ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Level Tachexcavs Ltd (Αρ. 1) (1995) 1 ΑΑΔ 1075
LOUCA ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 783
KARALIOTA ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 2053
Παύλου Σάββας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2003) 4 ΑΑΔ 637
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 782/2004)
5 Οκτωβρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Α. Σ. Αγγελλίδης, για τον Αιτητή.
Κυρ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (στο εξής «η Επιτροπή»), με την οποία μετατέθηκε από την πρεσβεία της Δημοκρατίας στη Χάγη, στο Υπουργείο Οικονομικών, από 15.12.2004.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη ουσιαστικά από το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι κυβερνητική και συνεπώς εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Συναινούντων των διαδίκων, έκρινα ότι θα ήταν πιο πρακτικό αν το συγκεκριμένο σημείο εκδικαζόταν πρώτο. Έτσι, και οι δύο πλευρές καταχώρησαν αγορεύσεις επί του συγκεκριμένου θέματος.
Ο αιτητής κατέχει τη θέση Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού και από το Νιόβρη του 1996 υπηρετεί στην πρεσβεία της Δημοκρατίας στη Χάγη, όπου ασκεί πέραν των διοικητικών και λογιστικών καθηκόντων του και χρέη προξένου.
Το Υπουργικό Συμβούλιο στις 4.6.2003, αποφάσισε όπως οι πρόνοιες των περί Εξωτερικής Υπηρεσίας (Ειδικές Διατάξεις) Κανονισμών του 1968 έως 2002, που ρυθμίζουν τη χρονική περίοδο παραμονής των μελών της εξωτερικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, τυγχάνουν, κατ΄ αναλογίαν, εφαρμογής και στην περίπτωση του μη διπλωματικού προσωπικού, που είναι αποσπασμένο στις διάφορες διπλωματικές αποστολές.
Μετά την ανταλλαγή αλληλογραφίας μεταξύ του Υπουργείου Εξωτερικών και του πρέσβη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Χάγη, η Επιτροπή αποφάσισε, στη συνεδρία της ημερ. 28.6.2004, τη μετάθεση του αιτητή στο Υπουργείο Οικονομικών στη Λευκωσία.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζει ότι η περίπτωση καλύπτεται από τα ΄Αρθρα 50.1 Α. και 54 του Συντάγματος. Σημειώνει ότι ο αιτητής παραδέχεται ότι ασκούσε και προξενικά καθήκοντα, γεγονός που τον τοποθετεί μέσα στα πλαίσια του ΄Αρθρου 50. Υποστηρίζει ακόμα ότι η απόφαση μετάθεσης από την Επιτροπή δεν μετατοπίζει την ευθύνη λήψης της απόφασης που ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο. Η Επιτροπή δεν είχε την ουσιαστική δυνατότητα απόρριψης ή μεταβολής της ήδη ληφθείσας από το Υπουργικό Συμβούλιο απόφασης, με την οποία τροχιοδρομήθηκε η μετάθεση και του αιτητή. Δεν ασκούσε, με άλλα λόγια, η Επιτροπή, πλήρη αρμοδιότητα ως αποφασίζον όργανο δυνάμει του άρθρου 48 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, Ν.1/90 . Η τοποθέτηση αυτή έχει εκφραστεί και στην υπόθεση Παύλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 573/2002, ημερ. 2.7.2003.
Με όλο το σεβασμό δεν συμφωνώ. Είναι φανερό από την επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής, ότι η εκτελεστική εξουσία υπέβαλε πρόταση για μετάθεση του αιτητή, για τους λόγους που εμφανίζονται στην πρόταση. Επίσης, στο πρακτικό της συνεδρίας της Επιτροπής, ημερ. 11.6.2004, όπου ουσιαστικά αποφασίστηκε η μετάθεση, αναφέρεται ότι η Επιτροπή, αφού εξέτασε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των παραστάσεων του αιτητή, των θέσεων της αρμόδιας αρχής, καθώς και των αναγκών της υπηρεσίας, αποφάσισε να τον μεταθέσει σύμφωνα με την πρόταση της αρμόδιας αρχής.
΄Ολα τα πιο πάνω δείχνουν ότι δεν πρόκειται περί δέσμιας απόφασης, αλλά απόφασης του αρμόδιου σώματος, ύστερα από εξέταση όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν υπάρχει σταθερό και γενικά αποδεκτό κριτήριο στη βάση του οποίου να μπορεί να διαπιστωθεί αν συγκεκριμένη πράξη είναι κυβερνητική ή όχι. ΄Οπως διαφαίνεται από τη νομολογία, κυβερνητικές πράξεις θεωρούνται η απόφαση για απονομή ή άρνηση χάριτος (Demetriou v. The Republic 3 RSCC 121), ο διορισμός του προέδρου και των μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Louca v. The President of the Republic (1983) 3 C.L.R. 783), o διορισμός του Αρχηγού ή Υπαρχηγού της Αστυνομίας (Stokkos v. The Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1411), ο διορισμός Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Level Tachexcavans Ltd (Αρ.1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1075). Στην απόφαση Karaliota v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2053, επισημάνθηκε και τονίστηκε η σύγχρονη τάση της νομολογίας του διοικητικού δικαίου για περιορισμό των κυβερνητικών πράξεων.
Στην Ελλάδα φαίνεται ότι διαμορφώθηκαν δύο κατηγορίες πράξεων που θεωρούνται ότι είναι κυβερνητικές και συνεπώς δεν εμπίπτουν στον ακυρωτικό έλεγχο. Οι πράξεις που αφορούν τις διεθνείς σχέσεις της ελληνικής πολιτείας και αυτές που αφορούν στις σχέσεις της εκτελεστικής προς τη νομοθετική εξουσία (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 231). Οι κυβερνητικές πράξεις δεν υπόκεινται στην αρχή της νομιμότητας διότι δεν ανήκουν κατά κυριολεξία στη διοίκηση και δεν αποτελούν πράξεις διοικητικές, μολονότι προέρχονται και αυτές από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας.
Ακόμα, ο Π. Δ. Δαγτόγλου στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση (1992), σελ. 22, αποδίδει πολιτικό χαρακτήρα στις πράξεις αυτές και γι΄αυτό, εξηγεί, αποκλείεται εκ προοιμίου ο δικαστικός έλεγχος.
Στην παρούσα περίπτωση, δεν έχουμε πράξη που αφορά τις διεθνείς σχέσεις της Δημοκρατίας. Σαφώς η απόφαση της Επιτροπής εμπίπτει στη σφαίρα διαχείρισης της διοικητικής λειτουργίας και όχι στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής (βλέπε Ιωαννίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 604/95, ημερ. 2.6.1997).
Εν όψει όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι κυβερνητική πράξη αλλά εκτελεστή διοικητική πράξη, που ελήφθη από την Επιτροπή. Συνεπώς, η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται και θα προχωρήσουμε στην εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης.
Φαίνεται ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή έχει ήδη στην αγόρευσή του ασχοληθεί και με τα εγειρόμενα θέματα ουσίας και συνεπώς θα πρέπει να δοθούν οδηγίες για την καταχώρηση από τον ευπαίδευτο συνήγορο των καθ΄ ων η αίτηση γραπτής αγόρευσης.
Η προσφυγή ορίζεται για οδηγίες στις 15.11.2005. Γραπτή αγόρευση για τους καθ΄ ων η αίτηση, ως ανωτέρω, να καταχωρηθεί εν τω μεταξύ.
Τα έξοδα θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα, αλλά, εν πάση περιπτώσει δεν θα είναι εναντίον του αιτητή.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ