ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 4 ΑΑΔ 901
22 Οκτωβρίου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΛΛΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 603/2002)
Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού ― Διορισμοί και Προαγωγές ― Σχέδια υπηρεσίας ― Η αναγνώριση ως πλεονεκτήματος, της πείρας που αποκτήθηκε από υπηρεσία στην ίδια την Αρχή, στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών, κρίθηκε ως παραβιάζουσα την αρχή της ισότητας ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Ο αιτητής προσέβαλε την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους για την πλήρωση της θέσης Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Ο πρώτος ισχυρισμός του αιτητή αφορά στα προσόντα του ενδιαφερομένου. Ειδικά, στο ζήτημα της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος της δεκαετούς τουλάχιστον πείρας σε θέμα οικονομικής διαχείρισης, από την οποία πενταετής τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε αποκτηθεί από υπεύθυνη θέση.
Δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος ακυρότητας σε σχέση με την κρίση για κατοχή του πιο πάνω προσόντος. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι κατ' εξοχήν έργο της διοίκησης και η κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό τα δεδομένα της περίπτωσης, αναδεικνύεται ευλόγως επιτρεπτή.
2. Κατά το σχέδιο υπηρεσίας "πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε στην Αρχή θα αποτελεί πλεονέκτημα". Ο μόνος από τους υποψηφίους που υπηρετούσε στους καθ' ων η αίτηση, ήταν ο ενδιαφερόμενος και η πίστωσή του με το πλεονέκτημα σαφώς επέδρασε κατά την επιλογή του, ιδίως έναντι του αιτητή που κρίθηκε ως ο δεύτερος επικρατέστερος.
Ο δεύτερος ισχυρισμός του αιτητή, αφορά σε αυτή την πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας και είναι ιδιαιτέρως σοβαρός. Η θέση καθορίστηκε ως πρώτου διορισμού και προαγωγής και, κατά την εισήγηση, ανεπιτρέπτως αναγνωρίστηκε προβάδισμα υπέρ των "εσωτερικών" υποψηφίων. Οι οποίοι εξ ορισμού θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ισομερώς σε σχέση με τους "εξωτερικούς".
Εδώ η θέση καθορίστηκε ως πρώτου διορισμού και προαγωγής και αυτός είναι ο κυρίαρχος και ο δεσπόζων προσδιορισμός στο σχέδιο υπηρεσίας, με όσα αυτός συνεπάγεται. Τη διαπίστωση δηλαδή πως οι ανάγκες επιβάλλουν ή κρίνεται ότι απαιτούν παροχή της δυνατότητας για διεκδίκηση της θέσης και από "εξωτερικούς" υποψήφιους ή, πάντως, όχι απλώς με προαγωγή, πάντοτε, επί ίσοις όροις. Εν τούτοις, διατηρήθηκε αυτή η δυνατότητα διεκδίκησης διορισμού, σαφώς όχι επί ίσοις όροις. Η πείρα από την κατοχή θέσης στους καθ' ων η αίτηση ορίστηκε να είναι υπέρτερης βαρύτητας από την όποια άλλη πείρα όσο και αν και εκείνη ήταν σχετική με τα καθήκοντα της θέσης ή, ακόμα, όσο και αν στην προκείμενη περίπτωση ορισμένη πείρα καθοριζόταν ως βασικό απαιτούμενο προσόν, το οποίο ο αιτητής, όπως κρίθηκε, κατείχε, μάλιστα με την πρόσθετη διαπίστωση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση, πως υπερέχει στην πείρα.
Η επίμαχη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας, ως παραβιάζουσα την αρχή της ισότητας, όπως αυτή ισχύει σε ό,τι αφορά τους "εσωτερικούς" και "εξωτερικούς" υποψήφιους για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν συνιστούσε νόμιμο στοιχείο κρίσης. Αφού επέδρασε δε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, αυτή υπόκειται σε ακύρωση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κινέζος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 730,
Χ"Χάννας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 502,
Meletis ν. Cyprus Ports Authority a.o. (1987) 3 C.L.R. 1984,
Smyrnios v. Republic (1983) 3 C.L.R. 125.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Σπανού, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Σ. Νικολάου για Α. Παπαχαραλάμπους, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή του, ημερομηνίας 23.5.02, το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση επέλεξε ως τον καταλληλότερο για τη θέση Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών, τον Σπύρο Σπύρου (ο ενδιαφερόμενος). Ο αιτητής ήταν υποψήφιος για διορισμό και αμφισβητεί το κύρος της απόφασης.
Ο πρώτος ισχυρισμός του αιτητή αφορά στα προσόντα του ενδιαφερομένου. Ειδικά, στο ζήτημα της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος της δεκαετούς τουλάχιστον πείρας σε θέμα οικονομικής διαχείρισης από την οποία πενταετής τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε αποκτηθεί από υπεύθυνη θέση. Υποστηρίζει πως δεν διεξάχθηκε η οφειλόμενη έρευνα, με ενδεχόμενο την πλάνη, ιδίως ενόψει στοιχείων από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν ή βρίσκονταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, από τα οποία, κατά την εισήγηση, προέκυπταν τουλάχιστον ερωτηματικά. Σ' αυτό το πλαίσιο συζητήθηκε ο χρόνος έναρξης της ιδιωτικής επαγγελματικής δραστηριότητας του ενδιαφερομένου σε συνάρτηση προς σπουδές του και περίοδο άδειάς του, όπως και η φύση της. Επίσης, η φύση της απασχόλησής του στην ίδια την Αρχή, κυρίως σε σχέση με το κατά πόσο η θέση που κατείχε ήταν "υπεύθυνη".
Το Διοικητικό Συμβούλιο ασχολήθηκε ειδικά με το ζήτημα, επισημαίνοντας εξ αρχής πως ελλείψει ορισμού της "υπεύθυνης θέσης", κάθε περίπτωση θα αξιολογείται με τα δικά της δεδομένα, λαμβανομένου υπόψη του κατά πόσο ο κάθε αιτητής ήταν υπεύθυνος υπηρεσίας ή κλάδου ή τομέα εργασίας σε θέση που να συνεπάγεται ευθύνη ως προς συγκεκριμένους τομείς εργασίας και λήψη αποφάσεων αναφορικά με τους τομείς ευθύνης. Και, υπό αυτό το πρίσμα, έκρινε πως δυο από τους υποψήφιους δεν κατείχαν το προσόν. Για τους υπόλοιπους η κρίση του ήταν θετική.
Ο ενδιαφερόμενος πρότεινε ως σχετική πείρα πρώτα την απασχόλησή του στην ιδιωτική εταιρεία ΒΡ Cyprus Ltd από τον Ιούλιο 1991 μέχρι τον Ιούλιο 1996 και ως προς αυτή επισύναψε στην αίτησή του βεβαιώσεις προερχόμενες από τους τότε εργοδότες του, με ανάλυση των καθηκόντων που άσκησε στην κάθε μια από τις θέσεις που κατείχε. Περαιτέρω, προτείνει την πείρα του από τη θέση Λογιστή Πρώτης Τάξης στην υπηρεσία των καθ' ων η αίτηση από τον Αύγουστο 1996 μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, τα δεδομένα της οποίας βεβαίως βρίσκονταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση πως στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας σε σχέση με την κρίση για κατοχή του πιο πάνω προσόντος. Η περίοδος από τον Ιούλιο 1991 ως τον ουσιώδη χρόνο παραδεκτώς υπερβαίνει τη δεκαετία, συνυπολογιζομένης και περιόδου τριών μηνών και 11 ημερών απουσίας για σπουδές το 1994, όπως αναφέρεται σε μια από τις βεβαιώσεις. Δεν τεκμηριώνονται οι ισχυρισμοί που απολήγουν ακόμα και σε αμφισβήτηση της γνησιότητας των βεβαιώσεων και τα σχόλια ως προς τις λεπτομέρειές τους δεν επηρεάζουν το σαφές περιεχόμενό τους. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι κατ' εξοχήν έργο της διοίκησης και η κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό τα δεδομένα της περίπτωσης, αναδεικνύεται ευλόγως επιτρεπτή. Τόσο ως προς τη διάρκεια της απασχόλησης του ενδιαφερομένου όσο και ως προς τη φύση της και τη δι' αυτής απόκτηση της απαιτούμενης πείρας σε θέματα οικονομικής διαχείρισης, από υπεύθυνη θέση, στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα.
Κατά το σχέδιο υπηρεσίας "πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε στην Αρχή θα αποτελεί πλεονέκτημα". Ο μόνος από τους υποψηφίους που υπηρετούσε στους καθ' ων η αίτηση ήταν ο ενδιαφερόμενος και η πίστωσή του με το πλεονέκτημα σαφώς επέδρασε κατά την επιλογή του, ιδίως έναντι του αιτητή που κρίθηκε ως ο δεύτερος επικρατέστερος. Μάλιστα, ενώ αναγνωρίστηκε ότι ο αιτητής είχε μεγάλης διάρκειας πείρα στην οικονομική διαχείριση και από υπεύθυνη θέση που ήταν, όπως είδαμε, απαιτούμενο βασικό προσόν.
Ο δεύτερος ισχυρισμός του αιτητή αφορά σε αυτή την πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας και είναι ιδιαιτέρως σοβαρός. Η θέση καθορίστηκε ως πρώτου διορισμού και προαγωγής και, κατά την εισήγηση, ανεπιτρέπτως αναγνωρίστηκε προβάδισμα υπέρ των "εσωτερικών" υποψηφίων. Οι οποίοι εξ ορισμού θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ισομερώς σε σχέση με τους "εξωτερικούς". Υποστηρίζει ο αιτητής πως η διαφοροποίηση εν προκειμένω, ήταν αυθαίρετη και πως, ως τέτοια, παραβιάζει την αρχή της ισότητας.
Πρόσθεσε και τον ισχυρισμό πως είναι ultra vires ως προς τον περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμο του 1999 (Ν. 125(Ι)/99) αλλά με επιχειρήματα που απολήγουν στα ίδια αφού βρίσκεται στη ρίζα του η αντίληψη πως δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι ο Νόμος, παρέχοντας στους καθ' ων η αίτηση την αρμοδιότητα καταρτισμού σχεδίων υπηρεσίας, εξουσιοδοτεί την άνιση μεταχείριση. Επίσης δεν θεωρώ ότι προσθέτει στο επιχείρημα η άποψη πως το σχέδιο υπηρεσίας πρόβλεψε διπλό υπολογισμό της πείρας, πρώτα ως βασικού προσόντος και μετά ως πλεονεκτήματος. Νομίζω πως σαφώς το σχέδιο υπηρεσίας ξεχώρισε από την απαιτούμενη πείρα, ως πρόσθετο χαρακτηριστικό για το οποίο παρέχει προβάδισμα με τη μορφή πλεονεκτήματος, το κατά πόσο αυτή ή μέρος της ήταν σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και αποκτήθηκε από υπηρεσία στους καθ' ων η αίτηση. Επομένως, δεν χρειάζεται να επεκταθώ και στις επί αυτών των επιμέρους πτυχών απαντήσεις της άλλης πλευράς. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά στο κατά πόσο τέτοια πρόνοια παραβιάζει την αρχή της ισότητας και ήταν συναφώς εκτεταμένη η αναφορά των μερών στη νομολογία. Γενικώς εννοώ, με γνώμονα το κατά πόσο έχουμε εδώ διαφοροποίηση που εύλογα θα μπορούσε να επενεχθεί ενόψει των δεδομένων. Επί του συγκεκριμένου σημείου δεν εντόπισαν τα μέρη νομολογία και η αναφορά τους στην Κινέζος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 730 και Χ"Χάννας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 502, έγινε υπό την κοινή κατανόηση πως εκεί για θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής το σχέδιο υπηρεσίας απέκλειε "εξωτερικούς" υποψήφιους.
Κατά την άποψη των καθ' ων η αίτηση και του ενδιαφερομένου, εδώ έχουμε επιτρεπτή διαφοροποίηση αφού εύλογα κρίθηκε, όπως προκύπτει από το σχέδιο υπηρεσίας ως σύνολο, πως η πείρα στην Αρχή θα ήταν βοηθητική κατά την άσκηση των καθηκόντων της θέσης. Τα δεδομένα των υποψηφίων ήταν, επομένως, διαφορετικά και η διαφορετική αντιμετώπισή τους, προς το συμφέρον της καλύτερης κάλυψης των αναγκών, δεν παραβίαζε την αρχή της ισότητας. Δεν επιβάλλεται από το Νόμο ο καθορισμός της θέσης ως πρώτου διορισμού και προαγωγής, αυτή θα μπορούσε να είχε καθοριστεί μόνο ως προαγωγής και το γεγονός ότι, αντίθετα προς τις περιπτώσεις της Κινέζος και Χ"Χάννας, δεν παρεχόταν από αυτόν ο ορισμός του όρου, προσλάμβανε σημασία. Μαζί με αυτά, υποστηρίχτηκε από τους καθ' ων η αίτηση πως ανεπιτρέπτως ο αιτητής, αφού αποδέχτηκε το σχέδιο υπηρεσίας ως είχε υποβάλλοντας υποψηφιότητα, εκ των υστέρων το αποδοκιμάζει. Αυτό όμως κατά παραγνώριση της νομολογίας μας αναφορικά με τη νομιμοποίηση για αμφισβήτηση του κύρους προνοιών του σχεδίου υπηρεσίας, πολύ περισσότερο όπου ο αιτητής όπως εδώ, κρίθηκε ότι είχε τα απαιτούμενα βασικά προσόντα. Αρκεί επί του προκειμένου η αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας στη Meletis ν. Cyprus Ports Authority and Another (1987) 3 C.L.R. 1984, στην οποία παραπέμπουν ακριβώς οι αποφάσεις στην Κινέζος και Χ"Χάννας.
Ασφαλώς δεν επιβάλλει ο Νόμος πότε μια θέση θα καθοριστεί ως πρώτου διορισμού και προαγωγής ή απλώς ως προαγωγής. Προφανώς αυτό εξαρτάται από το τι θα κριθεί ότι οι συγκεκριμένες ανάγκες απαιτούν. Ούτε στην περίπτωση των υποθέσεων Κινέζος και Χ"Χάννας ο εκεί εμπλεκόμενος νόμος προβαίνει σε τέτοιο προκαθορισμό και, θα πρόσθετα, το γεγονός ότι στην περίπτωση των καθ' ων η αίτηση δεν περιέχει ο νόμος αναφορά και ορισμούς για τέτοιας φύσης κατάταξη των θέσεων, δεν αλλοιώνει τα πράγματα. Ο όρος "πρώτου διορισμού και προαγωγής" σε σχέδιο υπηρεσίας, στο πλαίσιο του υπαλληλικού δικαίου στην Κύπρο, ανεξάρτητα από επί τούτου νομοθετικό ορισμό, μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα. Πως τη θέση μπορεί να τη διεκδικούν υποψήφιοι είτε για πρώτο διορισμό, όντας και εκτός υπηρεσίας είτε για προαγωγή ως κατέχοντες την αμέσως κατώτερη θέση στην ιεραρχία, εντός υπηρεσίας. Υπό αυτή την αντίκριση, η έλλειψη νομοθετικής αναφοράς ή ορισμών δεν επιδρά ούτε σε σχέση με την αρχή της ισότητας, υπό το σκεπτικό της απόφασης στις Κινέζος και Χ"Χάννας. Η αρχή της ισότητας έχει βεβαίως ως έρεισμα το Άρθρο 28 του Συντάγματος και στις πιο πάνω υποθέσεις λειτούργησε με αναφορά και στη Smyrnios v. Republic (1983) 3 C.L.R. 125, υπό το θεμελιωμένο πως όταν η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής "εσωτερικοί" και "εξωτερικοί" υποψήφιοι τη διεκδικούν επί ίσοις όροις.
Εδώ η θέση καθορίστηκε ως πρώτου διορισμού και προαγωγής και αυτός είναι ο κυρίαρχος και ο δεσπόζων προσδιορισμός στο σχέδιο υπηρεσίας, με όσα αυτός συνεπάγεται. Τη διαπίστωση δηλαδή πως οι ανάγκες επιβάλλουν ή κρίνεται ότι απαιτούν παροχή της δυνατότητας για διεκδίκηση της θέσης και από "εξωτερικούς" υποψήφιους ή, πάντως, όχι απλώς με προαγωγή, επαναλαμβάνω, επί ίσοις όροις. Εν τούτοις, διατηρήθηκε αυτή η δυνατότητα διεκδίκησης διορισμού, σαφώς όχι επί ίσοις όροις. Η πείρα από την κατοχή θέσης στους καθ' ων η αίτηση ορίστηκε να είναι υπέρτερης βαρύτητας από την όποια άλλη πείρα όσο και αν και εκείνη ήταν σχετική με τα καθήκοντα της θέσης ή, ακόμα, όσο και αν στην προκείμενη περίπτωση ορισμένη πείρα καθοριζόταν ως βασικό απαιτούμενο προσόν, το οποίο ο αιτητής, όπως κρίθηκε, κατείχε, μάλιστα με την πρόσθετη διαπίστωση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση, πως υπερέχει στην πείρα.
Δεν παραγνωρίζω πως το σχέδιο υπηρεσίας δεν αναφέρεται σε σύγχρονη, δηλαδή κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρεσία στους καθ' ων η αίτηση. Αναφέρεται σε πείρα που μπορεί να κτήθηκε στο παρελθόν χωρίς απαραίτητα να βρίσκεται ο κάτοχός της και στην υπηρεσία των καθ' ων η αίτηση κατά τον ουσιώδη χρόνο. Εξακολουθεί όμως να αντιμετωπίζεται αυτή η πείρα ως μεγαλύτερης σημασίας και, ούτως ή άλλως, ο ενδιαφερόμενος την πείρα - πλεονέκτημα την είχε ως εκ της θέσης που κατείχε μέχρι και τον ουσιώδη χρόνο. Η πραγματικότητα είναι πως το σχέδιο υπηρεσίας τού αναγνώρισε προβάδισμα εξ αιτίας της υπηρεσίας του στους καθ' ων η αίτηση, δια της οποίας και μόνο θα μπορούσε να κτηθεί η πείρα - πλεονέκτημα· ανεξάρτητα από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της πείρας και την κατά το περιεχόμενο ομοιότητά της προς την πείρα που αποκτήθηκε κατά άλλο τρόπο. Στην προκείμενη περίπτωση, από τον αιτητή ο οποίος, εκτός άλλων, επί μεγάλη σειρά ετών υπήρξε Ανώτερος Λειτουργός στην Αρχή Λιμένων Κύπρου, επίσης Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου. Δεν μπορώ να διακρίνω το αντικειμενικό έρεισμα που θα καθιστούσε εύλογη αυτή τη διαφοροποίηση. Αυτή απολήγει, αντίθετα προς το θεμελιώδες πως δεν επιτρέπεται διάκριση ανάλογα με το αν οι υποψήφιοι είναι "εσωτερικοί" ή όχι, σε δημιουργία ιδιαίτερης κατηγορίας υποψηφίων, κατά την κρίση μου αυθαιρέτως, οι οποίοι, κατά τις καθιερωμένες αρχές, θα ήταν δυνατό να παρακαμφθούν μόνο για ειδικά προσδιορισμένο λόγο.
Καταλήγω πως η επίμαχη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας, ως παραβιάζουσα την αρχή της ισότητας, όπως αυτή ισχύει σε ό,τι αφορά τους "εσωτερικούς" και "εξωτερικούς" υποψήφιους για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν συνιστούσε νόμιμο στοιχείο κρίσης. Αφού επέδρασε δε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, αυτή υπόκειται σε ακύρωση.
Ο αιτητής πρόβαλε και άλλους ισχυρισμούς. Αυτοί αφορούσαν στους κατά τα άλλα συσχετισμούς και, πλέον, δεν έχει νόημα η εξέτασή τους. Το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση θα επανεξετάσει τα δεδομένα και θα καταλήξει στην επιλογή του καταλληλότερου στη βάση των νόμιμων στοιχείων κρίσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.