψηφίων στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της κατ' επανεξέταση προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή των καθ' ων η αίτηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η εισήγηση των αιτητών ότι με τις πληροφορίες που ο Διευθυντής πήρε εν προκειμένω από τους οικείους υπευθύνους Τμημάτων παραβιάστηκε το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου δεν χρειάζεται να εξεταστεί. Τούτο διότι ούτως ή άλλως η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη Μοδίτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695 δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη σύσταση ο,τιδήποτε άλλο από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων.
2. Και ως προς τα όσα ο Διευθυντής εγκωμιαστικά ανέφερε για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, είναι πρόδηλη η πλημμέλεια στη σύσταση. Στην Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 431, που αφορούσε περίπτωση παρόμοια με την παρούσα, η Ολομέλεια υπέδειξε ότι τα όσα ο Διευθυντής αναφέρει κατά τη σύσταση σε σχέση με ένα υποψήφιο λειτουργούν συγκριτικά, αντανακλώντας στους άλλους για τους οποίους δεν εξειδικεύει ο,τιδήποτε. Παρέπεμψε δε στη Μοδίτη (ανωτέρω).
Εν προκειμένω ο Διευθυντής δεν εξειδίκευσε ο,τιδήποτε από τα στοιχεία των φακέλων που να εξηγούν τα όσα θεώρησε ότι δικαιολογούσαν τη σύστασή του υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου.
3. Τέλος ο Καν. 18 των περί Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 174/89, προβλέπει ότι η αρχαιότητα καθορίζεται με βάση τις διατάξεις που ισχύουν στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας. Με βάση αυτές, σε περίπτωση όπως εδώ ταυτόχρονου διορισμού στη συγκεκριμένη θέση, η αρχαιότητα κρίνεται σύμφωνα με την προηγούμενη αρχαιότητα. Στην προκείμενη περίπτωση εσφαλμένα η Επιτροπή περιόρισε την αναφορά της στην αρχαιότητα σε μόνο την υπηρεσία των υποψηφίων στην κατεχόμενη θέση με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίσει την αρχαιότητα των αιτητών με αναφορά στην προηγούμενη θέση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Παπαγεωργίου κ.ά. ν. Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών (2003) 3 Α.Α.Δ. 637,
Μοδίτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695,
Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1047/1997, ημερ. 21.3.2000,
Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 431.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Μ. Κωνσταντίνου για Α. Πασχαλίδης, για την Καθ' ης η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Σε διαδικασία προαγωγής για την πλήρωση μιας θέσης Ανώτερου Ελεγκτή (Κλ.Α.10), θέση προαγωγής, η Επιτροπή της Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών με την πρώτη απόφαση της, ημερ. 13 Μαρτίου 1996, επέλεξε τον υποψήφιο Χαράλαμπο Χαραλάμπους, ένα από οκτώ υποψηφίους που κατείχαν τη θέση Ελεγκτή Συνεργατικών Εταιρειών 1ης Τάξης (Κλ. Α8-9) και τον προήγαγε, με ισχύ από 1 Απριλίου 1997. Η απόφαση προσεβλήθη και εν τέλει, στις 23 Δεκεμβρίου 2003, ακυρώθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου: βλ. Παπαγεωργίου κ.ά. ν. Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών (2003) 3 Α.Α.Δ. 637. Κρίθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή συγκρουόταν μερικώς με τα στοιχεία των φακέλων. Η Επιτροπή προέβη σε επανεξέταση. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, ημερ. 29 Απριλίου 2004, προήχθη άλλος υποψήφιος, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Χαράλαμπος Χ''Χαραλάμπους.
Οι αιτητές, που επίσης ήταν υποψήφιοι για τη θέση, προβάλλουν ότι και πάλι υπήρξε πλημμέλεια στη σύσταση και ότι εν πάση περιπτώσει δεν λήφθηκε υπόψη η αρχαιότητα τους ούτε αιτιολογήθηκε η επιλογή.
Η σύσταση του Διευθυντή περιέχεται στο ακόλουθο μέρος των πρακτικών της προαναφερθείσας συνεδρίας:
«Ο Διευθυντής ανέφερε ότι αφού έλαβε υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις και τους Προσωπικούς Φακέλους των υποψηφίων που ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, καθώς επίσης και τις πληροφορίες από τους τότε οικείους υπεύθυνους Τμημάτων, οι οποίοι βρίσκονται σήμερα στην Υπηρεσία, έχει διαπιστώσει ότι ο υποψήφιος με α/α 10 Χαράλαμπος Χ''Χαραλάμπους, διαθέτει ήθος και ακεραιότητα χαρακτήρα, εργατικότητα και αποτελεσματικότητα, διεισδυτικότητα και ευθυκρισία και τον συστήνει για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή (Κλ. Α10).»
Κατά τους αιτητές ο Διευθυντής (α) δεν θα έπρεπε να είχε πάρει κατά την επανεξέταση πληροφορίες από τους υπεύθυνους Τμημάτων για τους υποψηφίους αφού έτσι πρόσθεσε στα στοιχεία του ουσιώδους χρόνου, δηλαδή του χρόνου της πρώτης εξέτασης· και (β) δεν εδικαιολογείτο να ξεχωρίσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για το «ήθος και ακεραιότητα χαρακτήρα, εργατικότητα και αποτελεσματικότητα, διεισδυτικότητα και ευθυκρισία» ενώ για κανένα από αυτούς δεν ανέφερε ο,τιδήποτε, ωσάν να υστερούσαν σε όλα αυτά.
Την άποψη ότι με τις πληροφορίες που ο Διευθυντής πήρε από τους οικείους υπευθύνους Τμημάτων παραβιάστηκε το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου δεν χρειάζεται να τη συζητήσω. Τούτο διότι ούτως ή άλλως η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη Μοδίτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695 δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη σύσταση ο,τιδήποτε άλλο από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Υποδείχθηκε (τη σελ. 719) ότι:
«... η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι.»
Αναφορικά με το πώς ο Διευθυντής οφείλει να προσεγγίσει το ζήτημα, η Πλήρης Ολομέλεια επικρότησε το ακόλουθο απόσπασμα από την Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας υπόθ. αρ. 1047/97, ημερ. 21 Μαρτίου 2000:
«Αν μέσα από τα βαθμολογημένα στοιχεία ο Διευθυντής διακρίνει διαφορά μεταξύ του ενός και του άλλου υποψηφίου σε κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο που αποκτά ιδιαίτερη, κατά την εκτίμηση του, σημασία ενόψει των όσων απαιτεί η νέα θέση, πρέπει να το εντοπίζει και να το εξηγεί για να φαίνεται γιατί προτίμησε τον ένα αντί τον άλλο. Χωρίς έτσι να μεταβάλλεται συγκριτικά η υπηρεσιακή αξία των υπαλλήλων από στοιχεία που φέρνει ο ίδιος ο Διευθυντής βάσει των όσων λέει ότι γνωρίζει προσωπικά ή ότι πληροφορήθηκε από άλλους. Με τη σύσταση υποδεικνύεται, όπου τα δεδομένα το επιτρέπουν, ποιος είναι ο καταλληλότερος για τη θέση. Από αυτή την άποψη και σε αυτό το βαθμό είναι που η σύσταση αποτελεί αυτοτελές, ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης.»
Ως προς τα όσα ο Διευθυντής εγκωμιαστικά ανέφερε για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, είναι πρόδηλη η πλημμέλεια στη σύσταση. Στην Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 431, που αφορούσε περίπτωση παρόμοια με την παρούσα, η Ολομέλεια υπέδειξε ότι τα όσα ο Διευθυντής αναφέρει κατά τη σύσταση σε σχέση με ένα υποψήφιο λειτουργούν συγκριτικά, αντανακλώντας στους άλλους για τους οποίους δεν εξειδικεύει ο,τιδήποτε. Παρέπεμψε δε στη Μοδίτη (ανωτέρω) όπου ο Κωνσταντινίδης, Δ., εκδίδοντας την απόφαση της πλειοψηφίας είπε και τα εξής:
«Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δεν συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833).»
Εν προκειμένω ο Διευθυντής δεν εξειδίκευσε ο,τιδήποτε από τα στοιχεία των φακέλων που να εξηγούν τα όσα θεώρησε ότι δικαιολογούσαν τη σύσταση του υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου.
Θεωρώ χρήσιμο να προσθέσω και δυο λόγια σε σχέση με το ζήτημα της αρχαιότητας. Ο Καν. 18 των περί Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 174/89, προβλέπει ότι η αρχαιότητα καθορίζεται με βάση τις διατάξεις που ισχύουν στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας. Με βάση αυτές, σε περίπτωση όπως εδώ ταυτόχρονου διορισμού στη συγκεκριμένη θέση, η αρχαιότητα κρίνεται σύμφωνα με την προηγούμενη αρχαιότητα: βλ. άρθρο 49(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90 και, για το προηγούμενο καθεστώς, το άρθρο 46(2) του Ν. 33/67. Στην προκείμενη περίπτωση εσφαλμένα η Επιτροπή περιόρισε την αναφορά της στην αρχαιότητα σε μόνο την υπηρεσία των υποψηφίων στην κατεχόμενη θέση με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίσει την αρχαιότητα των αιτητών με αναφορά στην προηγούμενη θέση. Δεν παρίσταται ανάγκη να επεκταθώ.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.