ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 4 ΑΑΔ 124
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1056/2004)
17 Φεβρουαρίου, 2005
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
HEWLETT PACKARD HELLAS E.P.E.
Aιτήτρια
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ΄ων η αίτηση
----------------------------------- -----
Ν. Παπαγεωργίου με κ. Μυλωνά για την αιτήτρια εταιρεία.
Α. Πανταζή, Νομικός Λειτουργός εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Γ. Τριανταφυλλίδης για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ΙΒΜ Semea
Ν. Κλεάνθους για Χρ. Τριανταφυλλίδη για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο GCC Computers Ltd.
------------------------------
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την Προσφορά αρ. ΤΥΠ 011/2003 που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 27ης Ιουνίου 2003, για την "προμήθεια και εγκατάσταση ολοκληρωμένης λύσης ενός πληροφοριακού συστήματος υγείας για το Υπουργείο Υγείας", ζητήθηκε η "Εκδήλωση Ενδιαφέροντος". Κάτω από περιστάσεις που δεν χρειάζεται να μας απασχολήσουν σ' αυτό το στάδιο, τρείς από τις "Προτάσεις Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος" (στο εξής οι Προτάσεις), ως εξασφαλίσασες την ψηλότερη συγκριτική βαθμολογία, επιλέγησαν για την υποβολή προσφορών. Η αιτήτρια εταιρεία, περιγραφόμενη ως υποβαλούσα πρόταση, άσκησε ιεραρχική προσφυγή για τη μη επιλογή της. Αυτή απορρίφθηκε με απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών και ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή με αντικείμενο την
"απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ημ. 18.10.04 με την οποία επικύρωσε την απόφαση της Καθ΄ης η Αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια με επιστολή του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσιών Πληροφορικής ημ. 20/7/04 και με την οποία επελέγησαν 3 Οικονομικοί Φορείς ήτοι οι ΙΒΜ Semea, GCC Computers Ltd Accenture Ltd".
Mε αίτησή τους ημερομηνίας 17.11.04 οι αιτητές ζήτησαν αναστολή της προσβαλλόμενης απόφασης και οποιασδήποτε διαδικασίας "υποβολής και/ή εξέτασης και/ή ανάθεσης προσφοράς", με τις ενστάσεις που κατατέθηκαν αμφισβητήθηκε το παραδεκτό της προσφυγής και, συναινούντων όλων των μερών, προέκρινα την κατά πρώτο επίλυση του δικαιοδοτικής φύσης θέματος.
Είναι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων πως την πρόταση δεν την υπέβαλε η ίδια η αιτήτρια εταιρεία ατομικώς ώστε να νομιμοποιείται στην άσκηση προσφυγής. Υποστηρίζουν πως την υπέβαλε κοινοπραξία στην οποία η αιτήτρια εταιρεία ήταν απλό μέλος και πως, όπως έκρινα και στην Joannou & Paraskevaides Ltd v. Kυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή αρ. 1096/03 ημερομηνίας 29 Ιανουαρίου 2004, (βλ και Κοινοπραξία Cyprus Airports Group v. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 92/04 ημερομηνίας 28 Μαΐου 2004) αφού φορέας των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων ήταν η κοινοπραξία, ως αδιάσπαστη οντότητα, μόνο εκείνη νομιμοποιείτο. Η αιτήτρια εταιρεία δέχεται την αρχή ως ανωτέρω και υπό συζήτηση τίθεται, ως πραγματικό πλέον γεγονός, το κατά πόσο την πρόταση την υπέβαλε η αιτήτρια εταιρεία ή κοινοπραξία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι υποστήριξαν πως, στο πλαίσιο των όρων, αλλοδαπή εταιρεία όπως η αιτήτρια μόνο με κοινοπραξία θα μπορούσε να υποβάλει πρόταση και πως, από χειρισμούς και δηλώσεις που ακολούθησαν μέχρι την επιλογή, προκύπτει ότι η Πρόταση ακριβώς προσεγγίστηκε ή προωθήθηκε ως προερχόμενη από κοινοπραξία που ήταν και προϋπόθεση για την κατ' ουσίαν αξιολόγησή της, ως εγκύρως υποβληθείσας. Αυτά τα τελευταία με την ορθή διευκρίνηση πως δεν προτείνουν δέσμευση του Δικαστηρίου από εκ των υστέρων χειρισμούς ή δηλώσεις, ανάλογα με το πώς οι εμπλεκόμενοι ερμηνεύουν τους όρους ή άλλα στοιχεία.
Μας απασχολεί η νομιμοποίηση της αιτήτριας εταιρείας και αυτό το θέμα τελεί υπό την αυτοτελή, θα έλεγα και αποκλειστική, κρίση του Δικαστηρίου. Το κατά πόσο δε η διοίκηση καλώς ή κακώς, ανάλογα με τη βάση, θεώρησε την Πρόταση ως εγκύρως υποβληθείσα, δεν είναι θέμα που ενδιαφέρει. Αν από τα αντικειμενικά δεδομένα, ορθά αποτιμούμενα, προκύπτει πως την Πρόταση την υπέβαλε η αιτήτρια εταιρεία και όχι κοινοπραξία, αυτή η πραγματικότητα δεν θα αλλάξει αν, στην πορεία, υπάρχει αναφορά από τη μια ή και από την άλλη πλευρά σε κοινοπραξία.
Δεν ήταν όμως και μονοσήμαντοι οι χειρισμοί που ακολούθησαν, οι δηλώσεις που έγιναν και τα έγγραφα που υποβλήθηκαν ώστε, έστω έμμεσα, να μπορούν να προσεγγιστούν ως κάποιας μορφής βοηθήματα σε σχέση με το ζητούμενο. Στις διάφορες επισημάνσεις εκατέρωθεν, που δεν νομίζω πως θα εξυπηρετούσε αν τις μετέφερα εδώ στη λεπτομέρειά τους, βλέπουμε αδιακρίτως αναφορές σε κοινοπραξία, χωρίς να μπορούμε και να γνωρίζουμε την έννοια με την οποία ο καθένας χρησιμοποιούσε αυτό τον όρο, αλλά και στην αιτήτρια εταιρεία ως υπόλογη και την υπεύθυνη για το έργο. Περαιτέρω, στις υπόλοιπες εταιρείες, που αναφέρονται ως μέλη της κοινοπραξίας, ως απλούς υπεργολάβους. Ενώ, εν τέλει, και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών δεν απέρριψε ως απαράδεκτη την ιεραρχική προσφυγή που άσκησε η αιτήτρια εταιρεία αλλά την εξέτασε κατ' ουσίαν. Για να προτείνει τώρα η αιτήτρια εταιρεία και πως, σε κάθε περίπτωση, νομιμοποιείται αφού αντικείμενο της προσφυγής είναι ακριβώς η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών με την οποία απέρριψε τη δική τους, και όχι άλλων, ιεραρχική προσφυγή. Και για να απαντούν οι καθ΄ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι πως πράγματι θα έπρεπε να μη είχε εξεταστεί κατ' ουσίαν η ιεραρχική προσφυγή και πως αυτό το λάθος της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών δεν επηρεάζει.
Ισχύουν τα ίδια, τουλάχιστον, και σε σχέση με τους όρους 1.5 και 1.6 της Πρόσκλησης για Εκδήλωση Ενδιαφέροντος τους οποίους επικαλέστηκαν οι καθ΄ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι. Ορίζεται πως πρόταση μπορεί να υποβληθεί από μεμονωμένους οίκους ή από ομάδα συνεργαζομένων οίκων που θα αναφέρονται ως κοινοπραξία. Αυτοί, ο μεμονωμένος οίκος ή η κοινοπραξία θα αναφέρονται ως "Ενδιαφερόμενος Προμηθευτής" και, εφόσον είτε ο ένας είτε η άλλη είναι αλλοδαποί, θα αποτελεί προϋπόθεση η συνεργασία τους με ντόπιους οίκους. Μου φαίνεται πως η ανάγκη για συνεργασία με ντόπιους οίκους αναφέρεται σε ενδιαφερόμενους προμηθευτές με τη μια ή την άλλη ήδη καθορισθείσα έννοια, και δεν προσφέρεται ως στοιχείο σχετικό.
Ό,τι προβάλλει ως κρίσιμο, είναι η ίδια η Πρόταση. Η Πρόταση συνοδευόταν από επιστολή της αιτήτριας εταιρείας ημερομηνίας 3.10.03 που άρχιζε με τη φράση πως αυτή, η αιτήτρια εταιρεία δηλαδή, "υποβάλλει αυτή την Πρόταση". Eπομένως, κατά το επιχείρημά της, το θέμα πρέπει να τελειώσει εδώ. Δεν υπάρχουν άλλα έγγραφα υπογραμμένα από οποιουσδήποτε άλλους ως υποβάλλοντες Πρόταση ούτε αναφέρεται πως η αιτήτρια εταιρεία υποβάλλει την Πρόταση και για λογαριασμό άλλου.
Οι καθ΄ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι απάντησαν με δυο εναλλακτικά επιχειρήματα. Κατά το πρώτο, η επιστολή, ως έγγραφο που δεν περιλαμβάνεται σε εκείνα που θα έπρεπε να υποβληθούν, πρέπει να αγνοηθεί. Αυτό, όμως, με την πρόδηλη αδυναμία πως, αγνοούμενης της επιστολής δεν θα έχουμε άλλο έγγραφο υπογραμμένο από οποιονδήποτε, ρητά περιγραφόμενο ως εκδηλώνοντα ενδιαφέρον. Κατά το δεύτερο, με την επιστολή υποβλήθηκε "αυτή η Πρόταση" δηλαδή η Πρόταση που ενσωματώνεται στα επισυνημμένα σ΄αυτή. Και αφού αυτά τα έγγραφα, με την επικεφαλίδα "Εκδήλωση Ενδιαφέροντος" (Expression of Interest) εμφανίζουν τους "συνεργάτες" της αιτήτριας εταιρείας ως ενδιαφερόμενους προμηθευτές (interested suppliers), τα στοιχεία των οποίων και παραθέτουν κατά τα απαιτούμενα, θα πρέπει να θεωρηθεί πως στο πλαίσιο των ορισμών, έχουμε Πρόταση από όλους ως κοινοπραξία. Συναφώς πως το ότι αυτά τα έγγραφα δεν προκύπτει να είναι υπογραμμένα από την κάθε εταιρεία - ενδιαφερόμενο προμηθευτή αλλά φέρουν μονογραφή, που τουλάχιστον δεν αντιστοιχεί στην κάθε μια, είναι αδιάφορο. Όπως είναι αδιάφορο, ως εσωτερικό θέμα των μελών της κοινοπραξίας και το γεγονός ότι δεν αναφέρουν οι αιτητές πως ενήργησαν κατ' εξουσιοδότηση της κοινοπραξίας ή και δεν τεκμηρίωσαν, τότε βεβαίως, τέτοια εξουσιοδότηση. Με αναφορά επί του προκειμένου στην απόφαση της Ολομέλειας στην Τamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60.
Ακριβώς, όμως, εκεί εξηγήθηκε πως κρίσιμη ήταν η ιδιότητα υπό την οποία υποβλήθηκε η προσφορά. Το κατά πόσο εκείνος που την υπέβαλε ως εταίρος σε συνεταιρισμό μπορούσε να τον δεσμεύει αυτοτελώς, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου, δεν ήταν σχετικό. Αυτός ο εταίρος την υπέβαλε, εξηγώντας ο ίδιος πως ενεργούσε ως αντιπρόσωπος του συνεταιρισμού ειδικά εξουσιοδοτημένος. Οπότε αυτή η προσφορά ορθά αποκλείστηκε αφού δεν είχε επισυναφθεί, όπως απαιτείτο, πληρεξούσιο που θα θεμελίωνε τη δέσμευση του συνεταιρισμού.
Εν προκειμένω, το έχουμε εγγράφως πως την Πρόταση την υπέβαλε η αιτήτρια εταιρεία χωρίς βεβαίως αναφορά σε αντιπροσωπευτική ιδιότητα και χωρίς άλλο έγγραφο προερχόμενο ή δυνάμενο να θεωρηθεί ότι προέρχεται από κοινοπραξία. Το κατά πόσο η επιστολή ήταν προβλεπόμενο έγγραφο δεν είναι ουσιώδες. ΄Ηταν έγγραφο προσδιοριστικό της ταυτότητας εκείνου που υποβάλλει την Πρόταση και δεν είναι δυνατό να αγνοηθεί για τους σκοπούς αυτής της διαδικασίας. Όπως δεν είναι δυνατό να αγνοηθεί και το επόμενο, επίσης υπό την περιγραφή "Εκδήλωση Ενδιαφέροντος" (Expression of Interest) όπως δηλαδή και τα επόμενα, στα οποία περιγράφονται οι διάφορες εταιρείες. Σ΄αυτό λοιπόν, το επόμενο έγγραφο, ρητά προσδιορίζεται πως η αιτήτρια εταιρεία θα συνεργαστεί με αριθμό εταιρειών, που είναι οι περιγραφόμενες στα επόμενα έγγραφα, υπό την ιδιότητά τους ως υπεργολάβων.
Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι τεκμηριώνεται η ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων και καταλήγω πως η αιτήτρια εταιρεία νομιμοποιείται. Τα έξοδα αυτής της διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας εταιρείας.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.