ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παπαδόπουλος Mάριος ν. Oργανισμού Xρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608
Aριστοκλέους Παναγιώτης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 673
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 ΑΑΔ 19
Μικελλίδου Γεωργία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 105
Πούρος Πανίκος και Άλλοι ν. Άννας Μαρίας Χατζηστεφάνου και Άλλων (2001) 3 ΑΑΔ 374
Κούνουνα Πέτρου Στυλιανή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 1179
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παναγιώτη Αργυρού και Άλλου (2002) 3 ΑΑΔ 832
Λαζαρίδης Δημήτρης και Άλλη ν. Γιώργου Iορδάνου και Άλλοι (2003) 3 ΑΑΔ 37
Πατίκκης Γεώργιος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 ΑΑΔ 1937
Πουλούκας Σταύρος ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (1999) 4 ΑΑΔ 253
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 408/2003)
10 Φεβρουαρίου, 2005
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ,
ΑΙΤΗΤΗΣ,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
ΚΑΘ΄ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ.
Ε. Φλουρέντζος, για τον Αιτητή.
Ε. Αντωνίου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Λ. Γεωργίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Ιωάννα Γεωργιάδου.
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Βάσο Γιαζό.
Μ. Καλλιγέρου (κα), για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη Ξ. Γεωργίου, Σ. Συμεού, Γ. Γεωργίου
και Λ. Μαλάη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή του ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 28/2/2003 με την οποία διορίσθηκαν αναδρομικά από τις 17/4/2000 στην μόνιμη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού Β' (Κτηματολογίου) τα ενδιαφερόμενα μέρη Ιωάννα Α. Γεωργιάδου, Γεώργιος Α. Γεωργίου, Ξενάκης Γεωργίου, Κυπριανός Ελισσαίου, Χριστιάνα Κωνσταντινίδου, Λουΐζα Μαλάη, Μαρία Μαγείρου, Συμεών Συμεού και από 17/4/2000 με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού Β' (Κτηματολογίου) το Ενδιαφερόμενο Μέρος Βάσος Γιαζός αντί και/ή στη θέση του Αιτητή είναι άκυρη και/ή παράνομη και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 29.11.2002 στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές αρ. 892/00, 908/00, 909/00 και 910/00 (Βλέπε Χ. Στυλιανού κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας) ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) για τον διορισμό από 17.4.2000 εννέα προσώπων στη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού Β' (Κτηματολογίου), Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
Η ΕΔΥ, σε συνεδρία της ημερ. 19.12.2002, προχώρησε στην επανεξέταση της πλήρωσης των εννέα μονίμων θέσεων Κτηματολογικού Λειτουργού Β' που παρέμειναν κενές ύστερα από την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η ΕΔΥ αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε ότι εννέα υποψήφιοι υπερείχαν των άλλων και τους προσέφερε διορισμό/προαγωγή στην επίδικη θέση. Στους εννέα δεν περιλαμβάνετο το ενδιαφερόμενο μέρος (Ε/Μ) Βάσος Γιαζός και θα εξηγηθεί πιο κάτω γιατί. Ένα από τους διορισθέντες και συγκεκριμένα η Μαριάννα Βασιλειάδου δεν αποδέχθηκε διορισμό. Έτσι η ΕΔΥ ακύρωσε την προσφορά διορισμού της.
Η ΕΔΥ, μετά την πιο πάνω ακύρωση του διορισμού της Μ. Βασιλειάδου αποφάσισε να κληθεί ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας για να προβεί σε νέα σύσταση για τη μοναδική θέση που παρέμεινε απλήρωτη. Σε νέα συνεδρία της η ΕΔΥ στις 13.2.2003 εξέτασε το θέμα επιλογής άλλου υποψηφίου ενόψει της ακύρωσης προσφοράς διορισμού που έγινε στη Μ. Βασιλειάδου. Η ΕΔΥ αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο καθώς και τη νέα σύσταση του Διευθυντή αποφάσισε να διορίσει στην επίδικη θέση το Ε/Μ Βάσο Γιαζό αναδρομικά από 17.4.2000.
Ως πρώτο λόγο ακύρωσης ο αιτητής προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ δεν προέβη σε δέουσα έρευνα όσον αφορά τα προσόντα των Ε/Μ Ελισσαίου Κυπριανού, Γεώργιου Ξενάκη και Βάσου Γιαζού. Ισχυρίζεται ότι δεν κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και τούτο γιατί δεν κατείχαν Πανεπιστημιακό Τίτλο σε ένα από τα θέματα που αναφέρονται σ' αυτό.
Οι καθ' ων η αίτηση απαντώντας αντικρούουν τους ισχυρισμούς αυτούς και ισχυρίζονται ότι ο αιτητής κωλύεται να προβάλλει κάτι τέτοιο αφού στην προηγούμενη προσφυγή δεν πρότεινε τέτοιο λόγο. (Βλ. Χ. Στυλιανού κ.ά. (πιο πάνω)).
Η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση είναι ορθή όσον αφορά όμως τα Ε/Μ Ελισσαίο Κυπριανού και Ξενάκη Γεωργίου. Ο τρίτος Βάσος Γιαζού δεν ήταν Ε/Μ στις πιο πάνω προσφυγές και έτσι δεν είχε εξεταστεί από το Δικαστήριο θέμα προσόντων του.
Είναι πάγια η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος. Λόγοι οι οποίοι μπορούσαν να προβληθούν στις πρώτες προσφυγές και δεν τέθηκαν δεν είναι δυνατό μετά την επανεξέταση, να τεθούν σε νέα προσφυγή γιατί προσκρούει στην αρχή του δεδικασμένου. Στην απόφαση της Ολομέλειας Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παναγιώτη Αργυρού κ.ά., Α.Ε. 2932, ημερ. 18.12.2002, έχουν αναφερθεί τα εξής επί του θέματος:-
«Απασχόλησαν εν τέλει δύο ζητήματα. Το ένα αφορά το κατά πόσο τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατείχαν όλα τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας ως απαιτούμενα προσόντα. Αυτό όμως δεν μπορεί εν προκειμένω να εξεταστεί αφού θα μπορούσε να είχε τεθεί και με τις πρώτες προσφυγές των εφεσιβλήτων και δεν τέθηκε. Καθώς υπέδειξε η Ολομέλεια στη Μάριος Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Α.Ε. 1913, ημερ. 14 Σεπτεμβρίου 1998:
«Δεν είναι επιτρεπτό ο διάδικος να θέτει νέο θέμα, όποτε το ανακαλύπτει ή όποτε το επιθυμεί. Και στην προκείμενη περίπτωση όλα τα «νέα θέματα» θα μπορούσαν να προβληθούν στην προσφυγή αρ. 545/91.»»
(Βλέπε επίσης: Δημήτρης Λαζαρίδης ν. Γιώργου Ιορδάνου και Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 37).
Ο λόγος αυτός, όσον αφορά τα Ε/Μ Ε. Κυπριανού και Γ. Ξενάκη απορρίπτεται.
Όσον αφορά το Ε/Μ Βάσο Γιαζό για το ίδιο θέμα έχω να παρατηρήσω τα εξής.
Είναι καλά εμπεδωμένη η αρχή που πηγάζει από τη νομολογία ότι η κρίση ως προς τη συνδρομή των αναγκαίων προσόντων από τους υποψηφίους αποτελεί αυτοτελές προκριματικό ζήτημα, η λύση του οποίου ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην κρίση αυτή εκτός αν η λύση που δόθηκε δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή ή υπήρξε υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας ή υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας ή πλάνη. (Βλέπε: Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2549, ημερ. 15.1.2001 και Κούνουνας ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2926, ημερ. 31.12.2001).
Στην παρούσα υπόθεση το Ε/Μ διαθέτει μεταξύ άλλων το πτυχίο ή τίτλο Β.Α. in Hotel Business Management και Master of Business Administration. Η ΕΔΥ εξέτασε το θέμα των προσόντων των υποψηφίων και συμφώνησε με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εκτός για κάποιο υποψήφιο τον οποίο θεώρησε ότι είχε τα προσόντα ανατρέποντας τη σύσταση της. Είμαι της άποψης ότι η ΕΔΥ εύλογα θεώρησε ως προσοντούχο το Β. Γιαζό γιατί με τα πιο πάνω πτυχία ικανοποιούσε τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, σύμφωνα και με τον Κανονισμό 2 των Κανονισμών Σ.Υ. 11/95 που αναφέρει ότι «Ο όρος Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τϊτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό Δίπλωμα ή Τίτλο.»
Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ δεν έδωσε ειδική αιτιολογία παραγνώρισης του πλεονεκτήματος της πείρας που κατείχε και δεν κατείχαν τα Ε/Μ. Η ΕΔΥ ανέφερε τα ακόλουθα:-
«Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι το πλεονέκτημα διαθέτουν και οι υποψήφιοι Γαλιούνας Κωνσταντίνος, Ζακχαίος Χρυσόστομος, Παπαγεωργίου Βασίλης, Περικλέους Τάσσος, Ρούσου Γιάννης και Στυλιανού Χαράλαμπος, οι οποίοι δεν επιλέγηκαν, έκρινε όμως ότι αυτοί υστερούν γενικά έναντι των επιλεγέντων, αφού, μεταξύ άλλων, απέδωσαν σε χαμηλότερο επίπεδο στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και δεν έχουν τη σύσταση του Διευθυντή.»
Και για το Ε/Μ Β. Γιαζό ανέφερε επίσης:-
«Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι μεταξύ των μη επιλεγέντων υπάρχουν υποψήφιοι που διαθέτουν το πλεονέκτημα, ο επιλεγείς όμως έχει αξιολογηθεί σε ψηλότερο από αυτούς επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και, επιπλέον, διαθέτει και τη σύσταση του Διευθυντή, γεγονός που τον καθιστά καταλληλότερο.»
Είναι η εισήγηση του αιτητή ότι η επίκληση από την ΕΔΥ της υψηλότερης αξιολόγησης της προφορικής εξέτασης και η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να αποτελέσουν ειδική αιτιολογία όπως απαιτεί η νομολογία.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση του αιτητή. Είμαι της γνώμης ότι η αιτιολογία που δίδει η ΕΔΥ είναι επαρκής για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος. Η νομολογία υιοθέτησε την πιο πάνω θέση. (Βλέπε: Γεωργίου Παττίκκη ν. Δημοκρατίας (1994) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1937, Σταύρου Πουλούκα ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 703/97, ημερ. 26.2.1999 και Γεωργίας Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2701, ημερ. 27.2.2001).
Με τρίτο λόγο ακύρωσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη αντίθετα με ότι η νομολογία απαιτεί προβάλλοντας την απόφαση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852, ημερ. 25.10.2002.
Η σύσταση του Διευθυντή είναι παντελώς αναιτιολόγητη. Απλώς κατονομάζει τους υποψηφίους που προτείνει. Τούτο είναι επιτρεπτό από τον περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο αρ. 1/90 για θέσεις που είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής όπως οι επίδικες. Έτσι δεν τίθεται θέμα παράνομης ή αναιτιολόγητης σύστασης.
Επί μέρους όμως ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ο Διευθυντής δεν εξέτασε τους φακέλους των υποψηφίων ούτε έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και βασίστηκε μόνο στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης. Οι θέσεις αυτές του αιτητή παραμένουν μόνο στο επίπεδο των ισχυρισμών χωρίς αυτοί να τεκμηριώνονται. Η σύσταση δόθηκε σε διαδικασία επανεξέτασης. Ήταν η δεύτερη σύσταση. Σύμφωνα με τη νομολογία τεκμαίρεται ότι ο διευθυντής μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων πριν να δώσει τη σύσταση. (Βλέπε: Γεώργιος Παπαναστασίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 708/99, ημερ. 10.9.2001).
Με τέταρτο λόγο ακύρωσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η τελική επίδικη απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη.
Έχω μελετήσει την επίδικη απόφαση και έχω καταλήξει ότι η αιτιολογία που δίδει για την προτίμηση της στα Ε/Μ είναι επαρκής. Εξάλλου, σύμφωνα και με τη νομολογία, αυτή μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων.
Επί μέρους ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση της ΕΔΥ βασίστηκε αποκλειστικά στα αποτελέσματα της ενώπιον της προφορικής εξέτασης. Δεν συμφωνώ. Η ΕΔΥ συνεκτίμησε όχι μόνο της απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αλλά και τα υπόλοιπα στοιχεία, δηλαδή την αξία, την αρχαιότητα, τα προσόντα και τη σύσταση του Διευθυντή. Εύλογα και ορθά, σύμφωνα με τη νομολογία, η ΕΔΥ έλαβε υπόψη και την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. (Βλέπε: Αριστοκλέους ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 673, Πούρος ν. Α. Μ. Χατζηστεφάνου και Δημοκρατίας, Α.Ε. 2847, ημερ. 30.4.2001, Γιάννου Πογιατζή ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 39/2000, ημερ. 7.3.2001).
Ο αιτητής στο τέλος της αγόρευσης του δικηγόρου του θέτει θέμα προβληματισμού, όπως το χαρακτηρίζει, και όχι λόγο ακυρότητας, ότι δηλαδή, αν το αντιλήφθηκα ορθά, λόγω διαφοράς ηλικίας των υποψηφίων οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είχαν προβάδισμα στη γραπτή εξέταση γιατί το πιθανότερον είχαν παρακαθίσει ξανά σε τέτοιες εξετάσεις. Αν με τους ισχυρισμούς αυτούς τίθεται θέμα ισότητας του Άρθρου 28 του Συντάγματος, θεωρώ ότι δεν είναι δυνατό να εξεταστεί γιατί δεν προβάλλεται στην προσφυγή.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ