ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 18/2004)

 

5 Oκτωβρίου, 2005

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΡΑΓΚΟΥ,

 

Αιτητής,

 

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ ων η αίτηση.

__________

 

Μ. Βορκάς, για τον Αιτητή.

Ρ. Παπαέτη-Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

_________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αιτητής αξιώνει την ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους Ντίνας Γεωργιάδου, στη μόνιμη θέση Μορφωτικού Λειτουργού, Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, από 3.11.2003, που έγινε σε συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), στις 15.9.2003.

 

Μετά τη δημοσίευση της θέσης  στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας διαβιβάστηκε από τον πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, έκθεση με προκαταρκτικό κατάλογο που περιείχε σε αλφαβητική σειρά τα ονόματα των οκτώ καταλληλότερων για διορισμό υποψηφίων.

 

Η Επιτροπή, στις 31.7.2003, προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου. Στον κατάλογο περιλαμβανόταν τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος, όσο και ο αιτητής. Για τον αιτητή, καθώς και τον Πέτρο Δυμιώτη, τον άλλο υποψήφιο ο οποίος τελικά διορίστηκε μαζί με το ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά εναντίον του διορισμού του οποίου δεν έγινε προσφυγή, υπήρξαν διαφωνίες από δύο μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, γιατί τα πτυχία τους δεν ενέπιπταν στις κατηγορίες των πανεπιστημιακών διπλωμάτων που ορίζονται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας. Η εισήγηση απορρίφθηκε από την πλειοψηψία η οποία έκρινε ότι τόσον ο Δυμιώτης, όσο και ο αιτητής, κατείχαν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.

 

Πλην των οκτώ που είχαν αρχικά προταθεί, η Επιτροπή, κατά τον καταρτισμό του τελικού καταλόγου, πρόσθεσε ακόμα μία υποψήφια. Περαιτέρω, αποφασίστηκε όπως οι εννιά υποψήφιοι κληθούν σε προφορική εξέταση σε συνεδρία στην οποία θα παρίστατο και η αναπληρώτρια Διευθύντρια Πολιτιστικών Υπηρεσιών.

 

Πράγματι, στη συνεδρία της με ημερ. 15.9.2003, η Επιτροπή δέχτηκε χωριστά σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, η αναπληρώτρια Διευθύντρια Πολιτιστικών Υπηρεσιών, αφού αξιολόγησε την απόδοσή τους, αποχώρησε. Η Επιτροπή στη συνέχεια, αξιολόγησε η ίδια την απόδοση των υποψηφίων, ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκρισή τους και τελικά επέλεξε για διορισμό, τον Πέτρο Δυμιώτη και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις. Κι΄ αυτό, γιατί, ο ίδιος είχε καταταγεί δεύτερος κατά την εξέταση που διεξήχθηκε, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος, μόλις τέταρτη.

 

Ο ισχυρισμός αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Πουθενά δεν φαίνεται ότι η Επιτροπή έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη συνέντευξη. Η απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις ήταν ένα από τα κριτήρια που έλαβε υπ΄ όψιν  της κατά τη διενέργεια των διορισμών. Θα πρέπει, εξ άλλου, να σημειωθεί ότι η διαφορά στη βαθμολογία μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους, δεν ήταν τέτοια που να προκαλεί ερωτηματικά. Απλώς, ο αιτητής υπερίσχυσε κατά ελάχιστες μονάδες. Μπορεί μάλιστα να λεχθεί ότι ο αιτητής υπερείχε οριακά στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατά 2.4 μονάδες και στη γραπτή εξέταση κατά 3.8 μονάδες, στις 100. Η γραπτή εξέταση που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή για διαπίστωση της απαιτούμενης γνώσης της ελληνικής γλώσσας δεν ήταν ανταγωνιστική, αλλά έγινε απλώς για να εξακριβωθεί κατά πόσο οι υποψήφιοι μπορούσαν να θεωρηθούν ότι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα, αφού το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας. (Για τη σημασία της προφορικής εξέτασης βλέπε Πούρος κ.α. ν. Χ" Στεφάνου κ.α. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).

 

΄Εχει επανειλημμένα λεχθεί ότι η ελαφρώς καλύτερη απόδοση υποψήφιου σε διαγωνισμό, δεν του προσδίδει και έκδηλη υπεροχή έναντι των άλλων, ώστε να δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση από το δικαστήριο (βλέπε Κορομίας ν. ΑΤΗΚ (1992) 4 Α.Α.Δ. 1363, Κοντογιάννη κ.α. ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2827, Γαβριήλ ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Υποθ. Αρ. 805/94, ημερ. 10.12.1996).

 

Επανερχόμενος στην υπεροχή την οποία ισχυρίζεται ότι διαθέτει ο αιτητής και τη σημασία που κατά τον ισχυρισμό του έδωσε η Επιτροπή στη συνέντευξη, θα ήθελα να σημειώσω ότι κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής ο αιτητής αξιολογήθηκε ως «πολύ καλός» ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως «εξαίρετη». Το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε επίσης από την αναπληρώτρια Διευθύντρια κατά την προφορική εξέταση ως «πάρα πολύ καλή», σε αντίθεση με τον αιτητή που αξιολογήθηκε ως «πολύ καλός».

 

Εξ άλλου, το ενδιαφερόμενο μέρος, σε αντίθεση με τον αιτητή, κατείχε το πλεονέκτημα μεταπτυχιακού προσόντος. ΄Εχει επανειλημμένα τονιστεί στη νομολογία ότι η κατοχή πρόσθετου προσόντος που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας, είναι παράγων ουσιώδους σημασίας για διορισμό ή προαγωγή σε δημόσια θέση, θα πρέπει δε να δίδεται ειδική αιτιολογία όταν κάτοχος του πλεονεκτήματος δεν επιλέγεται. Δηλαδή, για να χρησιμοποιήσω άλλη διατύπωση, το πλεονέκτημα δίδει σ΄ αυτόν που το κατέχει, προβάδισμα έναντι άλλων που δεν το κατέχουν (Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 643).

 

Σ΄ αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθούμε και σ΄ ένα άλλο λόγο που εγείρει ο αιτητής και ο οποίος έχει σχέση με το πλεονέκτημα. Υποστηρίζει ότι επειδή είναι κάτοχος πτυχίου «Master» κατείχε μεταπτυχιακό τίτλο και συνεπώς κατέχει και αυτός το πλεονέκτημα.

 

Ο αιτητής κατέχει βασικό ακαδημαϊκό προσόν στη Δημοσιογραφία από το Πανεπιστήμιο Patrice Lumumba  της Μόσχας, με το οποίο κρίθηκε ως προσοντούχος. Το σχέδιο υπηρεσίας, προϋποθέτει ως απαιτούμενο προσόν, πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο σε οποιοδήποτε κλάδο των ανθρωπιστικών σπουδών, όπως Φιλολογία, Ιστορία, Φιλοσοφία, Αρχαιολογία κλπ, με τη σημείωση ότι «ο όρος πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο». Ο αιτητής δεν διαθέτει άλλο δίπλωμα, πλην του βασικού. Γι΄αυτό και κρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι δεν κατείχε το πλεονέκτημα. Αντίθετα, το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει πτυχίο του Πανεπιστημίου του Sussex, με το οποίο κρίθηκε προσοντούχος βάσει του σχεδίου υπηρεσίας, αλλά κατέχει και μεταπτυχιακό του Goldsmiths University του Λονδίνου, το οποίο της πιστώθηκε ως πλεονέκτημα. Επιπλέον, κατέχει και δεύτερο δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Λυόν, που είναι πρόσθετο, μη απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας.

 

Ακόμα και στο θέμα της γνώσης ξένων γλωσσών φαίνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί του αιτητή ο οποίος κατέχει μόνο τη ρωσσική, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος, πέραν της αγγλικής με την οποία κρίθηκε προσοντούχος (το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί γνώση μιας τουλάχιστον ευρωπαϊκής γλώσσας), κατέχει και τη γαλλική.

 

Εν όψει των πιο πάνω, είναι φανερό ότι η Επιτροπή δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στις συνεντεύξεις, αλλά συνυπολόγισε το αποτέλεσμα μαζί με όλα τα άλλα στοιχεία και κατέληξε στην επιλογή της. Τίποτε δεν δείχνει πως η σχετική απόφαση είναι, για το λόγο που προβάλλει ο αιτητής, τρωτή.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ακόμα ότι η αναπληρώτρια Διευθύντρια δεν είχε αρμοδιότητα να παρευρίσκεται στις συνεντεύξεις, αλλά ούτε και να προβεί σε αναιτιολόγητη αξιολόγηση των υποψηφίων για την απόδοσή τους. Ούτε το επιχείρημα αυτό ευσταθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 33(10) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, όπως τροποποιήθηκε, η Επιτροπή, κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς, που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν. Η κρίση του προϊσταμένου για την απόδοση των υποψηφίων σε μια τέτοια εξέταση δεν αποτελεί ανεξάρτητο κριτήριο επιλογής, ούτε και απαιτείται αιτιολογία για την αξιολόγηση του προϊσταμένου αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Ακόμα, δεν απαιτείται ούτε και από την Επιτροπή να αιτιολογήσει τυχόν απόκλισή της από μια τέτοια αξιολόγηση στην οποία προβαίνει ο προϊστάμενος (βλέπε σχετικά Κολιός ν  Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420.  Βλέπε ακόμα Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23, 32).

 

Ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς και ως αποτέλεσμα η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο