ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνε κδικαζόμενες Υπόθ. Αρ. 426/2003 και 544 /2003)
28 Μαρτίου, 2005
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτήτριες
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για τις Αιτήτριες.
Α. Βασιλειάδης, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
Α. Κουντουρή, για το Ε/Μ 1 στην υπόθ. αρ. 426/03.
Σ. Κώστα, για τα Ε/Μ 2, 3 και 4 στην υπόθ. αρ. 426/03.
Ι. Νικολάου, για το Ε/Μ στην υπόθ. αρ. 544/03.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές αφορούν στη διαδικασία πλήρωσης 6 θέσεων Εκτελεστικού Μηχανικού στο Τμήμα Δημοσίων Έργων και έχουν κοινό πραγματικό και νομικό υπόβαθρο. Οι αιτήτριες προσβάλλουν τη νομιμότητα των αποφάσεων ημερ. 17.1.03 και 10.4.03 με τις οποίες η καθ' ης η αίτηση (ΕΔΥ) επέλεξε για διορισμό στις πιο πάνω θέσεις μεταξύ άλλων τους Κώστα Κωνσταντίνου, Ζήνωνα Αχιλλίδη, Ντίνο Κοτζαπάσιη και Θουκιδίδη Οικονομίδη (ε.μ. στην προσφυγή 426/03) και Χρίστο Κουνιαΐδη (ε.μ. στην προσφυγή 544/03) αντίστοιχα.
Η διαδικασία αξιολόγησης των αιτήσεων που υποβλήθηκαν τροχιοδρομήθηκε αρχικά μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία διενέργησε γραπτή και προφορική εξέταση με προκαθορισμένη βαρύτητα,
«Γραπτή εξέταση 60%
(Εξέταση ειδικών ικανοτήτων 30%)
(Ειδική εξέταση 30%)
Προφορική εξέταση 36%
Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης
που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια
θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη
Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα 4%
____
Σύνολο 100%
====
Η Συμβουλευτική Επιτροπή (στο εξής η Επιτροπή), ετοίμασε έκθεση με προκαταρκτικό κατάλογο στον οποίο συμπεριλαμβάνονταν τόσο οι αιτήτριες όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η ΕΔΥ με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων ενώπιον της Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων και τα στοιχεία των προσωπικών και υπηρεσιακών φακέλων, ετοίμασε τελικό κατάλογο, ο οποίος ήταν ίδιος με τον προκαταρκτικό και κάλεσε όλους τους υποψηφίους που περιλήφθηκαν σε αυτόν σε προφορική εξέταση ενώπιον της. Μετά τη διεκπεραίωση των συνεντεύξεων η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερ. 17.1.03 αφού αξιολόγησε γενικά και σύγκρινε τους υποψήφιους λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των εξετάσεων, γραπτής και προσφορικής, που έγιναν από την Επιτροπή, τα προσόντα τους καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, την απόδοση τους ενώπιον της καθώς και το πλεονέκτημα, επέλεξε τους πιο κάτω:
Ο κ. Ζαβρίδης για προσωπικούς λόγους δεν αποδέκτηκε το διορισμό του ο οποίος ακυρώθηκε από την ΕΔΥ στις 3.4.03. Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερ. 10.4.03 επέλεξε άλλο υποψήφιο τον κ. Κουνιαΐδη Χρίστο για την πλήρωση της κενής θέσης.
Εχει τεθεί από τις αιτήτριες θέμα που αφορά στη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους στην προσφυγή 544/03, εισηγήθηκε κατά τις διευκρινήσεις ότι οι αιτήτριες δεν μπορούν να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα της συγκρότησης της Επιτροπής επειδή συστήθηκαν και οι ίδιες. Η εισήγηση δεν ευσταθεί γιατί η Επιτροπή ενήργησε ως προπαρασκευαστικό συμβουλευτικό όργανο και οι αξιολογικές της κρίσεις (βαθμολογία στις διάφορες εξετάσεις, κατάταξη και σχολιασμός του κάθε υποψήφιου, χειρισμός του πλεονεκτήματος της πείρας), έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη λήψη της τελικής απόφασης από την ΕΔΥ. Τυχόν παρανομία στη συγκρότηση της Επιτροπής εκθεμελιώνει τη διαδικασία των διορισμών. Οι αιτήτριες συστήθηκαν από την Επιτροπή, αλλά κρίθηκαν με δυσμενέστερα σχόλια και βαθμολογία έναντι των ενδιαφερομένων μερών. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις έχω την άποψη πως οι αιτήτριες νομιμοποιούνται ως άμεσα επηρεαζόμενες να αμφισβητούν τη συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής.
Προβλήθηκε ισχυρισμός ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο γιατί δεν περιλαμβάνεται στα νομικά σημεία της αίτησης ακυρώσεως. Ο συγκεκριμένος λόγος άπτεται θέματος δημόσιας τάξης που ακόμα και αυτεπάγγελτα θα μπορούσε να εξεταστεί από το Δικαστήριο.
Αναφορικά με την ουσία του ζητήματος, φαίνεται ότι η Επιτροπή συστάθηκε στις 26.7.01 σύμφωνα με το άρθρο 32(1)(β). Μετά την εξαίρεση ενός από τα μέλη της, λόγω συγγένειας του με υποψήφιο, ο Πρόεδρος και τρία μέλη αποτέλεσαν τη σύνθεση της. Μετά τη διενέργεια των γραπτών εξετάσεων και πριν την προφορική εξέταση ο κ. Αβρααμίδης, μέλος της Επιτροπής αφυπηρέτησε και ως εκ τούτου η Επιτροπή απαρτιζόταν πλέον από τον Πρόεδρο και δυο μέλη. Είναι η θέση των αιτητριών ότι η Επιτροπή στη συνέχεια της λειτουργίας της και των κρίσεων που εξέφρασε, ήταν παράνομα συγκροτημένη αφού, αντίθετα προς τη σαφή πρόνοια του άρθρου 32(1)(β) του Νόμου Ν.1/90 , αυτή δεν απαρτιζόταν πλέον από τον Πρόεδρο και τέσσερα μέλη. Με το ίδιο θέμα ασχολήθηκε ο Δικαστής Κωνσταντινίδης στην Οδυσσέως ν. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 133/02, ημερ. 10.12.03, την οποία ορθά επικαλούνται οι αιτήτριες. Συμφωνώ με το σκεπτικό της απόφασης από την οποία παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα:
«Το άρθρο 32 του Ν. 1/90, ορθά ερμηνευόμενο, αναφέρεται σε λειτουργούς εν ενεργεία, δυνάμενους δηλαδή να υπηρετούν. Θεωρώ ότι με υποχρεωτική τη λήψη άδειας πριν από την αφυπηρέτηση, συνέπεια της οποίας είναι η οριστική απαγόρευση άσκησης των καθηκόντων της θέσης και με δεδομένο το ότι ο ορισμός των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής γίνεται ακριβώς ενόψει της θέσης που κατέχουν, επέρχεται κένωση που καθιστά ελλιπή τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Διαφορετικά θα ήταν δυνατός και ο εξ αρχής ορισμός ως μέλους Συμβουλευτικής Επιτροπής λειτουργού που βρίσκεται σε άδεια πριν από την αφυπηρέτησή του, εν γνώσει δηλαδή του απαγορευμένου της άσκησης των καθηκόντων του. Το άρθρο 13 δε του Ν. 158(1)/99 δεν μπορεί να συσχετισθεί προς την περίπτωση. Τελικά η διαπίστωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πως ο Φ. Αβρααμίδης «αφυπηρέτησε» και πως αυτή απαρτιζόταν πλέον από τους υπόλοιπους, αποδίδει την ουσία του πράγματος. Επομένως η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ήταν πλέον νομίμως συγκροτημένη και στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.»
Στην παρούσα υπόθεση δεν τέθηκε τίποτε ενώπιον μου που θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την κρίση μου. Συνεπώς, η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε. Ενόψει τούτου παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.