ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Προσφυγή αρ. 818/2004
5 Σεπτεμβρίου, 2005
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Αιτητής,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΛΔ/3ΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΕΖΙΚΟΥ
Καθού η αίτηση.
------------------
Σ. Οικονομίδης, για τον αιτητή
Φ. Κωμοδρόμος, Νομικός Λειτουργός για το Γενικό Εισαγγελέα για τον καθού η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθού η αίτηση ημερ. 22/7/04 με την οποία τον έκρινε ένοχο πειθαρχικού παραπτώματος και τον τιμώρησε με τετραήμερη κράτηση είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
Ο αιτητής είναι μόνιμος Υπαξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας στο όπλο του πεζικού με το βαθμό του Επιλοχία. Κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε στο Λόχο Διοικήσεως του 3ου Συντάγματος Πεζικού (ΛΔ 3ου Σ.Π.) με καθήκοντα τη διαχείριση υλικού της μονάδας.
Ο καθού η αίτηση Διοικητής του 3ου ΛΔ ΣΠ. Με επιστολή του ημερ. 15/7/04 κάλεσε τον αιτητή σε διοικητική απολογία γιατί, όπως εκεί αναφέρει «από τα στοιχεία πρόχειρης εξέτασης προκύπτει πιθανή διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος Αμέλεια Καθήκοντος» κατά παράβαση του Καν. 3(α) δηλαδή «Ως Αξιωματικός Υπηρεσίας Λόχου στι2 15 του μηνός 05:50 Ιουλ. 04 παραλείψατε να ενασκήσετε τον απαιτούμενο έλεγχο με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της δυνάμεως οπλιτών του Λόχου να συλληφθεί από τον Δκτή του Λόχου να κοιμάται παραβιάζοντας έτσι το εγερτήριο και απουσιάζοντας αδικαιολόγητα από την πρωϊνή επιθεώρηση της Φρουράς, «μεταξύ αυτών που κοιμόντουσαν ήταν και ο σκοπός (04:00-06:00) σκοπός Νο5 ο οποίος είχε εγκαταλείψει τη θέση του χωρίς να αντικατασταθεί». Ο αιτητής απολογήθηκε με σχετική αναφορά του ημερ. 17/7/04 με την οποία δεν αποδέχθηκε την αποδοθείσα σ' αυτόν ευθύνη για τους λόγους που εκεί εξηγεί.
Ο καθού η αίτηση με απόφαση του ημερ. 22/7/04 έκρινε τον αιτητή ένοχο και τον τιμώρησε πειθαρχικά με 4ημερη κράτηση με αποτέλεσμα ο αιτητής να καταχωρήσει την παρούσα υπόθεση.
Τόσο στην αίτηση του όσο και στις γραπτές αγορεύσεις του ο αιτητής προβάλλει διάφορους νομικούς λόγους μεταξύ των οποίων (α) ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς οποιαδήποτε ή τη δέουσα έρευνα και (β) ότι η απόφαση έχει γενική και/ή αόριστη και/ή μη επαρκή αιτιολογία.
Από την ανάπτυξη των λόγων αυτών στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή, κρίνω ότι οι δυο λόγοι μπορούν να εξεταστούν μαζί, αφού αναπτύσσοντας τον πρώτο λόγο ο συνήγορος αναφέρεται και σε ισχυρισμούς που μάλλον αφορούν το θέμα αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, που είναι ο δεύτερος νομικός λόγους. Από άποψης νομολογίας στο θέμα του τι αποτελεί δέουσα έρευνα υπάρχει αρκετή. (βλ. μεταξύ άλλων Ανδρέας Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 74, Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών (1996) 3 Α.Α.Δ.503 και Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπουγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270).
Στην υπόθεση Ζάμπουγλου (πιο πάνω) στην οποία έκαναν αναφορά και οι δυο πλευρές, στις σελ. 275-276 διαβάζουμε τα ακόλουθα:
«Μέσα στα πλαίσια που διαγράφονται πιο πάνω, αποτελεί καθήκον του σώματος να προβαίνει στην αναγκαία έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων, υπό το πρίσμα των οποίων αποφασίζει. (Ίδε Photos Photiades and Co. v. The Republic (1964) C.L.R. 102)
H έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένες με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Πρέπι όμως να τονισθεί ότι η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα. (Ίδε Ευαγόρας Νικολαϊδης και Άλλοι ν. Δρα Μιχαλάκη Μηνά και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 321.)»
Είναι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου δικηγόρου του καθού η αίτηση ότι εδώ έχει γίνει η δέουσα έρευνα αφού τα γεγονότα στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση τα διαπίστωσε ο ίδιος ο καθού η αίτηση «ιδίοις όμασι», όπως το διατύπωσε.
Στην απολογία του ο αιτητής προβάλλει διάφορους λόγους/εξηγήσεις γιατί ο ίδιος δεν πρέπει να έχει ευθύνη. Ο Διοικητής επανήλθε με την επίδικη απόφαση όπου αναφέρει ότι (α) αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία που προκύπτουν από τη διενεργηθείσα πρόχειρη εξέταση και (β) αφού έκρινε τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο αιτητής ως αβάσιμους κατάληξε να τιμωρήσει αυτόν ως ανωτέρω αναφέρθηκε.
Ήταν κοινό έδαφος κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ότι δεν υπάρχει διοικητικός φάκελος στον οποίο να περιέχονται άλλα στοιχεία που θα βοηθήσουν στην εξέταση της υπόθεσης και ότι όλο το υλικό είναι στην αίτηση και ένσταση αντίστοιχα. Εξέτασα αυτά τα γεγονότα και έχω καταλήξει να δεχθώ την ορθότητα της θέσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή. Όπως και ο ίδιος ο Διοικητής αναφέρει τόσο στην αρχική του επιστολή με την οποία καλούσε σε απολογία τον αιτητή όοσο και στην τελική του απόφαση ημερ. 22/7/04, είχε διενεργηθεί μια πρόχειρη εξέταση κατά την οποία αρκετοί οπλίτες του λόγου εκοιμούντο. Ο αιτητής πρόβαλε κάποιους ισχυρισμούς αναφορικά με τις δικές του προσπάθειες, τους οποίους όμως ο Διοικητής απλώς ανάφερε ότι τους έκρινε αβάσιμους. Χωρίς όμως να εξηγήσει γιατί. Για παράδειγμα αν οι ισχυρισμοί του αιτητή περί των οδηγιών που είχε δώσει και των προσπαθειών να ξυπνήσουν οι οπλίτες ήσαν ψευδείς. Δε φαίνεται πώς έχουν τύχει εξέτασης οι ισχυρισμοί του αιτητή ούτε και περιέχεται στην τελική απόφαση οποιαδήποτε αιτιολογία γιατί κρίθηκαν αβάσιμοι. Επομένως η επίδικη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση τόσο με βάση την έλλειψη δέουσας έρευνας όσο και λόγω έλλειψης αιτιολογίας.
Ως αποτέλεσμα η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς