ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 4 ΑΑΔ 268

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 854/2003)

 

15 Απριλίου, 2005

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 28 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ELLINAS (INSURANCE AGENCIES) LTD,

Αιτητές,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Καθ' ων η αίτηση.

____________________

 

ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 1.2.2005.

Λ. Χριστοδουλίδου (κα.), για τους Αιτητές-Καθ΄ ων η αίτηση στην Προσφυγή.

Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου (κα.), για τους Καθ' ων η αίτηση-Αιτητές στην Προσφυγή.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αίτηση αυτή οι καθ΄ ων η αίτηση ζητούν άδεια και/ή διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να επιτρέπεται η καταχώριση ένορκης δήλωσης εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση «για να καταστεί δυνατή η απόδειξη του ισχυρισμού ότι από τη Συνεδρία του Εφοριακού Συμβουλίου, ημερ. 30.5.03 αποχώρησε ο κ. Χάλιος και όχι ο κ. Σιαλής».

Η αίτηση βασίζεται στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, Καν. 10, 11, 12, 17, 18 και 19, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48 θ.θ. 1, 2, 3, 4 και 9 και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Μάρως Κυπριανού, η οποία είναι Γραμματειακός Λειτουργός στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας και Υπεύθυνη του Τμήματος Προσφυγών και Εφέσεων.

Στην ένορκη δήλωση της, ημερ. 1.2.2005, η κα. Κυπριανού αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η προσφυγή στρέφεται κατά της αποφάσεως του Εφοριακού Συμβουλίου, ημερ. 16.7.2003, με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών. Στην ένορκη δήλωση γίνεται αναφορά στη σύνθεση του Εφοριακού Συμβουλίου κατά την κρίσιμη επίδικη συνεδρίαση του ημερ. 30.5.2003 και αναφέρεται πως κατά τη συνεδρίαση εκείνη ο κ. Δημήτρης Χάλιος, ο οποίος φαίνεται να ήταν παρών και να μην είχε αποχωρήσει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, στην πραγματικότητα, σε κάποιο στάδιο, απεχώρησε από τη συνεδρία. Δηλαδή είναι ο κ. Χάλιος που απεχώρησε και όχι ο κ. Σιαλής όπως, λανθασμένα, αναγράφεται στα πρακτικά συνεδριάσεως του Εφοριακού Συμβουλίου ημερ. 30.5.2003.

 

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση-αιτητές καταχώρησαν ειδοποίηση για πρόθεση ένστασης, στις 14.2.2005. Η ένσταση βασίζεται στα άρθρα 9(α) και 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Πικοίλαι Διατάξεις) Νόμου (Ν 33/64) (όπως τροποποιήθηκε), επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.39 και Δ.48 θ.θ. 1, 2, 3, 7 και 9, επί των καθιερωμένων και νομολογημένων αρχών και πρακτικής του Διοικητικού Δικαίου και επί της Γενικής και Συμφυούς Δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

Ο προβαλλόμενος λόγος ενστάσεως είναι ότι η επιζητούμενη θεραπεία συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας εφόσον ζητείται η διόρθωση πρακτικού συνεδρίας των καθ΄ ων η αίτηση το οποίο είναι σαφές και ομιλεί αφ΄ εαυτού. Η προσπάθεια των αιτητών είναι η διόρθωση του προαναφερόμενου πρακτικού αναφορικά με τη σύνθεση του διοικητικού οργάνου δηλαδή του Εφοριακού Συμβουλίου, κατά την κρίσιμη συνεδρίαση της 30.5.2003.

Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της κας Φάνης Καπετάνιου, δικηγόρου, ημερ. 14.2.2005. Στην ένορκη δήλωση της κας Καπετάνιου τονίζεται πως ένας από τους λόγους ακυρώσεως τον οποίο επικαλούνται οι αιτητές στην προσφυγή τους, είναι ότι ο Λειτουργός του Εφοριακού Συμβουλίου κ. Δημήτρης Χάλιος ήταν παρών κατά τη συνεδρίαση του Εφοριακού Συμβουλίου στην κρίσιμη συνεδρία ημερ. 30.5.2003, ενώ προφανώς δεν θα έπρεπε να παρευρισκόταν. Τίθεται δηλαδή ζήτημα ορθής σύνθεσης του Εφοριακού Συμβουλίου, κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Ο φάκελος της ιεραρχικής προσφυγής υπ΄ αρ. 38/02, ενώπιον του Εφοριακού Συμβουλίου, κατατέθηκε ως τεκμήριο στην παρούσα διαδικασία. Στο φάκελο βρίσκονται τόσο τα πρακτικά της συνεδρίας, ημερ. 30.5.2003, για λήψη απόφασης στην ιεραρχική προσφυγή αρ. 38/2002 όσο και τα πρακτικά της ακρόασης της ιεραρχικής προσφυγής, ημερ. 8.5.2003. Η ιεραρχική προσφυγή υποβλήθηκε από τους αιτητές στην παρούσα προσφυγή.

Στα πρακτικά της ακρόασης ημερ. 8.5.2003 φαίνονται ως παρόντες τόσο ο κ. Δημήτρης Χάλιος, Αρχιφοροθέτης 1ης τάξης όσο και ο κ. Νίκος Σιαλής, Βοηθός Φοροθέτης. Στα πρακτικά συνεδριάσεως για λήψη απόφασης, ημερ. 30.5.2003, φαίνεται να είναι παρών ο κ. Δημήτρης Χάλιος όχι όμως και ο κ. Σιαλής. Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας της συνεδρίας για λήψη απόφασης ημερ. 30.5.2003 αναγράφεται ότι αποχωρεί από την αίθουσα ο κ. Σιαλής και δύο άλλα πρόσωπα (η κα. Μιχαηλίδου και η στενογράφος κα. Ανδρέου).

Είναι θεμελιωμένο ότι στη διοικητική δίκη ο ρόλος του Δικαστή είναι ρυθμιστικός και ευρύτερος απ΄ αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα, στην πολιτική δίκη. Η διαφορά πηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας, σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος, το οποίο εφαρμόζεται στο διοικητικό δίκαιο (Δέστε Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3835).

Προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας, στην αναθεωρητική διαδικασία, είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. Ο διάδικος που ζητά την έκδοση οδηγιών για προσαγωγή μαρτυρίας είτε προφορικής είτε υπό μορφή ένορκης δήλωσης οφείλει να προσδιορίσει, με εύλογη λεπτομέρεια, τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει και οφείλει επίσης να ικανοποιήσει το Δικαστήριο πως τα γεγονότα αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή, λαμβανομένων υπόψη των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή. Επιτρέπεται η προσκόμιση γεγονότων, με μαρτυρία, μόνον όταν αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και όταν η απόδειξή τους δυνατό να τεκμηριώσει οποιοδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης (Δέστε: Sportsman Betting Company Limited v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106 και Ράφτη κ.α. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335).

Στην προκείμενη περίπτωση θεωρώ πως το ζήτημα που εγείρουν οι αιτητές- καθ΄ ων η αίτηση στην αίτηση τους είναι σχετικό με τα επίδικα θέματα. ΄Ομως αυτό δεν είναι το μόνο στοιχείο που το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης αυτής. Ουσιώδους σημασίας είναι και το κατά πόσο επιτρέπεται, υπό τις περιστάσεις, η προσαγωγή της μαρτυρίας που επιθυμούν να προσάξουν, με ένορκη δήλωση, οι αιτητές-καθ΄ ων η αίτηση και το κατά πόσο η προσαγωγή της μαρτυρίας αυτής, αν επιτραπεί, θα εξυπηρετήσει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

Είναι θεμελιωμένο πως στην περίπτωση εφέσεων εναντίον αποφάσεων πρωτοδίκων δικαστηρίων τα πρακτικά του πρωτοδίκου δικαστηρίου παρέχουν τη μόνη αυθεντική εικόνα της δικαστικής διαδικασίας (Δέστε Μορφίτης ν. Δήμου Λεμεσού (2002) 2 Α.Α.Δ. 375 και Σωτηριάδης ν. Βασιλείου κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 801).

Στην Σωτηριάδης (ανωτέρω) τονίστηκε πως κανένας κανόνας δεν παρέχει εξουσία στο Εφετείο να διορθώσει τα πρακτικά του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Τα πρακτικά του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεόντως πιστοποιημένα αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης για τα διαδραματισθέντα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ανάληψη εξουσίας από το Εφετείο για την αναμόρφωση των πρακτικών θα συνιστούσε διείσδυση στο έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου χωρίς πρωτογενή γνώση των γεγονότων. Τα πρακτικά προσδιορίζουν το πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας και τη βάση για έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

Στην Αγγλική υπόθεση Thompson v. Andrews (1968) 2 All E.R. 419 παρατηρήθηκε ότι η συνήθης πρακτική είναι πως, εκτός στις πιο εξαιρετικές περιστάσεις, αν ζητηθεί από το Δικαστήριο να κοιτάξει οτιδήποτε άλλο από τα στενογραφημένα πρακτικά ή τις σημειώσεις του Δικαστή, δεν θα το πράξει εκτός αν πρόκειται για συμφωνημένη σημείωση αναφορικά με τη μαρτυρία. Η απόφαση εκείνη υιοθετήθηκε στην Κύπρο στην απόφαση Shacolas v. Universal Life (1984) 1 C.L.R. 47.

΄Οπως σημειώνεται στην Σωτηριάδης (ανωτέρω), δυνατότητα για διόρθωση του πρακτικού του (πρωτοδίκου) Δικαστηρίου ενδεχομένως ενυπάρχει στο πρωτόδικο Δικαστήριο, κατόπιν διαδικαστικού διαβήματος το οποίο λαμβάνεται για το σκοπό αυτό.

Από τα προαναφερόμενα είναι σαφές ότι ενώπιον του Εφετείου, και κατ΄ αναλογία θεωρώ πως το ίδιο ισχύει και ενώπιον οποιουδήποτε αναθεωρητικού διοικητικού δικαστηρίου, η μόνη πηγή γνώσης ως προς το τί έλαβε χώραν ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ή ενώπιον του οργάνου, εναντίον της αποφάσεως του οποίου καταχωρείται προσφυγή, αντίστοιχα, είναι το πρακτικό του πρωτοδίκου Δικαστηρίου στην μια περίπτωση και το πρακτικό του οργάνου στην άλλη περίπτωση. Στην προκείμενη δηλαδή περίπτωση η προσφυγή θα κριθεί στη βάση των όσων αναγράφονται στα επίσημα πρακτικά της συνεδρίας για λήψη απόφασης από το Εφοριακό Συμβούλιο, ημερ. 30.5.2003, στην ιεραρχική προσφυγή αρ. 38/2002. Στα πρακτικά εκείνα αναγράφεται ότι ο κ. Δημήτρης Χάλιος ήταν παρών στη συνεδρία και ότι σε κάποιο στάδιο της συνεδρίας αποχώρησε ο κ. Σιαλής. Αν επιτραπεί η προσαγωγή της μαρτυρίας που οι αιτητές-καθ΄ ων η αίτηση επιθυμούν να προσάξουν, με ένορκη δήλωση στην οποία θα αναγράφεται πως εκείνος που απεχώρησε από τη συνεδρία της 30.5.2003 ήταν ο κ. Χάλιος και όχι ο κ. Σιαλής (όπως αναγράφεται στη σελ. 7 των πρακτικών εκείνης της ημερομηνίας) το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης θα έρχεται σε αντίθεση με τα επίσημα πρακτικά, που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο θα πρέπει να αγνοήσει το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης και να βασιστεί αποκλειστικά στο περιεχόμενο των επισήμων πρακτικών. Αυτή η νομική αρχή ενισχύεται, κατά την εκτίμηση μου και από τα όσα παρατηρήθησαν obiter στην υπόθεση Ξενοφώντος ν. Κ.Ο.Τ., Υποθ. αρ. 347/98/14.9.2000 και στις υποθέσεις Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 818/98/6.3.2000 και Ρούσος ν. Ιωαννίδης κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549.

Στην Χριστοδούλου (ανωτέρω) έγινε προσπάθεια διαφοροποίησης των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον του διοικητικού οργάνου και αμφισβητήθηκε ουσιαστικά η ακρίβεια του σχετικού πρακτικού του διοικητικού οργάνου (στην περίπτωση εκείνη της Ε.Ε.Υ.). Το Δικαστήριο παρατήρησε πως η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας των διάφορων στοιχείων δεν είναι έργο του ακυρωτικού δικαστηρίου. Τα στοιχεία της υπόθεσης πρέπει να ερευνηθούν διοικητικά (Δέστε: Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145).

΄Εχοντας κατά νου τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, θεωρώ ότι θα ήταν εντελώς άσκοπο να εγκρίνω την αίτηση αυτή και να επιτρέψω την καταχώριση ένορκης δήλωσης, εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση-αιτητών, στην οποία θα αναφέρονται γεγονότα που έρχονται σε αντίθεση με το επίσημο πρακτικό του Εφοριακού Συμβουλίου ημερ. 30.5.2003 που είναι το μόνο στο οποίο το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί για να αντλήσει γνώση αναφορικά με τα όσα έλαβαν χώρα στην προαναφερόμενη συνεδρία του Εφοριακού Συμβουλίου. Κατά την εκτίμηση μου η μόνη θεραπεία που έχουν οι καθ΄ ων η αίτηση-αιτητές είναι να προσπαθήσουν να διορθώσουν τα πρακτικά της συνεδρίας του Εφοριακού Συμβουλίου ημερ. 30.5.2003 αν τα πρακτικά είναι λανθασμένα και αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό υπό τις περιστάσεις.

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, θεωρώ ότι θα ήταν παράλογο να επιτρέψω την προσαγωγή μαρτυρίας που θα έρχεται σε αντίθεση με τα ενώπιον του Δικαστηρίου επίσημα πρακτικά του καθ΄ ου η αίτηση Διοικητικού Οργάνου. Κατά συνέπεια θεωρώ ορθό και δίκαιο να απορρίψω την αίτηση, με έξοδα εις βάρος των καθ΄ ων η αίτηση-αιτητών.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των καθ΄ ων η αίτηση-αιτητών τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

 

 

 

 

Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο