ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 4 ΑΑΔ 576
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 789/2003)
13 Ιουλίου, 2005
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΕΛΕΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΟΡΙΣΣΩ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΈΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Μ. Παπαπέτρου, για την Αιτήτρια.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Δ. Μέρτακκα (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή της ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 3735, ημερομηνίας 11.07.2003 και με την οποία προήχθη ο Πόλυς Μιχαηλίδης στη μόνιμη θέση Πρώτου Γεωλογικού Λειτουργού, Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης από 1.7.2003 αντί και/ή στη θέση της αιτήτριας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Κατόπιν πρότασης της αρμοδίας αρχής η καθ' ης η αίτηση Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) προκήρυξε την πλήρωση μιας κενής θέσης Πρώτου Γεωλογικού Λειτουργού. Επειδή η θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής η ΕΔΥ αποφάσισε τη δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Υποβλήθηκαν συνολικά έξι αιτήσεις μεταξύ των οποίων αυτές της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους (Ε/Μ).
Ο Γραμματέας της ΕΔΥ απέστειλε τις αιτήσεις στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Ο Γενικός Διευθυντής που προήδρευσε της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στις 31.3.2003, απέστειλε στην ΕΔΥ την έκθεση της με την οποία σύστηνε τέσσερις υποψήφιους, μεταξύ των οποίων την αιτήτρια και το Ε/Μ. Η ΕΔΥ όμως αποφάσισε να μην ακολουθήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και προσέφερε την προαγωγή στο Ε/Μ.
Κύριος λόγος ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια είναι ο ισχυρισμός της ότι η τελική απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη, όπως επίσης, ότι η ΕΔΥ αποκλίνοντας από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν έδωσε ειδική αιτιολογία, όπως απαιτεί η νομολογία.
Ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 στο άρθρο 35(4) ορίζει όπως η ΕΔΥ λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου. Η δε νομολογία έχει καθιερώσει ότι, όχι μόνο η σύσταση του Διευθυντή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη αλλά και ότι πρέπει να της αποδίδεται τόση βαρύτητα ώστε οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτή πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, ευκρινώς και επαρκώς.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71, στις σελίδες 75-76 έχουν λεχθεί τα εξής:-
«Οι συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος, αρχικά νομολογιακά και μετά με το Άρθρο 44(3) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1967 έως 1987, αποτελούν ουσιώδες στοιχείο προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων και δεν μπορούν να παραγνωριστούν από την Επιτροπή χωρίς ειδική αιτιολογία. - (βλ., Michael Theodossiou and The Republic (Public Service Commission) 2 R.S.C.C. 44· Andreas Lardis v. Republic (Public Service Commission) (1967) 3 C.L.R. 64· Costas Hadjiconstantinou and Others v. Republic (Public Service Commission (1973) 3 C.L.R. 65· Emmanouel Petrides v. Public Service Commission (1975) 3 C.L.R. 284· Republic v. Haris (1985) 3 C.L.R. 106· The Republic of Cyprus and Another v. Georghios Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249· Georghios Haris v. The Republic of Cyprus, Αναθεωρητική 'Εφεση Αρ. 699, (Απόφαση δόθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1989, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)· Κυπριακή Δημοκρατία ν. Πέτρου Παπαμιχαήλ, Αναθεωρητική 'Εφεση Αρ. 745, (Απόφαση δόθηκε στις 12 Απριλίου 1989, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)· Κυπριακή Δημοκρατία και άλλοι ν. Ανδρέα Στυλιανού και 'Αλλου, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 1028, 1029 και 1034, (Απόφαση δόθηκε στις 10 Ιουλίου, 1990, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)).
Η σύσταση του Προϊσταμένου ήταν πάντοτε ξεχωριστό στοιχείο κρίσεως της αξίας - (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Αργυρούλλας Βασιλείου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 859, (Απόφαση δόθηκε στις 30 Ιανουαρίου, 1990, δε δημοσιεύτηκε ακόμα)).
Η Επιτροπή δεν είναι υπόχρεη να υιοθετήσει τη σύσταση του Προϊσταμένου. Αν, όμως, αποφασίσει να την παραγνωρίσει, πρέπει να δώσει αιτιολογία η οποία να είναι σύμφωνη με τα στοιχεία του φακέλου.
Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. Δεν είναι ζήτημα έκτασης του λεκτικού της αιτιολογίας, αλλά ουσίας περιεχομένου, ώστε να ικανοποιούνται τα κριτήρια της διοικητικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα ο βασικός της σκοπός και η δυνατότητα ελέγχου.»
Και στην Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 390, στις σελίδες 418-419 αναφέρονται τα εξής:-
«Η σημασία των συστάσεων του προϊσταμένου ενός Τμήματος έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οι συστάσεις αυτές αποτελούν ένα ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας των υποψηφίων, τόσο σημαντικό, ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση και προσδιορισμός των λόγων για τυχόν απόκλιση απ' αυτές από την Επιτροπή. Κι' αυτό γιατί οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων βρίσκονται σε μοναδική θέση να εκτιμήσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας, καθώς και τις ιδιότητες που απαιτούνται ώστε ν' ανταποκριθεί ένας υποψήφιος στις απαιτήσεις μιας θέσης.»
Η ΕΔΥ για ένα και μοναδικό λόγο απέκλινε, όπως αναφέρει, από τη σύσταση του διευθυντή. Ότι ο τελευταίος κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης της αιτήτριας δήλωνε ότι αυτή δεν έδιδε ορθές απαντήσεις. Επί λέξει, τα πρακτικά έχουν ως ακολούθως:-
«Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Διευθυντή. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο Διευθυντής κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης δήλωσε κατ' επανάληψη ότι η Μορισσώ-Γεωργίου Ελένη δεν έδωσε ορθές απαντήσεις.»
Είναι απορίας άξιο πώς ο Διευθυντής αμέσως μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης αξιολόγησε την αιτήτρια ως «σχεδόν εξαίρετη» και το Ε/Μ ως «πάρα πολύ καλό» να έκαμε λίγα λεπτά προηγουμένως δυσμενή σχόλια εις βάρος της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή επίσης στην οποία προήδρευε ο διευθυντής αξιολόγησε την αιτήτρια ως «σχεδόν εξαίρετη». Στα πρακτικά τίποτε δεν αναφέρεται που να υποδεικνύει τέτοια προσέγγιση από το διευθυντή. Αλλά ούτε και στην αξιολόγηση που έκαμε η ίδια η ΕΔΥ αναφέρεται οτιδήποτε ούτε και ότι έδωσε λανθασμένες απαντήσεις. Αν η ΕΔΥ είχε υπόψη της να αποκλίνει από τη σύσταση του διευθυντή όφειλε να το καλέσει να τοποθετηθεί και να εξηγήσει τη θέση του. Η ΕΔΥ δεν το έπραξε και έτσι αποστερεί από το Δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει την αιτιολογία αυτή. Καμιά, ούτε καν ένδειξη, δεν φαίνεται στα πρακτικά της ΕΔΥ που να αιτιολογεί το λόγο που επικαλείται για την απόκλιση της από τη σύσταση του Διευθυντή.
Έχω καταλήξει ότι η αιτιολογία της ΕΔΥ για την απόκλιση από τη σύσταση του διευθυντή είναι παντελώς ανεπαρκής, αντιφατική και ανεξήγητη. Είναι εντελώς γενική και αόριστη και δεν υποστηρίζεται από τα πρακτικά. Είναι αντιφατικό και αδιανόητο πως ο διευθυντής να αξιολόγησε δύο φορές ως σχεδόν εξαίρετη την αιτήτρια, λίγα λεπτά ενωρίτερα κατά την προφορική εξέταση να έκαμνε τόσο δυσμενή σχόλια, όπως η ΕΔΥ αναφέρει. Θεωρώ, κατά συνέπεια, ότι η ΕΔΥ παρέλειψε να δώσει ειδική αιτιολογία, όπως η νομολογία επιτάσσει, για την απόκλιση της από τη σύσταση του διευθυντή. Η παράλειψη αυτή οδηγεί σε ακυρότητα την επίδικη απόφαση.
Ενόψει της κατάληξης μου αυτής δεν θεωρώ αναγκαίο να εξετάσω τους δύο άλλους λόγους ακύρωσης που επικαλείται η αιτήτρια.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ