ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 680/2004)
25 Ιουλίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ZARA TESAEVA, από τη Ρωσική Ομοσπονδία και τώρα στη Λευκωσία για την ίδια και για τα ανήλικα τέκνα της AMINAT KHATATAEV, RADIMA KHATATAEV και IZNAUR KHATATAEV,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Στ. Κιττής, για την Αιτήτρια.
Ν. Χαραλαμπίδου(κα), Νομικός Λειτουργός, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση η οποία της κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 22.6.2004, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα, τόσο της ίδιας, όσο και των τέκνων της, για παράταση της άδειας διαμονής και εργασίας της. Με την ίδια επιστολή η αιτήτρια καλείται να εγκαταλείψει αμέσως την Κύπρο.
Η αιτήτρια είναι Ρωσίδα υπήκοος και εισήλθε στη χώρα μας το 1992, μαζί με το σύζυγό της και τα παιδιά τους, για να εργαστεί ως διευθύντρια της εταιρείας Flisvos Trading Ltd. Οι άδειες εργασίας και παραμονής όλης της οικογένειας ανανεώνονταν κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
Σε κάποιο στάδιο ο σύζυγος κηρύχθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ανεπιθύμητο πρόσωπο γιατί θεωρήθηκε ύποπτος για δραστηριότητες που θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της Δημοκρατίας. Στη συνέχεια και το αίτημα της αιτήτριας για ανανέωση της άδειας παραμονής της απορρίφθηκε. Η αιτήτρια επέμεινε, αλλά το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (στο εξής «το Τμήμα») διατήρησε την άποψή του, και σε επιστολή προς το δικηγόρο της οικογένειας ημερ. 7.1.2004, επέτρεψε απλώς στην αιτήτρια να παραμείνει στη Δημοκρατία μέχρι τις 30.6.2004, επειδή τα παιδιά φοιτούσαν σε κυπριακά σχολεία.
Νέα αίτηση ημερ. 24.5.2004 για ανανέωση της άδειας εργασίας και παραμονής της ίδιας και των παιδιών της απορρίφθηκε με επιστολή του Τμήματος ημερ. 22.6.2004 και πάλι λόγω της δραστηριότητας του συζύγου. Η αιτήτρια αξιώνει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για έλλειψη αιτιολογίας και παράβαση της αρχής της καλής πίστης.
Είναι αλήθεια ότι η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης αναφορικά με την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφος μιας χώρας, όπως έχει κατ΄ επανάληψη αποφασιστεί, είναι ευρύτατη (Moyo and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203). Η διακριτική αυτή ευχέρεια δεν είναι απόλυτη, ούτε και απεριόριστη. Η διοίκηση έχει υποχρέωση να εξετάζει την κάθε περίπτωση με καλή πίστη και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Το τεκμήριο της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης, παραμένει ακλόνητο μέχρι απόδειξης του αντιθέτου (Reyes v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 860/92, ημερ. 9.2.1996 και Reta Mohammedi κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 182/2001, ημερ. 17.7.2001).
Είναι επίσης αλήθεια ότι όταν γίνεται επίκληση λόγων ασφάλειας, η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης να επιτρέψει ή όχι την παραμονή αλλοδαπού στο έδαφος της Δημοκρατίας γίνεται ακόμα πιο πλατειά, (Kolomoets v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 426/97, ημερ. 30.4.1999. Βλέπε επίσης Mushtaq v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1479 και Dogan v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 716).
Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν πως άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια με καλή πίστη η οποία αποδεικνύεται τόσο από το γεγονός ότι για έντεκα χρόνια η άδεια παραμονής της αιτήτριας ανανεωνόταν, όσο και από το ότι η παραμονή της παρατάθηκε μέχρι τον Ιούνιο του 2004, για να μπορέσουν τα παιδιά να ολοκληρώσουν τη σχολική τους χρονιά.
Η άρνηση της διοίκησης να ανανεώσει την άδεια παραμονής δεν σχετίζεται με τα στοιχεία που υπέβαλε, αλλά με πληροφορίες εναντίον του συζύγου της, οι οποίες τον καθιστούσαν επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια. Είναι έτσι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι η απόρριψη της αίτησης έγινε για λόγους ασφάλειας.
Με όλο το σεβασμό, δεν μπορώ να συμφωνήσω με τις πιο πάνω θέσεις. Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση να απορρίψουν την αίτηση της αιτήτριας και των παιδιών της για ανανέωση της άδειας παραμονής τους είναι ουσιαστικά αναιτιολόγητη. Οι καθ΄ων η αίτηση προβάλλουν λόγους ασφάλειας λόγω της δραστηριότητας του συζύγου της αιτήτριας, ο οποίος, εν πάση περιπτώσει, έχει απελαθεί από την Κύπρο. Σε κανένα σημείο δεν προβάλλεται ισχυρισμός, ούτε και υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο στους φακέλους για οποιανδήποτε παράνομη δραστηριότητα της αιτήτριας. Δεν υπάρχει καν ένδειξη ότι η ίδια υιοθετεί ή ενστερνίζεται τις πεποιθήσεις του συζύγου της.
Σ΄ αυτό το σημείο μπορεί να λεχθεί ότι ακόμα και για το σύζυγο στο σχετικό φάκελο γίνεται απλή αναφορά σε υπόνοιες και αόριστες πληροφορίες για την ανάμειξή του σε κάποιες παράνομες ενέργειες, χωρίς να αναφέρονται οποιαδήποτε απτά στοιχεία. Βέβαια εδώ δεν κρίνεται η περίπτωση του συζύγου και εν πάση περιπτώσει, όπως είπα και προηγουμένως, για την αιτήτρια δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι δραστηριοποιείται παράνομα. Κατά συνέπεια η άρνηση της διοίκησης να ανανεώσει την άδεια παραμονής της παραμένει εντελώς αναιτιολόγητη.
Υπό τις περιστάσεις, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ