ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1116/2002)

 

14 Ιουλίου, 2005

 

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΟΛΥ  ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ  ΒΑΛΙΑΝΤΗ,

 

Αιτήτρια

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ  ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

________________________

 

Ε. Γαβριήλ (κα), για Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Στις 13/9/2002 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας απόφαση των καθ' ων η αίτηση, με την οποία διορίστηκε στη μόνιμη θέση Τεχνικού Οδοντιατρικού Εργαστηρίου, Οδοντιατρικές Υπηρεσίες, από 2/9/2002, ο Ανδρέας Βασιλειάδης, αντί της αιτήτριας.

 

Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια ζητά να ακυρώσει τον πιο πάνω διορισμό, επικαλούμενη διάφορους λόγους, στους οποίους θα αναφερθώ, αφού πρώτα παραθέσω τα γεγονότα, όπως προκύπτουν από την ένσταση και δεν αμφισβητούνται.

 

Η θέση Τεχνικού Οδοντιατρικού Εργαστηρίου είναι θέση Πρώτου Διορισμού, διέπεται από τις διατάξεις των περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμων του 1998 έως 2001, (ο «Νόμος»), και περιλαμβάνεται στον κατάλογο των θέσεων, για τις οποίες απαιτείται, δυνάμει απόφασης της Βουλής, Αρ. 12, ημερομηνίας 22/6/2000, η διεξαγωγή γραπτού διαγωνισμού από την οικεία Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Η θέση δημοσιεύτηκε.  Υποβλήθηκαν 28 αιτήσεις και η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη στη διεξαγωγή γραπτού διαγωνισμού, τα αποτελέσματα του οποίου δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στον ημερήσιο τύπο.

 

Στη συνέχεια, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (Ε.Δ.Υ.), ενεργώντας σύμφωνα με το ΄Αρθρο 6(1) του Νόμου, εξέτασε τις αιτήσεις των επιτυχόντων στη γραπτή εξέταση, για να διαπιστώσει ποιοι από αυτούς κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα και ετοίμασε σχετικό κατάλογο.  Αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους τέσσερις πρώτους προσοντούχους υποψήφιους. 

 

Στην εξέταση αυτή παρευρέθηκε και η Διευθύντρια των  Οδοντιατρικών Υπηρεσιών, (η «Διευθύντρια»), με σκοπό να βοηθήσει την Ε.Δ.Υ., κατά την εξέταση θεμάτων που αφορούσαν τα καθήκοντα της θέσης.  Υποβλήθηκαν ερωτήσεις σε θέματα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Με το τέλος της προφορικής εξέτασης και την αποχώρηση της Διευθύντριας, ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Ε.Δ.Υ. βαθμολόγησαν χωριστά την απόδοση κάθε υποψηφίου.  Στη συνέχεια, αφού μελέτησαν το περιεχόμενο των αιτήσεων, αναφορικά με τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων, και έλαβαν υπόψη όλα τα επισυνημμένα πιστοποιητικά σπουδών και πείρας, αποτίμησαν σε μονάδες όλα τα άλλα κριτήρια που προβλέπονται στο Νόμο και έδωσαν στο Γραμματέα της Ε.Δ.Υ. τη βαθμολογία τους, τόσο σε ό,τι αφορά την απόδοση στην προφορική εξέταση όσο και σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα κριτήρια.  Προς αποτίμηση σε μονάδες των κριτηρίων του ΄Αρθρου 3(1) του Νόμου, η Ε.Δ.Υ.:-

 

(α) ΄Ελαβε υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης, όπως καταγράφονταν στον Κατάλογο που ετοιμάστηκε. και

 

(β)   τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, όπως αξιολογήθηκε ο κάθε υποψήφιος από τον Πρόεδρο και το κάθε Μέλος της χωριστά.

 

(γ)    Για το πλεονέκτημα αποφάσισε να μη δώσει μονάδες σε κανένα υποψήφιο, για τον εξής λόγο:  Το Σχέδιο Υπηρεσίας προνοεί ότι πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης θα αποτελεί πλεονέκτημα, ενώ ο Νόμος προνοεί ότι πλεονέκτημα είναι μόνο τα προσόντα.

 

(δ)  Για τα άλλα ακαδημαϊκά προσόντα αποφάσισε να απονείμει μονάδες, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο και τη σχετικότητα των σπουδών προς τα καθήκοντα της θέσης.

 

(ε)  Για την πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης έκρινε ότι οι μονάδες θα απονεμηθούν ανάλογα με τα χρόνια της ευδόκιμης πείρας και την εγκυρότητα του σχετικού πιστοποιητικού.

 

Με τη συμπλήρωση της διαδικασίας απονομής των μονάδων, η Ε.Δ.Υ. κατήρτισε Πίνακα Διοριστέων. Στις μονάδες της γραπτής εξέτασης προστέθηκε ο μέσος όρος της βαθμολογίας που δόθηκε για κάθε ένα από τα υπόλοιπα κριτήρια του ΄Αρθρου 3(1) του Νόμου και οι υποψήφιοι κατετάγησαν κατά σειρά συνολικών μονάδων.

 

Με βάση τις πρόνοιες του ΄Αρθρου 6(7)(α) του Νόμου, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε το διορισμό στη θέση του ενδιαφερομένου μέρους, του πρώτου κατά σειρά κατάταξης στον Πίνακα.

 

Η αιτήτρια, για ακύρωση του διορισμού, επικαλέστηκε διάφορους λόγους, ανέπτυξε όμως και υποστήριξε, με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου της, μόνο τρεις:-

 

«1.  Αναιτιολόγητη η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, καθ' όσον δεν εξηγείται και/ή δεν παρέχεται οποιαδήποτε αιτιολογία γιατί δόθηκαν οι συγκεκριμένες βαθμολογίες.

 

2.  Αναιτιολόγητη η απονομή μονάδων αναφορικά με το κριτήριο της πείρας του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

3.  Αναιτιολόγητη και/ή προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας η τελική απόφαση των καθ' ων η αίτηση.»

 

 

 

Η επιχειρηματολογία  που αναπτύχθηκε από τους συνηγόρους και για τους τρεις λόγους είναι συναφής.

 

Ο συνήγορος της αιτήτριας υπέβαλε ότι η αξιολόγηση της απόδοσης κατά την προφορική εξέταση δεν είναι σύμφωνη με το ΄Αρθρο 6(4) του  Νόμου, αφού η απόφαση αναφορικά με τις μονάδες για την απόδοση κατά την προφορική εξέταση δεν έχει καταγραφεί στα πρακτικά.  Δεν υπάρχει καταγραμμένη η αιτιολόγηση της εντύπωσης του Προέδρου και των Μελών της Ε.Δ.Υ. αλλά μόνο η τελική βαθμολογία, γεγονός το οποίο στερεί από το Δικαστήριο τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου. Παρέπεμψε σχετικά στην υπόθεση Γιαννάκη ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, Υπόθεση Αρ. 910/98, 7/6/2000.

 

Σε σχέση με τον τρόπο που αποτιμήθηκε η «πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης», η απόδοση, υπέβαλε, των μονάδων είναι αναιτιολόγητη και αόριστη, αφού δεν αναφέρονται τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για την απόδοση των σχετικών μονάδων στους υποψήφιους.  Η παράλειψη διατύπωσης των λόγων, για τους οποίους το ενδιαφερόμενο μέρος πιστώθηκε με τέσσερις μονάδες για την «πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης» ενώ η αιτήτρια, με μεγαλύτερη πείρα, με τρεις μονάδες, πλήττει τη νομιμότητα της απόφασης.  Εισηγείται ότι η πείρα, η οποία υπολογίστηκε για το ενδιαφερόμενο μέρος, δεν είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης Τεχνικού Οδοντιατρικού Εργαστηρίου, αφού αυτό ήταν Ιατρικός Επισκέπτης. 

 

Ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αντέτεινε ότι τα πιο πάνω αντίκεινται στο ίδιο το γράμμα του Νόμου, στη βάση του οποίου εξελίχθηκε η επίδικη διαδικασία.  Η αριθμοποίηση, υποστήριξε, η οποία απουσιάζει από άλλα νομοθετήματα, εισάγει την αναγωγή όλων των κριτηρίων σε βαθμούς, το άθροισμα των οποίων οδηγεί στην επιλογή.  Το σύνολο των μονάδων αποτελεί την αιτιολογία ότι ο συγκεκριμένος υποψήφιος πρωτεύει ή αποκλείεται. Δεν απαιτείται, εισηγήθηκε, σύμφωνα με το διοικητικό δίκαιο, να υπάρχει αιτιολογία προπαρασκευαστικών πράξεων, όταν αυτή δεν προβλέπεται από το Νόμο και παρέπεμψε σχετικά στη Χ" Νεοκλέους ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Πάφου, Υπόθεση Αρ. 847/00, 19/6/2002 και στην Κεντρ. Φορέας Ισότιμης Κατανομής Βαρών ν. Κεφάλα (Αρ.2) (2003) 3 Α.Α.Δ. 349.

 

Το ΄Αρθρο 3(1) του Νόμου, με το οποίο εισάγεται σύστημα αριθμητικής αποτίμησης και το οποίο εφαρμόστηκε για την επιλογή, έχει ως ακολούθως:-

 

«3(1)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου που αφορά τη δημόσια υπηρεσία και τηρουμένου του περί Προσλήψεως Εκπαιδευμένων Τυφλών Τηλεφωνητών στη θέση Τηλεφωνητή στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία και στα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ειδικαί Διατάξεις) Νόμου και χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του παρόντος άρθρου, σε οποιαδήποτε διαδικασία για διορισμό σε θέση στη δημόσια υπηρεσία, η επιλογή και ο διορισμός των υποψηφίων γίνονται με βάση τα αποτελέσματα γραπτής εξέτασης, τα αποτελέσματα προφορικής εξέτασης, εφόσον αυτή κριθεί αναγκαία από τη διορίζουσα αρχή και νοουμένου ότι δεν επιβάλλει την προφορική εξέταση ο οικείος νόμος, καθώς και τα προσόντα των υποψηφίων και την πείρα τους που είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.  Η βαρύτητα που δίδεται στο καθένα από τα εν λόγω πέντε κριτήρια αποτιμάται σε μονάδες ως εξής:

 

(α)   Αποτελέσματα γραπτής εξέτασης:  σύνολο μονάδων με ανώτατο όριο τις 100 μονάδες.

 

(β)   Αποτελέσματα προφορικής εξέτασης, αν έχει διεξαχθεί:  0 έως 10 μονάδες.

 

(γ)   Προσόντα που, με βάση τυχόν διατάξεις νόμου ή κανονισμού ή του οικείου για τη θέση σχεδίου υπηρεσίας, θεωρούνται πλεονέκτημα:  0 έως 7 μονάδες.

 

(δ)  ΄Αλλα ακαδημαϊκά προσόντα:  0 έως 3 μονάδες.

 

(ε)  Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης:  0 έως 5 μονάδες:

 

             Νοείται ότι οι μονάδες της παραγράφου αυτής απονέμονται ανάλογα με τα χρόνια της ευδόκιμης πείρας και την εγκυρότητα του σχετικού πιστοποιητικού υπηρεσίας που η διορίζουσα αρχή ή το αρμόδιο όργανο που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου αποδίδει στο σχετικό πιστοποιητικό.»

 

 

 

Το ΄Αρθρο 6(4) του Νόμου, σε σχέση με το διορίζον όργανο,  προβλέπει ότι:-

 

«(4)  Μετά τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης ..., βαθμολογεί τους υποψηφίους που έχουν παρουσιαστεί ..., σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 3:

 

Νοείται ότι η απόφαση της διορίζουσας αρχής ..., αναφορικά με τις μονάδες που δίνει σε κάθε περίπτωση για την απόδοση ενός υποψηφίου στην προφορική εξέταση, αν έγινε, τα προσόντα και την πείρα του, καταγράφεται πάντοτε στα πρακτικά.  Κάθε μέλος της διορίζουσας αρχής ..., παραδίδει αμέσως μετά το πέρας της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων τη βαθμολογία που έδωσε, η οποία θα αποτελεί μέρος του οικείου φακέλου.»

 

 

 

Η Ε.Δ.Υ., καθώς προκύπτει από τα πρακτικά, βαθμολόγησε τους υποψήφιους σε τρία από τα πέντε κριτήρια του ΄Αρθρου 3(1), καθότι έκρινε, για τους λόγους που κατέγραψε και δεν προσβάλλεται η ορθότητά τους, ότι στα υπό στοιχεία (γ) και (δ) κριτήρια δεν εδικαιολογείτο να δοθούν μονάδες σε κανένα από τους υποψήφιους.  Σ' ό,τι αφορά τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης ενώπιόν της, περιορίστηκε στην καταγραφή σε χωριστό έντυπο, από τον Πρόεδρο και κάθε Μέλος χωριστά, αριθμητικής αξιολόγησης (βαθμολογία).  Στο έντυπο αυτό δεν υπάρχει ο,τιδήποτε, που να εξηγεί τι σταθμίστηκε και γιατί δόθηκε η σχετική βαθμολογία, η οποία, από μόνη της, δεν αφήνει καμιά δυνατότητα στο Δικαστήριο να διαπιστώσει τα όσα οδήγησαν σ' αυτή. 

 

Η μη πρόβλεψη από το ΄Αρθρο 3(1) του Νόμου αιτιολόγησης δεν επιδρά στην ανάγκη ύπαρξης στοιχείων για άσκηση του δικαστικού ελέγχου.  Το σκεπτικό της αξιολόγησης, που οδήγησε στη σχετική βαθμολογία, παραμένει άγνωστο, γεγονός που καθιστά το δικαστικό έλεγχο ανέφικτο - (βλ. Παπαστυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 136/98 κ.ά., 1/10/00).  Ούτε θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η αιτιολογία συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, γιατί δε συντρέχουν τα λεχθέντα στην Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438, σελ. 441:-

 

«Είναι στοιχειώδες πως η αιτιολογία μπορεί, σ' αυτές τις περιπτώσεις, να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων.  Επίσης πως δεν αναμένεται, κατά την αιτιολόγηση, να μεταφέρεται στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων.  Αναμένεται όμως να εξάγεται νόημα που να δικαιολογείται να αποδοθεί στο αποφασίζον όργανο.» 

 

 

 

Η αναγωγή των κριτηρίων σε βαθμούς, με βάση το άθροισμα των οποίων αποφασίζεται και η επιλογή, δεν αντικρίστηκε στην υπόθεση Χ" Νεοκλέους ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Πάφου, πιο πάνω, όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση.  Δεν επιδοκιμάστηκε η έλλειψη αιτιολογίας. ΄Αλλωστε, τα γεγονότα εκεί ήταν διαφορετικά.  Καθώς αναφέρεται στην απόφαση:-

 

«... το κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου συμπλήρωσε ειδικό έντυπο στο οποίο κατέγραψε τη δική του βαθμολογία  αλλά και την αιτιολογία του γι' αυτή.  Η συνολική δε βαθμολογία ήταν απλώς ο μέσος όρος αυτών των βαθμολογιών.» 

 

 

 

Στην υπόθεση Γιαννάκη ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, πιο πάνω, ο Χατζηχαμπής, Δ., αναφορικά με την ανάγκη αιτιολόγησης των μονάδων - (΄Αρθρα 4 και 7(5) του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1995, (Ν. 107(Ι)/95) - (ο οποίος έχει καταργηθεί με το Ν. 6(Ι)/98, πρόβλεπε, όμως, ανάλογα, σε σχέση με την απονομή των μονάδων) - ανέφερε τα πιο κάτω, με τα οποία και συμφωνώ:-

 

«Η μη αναφορά στο άρθρο 7(5) σε αιτιολόγηση των μονάδων που δίδονται σε κάθε υποψήφιο όσον αφορά την προφορική εξέταση, τα προσόντα και την πείρα, δεν απαλλάσσει την Επιτροπή της υποχρέωσης παροχής αιτιολογίας για την απόφαση της, ως θέμα γενικής αρχής, κατά το μέτρο που η φύση των πραγμάτων επιτρέπει αλλά και υπαγορεύει.  Ούτε είναι άσχετη προς τούτο η αναφορά στο άρθρο 7(5) ότι η απόφαση αναφορικά με τις μονάδες που δίδονται πρέπει να καταγράφεται στα πρακτικά και ότι οι σχετικές σημειώσεις των μελών αποτελούν μέρος του φακέλου.  ΄Εστω και αν η εντύπωση των μελών για την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση είναι σε κάποιο βαθμό υποκειμενική, εκείνο που έχει σημασία είναι η διατύπωση αυτής της εντύπωσης με τέτοιο τρόπο που να αιτιολογεί την απόδοση των μονάδων που δίδονται σε κάθε υποψήφιο.  Εξ άλλου, αυτό που έγινε ήταν το κάθε μέλος να δώσει απλώς τις μονάδες που έκρινε και να εξευρεθεί ο μέσος όρος του κάθε υποψηφίου.  Αυτό δεν είναι το τι ορίζει το άρθρο 4 και το άρθρο 7(5) αναφορικά με τις μονάδες: το τι προνοούν είναι ότι η βαρύτητα που δίδεται στην προφορική εξέταση, όπως και στα προσόντα και στην πείρα, και η οποία αποτιμάται σε μονάδες, απονέμεται από τη διορίζουσα αρχή, προφανώς ως σύνολο, και όχι ως μέσος όρος αθροίσματος επί μέρους και αναιτιολόγητων βαθμολογιών από κάθε μέλος.  Η απονομή μονάδων με βάση τη βαρύτητα που αποδίδεται στα καθοριζόμενα κριτήρια από τη διορίζουσα αρχή πρέπει συνεπώς και να αιτιολογείται από αυτή.»

 

 

 

Ακολουθεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, λόγω έλλειψης αιτιολογίας των μονάδων βαθμολογίας, που δόθηκαν για την προφορική εξέταση.

 

Σε σχέση με την έλλειψη αιτιολογίας για τις μονάδες που δόθηκαν στο κριτήριο «πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης», δεν μπορώ να συμφωνήσω με τη θέση του συνηγόρου της αιτήτριας.  Η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι οι μονάδες θα απονέμονταν ανάλογα με τα χρόνια της ευδόκιμης πείρας και την εγκυρότητα του σχετικού πιστοποιητικού.  Ζήτημα εγκυρότητας των πιστοποιητικών του φακέλου του ενδιαφερομένου μέρους δεν ετέθη.  Ό,τι αμφισβητήθηκε είναι η πείρα του, σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης.  Σύμφωνα με την αιτήτρια, η πείρα του δεν ήταν σχετική, αφού εργαζόταν ως Ιατρικός Επισκέπτης.  Στο φάκελο του ενδιαφερομένου μέρους υπάρχουν πιστοποιητικά, με τα οποία βεβαιώνεται ότι εργάστηκε σε οδοντοτεχνικά εργαστήρια για τρία χρόνια επί συνεχούς βάσεως, με ενασχόληση, μεταξύ άλλων, με προσθετική εργασία.  Επίσης, παράλληλα με την ενασχόλησή του ως Ιατρικός Επισκέπτης, από το 1998 μέχρι το διορισμό του, εργαζόταν σε οδοντοτεχνικό εργαστήριο και ασχολείτο με εργασία σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.  Η συνολική πείρα του ενδιαφερομένου μέρους, όπως προκύπτει από τα πιστοποιητικά, ήταν σαφώς μεγαλύτερης διάρκειας από εκείνη της αιτήτριας (δύο χρόνια και οκτώ μήνες, περίπου).  Συνεπώς, η βαθμολογία του με τέσσερις μονάδες, δικαιολογείται έναντι της βαθμολογίας της αιτήτριας (τρεις μονάδες).   

 

Για τους λόγους που ανέφερα, η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

                                                                                           Ε. Παπαδοπούλου,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο