ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Kυπριακή Δημοκρατία ν. Mαρίας Λοΐζου (2000) 3 ΑΑΔ 283
Πούρος Πανίκος και Άλλοι ν. Άννας Μαρίας Χατζηστεφάνου και Άλλων (2001) 3 ΑΑΔ 374
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 130/2003)
11 Αυγούστου, 2005
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΥΡΟΚΟΡΔΑΤΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
2. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ρ. Σιάλαρου, για τον Αιτητή.
Ε. Λοϊζίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α. Σοφοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Μιχάλης Μαυροκορδάτος (ο αιτητής) αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η Επιτροπή), σύμφωνα με την οποία ο Γιαννάκης Κουμίδης (το ενδιαφερόμενο μέρος) προήχθη στη θέση του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης.
(α) Τα γεγονότα.
Την επίδικη προκηρυχθείσα θέση του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης με ειδικότητα στη Γεωγραφία διεκδίκησαν μόνο ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος. Η Συμβουλευτική Επιτροπή μετά την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας και της αξίας των υποψηφίων, εξέτασε τα προσόντα των υποψηφίων και αφού έκρινε ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος διέθεταν επιπρόσθετα προσόντα, παραχώρησε στον πρώτο 3 μονάδες (Master) και στο δεύτερο 5 μονάδες (Ph.D.). Με βάση την πιο πάνω αριθμητική αποτίμηση η Συμβουλευτική Επιτροπή κατάρτισε τον κατάλογο των προτεινόμενων για προαγωγή στην επίδικη θέση, που περιλάμβανε μόνο τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος. Σύμφωνα με τη βαθμολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής αποδόθηκαν 194,74 μονάδες στον αιτητή και 192,91 μονάδες στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Ακολούθως η Επιτροπή, αφού απέρριψε την ένσταση του αιτητή αναφορικά με τις μονάδες αρχαιότητας που του παραχωρήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, κατάρτισε τον κατάλογο των υποψηφίων που περιλάμβανε μόνο τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Στην προφορική συνέντευξη των υποψηφίων που επακολούθησε παρευρέθηκε και ο κ. Μ. Ευτύχης, Επιθεωρητής Μέσης Εκπαίδευσης, ως εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης. Ο κ. Ευτύχης μετά τις συνεντεύξεις παρέθεσε τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές με βάση το άρθρο 35Β(9) του Νόμου, παραχωρώντας μονάδες για το κάθε ένα από τα κριτήρια που είχαν τεθεί από την Επιτροπή. Μετά την αποχώρηση του εκπροσώπου του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης η Επιτροπή αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις με βάση τα προκαθορισμένα κριτήρια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 35Β(10)(β) του Νόμου. Ο αιτητής αξιολογήθηκε με το γενικό χαρακτηρισμό "Σχεδόν Καλά" λαμβάνοντας 1,00 μονάδα, ενώ στο ενδιαφερόμενο μέρος δόθηκε ο γενικός χαρακτηρισμός "Πάρα Πολύ Καλά" και 3,50 μονάδες. Στη συνέχεια η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τις μονάδες που κατανεμήθηκαν σε κάθε υποψήφιο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και τις μονάδες που δόθηκαν από την ίδια κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων στη συνέντευξη, προέβη στην αύξηση των μονάδων των υποψηφίων ως ακολούθως: Μ. Μαυροκορδάτος (αιτητής) 194,74 + 1,00 = 195,74 και Γ. Κουμίδης (ενδιαφερόμενο μέρος) 192,91 + 3,50 = 196,41. Με βάση τα πιο πάνω η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στην επίδικη θέση στο ενδιαφερόμενο μέρος "που συγκεντρώνει τις περισσότερες μονάδες".
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Με την παρούσα προσφυγή η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί
(i) Υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και απουσία πρακτικών,
(ii) Ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης δεν σχολίασε τις εντυπώσεις που απεκόμισε από τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά,
(iii) Παραγνωρίστηκε η αρχαιότητα του αιτητή, και
(iv) Δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την αριθμητική αποτίμηση της αξίας σε μονάδες όλες οι αξιολογήσεις του ενδιαφερόμενου μέρους.
(i) Έλλειψη αιτιολογίας και πρακτικών.
Έχει υποβληθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο του αιτητή ότι τα πρακτικά της Επιτροπής της κρίσιμης συνεδρίας της 25/11/2002 είναι ελλιπή γιατί δεν περιλάμβαναν τόσο τις ερωτήσεις που υποβλήθηκαν όσο και τις απαντήσεις και έτσι η τελική επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους καθίσταται αναιτιολόγητη.
Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όπως ορθά επισημαίνεται από την ευπαίδευτη συνήγορο της Επιτροπής, η νομολογία δεν απαιτεί την καταγραφή των ερωτήσεων που υποβάλλονται. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Πούρος ν. Χατζηστεφάνου (2001) 3 ΑΑΔ 374, 388,
"Μας φαίνεται πως η νομολογία δεν δικαιολογεί την άποψη ότι πρέπει να καταγράφεται το περιεχόμενο (δηλαδή ερωτήσεις-απαντήσεις) της προφορικής εξέτασης. Ο νόμος απαιτεί ρητή αιτιολογία της γενικής εντύπωσης. Η νομολογία εξηγεί τί είναι που συνιστά μια τέτοια αιτιολογία και τί όχι. Υποδεικνύεται ότι πρέπει να δίνονται οι λόγοι για τη γενική εντύπωση. Που σημαίνει, όπως τέθηκε στην Ευθυμíου (ανωτέρω), τον "προσδιορισμό των γεγονότων, στοιχείων και παρατηρήσεων" που τη δικαιολογούν. Και, βέβαια, όπως επίσης λέχθηκε στην Ευθυμíου (ανωτέρω), "το αντικείμενο της αξιολόγησης είναι οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται και η διάρθρωσή τους" αλλά αυτό δεν σημαίνει πως χρειάζεται να καταγράφεται το περιεχόμενο της εξέτασης ως το υπόβαθρο της αιτιολογίας ώστε να μπορεί το ίδιο το Δικαστήριο να σχηματίσει γνώμη για την αξιολόγηση. Εκείνο που η νομολογία απαιτεί είναι τη μεταφορά, με καταγραφή στο πρακτικό, των όσων το σώμα που διενήργησε την προφορική εξέταση απεκόμισε για τον κάθε υποψήφιο. Είναι σ' αυτό αναγκαία η συγκεκριμενοποίηση των κατά την αντίληψη του σώματος γεγονότων, στοιχείων και παρατηρήσεων που προέκυψαν από την προφορική εξέταση και που εξηγούν τη γενική εντύπωση. Η καταγραφή αυτούσιας της κάθε προφορικής συνέντευξης θα χρειαζόταν μόνο αν η απαίτηση για αιτιολογία εκτεινόταν πέραν της γενικής εντύπωσης ώστε να καλύπτει και τα όσα το σώμα που διενήργησε την προφορική συνέντευξη θεώρησε, από άποψης βαθμολόγησης, πως συνέθεταν τα επί μέρους, τα οποία μεταφέρονται για να δικαιολογήσουν τη γενική εντύπωση. Αυτό όμως ούτε ο νόμος ούτε η νομολογία το απαιτούν."
Στην παρούσα περίπτωση η γενική εντύπωση των μελών της Επιτροπής καταγράφεται με σαφήνεια στα σχετικά πρακτικά, από τα οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τα πιο κάτω:
"4. Μετά την αποχώρηση του κου Μ. Ευτύχη, η Επιτροπή προβαίνει στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις, με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στη νομοθεσία (βλ. άρθρο 35Β(10)(β)).
Μαυροκορδάτος Μιχάλης (ΠΜΠ. 8978)
i. Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα: (0,20 μονάδες)
Έχει σχεδόν καλή παιδαγωγική ενημέρωση γύρω από τις σύγχρονες τάσεις στη διδασκαλία της Γεωγραφίας, περιοριζόμενος σε απλή επισήμανση μεμονωμένων και εν πολλοίς άσχετων ιδεών. Αγνοούσε επίσης τις υπάρχουσες θεωρίες γύρω από το διευθυντικό μοντέλο της «Διοίκησης Ολικής Ποιότητας».
ii. Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης: (0,20 μονάδες)
Γνωρίζει σχεδόν καλά τα καθήκοντα της θέσης του Βοηθού Διευθυντή όσον αφορά την προώθηση της κριτικής σκέψης, υστέρησε ωστόσο στην ιεράρχηση των στόχων και στην περιγραφή συγκεκριμένων ενεργειών στις οποίες θα προβεί.
iii. Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων: (0,20 μονάδες)
Τοποθετείται επιφανειακά και αόριστα στο πρόβλημα των συχνών απουσιών συγκεκριμένων καθηγητών, αναφέροντας κάποιες γενικές και εμπειρικές απόψεις, χωρίς κριτική ανάλυση των επιμέρους πτυχών του προβλήματος και υποβολή συγκεκριμένων εισηγήσεων για αντιμετώπισή του.
iv. Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων: (0,10 μονάδες)
Έχει μέτριο βαθμό επικοινωνίας λόγω αρκετών δυσκολιών στην κατανόηση των ερωτήσεων και στη διατύπωση σαφών και καίριων απαντήσεων.
v. Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία): (0,10 μονάδες)
Δεν φάνηκε άνθρωπος με σαφείς και συγκροτημένες θέσεις για τα υπό συζήτηση θέματα.
vi.Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια): (0,20 μονάδες)
Χειρίζεται τη γλώσσα με αρκετές δυσκολίες στην ορθοφωνία και την απρόσκοπτη ροή της έκφρασης.
Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν καλά (1,00)
Κουμίδης Γιαννάκης (ΠΜΠ. 8294)
i. Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα: (0,70 μονάδες)
Έχει πάρα πολύ καλή παιδαγωγική ενημέρωση γύρω από τις σύγχρονες τάσεις στη διδασκαλία του μαθήματος, επισημαίνοντας τις σπουδαιότερες αλλαγές που έχουν σημειωθεί. Είναι επίσης πάρα πολύ καλά ενημερωμένος γύρω από το θέμα της «Διοίκησης Ολικής Ποιότητας».
ii. Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης: (0,70 μονάδες)
Έχει πάρα πολύ καλή αντίληψη των καθηκόντων της θέσης κυρίως όσον αφορά το θέμα της προώθησης βαθμολογικής πολιτικής στο σχολείο για το οποίο περιέγραψε με αρκετή σαφήνεια συγκεκριμένο σχέδιο δράσης.
iii. Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων: (0,70 μονάδες)
Αντιλαμβάνεται πάρα πολύ καλά το πρόβλημα των συχνών απουσιών καθηγητών, επισημαίνοντας και προσεγγίζοντας κριτικά αρκετές από τις πτυχές του και προβαίνοντας σε ορισμένες εναλλακτικές λύσεις.
iv. Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων: (0,60 μονάδες)
Έχει πολύ καλό βαθμό επικοινωνίας με σαφείς απόψεις και επικέντρωση των απαντήσεων στις ερωτήσεις με κάποιες ωστόσο αδυναμίες στην ολοκλήρωση και τεκμηρίωση των απόψεων του.
v. Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία): (0,40 μονάδες)
Φαίνεται άνθρωπος με ευαισθησίες, ενθουσιασμό αλλά και με αρκετή σιγουριά για τις απόψεις του, ενώ η παρουσία του ήταν πάρα πολύ καλή.
vi.Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια): (0,40 μονάδες)
Ο χειρισμός της γλώσσας ήταν πάρα πολύ καλός, με μικρές αδυναμίες στην ανάπτυξη συνεχούς ροής στην έκφραση.
Γενικός χαρακτηρισμός: Πάρα πολύ καλά (3,50)"
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η γενική εντύπωση των μελών της Επιτροπής είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Συνακόλουθα η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(ii) Ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης δεν αιτιολόγησε τις εντυπώσεις που αποκόμισε από τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης, ο οποίος παρίστατο στις συνεντεύξεις και αξιολόγησε τους υποψηφίους, δεν προέβη σε περιγραφική ανάλυση των εντυπώσεων που αποκόμισε από τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά και ότι ουσιαστικά δεν διατύπωσε τις κρίσεις του γι' αυτούς. Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το άρθρο 35(Β)(9) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
"(9) Στη συνέχεια η Επιτροπή, καλεί τους υποψηφίους οι οποίοι περιέχονται στους τελικούς καταλόγους σε προσωπική συνέντευξη:
Εννοείται ότι κατά τις συνεντεύξεις μπορεί να παρευρίσκεται ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας ή ο Διευθυντής του οικείου Τμήματος ή εκπρόσωπός τους και να εκφέρει τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές."
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολογημένες κρίσεις του εκπροσώπου του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης ούτε και "περιγραφική ανάλυση" των εντυπώσεων που αποκόμισε από τις συνεντεύξεις. Στην παρούσα περίπτωση ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης εξέφρασε τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, αξιολογώντας τους με κατανομή μονάδων στα έξη προκαθορισμένα κριτήρια του άρθρου 35Β(10) του Νόμου (δηλαδή στην ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα, στην κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης, στην κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων, στην αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων, στην προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία) και στη γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια).
Στον αιτητή αποδόθηκαν συνολικά 1,00 μονάδες και στο ενδιαφερόμενο μέρος 3,00. Η κρίση του εκπροσώπου του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης ήταν ότι ο αιτητής είχε "σχεδόν πολύ καλή απόδοση" και το ενδιαφερόμενο μέρος είχε "πολύ καλή απόδοση".
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ο εκπρόσωπος του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης εξέφρασε τις κρίσεις του μέσα σε νόμιμα πλαίσια και συνακόλουθα η σχετική εισήγηση του αιτητή απορρίπτεται.
(iii) Παραγνώριση της αρχαιότητας του αιτητή.
Έχει επίσης υποβληθεί ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί έχει παραγνωρισθεί η "συντριπτική" αρχαιότητα του αιτητή. Σημειώνεται ότι ο αιτητής διορίσθηκε στη θέση Καθηγητή την 1/9/1992, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος την 1/9/1989. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού εξέτασε το θέμα της αρχαιότητας μέσα στα πλαίσια των προνοιών του άρθρου 35Β(4) του Νόμου, προέβη σε αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητάς τους παραχωρώντας στον αιτητή 22,08 μονάδες αρχαιότητας έναντι 12,91 που δόθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος. Η ένσταση που υπέβαλε στη συνέχεια ο αιτητής, υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να του πιστωθούν περισσότερες μονάδες, απορρίφθηκε από την Επιτροπή η οποία αφού διεξήγαγε τη δική της έρευνα του προσωπικού φακέλου του αιτητή, διαπίστωσε ότι ο αριθμός των μονάδων αρχαιότητας που του παραχωρήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ήταν ορθός. Με την εισήγηση του για τη συντριπτική υπεροχή του σε αρχαιότητα χωρίς την εξειδίκευση των στοιχείων τα οποία έπρεπε να ληφθούν υπόψη και παραγνωρίστηκαν, ο αιτητής επανέρχεται προφανώς στο αβάσιμο αίτημα του για την αύξηση των μονάδων που του παραχωρήθηκαν.
Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(iv) Παράλειψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής να λάβει υπόψη το σύνολο των αξιολογήσεων του ενδιαφερόμενου μέρους κατά την αριθμητική αποτίμηση της αξίας των υποψηφίων.
Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι κατά την αριθμητική αποτίμηση της αξίας των υποψηφίων λήφθηκε υπόψη μόνο μία αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους, κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 35Β4(α) η οποία προβλέπει ότι για την αριθμητική αποτίμηση της αξίας σε μονάδες λαμβάνεται υπόψη
"το σύνολο των μονάδων που προκύπτει από την πρόσθεση του τετραπλάσιου του μέσου όρου των τελευταίων δύο βαθμολογιών και του μέσου όρου της συνολικής βαθμολογίας των τελευταίων δέκα ετών υπηρεσίας στη θέση ή, προκειμένου για υποψηφίους με υπηρεσία λιγότερη από δέκα έτη στη θέση, του μέσου όρου της συνολικής βαθμολογίας στη θέση."
Απορρίπτοντας την πιο πάνω θέση η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση υποστήριξε ότι οι αξιολογήσεις έγιναν νόμιμα και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 17 των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρηση και Αξιολόγηση) Κανονισμών του 1976 (Κ.Δ.Π. 223/76) ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:
"17.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού 18, δι' έκαστον εκπαιδευτικόν λειτουργόν συντάσσεται ειδική έκθεσις, επί τύπου εγκρινομένου υπό της αρμοδίας αρχής, τουλάχιστον ανά διετίαν, αρχής γινομένης από του σχολικού έτους το οποίον προηγείται αμέσως εκείνου εντός του οποίου ούτος συμπληροί την εκπαιδευτικήν υπηρεσίαν ήτις απαιτείται εις τα οικεία σχέδια υπηρεσίας δια προαγωγήν εις την θέσιν Βοηθού Διευθυντού Σχολείων. Η έκθεσις συντάσσεται υπό ομάδος επιθεωρητών ως ήθελεν ορίσει ο οικείος Γενικός Επιθεωρητής, τη εγκρίσει του οικείου Τμηματάρχου, εις ην περιλαμβάνεται ο οικείος επιθεωρητής και, ει δυνατόν, ο προηγηθείς τούτου οικείος επιθεωρητής:
......................................................................................................."
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την αποτίμηση της αξίας σε μονάδες έλαβε υπόψη τους μέσους όρους των δύο τελευταίων βαθμολογιών, τους οποίους τετραπλασίασε και αφού πρόσθεσε τους μέσους όρους των βαθμολογιών των δέκα τελευταίων ετών στη θέση, πίστωσε τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος με 169,66 και 175 μονάδες αξίας αντίστοιχα. Όπως προκύπτει από τις νομοθετικές διατάξεις και τη σχετική νομολογία, στην αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δεν αντιπροσωπεύονται όλα τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους. Η Επιτροπή έχει σε κάθε περίπτωση, ασκώντας την εξουσία της δυνάμει του άρθρου 35Β(10) του Νόμου, την υποχρέωση να ερευνήσει η ίδια τους φακέλους για να καταλήξει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Λοϊζου (2000) 3 ΑΑΔ 283, 292,
"Το γεγονός ότι κατά τη σύνταξη των ειδικών εκθέσεων, σύμφωνα με τον Κανονισμό 18 των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρησις και Αξιολόγησις) Κανονισμών του 1976, οι οικείοι επιθεωρητές ή ομάδες επιθεωρητών έλαβαν υπόψη τις συνήθεις εκθέσεις που έγιναν από το 1984 μέχρι το 1995, όπως επίσης και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων εκθέσεων και επιθεωρήσεων των υποψηφίων, δεν εξυπακούει κατ' ανάγκη ότι στην αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αντιπροσωπεύθηκαν επαρκώς όλα τα στοιχεία των συνήθων εκθέσεων και των φακέλων, κατά τρόπο, μάλιστα, που να απαλλάττει την Επιτροπή από την υποχρέωση να διεξέλθει εξ υπαρχής όλες τις συνήθεις εκθέσεις και όλους τους φακέλους προκειμένου να διαμορφώσει πλήρη και ολοκληρωμένη εικόνα για τον κάθε υποψήφιο."
Από τα σχετικά πρακτικά φαίνεται ότι η Επιτροπή αφού εξέτασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μελέτησε και η ίδια "όλα τα στοιχεία και έγγραφα που υπήρχαν στο φάκελο του κάθε υποψήφιου". Έπεται ότι η εισήγηση του αιτητή ότι δεν συνυπολογίσθηκαν αξιολογήσεις που πιθανόν να μετέβαλλαν το ισοζύγιο μονάδων της αξίας, κρίνεται ως ανεδαφική.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ