ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 4 ΑΑΔ 322
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 878/2003
880//2003
28 Απριλίου 2005
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Προσφ. αρ. 878/03
ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Αιτητής,
- ν. -
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθής η αίτηση.
------------------
Προσφ. αρ. 880/03
ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ
Αιτητής
- ν. -
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθής η αίτηση.
.......................
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή στην 878/03
Α. Κωνσταντίνου, για τον αιτητή στην 880/03
Χρ. Φρακάλας, για την καθής η αίτηση
Α.Ευσταθίου (κα), για το ε.μ. Γεώργιο Ασιήκαλη και στις δύο προσφυγές
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:
Με τις πιο πάνω προσφυγές τους οι αιτητές ζητούν δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 29/7/03 με την οποία προήγαγαν, κατόπιν επανεξέτασης, το ε.μ. Γεώργιο Ασιήκαλη στη μόνιμη θέση Βοηθού Διευθυντή Προσωπικού (Εργατικές Σχέσεις), Κεντρικά Γραφεία, Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, αναδρομικά από την 1/6/97 αντί του αιτητή στην κάθε υπόθεση, είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.Γεγονότα
Στις 21/1/97 η καθής η αίτηση κυκλοφόρησε Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων στις οποίες περιλαμβανόταν και μια θέση Βοηθού Διευθυντή Προσωπικού , Εργατικές Σχέσεις, κλ. Α14 (θέση αρ. 3), την επίδικη. Για τη θέση αυτή, που είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, αποτάθηκαν μεταξύ άλλων προσώπων οι αιτητές καθώς και το ε.μ.
Η Αρχή κατά τη συνεδρίαση της στις 20/5/97 αποφάσισε την προαγωγή του ε.μ. στην επίδικη θέση. Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκαν οι προσφυγές 577/97 με αιτητή τον Κώστα Γαβριηλίδη και η 584/97 με αιτητές τους Χρίστο Χριστοδουλίδη και Γιάγκο Φραγκεσκίδη. Το Ανώτατο Δικαστήριο στις 10/12/97, μετά από σχετική δήλωση του δικηγόρου της Αρχής, ακύρωσε την απόφαση της Αρχής, λόγω παράνομης σύνθεσης του Διοικητικού της Συμβουλίου.
Στις 23/2/98 σε συνεδρίαση της Αρχής αποφασίστηκε ξανά η αναδρομική προαγωγή του ε.μ. στην επίδικη θέση. Εναντίον αυτής της απόφασης καταχωρήθηκαν οι προσφυγές 348/98, 349/98, 378/98 και 408/98 οι οποίες συνεκδικάστηκαν. Η 349/98 είχε καταχωρηθεί από τον αιτητή Κώστα Γαβριηλίδη και η 378/98 από τον αιτητή Χρίστο Χριστοδουλίδη. Στις 2/2/00 εκδόθηκε απόφαση από το Ανώτατο Δικαστήριο με την οποία ακυρώθηκε ξανά η απόφαση της καθής η αίτηση για το λόγο ότι λήφθηκε υπόψη η σύσταση του τότε Γενικού Διευθυντή και δεν κλήθηκε να δώσει νέα σύσταση ο νέος Διευθυντής. Καταχωρήθηκαν οι εφέσεις Α.Ε. 3005 και 3009 οι οποίες όμως αποσύρθηκαν.
Στις 16/5/00 σε νέα συνεδρία της Αρχής αποφασίστηκε εκ νέου η αναδρομική προαγωγή του ε.μ. Εναντίον αυτής της απόφασης καταχωρήθηκαν οι προσφυγές 964/00 από τον αιτητή Χρίστο Χριστοδουλίδη, η 1012/00 από τον αιτητή Κώστα Γαβριηλίδη και η 1033/00, οι οποίες συνεκδικάστηκαν. Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 20/3/03 η προαγωγή του ε.μ. και πάλιν ακυρώθηκε για το λόγο ότι η σύσταση του Διευθυντή κρίθηκε ως αναιτιολόγητη, πεπλανημένη και αντίθετη με το περιεχόμενο των φακέλων. Επίσης διότι παράλειψε ο Διευθυντής να αξιολογήσει τα υπέρτερα προσόντα των αιτητών οι οποίοι κατείχαν μεταπτυχιακό δίπλωμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης τους, κάτι που το ε.μ. δεν κατείχε.
Σημειώνεται ότι εναντίον της πιο πάνω απόφασης το ε.μ. καταχώρησε την Αναθεωρητική Έφεση 3610 η οποία δεν έχει ακόμη εκδικαστεί.
Σε νέα συνεδρίαση της Αρχής ημερ. 22/4/03 αποφασίστηκε η παραπομπή του θέματος για επανεξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής (Σ.Υ.) η οποία σε συνεδρία της ημερ. 8/4/03 προέβη σε επανεξέταση και κατάληξε ξανά να συστήσει για προαγωγή το ε.μ. Στη συνέχεια η Αρχή σε συνεδρία της ημερ. 29/7/03 αποφάσισε και αυτή με τη σειρά της την αναδρομική προαγωγή του ε.μ. από 1/6/97, απόφαση που αποτελεί αντικείμενο των προσφυγών αυτών, οι οποίες και συνεκδικάζονται με διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 5/1/04.
Νομικοί Ισχυρισμοί
Παρόλο που με τις προσφυγές προβάλλεται μεγάλος αριθμός νομικών λόγων με τα περιγράμματα αγόρευσης αυτοί περιορίστηκαν ως ακολούθως:
(α) Προσφυγή 878/03
(1) Παραβίαση δικαστικού δεδικασμένου - Πάσχουσα Σύσταση - Εκτελεστικός Γενικός Διευθυντής ανύπαρκτος κατά το σχέδιο υπηρεσίας ή το νόμο.
(2) Πάσχει, λόγω πλάνης περί τα πράγματα και λόγω παραβίασης του ουσιώδους χρόνου, η σύσταση της Σ.Υ. - αγνόησε αδικαιολόγητα και αντίθετα στη χρηστή διοίκηση στοιχεία που ανάγοντο πριν από τον ουσιώδη χρόνο επανεξέτασης.
(3) Η σύσταση της Σ.Υ. είναι αναιτιολόγητη και αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων.
(4) Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της καθής η αίτηση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή και υπό πλάνη και/ή πεισματικά δεν επιλέγει τον καταλληλότερο υποψήφιο για προαγωγή.
(5) Αναιτιολόγητη η απόφαση του Δ.Σ. της Αρχής - έλλειψη δέουσας έρευνας.
(β) προσφυγή 880/03
(1) Ο Γενικός Διευθυντής παραβίασε το δεδικασμένο και τη νομολογία.
(2) Η σύσταση του Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.
(3) Παραβίαση δεδικασμένου από τη Σ.Υ. και το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής σε σχέση με το πρόσθετο προσόν του αιτητή.
(4) Πλάνη ως προς την απόδοση των διαδίκων.
Εξέταση νομικών ισχυρισμών
Ο ισχυρισμός (1) στην προσφ. 878/03 και οι ισχυρισμοί (1) και (2) στην προσφ. 880/03 είναι σχετικοί και θα τους εξετάσω μαζί:
Στα πλαίσια αυτών των ισχυρισμών προβάλλεται από το δικηγόρο του αιτητή στην προσφ. 878/03 ότι υπάρχει ανάμειξη οργάνου μη υπαρκτού κατά το νόμο της Α.Η.Κ. χωρίς να υπάρχει σχέδιο υπηρεσίας που να προβλέπει τέτοια θέση δηλ. Γενικού Εκτελεστικού Διευθυντή. Κρίνω ότι δεν ευσταθεί αυτός ο ισχυρισμός. Συμφωνώ με το δικηγόρο των καθών η αίτηση ότι σύμφωνα με το άρθρο 9(2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας ) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86) η Αρχή μπορεί να μεταβάλλει την ονομασία οιασδήποτε θέσεως ώστε η νέα ονομασία να αποδίδει κατά το δυνατό τις ευθύνες και τα καθήκοντα της θέσης. Η Αρχή προέβη σε μετονομασία της θέσης σε «Γενικό Εκτελεστικό Μηχανικό» (βλ. Ν. 10(ΙΙ)/03). Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.
Δεδικασμένο
Υπάρχει κοινός ισχυρισμός των δικηγόρων των αιτητών πρώτα ότι ο Γενικός Διευθυντής αγνόησε πλήρως την ακυρωτική απόφαση αφού παρέλειψε να αξιολογήσει τα υπέρτερα προσόντα των αιτητών τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και δεύτερο ότι, εφόσον ο ακυρωτικός δικαστής έκρινε ελαττωματική την προηγούμενη σύσταση του Γενικού Διευθυντή γιατί δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, όφειλε ο Γενικός Διευθυντής κατά την επανεξέταση να αιτιολογήσει τη νέα του σύσταση, ενώ αυτός απλώς ανέφερε ότι μελέτησε τα υπηρεσιακά στοιχεία των υποψηφίων. Από την πλευρά των καθών προβάλλεται ότι δεν απαιτείται αιτιολογημένη σύσταση σύμφωνα με τη νομολογία.
Στην ακυρωτική απόφαση της 20/3/03 το Δικαστήριο στο θέμα αυτό της σύστασης αφού αναφέρθηκε σε σύγκριση των υποψηφίων διαπίστωσε τα ακόλουθα:
«Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω έχω καταλήξει ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη και πεπλανημένη. Η υπεροχή στις ιδιότητες που αποδίδει μόνο στο ενδιαφερόμενο μέρος δεν ανταποκρίνονται στα πράγματα. Ως εκ τούτου η σύσταση του έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων. Ένα επιπλέον στοιχείο είναι η παράλειψη του Γενικού Διευθυντή να αξιολογήσει τα υπέρτερα προσόντα των αιτητών τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης.
Κρίνω κατά συνέπεια ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων. Έχει λεχθεί στην τελευταία απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Μοδίτης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852 ημερ. 25/10/02 ότι «υπεροχή που δεν προκύπτει από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το νόμο και πάντως η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων». Επεται ότι ο σχετικός λόγος ευσταθεί και οδηγεί στην ακύρωση της επίδικης απόφασης.»
Στο στάδιο της επανεξέτασης ο Διευθυντής όταν παρουσιάστηκε ενώπιον της Σ.Υ. στις 9/7/03 διατύπωσε τη σύσταση του ως ακολούθως και στη συνέχεια αποχώρησε από τη συνεδρία:
«Έχω μελετήσει τα υπηρεσιακά στοιχεία όλων των προσοντούχων υποψηφίων τα οποία ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο λήψης της απόφασης που ακυρώθηκε και είμαι της γνώμης ότι ο Γεώργιος Ασιήκαλης είναι ο καταλληλότερος για την πλήρωση της θέσης.»
Είναι γεγονός ότι ο Κανονισμός 23(4)(α) δεν απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις από το Διευθυντή. Αν όμως δόθηκε αιτιολογία έστω και αν δεν επιβάλλεται νομοθετικά, αυτή ελέγχεται. (βλ. Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234, προσφ. αρ. 172/03 Χρίστος Τρίαρος ν. Α.Η.Κ. ημερ. 6/5/04). Στην υπό κρίση περίπτωση η σύσταση του Διευθυντή κρίθηκε ότι πάσχει στα πλαίσια της ακυρωτικής απόφασης στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές αρ. 964/00, 1012/00 και 1033/00. Ο Διευθυντής στη νέα του σύσταση, που παράθεσα πιο πάνω, επιλέγει, συνειδητά, να μην ακολουθήσει τις υποδείξεις του δικαστηρίου. Δεν μπορώ να δεχθώ την άποψη ότι εφόσον ο κανονισμός 24(4)(α) δεν απαιτεί αιτιολογημένες συστάσεις μπορεί ο Διευθυντής να προβεί στο στάδιο που βρίσκεται η παρούσα υπόθεση σε μη αιτιολογημένη σύσταση ως είναι η δική του στην τελευταία επανεξέταση. Εφόσον ήδη έχει ελεγχθεί η σύσταση του, στα πλαίσια ακυρωτικής απόφασης δικαστηρίου, και το όλο θέμα κρίνεται σε επανεξέταση όπου ισχύει το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου της πρώτης απόφασης, οφείλει πλέον να ακολουθήσει τις υποδείξεις του δικαστηρίου οι οποίες αποτελούν δεσμευτικό δεδικασμένο. Είμαι της άποψης ότι το στάδιο στο οποίο ο Διευθυντής μπορεί να προβεί σε μη αιτιολογημένη σύσταση έχει παρέλθει στην παρούσα περίπτωση. Εδώ πρόκειται για επανεξέταση και όφειλε πρώτα ο Διευθυντής και στη συνέχεια η καθής η αίτηση, να συμμορφωθούν με τα όσα διαπίστωσε ως γεγονότα το πρωτόδικο δικαστήριο.
Στην υπόθεση Μίκης Ζαπίτης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 (Γ) Α.Α.Δ. 1098 σελ. 1105 η Ολομέλεια (7 δικαστές) του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε απόφαση που εξέδωσε ο Αρτεμίδης, Δ (όπως ήταν τότε) ανάφερε τα ακόλουθα:
«Η αρχή ότι τα Διοικητικά όργανα οφείλουν να ακολουθούν την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στη συγκεκριμένη προσφυγή στην οποία αφορά, είναι νομολογιακά θεμελιωμένη. Πρόσφατη πάνω στο ζήτημα αυτό είναι η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου δικαστηρίου στην υπόθεση Χαρής ν. Της Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 147 στην οποία γίνεται συζήτηση του θέματος με πλήρη αναφορά στη νομολογία. Παραθέτουμε σε μετάφραση ένα ουσιώδες απόσπασμα:
«Οι αποφάσεις των Δικαστηρίων στην αναθεωρητική τους δικαιοδοσία, είναι δεσμευτικές επί όλων των οργάνων και αρχών της Δημοκρατίας (δες άρθρο 146.5 του Συντάγματος) και όλα τα εκτελεστικά ευρήματα του Δικαστηρίου είναι δεσμευτικά για τη διοίκηση η οποία δεν είναι πλέον ελεύθερη να έχει αντίθετη άποψη από τα αποδεδειγμένα γεγονότα στην απόφαση.»
(Δες επίσης την απόφαση της Ολομέλειας Δημοκρατία ν. Καστελλάνου (1988) 3 Α.Α.Δ. 2249)
Σχετικά είναι και τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Μάριος Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδότησης Στέγης (1998) 3 Α.Α.Δ. 608 σελ. 609, 614.
Στη μεταγενέστερη απόφαση της Ολομέλειας του Α.Δ. (11 δικαστές) Δημοκρατία της Κύπρου μέσω Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας ν. Κατερίνας Κοντογιώργη Α.Ε. 2641, ημερ. 16/11/01 ο Νικολάου Δ, εκδίδοντας την απόφαση της πλειοψηφίας (6 δικαστές) στη σελ. 7 αναφέρει τα εξής
«Το ότι η επανεξέταση διενεργείται με αναφορά στο πραγματικό καθεστώς - το νομικό δεν απασχολεί εδώ - του χρόνου της πρώτης εξέτασης, υπό το φως βέβαια και των όποιων διαπιστώσεων της δικαστικής ακυρωτικής απόφασης, αποτελεί το σταθερό σημείο από το οποίο θα προχωρήσουμε σε ανασκόπηση της νομολογίας που σχετίζεται με την υπό εξέταση πτυχή του ζητήματος της προφορικής εξέτασης. Επαναλήφθηκε άλλωστε εντελώς πρόσφατα από την Ολομέλεια στην Antenna T.V. Limited v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2772, ημερ. 18 Ιουλίου 2001, την οποία έδωσε ο Αρτεμίδης Δ.»
Οι αρχές αυτές ενσωματώνονται και στο άρθρο 58 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158 (1)/99).
Με βάση τα πιο πάνω, κρίνω ότι η σύσταση του Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων όπως ήδη έκρινε το προηγούμενο δικαστήριο και κατ' επέκταση με το δεδικασμένο. Εφόσον η σύσταση υιοθετήθηκε πρώτα από τη Σ.Υ. και τελικά από την Αρχή και αποτέλεσε μέρος της αιτιολογίας για επιλογή του ε.μ., καταλήγω ότι οι προσφυγές θα πρέπει να επιτύχουν.
Ως αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη πράξη/και ή απόφαση στην κάθε υπόθεση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος. Η καθής η αίτηση να καταβάλει τα έξοδα των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Μ. Φωτίου,
Δ.
/ΚΑς