ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 327/2004)
18 Μαρτίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡA 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Α. Κωνσταντίνου, για τους Αιτητές.
Ε. Γεωργίου-Αντωνίου (κα.), για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι αιτητές είχαν επιτύχει σε προηγούμενη προσφυγή τους (Προσφυγή 860/2001, 4.9.2003), ακύρωση απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερομηνίας 6.9.2001 για τους λόγους ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν συνείδε με τα στοιχεία των φακέλων, ότι η ΕΔΥ δεν εξέτασε αν τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή αρ.2 Παπασωζομένου ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και ότι έπασχε η αξιολόγηση από την ΕΔΥ της απόδοσης των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση.
Κατά την επανεξέταση ο Διευθυντής σύστησε και πάλι το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο και η ΕΔΥ τον επανεπέλεξε με απόφαση ημερομηνίας 19.2.2004 αναδρομικά από 15.1.2001. H επανεπιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.
Η προφορική εξέταση που έγινε στην αρχική διαδικασία κρίθηκε στην ακυρωτική απόφαση ημερ. 4.9.2003 ότι έπασχε. Το σχετικό απόσπασμα παρατίθεται:
«Παρατηρώ ότι η ΕΔΥ δεν έδωσε εξήγηση αναφορικά με την κατάληξή της ότι η κατάρτιση στο γνωστικό αντικείμενο του αιτητή Σαββίδη είναι πολύ καλή ενώ είναι υψηλού επιπέδου αυτή του ΕΜ, κατάληξη η οποία όπως υποδείχθηκε πάσχει ενόψει της ίδιας εξαίρετης βαθμολογίας στο σημείο αυτό στις ετήσιες εκθέσεις. Ακολουθεί η αξιολόγηση των υποψηφίων για τις απαντήσεις που έδωσαν στις ερωτήσεις που τους υποβλήθηκαν.
Η ανεπίτρεπτη αναφορά της ΕΔΥ στο στοιχείο της επαγγελματικής κατάρτισης οδήγησε μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία στη γενική εντύπωση της ΕΔΥ για την απόδοση των υποψηφίων, καθιστώντας την πάσχουσα. Αυτός ο λόγος ακύρωσης αφορά τον αιτητή Σαββίδη. Δεν επηρεάζει τον αιτητή Παπασωζόμενο του οποίου η 'επαγγελματική κατάρτιση' αξιολογήθηκε από την ΕΔΥ ως υψηλού επιπέδου όπως και του ΕΜ.
Η ΕΔΥ στήριξε την επιλογή του ΕΜ στην αξιολόγηση του κατά την προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Έτσι, η προσφυγή όσο αφορά τον αιτητή Σαββίδη πρέπει να πετύχει λόγω της πάσχουσας αξιολόγησης της απόδοσης στην προφορική εξέταση και της σύστασης η οποία έχασε τη σημασία της για το λόγο που ανέφερα.»
Η ΕΔΥ κατά την επανεξέταση (η σύνθεση της οποίας είχε στο μεταξύ αλλάξει), κάλεσε τούς αιτητές και τo ενδιαφερόμενο πρόσωπο σε νέα προφορική εξέταση. Ο αιτητής αρ.1. Σ. Σαββίδης με επιστολές του ημερ.15.1.2004 και 16.2.2004 είχε επισημάνει ότι η διενέργεια νέας προφορικής εξέτασης δεν ήταν επιτρεπτή από τη Νομολογία και πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι θα προσέλθει στην προφορική εξέταση σε ένδειξη σεβασμού προς την ΕΔΥ αλλά ότι επιφυλάσσει το δικαίωμα του να προσβάλει στο Ανώτατο Δικαστήριο τη διεξαγωγή νέας προφορικής εξέτασης.
Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης που προβάλλεται στην παρούσα προσφυγή και που αφορά τη διεξαγωγή της νέας προφορικής εξέτασης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών κ. Κωνσταντίνου υποβάλλει ότι η απόφαση της ΕΔΥ να διεξάγει νέα προφορική εξέταση ήταν εσφαλμένη και διενεργήθηκε κατά παράβαση της Νομολογίας.
Ο κ. Κωνσταντίνου έκανε αναφορά στην Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη, ΑΕ 2641, ημερ. 16.11.2001, όπου η Ολομέλεια με διευρυμένη σύνθεση, επιδοκίμασε την αρχή της υποχρεωτικής διεξαγωγής νέας προφορικής εξέτασης , όταν αυτή απαιτείται από επιτακτική νομοθετική πρόνοια. Ωστόσο, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών σημείωσε ότι ή παρούσα διαδικασία αφορά πλήρωση θέσης Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, η οποία εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 34 των Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου και η διεξαγωγή προφορικής εξέτασης από την Eπιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν είναι υποχρεωτική. Συνεπώς υποστήριξε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν τυγχάνει εφαρμογής η Κοντογιώργη (ανωτέρω) αλλά εφαρμόζεται η πάγια νομολογία, που εξακολουθεί να ισχύει, όταν η προφορική εξέταση δεν είναι υποχρεωτική. Έκανε αναφορά στις αποφάσεις της Ολομέλειας Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897, Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437, Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608, καθώς επίσης και στις προσφυγές Κυριακή Παπαδοπούλου και άλλης v Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης, Υποθ. αρ. 766/2002 κ.α, ημερ.30/3/2004 και Στέλιος Βασιλείου v
Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ.604/2001, 605/2001, 714/2001 και 722/2001, 18.4.2003.Είναι σωστή η θέση του κ. Κωνσταντίνου ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην Κοντογιώργη (ανωτέρω) δεν παρέχει έρεισμα νομιμότητας διεξαγωγής νέων προφορικών εξετάσεων σε διαδικασία επανεξέτασης που αφορά πλήρωση θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής. Στην προκείμενη περίπτωση εφαρμογή έχει το άρθρο 34 του Νόμου 1/90 όπου στο εδάφιο (8) ρητά προβλέπεται ότι η προφορική εξέταση είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική σε αντίθεση με την επιτακτική πρόνοια του άρθρου 33(10) που αφορά πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού όπως ήταν η περίπτωση στην Κοντογιώργη (ανωτέρω).
Η Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897 αφορούσε ζήτημα διεξαγωγής νέας συνέντευξης, μη όμως νομοθετικά επιβεβλημένης. Θεωρήθηκε ότι με αυτή εισάγονταν νέα στοιχεία και ως εκ τούτου κρίθηκε απαράδεκτη.
Η νομική αρχή διατυπώθηκε ως εξής:
«In the circumstances, the respondent Commission rightly re-examined the matter as it did by disregarding the impressions created by the candidates at the interviews which took place before it under a different composition. Nor do we consider that new interviews could be made before the respondent Commission under its new constitution as such course would necessarily defeat the principle that any re-examination of a decision which was annulled by the Court must be made under the legal and factual background that existed at the time of such annulled decision.»
Με βάση την απόφαση της Ολομέλειας στην Paschalis (ανωτέρω), οι προσωπικές συνεντεύξεις που διεξήχθησαν από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με άλλη σύνθεση μελών, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Επίσης θα πρέπει να προστεθεί ότι, με βάση την ίδια απόφαση, δεν είναι δυνατή η διενέργεια νέων προσωπικών συνεντεύξεων γιατί, οι νέες αποφάσεις πάνω στο θέμα του διορισμού ή προαγωγής θα πρέπει να ληφθούν με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της ακυρωθείσας αποφάσης.
Στη Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 ΑΑΔ 437 εξετάστηκε κατά πόσο τα στοιχεία, στα οποία βασίστηκε το διορίζον Σώμα κατά την επανεξέταση, «... αποτελούσαν μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο της λήψης της πρώτης απόφασης, ή ήταν νέα στοιχεία.», (σελ. 446). Η υποβολή των υποψηφίων σε συνέντευξη, κατά την επανεξέταση, κρίθηκε απαράδεκτη όπως εξηγείται στο απόσπασμα που ακολουθεί :- (σελ. 446)
«Η συνέντευξη και η αξιολόγηση των υποψηφίων σ΄ αυτή, είναι ευρήματα γεγονότων ύστερα από υποκειμενική εκτίμηση της απόδοσής τους από το συλλογικό όργανο, στην παρούσα περίπτωση από το Δημοτικό Συμβούλιο. Το στοιχείο αυτό δεν υπήρχε κατά το χρόνο της αρχικής απόφασης.»
Κρίθηκε δηλαδή, ότι η υποβολή των υποψηφίων σε προφορική εξέταση συνιστούσε νέο στοιχείο, ανύπαρκτο κατά την πρώτη εξέταση και για το λόγο αυτό απαράδεκτο στοιχείο κρίσεως των υποψηφίων.
Η Δρουσιώτης (ανωτέρω) επιβεβαιώθηκε και στην απόφαση της Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608.
Έχοντας υπόψη τις προαναφερόμενες αυθεντίες, διαπιστώνω ότι οι νέες προφορικές εξετάσεις, στην προκείμενη περίπτωση, έγιναν σε αντίθεση προς τις αρχές της νομολογίας που ισχύουν και εφαρμόζονται στις περιπτώσεις επανεξέτασης, ύστερα από ακυρωτική απόφαση.
Η επανεξέταση διενεργείται κάτω από το νομικό και πραγματικό καθεστώς το οποίο υφίστατο κατά τον κρίσιμο χρόνο της αρχικής αξιολόγησης των υποψηφίων δηλαδή κατά το χρόνο της πρώτης πλήρωσης της θέσης. Η διεξαγωγή νέων συνεντεύξεων, χωρίς αυτή να είναι νομοθετικά επιβεβλημένη, εισάγει νέα στοιχεία που κρίνονται ως απαράδεκτα.
Στην προκείμενη περίπτωση κατά την προηγούμενη διαδικασία, η ΕΔΥ αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή Σ. Σαββίδη κατά την προφορική εξέταση ως πολύ καλή και διαπίστωσε πολύ καλή κατάρτιση του στο γνωστικό αντικείμενο. Του αιτητή Ανδρέα Παπασωζομένου ως πάρα πολύ καλή και ότι είχε υψηλού επιπέδου κατάρτιση στο γνωστικό αντικείμενο, και του ενδιαφερόμενου προσώπου ως σχεδόν εξαίρετη και με υψηλού επιπέδου κατάρτιση.
Κατά τη νέα επανεξέταση, η ΕΔΥ αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή Παπασωζόμενου ως πολύ καλή, του Σ. Σαββίδη ως καλή, και του ενδιαφερόμενου προσώπου ως εξαίρετη.
Καταλήγοντας στην απόφαση της για προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου , η ΕΔΥ σημειώνει στο σχετικό πρακτικό της τα ακόλουθα:
«.......ότι ο υποψήφιος Σαββίδης προηγείται σε αρχαιότητα. Λαμβάνοντας υπόψη τη σαφή υπεροχή του Χαμπουλλά έναντι του Σαββίδη στην ενώπιον της προφορική (Εξαίρετος και καλός αντίστοιχα),το γεγονός ότι δεν υστερεί σε αξία, ούτε σε προσόντα, την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή, καθώς και το γεγονός ότι βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία ,η Επιτροπή θεωρεί ότι το στοιχείο αρχαιότητας απο μόνο του δεν μπορεί να υπερακοντίσει την υπεροχή του επιλεγέντος.
... ότι ο Παπασωζόμενος, ο οποίος έπεται σε αρχαιότητα του Χαμπουλλά και δεν υπερέχει σε αξία, διαθέτει μεταπτυχιακά προσόντα, τα οποία κρίνονται ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Τα προσόντα αυτά, παρόλο που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο υπηρεσίας ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης. Λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι ο Παπασωζόμενος υστέρησε κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση ,αξιολογηθείς ως πολύ καλός έναντι του Εξαίρετου Χαμπουλλά , η Επιτροπή έκρινε ότι τα προσόντα αυτά απο μόνα τους δεν μπορούν να υπερακοντίσουν την υπεροχή του επιλεγέντος ...».
Συγκρίνοντας το αποτέλεσμα της κρίσης της προηγούμενης Επιτροπής για την απόδοση των αιτητών και του ενδιαφερόμενου προσώπου κατά την αρχική προφορική εξέταση (στον ουσιώδη χρόνο) και την εντύπωση και την αξιολόγηση τους με βάση τις νέες προφορικές εξετάσεις, είναι προφανές ότι το νέο στοιχείο, ήτοι η αξιολόγηση τους με βάση τις νέες προφορικές εξετάσεις είχε ουσιαστική επιρροή στην επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου αντί των αιτητών για προαγωγή στην επίδικη θέση.
Ενόψει των όσων έχουν αναφερθεί πιο πάνω και υπό το φως των θεμελιωμένων νομολογιακά αρχών, καταλήγω στην απόφαση ότι η προσβαλλόμενη πράξη θα πρέπει να ακυρωθεί .
Συνεπώς καθίσταται αχρείαστη η εξέταση των υπολοίπων λόγων που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση. Καμία διαταγή για έξοδα σε σχέση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.