ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 4 ΑΑΔ 929

27 Οκτωβρίου, 2004

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

KATEΡΙΝΑ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 452/2003)

 

Προσφυγή βάσει του ’ρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Πλάνη περί τα πράγματα ― Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προσόντα ― Πλεονέκτημα ― Η απαίτηση ειδικής αιτιολόγησης για παραγνώρισή του ― Παρόλο που δεν επιβαλλόταν στην κριθείσα περίπτωση, εφόσον δόθηκε ειδική αιτιολογία ελέγχθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο και κρίθηκε επαρκής ― Απόκλιση από τη νομολογία ότι η καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση δεν μπορεί να αντισταθμίσει το πλεονέκτημα.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Συνεντεύξεις ― Ισχυρισμός περί απόδοσης υπέρμετρης βαρύτητας στις συνεντεύξεις και περί ακυρότητας της αξιολόγησης των υποψηφίων σε αυτές απορρίφθηκαν στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια επεδίωξε την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Χημικού, 2ης Τάξης, Γενικό Χημείο ο οποίος ανέτρεχε στις 2/3/1993 λόγω ακυρωτικών δικαστικών αποφάσεων, που είχαν εκδοθεί κατ' επανάληψη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.     Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας πλανήθηκε ως προς την πείρα της που ήταν σχετική, ενώ σημειώθηκε παραβίαση του δεδικασμένου.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε μετά την απόφαση για επανεξέταση, όσο και η Επιτροπή, διέπραξαν ακριβώς το ίδιο σφάλμα και συγκεκριμένα περιόρισαν την πείρα της, αφού παρέλειψαν να λάβουν υπ' όψιν την πείρα των 18 μηνών που είχε στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.

Από τη στιγμή όμως που η αιτήτρια πιστώθηκε με το προσόν της επαρκούς πείρας, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα ότι η Επιτροπή πλανήθηκε, ακόμα κι' αν δεν υπολογίστηκαν μερικοί ακόμα μήνες.

Είναι φανερό ότι δεν συντρέχει περίπτωση παραβίασης του δεδικασμένου, αφού η Επιτροπή θεώρησε ότι η αιτήτρια είχε την επαρκή πείρα που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας.

2.  Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι κατείχε τόσο το πλεονέκτημα της πείρας, όσο και το πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού προσόντος, ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν μόνο το πλεονέκτημα της πείρας. Αφού όλοι οι διάδικοι κατείχαν ένα τουλάχιστον πλεονέκτημα, η Επιτροπή δεν είχε υποχρέωση να δώσει ειδική αιτιολογία για παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας. Επειδή, όμως, προχώρησε σε ειδική αιτιολόγηση, η αιτιολογία ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Δεν υιοθετείται η νομολογία όπου κρίθηκε ότι η καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους στην προφορική εξέταση, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητική εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα. Μια τέτοια ερμηνεία θα περιόριζε πάρα πολύ τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής και θα καθιστούσε το πλεονέκτημα αμάχητο τεκμήριο διορισμού. Εν πάση περιπτώσει, η αιτιολογία που δόθηκε εδώ είναι επαρκής.

3.  Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι από τη μια η Επιτροπή έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις και από την άλλη ότι η αξιολόγηση της Επιτροπής της απόδοσης κατά την προφορική εξέταση, είναι άκυρη.

Ούτε αυτοί οι λόγοι ακυρώσεως ευσταθούν. Η εντύπωση την οποία οι υποψήφιοι δίδουν στην προφορική εξέταση δεν έχει σχέση με τα ακαδημαϊκά τους προσόντα ή με την κατάρτιση ή την πείρα τους. Αποτελεί ένα ξεχωριστό στοιχείο. Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται να έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 625,

Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1,

Αντωνίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 806/99, ημερ. 22.6.2000.

Προσφυγή.

Α. Μ. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1 Χαριτίνη Φρεναρίτου.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Χημικού, 2ης Τάξης, Γενικό Χημείο, που έγινε στη συνεδρία της Επιτροπής ημερ. 4.3.2003, αναδρομικά από 2.3.1993. Ο διορισμός ήταν αποτέλεσμα επανεξέτασης, ύστερα από ακύρωση για μια ακόμα φορά της προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στος εξής "η Επιτροπή").

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι η Επιτροπή πλανήθηκε ως προς την πείρα της που ήταν σχετική, ενώ σημειώθηκε παραβίαση του δεδικασμένου. Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε θέμα ή θέματα που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες του Γενικού Χημείου, καθώς και επαρκής πείρα σε θέμα ή θέματα που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες του Γενικού Χημείου, αποτελούν πλεονέκτημα.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε μετά την απόφαση για επανεξέταση, όσο και η Επιτροπή, διέπραξαν ακριβώς το ίδιο σφάλμα και συγκεκριμένα περιόρισαν την πείρα της, αφού παρέλειψαν να λάβουν υπ΄ όψιν την πείρα των 18 μηνών που είχε στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.

Αυτή η παράλειψη αποτελεί, σύμφωνα με την αιτήτρια, πλάνη και παραβίαση του δεδικασμένου, αφού σε προηγούμενες διαδικασίες το Δικαστήριο είχε καταγράψει και θεωρήσει ότι η πείρα της στο Α.Τ.Ι. μετρούσε ως μέρος της συνολικής της πείρας.

Η αιτήτρια τονίζει το θέμα της πείρας γιατί κατείχε και μεταπτυχιακό προσόν που επίσης θεωρείται πλεονέκτημα. Καταλήγει ότι δεν είναι γνωστό πως θα αντιδρούσε η Επιτροπή και ποια θα ήταν η τελική της απόφαση, αν η πείρα της υπολογιζόταν ορθά.

Κατ' αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι τίποτε στα πρακτικά δεν δείχνει ότι είτε η Συμβουλευτική Επιτροπή, είτε η Επιτροπή, παραπλανήθηκαν ως προς την πείρα της αιτήτριας. Αντίθετα σημειώνεται ότι η αιτήτρια διαθέτει την πείρα, όπως περιγράφεται τόσο στην απόφαση Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 625, όσο και στις άλλες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αναφορά γίνεται στην πείρα της αιτήτριας σε σχέση με το πλεονέκτημα και όχι στη συνολική πείρα που διαθέτει. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η αιτήτρια πιστώθηκε με το πλεονέκτημα της πείρας, ενώ είναι σαφές από τα πρακτικά, ότι η Επιτροπή είχε υπ΄ όψιν της το κείμενο των προηγούμενων δικαστικών αποφάσεων.

Εξ άλλου, θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη είχαν υπέρ τους το πλεονέκτημα της επαρκούς πείρας που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

’ξιο σημείωσης είναι επίσης και το γεγονός ότι το σχέδιο υπηρεσίας αξιώνει ακριβώς επαρκή πείρα και όχι πείρα για οποιανδήποτε χρονική διάρκεια. Από τη στιγμή που η αιτήτρια πιστώθηκε με το προσόν της επαρκούς πείρας, δεν μπορώ να συμφωνήσω με το επιχείρημα ότι η Επιτροπή πλανήθηκε, ακόμα κι' αν δεν υπολογίστηκαν μερικοί ακόμα μήνες.

Εν όψει όλων των πιο πάνω είναι φανερό ότι δεν έχουμε περίπτωση παραβίασης του δεδικασμένου, αφού η Επιτροπή θεώρησε ότι η αιτήτρια είχε την επαρκή πείρα που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι κατείχε τόσο το πλεονέκτημα της πείρας, όσο και το πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού προσόντος, ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν μόνο το πλεονέκτημα της πείρας. Αφού όλοι οι διάδικοι κατείχαν ένα τουλάχιστον πλεονέκτημα, η Επιτροπή δεν είχε υποχρέωση να δώσει ειδική αιτιολογία για παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας. Επειδή, όμως, προχώρησε σε ειδική αιτιολόγηση, η αιτιολογία ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Η Επιτροπή αιτιολογώντας την επιλογή των ενδιαφερόμενων μερών, αφού αναφέρθηκε στην κατοχή του μεταπτυχιακού διπλώματος και της πείρας που διέθετε η αιτήτρια και ιδιαίτερα στο πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού που οι επιλεγείσες δεν διέθεταν, κατέγραψε ότι κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, οι επιλεγείσες αξιολογήθηκαν σε πολύ ψηλότερο από την αιτήτρια επίπεδο. Κρίθηκε ότι η κατοχή του πλεονεκτήματος του μεταπτυχιακού διπλώματος από μόνη της δεν ήταν αρκετή για να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή των επιλεγεισών.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι σύμφωνα με τη νομολογία (Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1 και Αντωνίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 806/99, ημερ. 22.6.2000), η απόδοση στην προφορική εξέταση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ειδική αιτιολογία για παράκαμψη του πλεονεκτήματος.

Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω ως προς την ερμηνεία που δίδεται στη Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω.  Δεν συμφωνώ ότι σ' εκείνη την περίπτωση η Ολομέλεια δέκτηκε ότι η καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση δεν αποτελεί εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα. Η Φιλίππου απλώς επαναλαμβάνει την αταλάντευτη αρχή της νομολογίας, πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετο προσόν, πρέπει να δοθούν πειστικοί λόγοι ή ειδική αιτιολογία γι' αυτήν την απόφαση. Η απόφαση Φιλίππου καταλήγει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αιτιολόγηση δεν εξειδίκευε τους λόγους που αντιστάθμιζαν το πλεονέκτημα της εφεσείουσας, με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση να θεωρηθεί ως αναιτιολόγητη.

Με όλο το σεβασμό δεν συμφωνώ με το συμπέρασμα της Αντωνίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, ότι στην Φιλίππου κρίθηκε ότι η καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους στην προφορική εξέταση, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητική εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα. Μια τέτοια ερμηνεία θα περιόριζε πάρα πολύ τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής και θα καθιστούσε το πλεονέκτημα αμάχητο τεκμήριο διορισμού.

Χαρακτηριστικά μπορεί να λεχθεί ότι στην παρούσα περίπτωση, η Επιτροπή υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του προϊσταμένου του Γενικού Χημείου, προέβη σε λεπτομερή καταγραφή της εντύπωσης που τα ενδιαφερόμενα μέρη και η αιτήτρια άφησαν στην προφορική εξέταση, αιτιολογώντας με λεπτομέρεια τα συμπεράσματά της.

Ορθά επισημαίνεται από την αιτήτρια ότι επειδή και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν το πλεονέκτημα, δεν χρειαζόταν ειδική αιτιολογία. Εν πάση περιπτώσει, βρίσκω ότι η αιτιολογία που δόθηκε είναι επαρκής.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι από τη μια η Επιτροπή έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις και από την άλλη ότι η αξιολόγηση της Επιτροπής της απόδοσης κατά την προφορική εξέταση, είναι άκυρη. Για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς της προβαίνει σε εκτενή αναφορά στα προσόντα που διαθέτει, στην αξία και την πείρα της. Παραπονείται ακόμα ότι η Επιτροπή αξιολόγησε την απόδοση των ενδιαφερόμενων μερών, στην προφορική εξέταση ενώπιόν της, ψηλότερα από την αιτήτρια, διαφορά η οποία την ζήμιωσε. Υποστηρίζει ότι οι διαπιστώσεις στις οποίες η Επιτροπή προέβη για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, συγκρούονται με τα αντικειμενικά στοιχεία των φακέλων, επειδή η αιτήτρια υπερέχει σε κατάρτιση, αφού έχει μεταπτυχιακό προσόν και υπερέχει σε πείρα.

Ούτε τα επιχειρήματα αυτά ευσταθούν. Η εντύπωση την οποία οι υποψήφιοι δίδουν στην προφορική εξέταση δεν έχει σχέση με τα ακαδημαϊκά τους προσόντα ή με την κατάρτιση ή την πείρα τους. Αποτελεί ένα ξεχωριστό στοιχείο. Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται να έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις. Τα ενδιαφερόμενα μέρη έκαναν στην Επιτροπή καλύτερη εντύπωση. Και ήταν επόμενο η απόδοσή τους στην προφορική εξέταση να παίξει ρόλο, αφού όλοι είχαν τα απαιτούμενα προσόντα, ακόμα δε και το πλεονέκτημα.

Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι συνεντεύξεις και οι προφορικές εξετάσεις προσφέρουν μιαν εικόνα για την προσωπικότητα και τις ικανότητες των υποψηφίων και βοηθούν, σε κάποιο βαθμό στην εκτίμηση της αξίας και των προσόντων τους. Στην παρούσα περίπτωση, υποβλήθηκαν, με τη βοήθεια του προϊσταμένου του Γενικού Χημείου, στους υποψήφιους, ερωτήσεις, μεταξύ άλλων και πάνω σε θέματα που άπτονταν των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης, καθώς και των απαιτήσεων του σχεδίου υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας και της ικανότητας των υποψηφίων. Η απόδοση των υποψηφίων βοήθησε την Επιτροπή να καταλήξει στα συμπεράσματά της.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο