ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 575/2001)
25 Φεβρουαρίου, 2005
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΣ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Κ. Κνώφος, για Κ. Δημητριάδη, για τον Αιτητή.
Ε. Αντωνίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ελ. Μιχαήλ (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Θ. Μιχαήλ.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή, ζητείται από το Δικαστήριο η ακύρωση απόφασης των καθ' ων η αίτηση, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 27/4/2001, και με την οποία προήχθησαν στη μόνιμη θέση Γενικού Διευθυντή, Υπουργικό Συμβούλιο (Διοίκηση Υπουργείων, Γραφείου Προγραμματισμού και Γενικής Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, Υπουργείο Εξωτερικών) οι Θάνος Μιχαήλ, Συμεών Μάτσης και Βασίλειος Πύργος, κατά προτίμηση και/ή αντί του αιτητή.
Το ιστορικό της υπόθεσης, σε συντομία, έχει ως εξής:-
Με απόφαση του Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2553 - Κοφτερός κ.ά. ν. Δημοκρατίας, 1/3/2001 - ακυρώθηκε απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερομηνίας 30/3/1995, με την οποία από 1/5/1995 είχαν προαχθεί στη μόνιμη θέση Γενικού Διευθυντή, Υπουργικό Συμβούλιο, τέσσερα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη στην παρούσα. Η απόφαση ακυρώθηκε για το λόγο ότι η τέταρτη θέση, η οποία αναμενόταν να κενωθεί, δεν μπορούσε να πληρωθεί στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης των υπολοίπων θέσεων.
Ακολούθησε επανεξέταση, με αποτέλεσμα την απόφαση αντικείμενο της παρούσης προσφυγής.
Η πορεία των γεγονότων έχει ως ακολούθως:-
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η «Επιτροπή»), σε συνεδρία της ημερομηνίας 6/4/2001, καθοδηγούμενη από την ακυρωτική απόφαση στην πιο πάνω Αναθεωρητική ΄Εφεση αλλά και από σχετική γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα - ημερομηνίας 29/3/2001, προχώρησε στην πλήρωση τριών θέσεων, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους υποψηφίους που είχαν προσέλθει ενώπιον της Επιτροπής με άλλη σύνθεση σε προφορική εξέταση. Ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. ΄Ελαβε υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, για σκοπούς μεταξύ τους σύγκρισης, ως και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση.
Η Επιτροπή θεώρησε, στηριζόμενη στη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, ότι, παρά την αλλαγή στη σύνθεσή της, η αιτιολογημένη αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης αποτελεί αντικειμενικό στοιχείο κρίσης, ανεξάρτητο από τα πρόσωπα ή τα σώματα που αξιολόγησαν τους υποψηφίους. Θεώρησε ότι η προφορική εξέταση και τα αποτελέσματά της, ως νομοθετημένο κριτήριο, έπρεπε να συνυπολογιστούν και τα έλαβε υπόψη.
Σ' ό,τι αφορά τα προσόντα και ειδικότερα το πλεονέκτημα της υπηρεσίας σε διευθυντική θέση, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία, όπως προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, υιοθετώντας απόφασή της με άλλη σύνθεση, κατέληξε ότι, μεταξύ άλλων, το διέθεταν και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, της δε υπηρεσίας σε διευθυντική θέση εκτός Δημόσιας Υπηρεσίας, μεταξύ άλλων, ο αιτητής.
Το ζήτημα της αρχαιότητας των υποψηφίων το εξέτασε με βάση κατάλογο που είχε ενώπιόν της, καίτοι η αρχαιότητα δεν είναι ουσιαστικής σημασίας για θέσεις πρώτου διορισμού, όπως και θέσεις στην ανώτατη βαθμίδα της Δημόσιας Υπηρεσίας.
Εξετάζοντας τα στοιχεία, με αναφορά στον ουσιώδη χρόνο, επέλεξε καταλληλότερους για προαγωγή, αναδρομικά από 1/5/1995, τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Για ακύρωση της απόφασης, προβάλλονται διάφοροι λόγοι, με πρώτο ότι η Επιτροπή εσφαλμένα έλαβε υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, η οποία έγινε ενώπιον της Επιτροπής υπό άλλη σύνθεση. Μεροληψία του Προέδρου της Επιτροπής υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους Θ. Μιχαήλ, κατ' επίκληση επιστολής του (Δεκέμβριος 1998) προς τον Θ. Μιχαήλ. Ανεπαρκή έρευνα και/ή πλάνη περί τα πράγματα. Λανθασμένη διαδικασία και παρέμβαση σε στοιχείο του φακέλου, που δυνατό να συνιστά πλαστογραφία. Επίσης, έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, τα οποία επιλέγηκαν ως αποτέλεσμα συγκαλυμμένης δίωξης του αιτητή και/ή τιμωρητικής ενέργειας εναντίον του. Τέλος, η απόφαση είναι αποτέλεσμα κατάχρησης και/ή υπέρβασης εξουσίας.
Με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις, οι συνήγοροι ανέλυσαν με αναφορά σε νομολογία τις θέσεις τους.
Ο αιτητής, επικαλούμενος την υπόθεση Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163, εισηγήθηκε ότι η νομιμότητα της απόφασης πλήττεται από το γεγονός ότι λήφθηκαν υπόψη τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων ενώπιον της Επιτροπής με άλλη σύνθεση.
Σε σχέση με το ζήτημα αυτό, οι καθ' ων η αίτηση, υποστηρίζοντας το νόμιμο της απόφασης, παρέπεμψαν σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας - Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2641 - 16/11/01, η οποία εκδόθηκε μετά τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα. Εισηγήθηκαν, όμως, ότι τα γεγονότα της πιο πάνω απόφασης διαφοροποιούνται. Εκεί, εξετάζεται κατά πόσο, σε περίπτωση επανεξέτασης για την πλήρωση θέσης πρώτου διορισμού βάσει του ΄Αρθρου 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), όπως τροποποιήθηκε, η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας διενεργούν νέα προφορική εξέταση, όταν η σύνθεσή τους έχει, στο μεταξύ, αλλάξει. Τα αποτελέσματα, υποστηρίζουν, εδώ της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων ενώπιον της Επιτροπής το 1995 είναι καταγραμμένα, δεόντως αιτιολογημένα και δεν έχουν ακυρωθεί με την απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 656/95 - Κουφτερός κ.ά. ν. Δημοκρατίας, 13/11/97 - εναντίον της οποίας ασκήθηκε η Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2553. Συνεπώς, παραμένουν ως έγκυρο στοιχείο κρίσης και ορθά λήφθηκαν υπόψη. Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη, (πιο πάνω), οι διορισμοί ακυρώθηκαν λόγω έλλειψης αιτιολογίας των κρίσεων της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση, συνεχίζει η συνήγορος των καθ' ων, θα ήταν παράνομη, εάν δεν ελαμβάνετο υπόψη αναγκαίο στοιχείο κρίσης, όπως είναι η προφορική εξέταση από την Επιτροπή - (΄Αρθρο 33(10) του Ν. 1/90).
Η συνήγορος του ενδιαφερομένου μέρους Θ. Μιχαήλ, με προδικαστική ένσταση, αμφισβήτησε το έννομο συμφέρον του αιτητή, αφού αυτός, καθώς ισχυρίζεται, δεν κατέχει το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν της άριστης γνώσης της Ελληνικής και της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.
Δε βρίσκω να ευσταθεί η προδικαστική ένσταση, για το λόγο ότι ο αιτητής κρίθηκε από την Επιτροπή ως προσοντούχος και λήφθηκε υπόψη κατά τη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων. Στην υπόθεση Εταιρεία Siemens AG v. Α.Η.Κ. (1994) 4 Α.Α.Δ. 1966, απασχόλησε κατά πόσο μπορούσε να εξετασθεί η ορθότητα της θεώρησης των αιτητών ως «έγκυρου προσφοροδότη». Ο επιτυχών πρόβαλε ότι οι αιτητές δεν ήταν έγκυροι προσφοροδότες. Αποφασίστηκε ότι:- (σελ. 1972)
«Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι το κύρος της απόφασης της Αρχής για κατακύρωση της προσφοράς. Ως προς το επίδικο ζήτημα οι αιτητές είναι αποτυχόντες προσφοροδότες και έχουν, για το λόγο αυτό, έννομο συμφέρον. Δεν υπάρχει δικαιοδοτική βάση για αναθεώρηση και ανατροπή στο πλαίσιο της προσφυγής των αιτητών, της κρίσης της Αρχής ως προς τη συζητούμενη πτυχή, ούτε βέβαια, μπορεί να τεθεί ζήτημα παράλληλης ή ανεξάρτητης κρίσης του Δικαστηρίου πάνω στο ίδιο θέμα.»
Στην υπόθεση Republic v. Safirides, (πιο πάνω), η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά την επανεξέταση και αφού στο μεταξύ η σύνθεσή της είχε αλλάξει, έλαβε υπόψη τις εντυπώσεις τις οποίες είχε σχηματίσει η Επιτροπή με την προηγούμενη σύνθεση για την απόδοση των υποψηφίων. Αυτό κρίθηκε ότι δεν ήταν δυνατό. Οι εντυπώσεις αποτελούσαν, καθώς εξηγήθηκε, την υποκειμενική εκτίμηση ή αντίδραση των προσώπων που συνέθεταν το συλλογικό όργανο και όχι αντικειμενικά δεδομένα τεθέντα ενώπιον του διοικητικού οργάνου. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στη σελ. 168:-
«...; and such material cannot be used, some three years later, by a differently constituted organ which is expected to exercise its own discretion for the selection of the most suitable candidate for appointment or promotion."
Η αρχή της υπόθεσης Republic v. Safirides δεν έχει μεταβληθεί. Αντίθετα, επανατονίστηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη, όπου γίνεται και λεπτομερής αναφορά στη μέχρι τότε νομολογία. Το πιο κάτω απόσπασμα επαναβεβαιώνει την αρχή:-
«Κατά τη γνώμη μας, τα δεδομένα του ουσιώδους χρόνου νόημα έχουν και ισχύουν στην έκταση που καλύπτουν τις ανάγκες της υπόθεσης. Αν υπολείπονται του νομοθετικά προβλεπόμενου συνόλου των στοιχείων κρίσης, συμπληρώνονται όσο καλύτερα οι περιστάσεις το επιτρέπουν. Το αντικείμενο εξακολουθεί να ανατρέχει στο χρόνο της πρώτης εξέτασης με αναφορά στον οποίο διεξάγονται τα περαιτέρω, όσο είναι ανθρωπίνως δυνατό, αφού ο χρόνος μπορεί να επιδράσει στις δυνατότητες των υποψηφίων - στην προσωπικότητα, γνώση, εμπειρία τους κτλ - και μπορεί εξάλλου να μεσολαβεί μια νέα υποκειμενικότητα άποψης και κρίσης όπου τον λόγο έχουν πλέον άλλα πρόσωπα, δηλαδή, νέος προϊστάμενος ή νέα μέλη του αποφασίζοντος οργάνου. Υπενθυμίζουμε, σε σχέση με το τελευταίο, τη διάσταση μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας στις υποθέσεις Πιτσιλλίδη και Αργυρίδης (ανωτέρω) ιδιαίτερα υπό το φως και της απόφασης στη Safirides (ανωτέρω) για τη σημασία της διάκρισης μεταξύ αντικειμενικών και υποκειμενικών δεδομένων, άποψη όμως, που καθώς δείχνουν οι αποφάσεις στις Λύωνα, Πιτσιλλίδη και Αργυρίδης (ανωτέρω), δεν επεκράτησε.»
Το ουσιαστικό δεν είναι εκείνο που εισηγούνται οι καθ' ων - εάν, δηλαδή, η αξιολόγηση των προφορικών συνεντεύξεων ήταν αιτιολογημένη - αλλά το ότι οι εντυπώσεις και οι αξιολογήσεις, έστω αιτιολογημένες, εμπεριέχουν υποκειμενικό στοιχείο κρίσης των προσώπων που συνέθεταν το όργανο. Συνεπώς, δεν αποτελούν αντικειμενικά δεδομένα, τα οποία τέθηκαν ενώπιον του διοικητικού οργάνου, όπως θέλησαν να τα εμφανίσουν οι καθ' ων. Καταλήγω λοιπόν, ως προς το ζήτημα αυτό, ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τα αποτελέσματα, έστω αιτιολογημένα, της προφορικής συνέντευξης των υποψηφίων ενώπιον άλλης Σύνθεσης.
Η πιο πάνω διαπίστωση οδηγεί, αναπόφευκτα, σε ακύρωση της απόφασης και καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπολοίπων λόγων που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ