ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 4 ΑΑΔ 199

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθε ση Αρ.992/2003

10 Μαρτίου, 2005

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

AHMAD JAMAL,

Αιτητ ής,

ν.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΙΑ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ΄ο υ η αίτηση.

― ― ― ―

Λ. Κληρίδης, για τον Αιτητή

Α. Μαππουρίδης, για τον Καθ΄ου η Αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αλλοδαπός αιτητής ζητά «δήλωση του Δικαστηρίου ότι η σύλληψη και κράτηση του αιτητή στις 12.11.03 στο Μπλόκ 10 των Κεντρικών Φυλακών με σκοπό την απέλαση του στο Πακιστάν κηρυχθεί άκυρη και στερημένη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος»,

Ο αιτητής κατάγεται από το Πακιστάν. Ήρθε στην Κύπρο στις 7.3.2003 για να φοιτήσει στο Frederick Institute of Technology και του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής. Η άδεια παραμονής ανανεώθηκε μέχρι 28.2.04. Σύμφωνα με επιστολή του κολλεγίου ημερ. 12.11.03, που στάληκε με φαξ την ίδια μέρα στο Τμήμα Μετανάστευσης, ο αιτητής διέκοψε τη φοίτησή του.

Ζήτησε με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 10.11.2003 πολιτικό άσυλο, για το λόγο ότι καταδιώκεται στη χώρα του από δύο άτομα, τα οποία το 2000 δολοφόνησαν τον πατέρα του και αναζητούν και τον ίδιο.

Στην επιστολή του δικηγόρου του αναφέρεται, περαιτέρω, ότι συνέχισε κανονικά τη φοίτησή του στο Frederick Institute of Technology, μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2003.

Στις 12.11.2003 εκδόθηκαν διατάγματα απέλασης και κράτησης του αιτητή λόγω παράνομης παραμονής στην Κύπρο, αφού παρέβη τους όρους της άδειάς του και έκτοτε κρατείται στα κρατητήρια των φυλακών.

Όπως φαίνεται από το φάκελο της υπόθεσης, τεκμήριο 1, η επιστολή του δικηγόρου του, ημερομηνίας 10.11.03 λήφθηκε από το Τμήμα Μετανάστευσης στις 14.11.03.

Η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης αναστάληκε την 17.11.04, μέχρις ότου αποφασισθεί η αίτηση για πολιτικό άσυλο, αλλά συνεχίστηκε η κράτησή του.

Με την παρούσα προσφυγή, όπως προανέφερα, ο αιτητής ζητά την ακύρωση της κράτησής του.

Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι η κράτηση είναι παράνομη, αφού ο καθ΄ου η αίτηση όφειλε να αναμένει την εξέταση του αιτήματός του για πολιτικό άσυλο. Είναι στην ουσία η θέση του πως, εν όψει του γεγονότος ότι ο αιτητής είχε υποβάλει αίτηση για παροχή ασύλου, δεν μπορούσε να διαταχθεί η σύλληψη και κράτησή του, γιατί ήταν αντίθετη με τα άρθρα 7, 8 και 11 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000).

Ο δικηγόρος του καθ΄ου η αίτηση πρόβαλε ότι η προσφυγή έμεινε χωρίς αντικείμενο, αφού, όπως ανέφερε στο Δικαστήριο την ημέρα των διευκρινίσεων, ο αιτητής αφέθηκε ελεύθερος από τον Απρίλιο του 2004.

Ο δικηγόρος του αιτητή εντούτοις επέμενε στη συνέχιση της προσφυγής, θέτοντας ως επιχείρημα το γεγονός ότι αν κηρυχθεί άκυρη η κράτηση του, πιθανόν να δικαιούται σε αποζημιώσεις.

Κρίνω ότι, εάν αποφασισθεί πως ο αιτητής παράνομα τελούσε υπό κράτηση, ως αποτέλεσμα της παράνομης στέρησης της ελευθερίας του θα έχει υποστεί ζημιά ή βλάβη, η οποία δεν θα έχει εξαλειφθεί από την απόλυσή του και συνεπώς εξακολουθεί να έχει έννομο συμφέρον στη συνέχιση της προσφυγής του.

Έχοντας εξετάσει τα γεγονότα της υπόθεσης και τις νομικές αρχές που διέπουν την περίπτωση, έχω καταλήξει πως η προσφυγή του αιτητή πρέπει να απορριφθεί.

Στην επίδικη περίπτωση το διάταγμα απέλασης στηρίχθηκε σε περιστάσεις εκτός του πεδίου εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν.6(1)/2000). Το ίδιο θέμα απασχόλησε την Ολομέλεια στην Asad Mohammed Rahal, υπόθεση αρ. 1023/04, ημερ. 30.12.04. Στην απόφαση αυτή έγινε αναφορά στην υπόθεση Αναφορικά με τον Jamil Ahmed, αίτηση αρ. 151/04, ημερ. 22.10.04, στην οποία λέχθηκαν τα πιο κάτω:

«Λανθασμένη, όμως, θεωρώ και την αντίληψη που διατρέχει την εισήγηση του αιτητή πως, σε κάθε περίπτωση, ακόμα δηλαδή και στην περίπτωση αλλοδαπού που ενώ εισήλθε νόμιμα, παρέμενε παρανόμως στη Δημοκρατία αναζητούμενος, όπως ο αιτητής, εκ μόνης της υποβολής και της εξέτασης αίτησης ασύλου απαγορεύεται η κράτησή του. Το άρθρο 14 του Κεφ. 105 στο οποίο αναφέρθηκε ο αιτητής τελεί υπό την επιφύλαξη των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου, βεβαίως στην έκταση που αυτές το επηρεάζουν και το άρθρο 7(4) του περί Προσφύγων Νόμου το οποίο επικαλέστηκε ο αιτητής, δεν συνιστά πρόνοια η οποία, όπως την κατανοώ, άνευ ετέρου το επηρεάζει. Απαγορεύει την κράτηση αιτητή εκτός κατά τον τρόπο που εκεί ορίζεται, λόγω μόνο της ιδιότητάς του ως αιτητή ασύλου και τα διατάγματα που εκδόθηκαν δεν είχαν ως βάση αυτή την ιδιότητα του αιτητή. Εκδόθηκαν για λόγους άλλους, μάλιστα πριν ο αιτητής υποβάλει καν αίτηση για άσυλο.»

Όπως υποδείχθηκε στη Mohammed Rahal (πιο πάνω) «η λειτουργική σχέση μεταξύ των δύο νομοθετημάτων προσδιορίζεται ερμηνευτικά με αναφορά στον αντίστοιχο σκοπό τους και το αποτέλεσμα της διασύνδεσης τους και όχι τη χρονική σειρά των εξελίξεων μετά που αποκρυσταλλώθηκε η κατάσταση».

Αφού το διάταγμα απέλασης δεν στηριζόταν στην ιδιότητα του αιτητή ως αιτητή ασύλου, η κατάληξη ήταν ότι το εν λόγω διάταγμα δεν επηρεαζόταν από το αίτημα ασύλου. Το ίδιο ίσχυε και για το συναρτώμενο διάταγμα κράτησης.

Στην απόφαση της Ολομέλειας τονίστηκε ότι «δε χωρεί συσχετισμός μεταξύ αυτής της κράτησης και κράτησης βάσει του άρθρου 7(4)(β) του περί Προσφύγων Νόμου, δεδομένου ότι στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν κρατείται 'λόγω μόνο της ιδιότητας του ως αιτητή ασύλου' ώστε να ισχύει η απαγόρευση στην οποία αναφέρεται το άρθρο 7(4)(α) του περί Προσφύγων Νόμου».

Περαιτέρω, στην απόφαση τονίστηκαν τα πιο κάτω, σχετικά με το χρόνο για τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση ασύλου, σε συνάρτηση με το χρόνο έκδοσης του διατάγματος απέλασης:

«Στην περίπτωση που εξετάζουμε το αίτημα για άσυλο υποβλήθηκε βεβαίως πριν από την έκδοση του διατάγματος απέλασης αλλά αυτό δεν εκφεύγει του σκεπτικού στην απόφαση Jamil Ahmed (ανωτέρω). Πρόκειται για διαφορά σε λεπτομέρεια που δεν επιδρά στο βασικό άξονα του συλλογισμού. Η λειτουργική σχέση μεταξύ των δύο νομοθετημάτων προσδιορίζεται ερμηνευτικά με αναφορά στον αντίστοιχο σκοπό τους και το αποτέλεσμα της διασύνδεσης τους και όχι τη χρονική σειρά των εξελίξεων μετά που αποκρυσταλλώθηκε η κατάσταση.»

Στην παρούσα περίπτωση το διάταγμα κράτησης, που ήταν συναρτώμενο με το διάταγμα απέλασης, ήταν νόμιμο και δεν ετίθετο θέμα εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου, αφού τα διατάγματα απέλασης και κράτησης εκδόθηκαν, όχι λόγω της ιδιότητας του αιτητή ως αιτητή ασύλου, αλλά λόγω της παράνομης παραμονής του στην Κύπρο.

Όπως επίσης έχει νομολογηθεί, η αναστολή του διατάγματος απέλασης δεν επηρεάζει τη συνέχιση της κράτησης. (Elnajar, Αρ. Αιτ. 26/04, ημερ. 18.3.04, Αsad Mohammed Rahal (πιο πάνω))

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή.

 

 

Π. Αρτέμης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο