ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 4 ΑΑΔ 978

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Υπόθεση αρ. 528/2004

 

 

9 Δεκεμβρίου, 2005

 

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

PAVLOS PH. VARELLA TRADING CO. LTD.

Αιτήτρια,

 

- ν. -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ.

Καθών η αίτηση.

 

------------------

 

 Δ. Καλλής με Σ. Κώστα  για την αιτήτρια

Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση

 

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία (πιο κάτω "οι αιτητές») ζητά δήλωση του δικαστηρίου  ότι η απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 1/3/04 με την οποία επέβαλαν τελωνειακό δασμό ύψους £5.440, βασιζόμενοι στον κυβισμό του μεταχειρισμένου οχήματος που εισήξαν από την Ιαπωνία αντί στην τιμολογιακή αξία, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.

 

Γεγονότα

Οι αιτητές είναι εισαγωγείς και έμποροι μεταχειρισμένων αυτοκινήτων.  Για το σκοπό αυτό διαθέτουν δικούς τους εκθεσιακούς χώρους και εισάγουν δικά τους μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, κυρίως από την Ιαπωνία.  Κατά ή περί την 1/3/04 εκτελώνισαν από την Ιαπωνία το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο Μitsubishi Lancer με αρ. αμαξώματος CT9A-0001935, αρ. μηχανής 4663-CS9157 και κυβισμό 1995 cc.  Για το σκοπό αυτό οι αιτητές καταχώρησαν την 1/3/04 στο μηχανογραφημένο σύστημα του Τμήματος Τελωνείων ΘΗΣΕΑΣ, ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής προκειμένου να τελωνίσουν για εσωτερική κατανάλωση το προαναφερθέν αυτοκίνητο.  Σύμφωνα με τους καθών η αίτηση το ηλεκτρονικό πρόγραμμα που επεξεργάζεται δεδομένα για τον τελωνισμό αυτοκινήτων δίδει στον εισαγωγέα-εκτελωνιστή δυο επιλογές τελωνισμού: η μια επιλογή αφορά τον τελωνισμό με βάση την αξία του οχήματος και η άλλη επιλογή είναι προσαρμοσμένη στη βάση του κυβισμού του κινητήρα του οχήματος σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 2003 (Ν. 200(1)/2003).  Το επίδικο αυτοκίνητο αφίχθηκε στη Δημοκρατία με πλοίο στις 16/1/03 και ο εκτελωνιστής των αιτητών επέλεξε την βεβαίωση των φόρων στη βάση του κυβισμού του κινητήρα του οχήματος.  Στη συνέχεια η ηλεκτρονική διασάφηση ελέχθηκε από λειτουργό του Τμήματος Τελωνείων ο οποίος την αποδέχθηκε ως ορθή στις 2/3/04 και την ίδια ημέρα οι εισαγωγείς πλήρωσαν στο Τμήμα Τελωνείων τους βεβαιωθέντες δασμούς και φόρους και εκδόθηκε σχετική απόδειξη.

 

Το πιο πάνω αυτοκίνητο είναι μεταχειρισμένο και κατατάσσεται στη δασμολογική κατάταξη 870319000, και βαρύνεται με γενικό συντελεστή δασμού 10% όπως φαίνεται στο σχετικό πίνακα που ευρίσκεται στη σελ. 2693 του προαναφερθέντος νόμου, 200(1)/03.

 

Νομικοί λόγοι και εξέταση τούτων

Οι αιτητές στην αίτησή τους διατυπώνουν διάφορους νομικούς λόγους τους οποίους και αναπτύσσουν με τη γραπτή τους αγόρευση.  Αφού πρώτα απαντούν σε σχετική προδικαστική ένσταση των καθών η αίτηση, επί της ουσίας της προσφυγής διατυπώνουν τα ακόλουθα:

(α)  ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη,

(β) ότι η απόφαση παραβιάζει το άρθρο vii της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (General Agreement for Τariffs and Trade) γνωστής και ως Gatt, και

(γ) ότι η απόφαση παραβιάζει το άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Εφόσον υπάρχει προδικαστική ένσταση που αφορά το παραδεκτό της προσφυγής, κάτι που θα μπορούσε να εγερθεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, αφού είναι θέμα δημόσιας τάξης (βλ. Βαρνάβα Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 1027, Φλωρεντία Πετρίδου ν. Ε.Δ.Υ., Α.Ε. 3355 ημερ. 10/1/04 και Ιάσων Γιασουμής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 3399 ημερ. 14/2/05), αρχίζω την εξέταση της υπόθεσης από αυτό το λόγο.  Ήδη ανάφερα ότι η θέση των καθών η αίτηση είναι ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος (α) διότι οι ίδιοι επέλεξαν την μέθοδο υπολογισμού του φόρου κατανάλωσης και (β) διότι κατέβαλαν και τους σχετικούς δασμούς χωρίς επιφύλαξη ή διαμαρτυρία.

 

Από τα γεγονότα της υπόθεσης φαίνεται ότι η θέση των καθών η αίτηση ότι οι αιτητές πλήρωσαν τους δασμούς χωρίς διαμαρτυρία, δε φαίνεται να ευσταθεί.  Στη σχετική απόδειξη πληρωμής φαίνεται με σαφήνεια η σφραγίδα PAYMENT UNDER PROTEST, γεγονός που δείχνει ότι η πληρωμή των δασμών (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο φόρος κατανάλωσης) έγινε υπό διαμαρτυρία.  Περαιτέρω ούτε η θέση ότι οι αιτητές επέλεξαν οι ίδιοι τον υπολογισμό των δασμών με βάση τον κυβισμό, ευσταθεί.  Όπως ήταν η νομοθεσία κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή που ίσχυε ο νόμος 200(1)/03, και εφόσον το αυτοκίνητο εισάχθηκε μετά την 31/12/03, οι αιτητές δεν είχαν επιλογή.  Ο νόμος προέβλεπε για υπολογισμό των δασμών με βάση τον κυβισμό του οχήματος.  Επομένως η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.

 

Στρεφόμενος τώρα στην ουσία της υπόθεσης φαίνεται ότι ο μόνος τρόπος για να επιτύχει η παρούσα προσφυγή είναι να αποδειχθεί ότι η σχετική νομοθετική πρόνοια είναι αντισυνταγματική. 

 

Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω τον ισχυρισμό περί αντισυνταγματικότητας του Νόμου.  Ενόψει του τεκμηρίου συνταγματικότητας των νόμων το εν λόγω άρθρο του Ν. 200(1)/03, τεκμαίρεται συνταγματικό εκτός αν αυτός που το αμφισβητεί,  (εδώ οι αιτητές), αποδείξει το αντίθετο και μάλιστα στο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.  (Βλ. μεταξύ άλλων Αttorney General v. Imbrahim (1964) C.L.R. 195, σελ. 232, The Board for Registration of Archtitects and Civil Engineers v. Kyriakides (1996) 3 C.L.R. 650 sel. 654-655, Matsis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 245 σελ. 258, Republic v. Nishan Arakian a.o. (1972) 3 C.L.R. 294, Antoniades a.o v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641, Savvas Raftis & Co. Ltde. V. Municipality of Paphos (1982) 2 C.L.R. 1, σελ. 6, Alecos Constantinides v. Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 798, σελ. 807, Aloupas v. National Bank of Greece (1983) 1 C.L.R. 55, Nicos Mylonas v. Republic a.o. (1984) 3 C.L.R. 1094 σελ. 1103, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Meropi Michael Loizou v. Sewage Board of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122 σελ. 127 και πιο πρόσφατα Δημήτρης Πιτσιλλίδης κ.α. ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, υποθ. αρ. 79/02 κ.α. ημερ. 19/1/04 σελ. 15-16)

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παραβιάζεται το άρθρο 28 του Συντάγματος. Μελέτησα τα όσα ισχυρίζονται οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών για υποστήριξη της θέσης ότι παραβιάζεται το εν λόγω άρθρο.  Η μια εισήγηση τους είναι ότι, ενώ το άρθρο 8(1)(α) του Ν. 200(1)/03 διαλαμβάνει ότι ο φόρος κατανάλωσης στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα θα είναι με βάση τον κυβισμό τους, με το άρθρο 8(2)(α) και (β) προβλέπεται και υπολογισμός του φόρου κατανάλωσης για μεγάλη σειρά εισαγομένων εμπορευμάτων καθώς επίσης και για εμπορεύματα επιτόπιας παραγωγής ή κατασκευής, με βάση την τιμολογιακή ή δασμολογητέα αξία.

 

Ο πιο πάνω ισχυρισμός δε φαίνεται να ευσταθεί.  Για να υπάρχει παραβίαση του άρθρου 28 του Συντάγματος θα πρέπει η σύγκριση να γίνεται μεταξύ ομοίων γεγονότων.  Τα εμπορεύματα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 8(2)(α) και (β) δεν είναι της ίδιας φύσης με το επίδικο αντικείμενο, δηλαδή με αυτοκίνητο.  Σε θέματα φορολογικής φύσης και γενικά οικονομικής πολιτικής, η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης είναι ευρεία. (βλ. Antoniades & Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641).  Στην ίδια υπόθεση υποστηρίζεται και η άποψη ότι η παραβίαση του Συντάγματος πρέπει να είναι άμεση και όχι έμμεση.    Επομένως η θέση των αιτητών ότι το σχετικό άρθρο παραβιάζει την αρχή της ισότητας για το λόγο ότι το άρθρο 8(2)(α) και (β) μιλά για υπολογισμό των δασμών με βάση την αξία, δεν ευσταθεί.

 

Στην ίδια απόφαση, ότι δηλαδή το άρθρο 8(1)(α) δεν παραβιάζει το άρθρο 28 του Συντάγματος,  κατάληξαν ο Δικαστής Κραμβής στην υπόθεση Pavlos Ph. Varella Trading Co. Ltd. N. Κυπριακής Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 502/04 ημερ. 17/10/05, και ο Δικαστής Νικολάτος στην υπόθεση Pavlos Phani Varellas Trading Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας προσφ. αρ. 799/04 ημερ. 7/10/05 συμφωνώντας με δική μου απόφαση στην Pavlos Phani Varellas Trading Co. Limited. V. Κυπριακής Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 505/04 ημερ. 30/9/05.

 

Αυτό που πρόσεξα να προωθούν οι αιτητές στην παρούσα περίπτωση που δε φαίνεται να συζητήθηκε στις προαναφερθείσες υποθέσεις, είναι το εξής:  Οι ευπαίδευτοι συνήγοροί τους προώθησαν και τη θέση ότι η σχετική νομοθετική πρόνοια που καθορίζει το ποσοστό δασμού κατανάλωσης με βάση τον κυβισμό ενός μεταχειρισμένου οχήματος, παραβιάζει την αρχή της ισότητας σύμφωνα με νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ).  Αναφέρθηκαν στις υποθέσεις C375/95 ημερ. 23/10/97 μεταξύ Eπιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Ελληνικής Δημοκρατίας, C101/00 ημερ. 19/9/02  μεταξύ Tulliasiamies και Antti Siilin και C293/98 ημερ. 22/2/01 μεταξύ Ministrio Pblico και Pantnio Gomes Valene κατά Fazenda Pblica. 

 

Από τις πιο πάνω υποθέσεις του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πλησιέστερη προς τη δική μας περίπτωση θεωρώ  την τελευταία.  Ουσιαστικά αποφασίστηκαν τα εξής:

 

«2)  Το άρθρο 95, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ναι μεν επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να εφαρμόζει επί των εισαγομένων από άλλα κράτη μέλη μεταχειρισμένων οχημάτων σύστημα φορολογήσεως, κατά το οποίο η απόσβεση της πραγματικής αξίας των εν λόγω οχημάτων υπολογίζεται κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και κλιμάκων οριζομένων με νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη, αλλά μόνον υπό τον όρον ότι τα εν λόγω κριτήρια ή κλίμακες εγγυώνται ότι το ποσό του φόρου δεν υπερβαίνει - ούτε καν σε ορισμένες περιπτώσεις - το ποσό του καταλοίπου του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία των ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων οχημάτων που είναι ήδη εγγεγραμμένα στα μητρώα του οικείου κράτους.»

 

Από το πιο πάνω απόσπασμα και τα όσα έχουν λεχθεί στις δυο άλλες υποθέσεις που επικαλέστηκαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών αλλά και από το ίδιο το κείμενο του άρθρο 95(1) της Συνθήκης (άρθρο 90(1)) μετά από σχετική τροποποίηση), φαίνεται ότι τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 95 εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που η εισαγωγή ενός μεταχειρισμένου οχήματος γίνεται σε ένα κράτος μέλος από άλλο κράτος μέλος.  Εδώ η εισαγωγή του οχήματος δεν ήταν από κράτος μέλος.  Έτσι οι πρόνοιες του εν λόγω άρθρου και κατ' επέκταση η ερμηνεία που δόθηκε σ' αυτό από το ΔΕΚ στις προαναφερθείσες υποθέσεις, δεν τυγχάνουν εφαρμογής.  Όμως και αν ακόμη ετύγχαναν εφαρμογής τα όσα αποφασίστηκαν στις εν λόγω υποθέσεις, στη δική μας περίπτωση, δεν υπάρχει μαρτυρία ότι το ποσό του φόρου που επιβάλλεται στο εισαγόμενο όχημα σε σύγκριση με το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένος στην αξία ενός παρομοίου οχήματος στην εγχώρια αγορά, είναι περισσότερος.  Αναφορές στο ποσό αυτό που περιέχονται στην αγόρευση των ευπαιδεύτων συνηγόρων, δεν αποτελούν μαρτυρία στην οποία το δικαστήριο μπορεί να βασιστεί, ιδιαίτερα όταν εξετάζονται θέματα αντισυνταγματικότητας νόμου όπου ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει τους ισχυρισμούς του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, Επομένως καταλήγω ότι οι αιτητές δεν έχουν αποδείξει ότι το σχετικό άρθρο (άρθρο 8(1)(α) του Ν. 200(1)/03), είναι αντισυνταγματικό.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση παραβιάζει το άρθρο vii της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT), υιοθετώ το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστή Κραμβή στην προαναφερθείσα υπόθεση αρ. 502/04 ημερ. 17/10/05 με το οποίο συμφωνώ με αποτέλεσμα ο ισχυρισμός αυτός να μην ευσταθεί.

 

 

Τέλος μένει το θέμα κατά πόσον η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας.  Το τι αποτελεί επαρκή αιτιολογία εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.  Εδώ τα γεγονότα ήσαν τέτοια που υπάρχει η δέουσα αιτιολογία αφού το Δικαστήριο είναι σε θέση, με τα ενώπιον του γεγονότα, να παρακολουθήσει το σκεπτικό της διοίκησης και να ασκήσει δικαστικό έλεγχο για σκοπούς διακρίβωσης της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 272-273).  Τα γεγονότα, δηλαδή η φύση και ο κυβισμός του αυτοκινήτου, ο χρόνος εισαγωγής, ότι τούτο ήταν μεταχειρισμένο καθώς και η σχετική νομοθετική πρόνοια με βάση την οποία επιβλήθηκε ο φόρος κατανάλωσης (αντικείμενο της προσφυγής), αποτελούν κοινό έδαφος.  Η εισήγηση των αιτητών ήταν  απλώς ότι ο νόμος ήταν αντισυνταγματικός και το δικαστήριο ήδη απέρριψε τέτοια θέση.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν την υπόθεση τους.

 

Ως αποτέλεσμα η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.  Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

                                                                              Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο