ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 4 ΑΑΔ 143
16 Μαρτίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 136/2003)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Ανάμειξη του Διευθυντή στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ ― Ερμηνεία του Άρθρου 34 του Ν.1/90 σε αντιδιαστολή προς το Άρθρο 33(10) του Νόμου ― Πορίσματα της δεσμευτικής νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί των γεγονότων της κριθείσας περίπτωσης.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Πλεονέκτημα ― Η απαίτηση της ειδικής αιτιολόγησης για παραγνώρισή του ― Κατά πόσο η καλύτερη απόδοση στη συνέντευξη δύναται να εκτοπίσει το πλεονέκτημα.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση από την Συμβουλευτική Επιτροπή ― Κρίθηκε αναιτιολόγητη ― Περιστάσεις.
Ο αιτητής προσέβαλε το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Προϊσταμένου Κλάδου Ξενοδοχειακών Σπουδών στο Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
�1. Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 (Ν.(1)/90) δεν προνοεί στο Άρθρο 34 που ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής ανάμειξη του Διευθυντή στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ.
Πράγματι στο άρθρο αυτό δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόνοια με αυτή του Άρθρου 33(10) που ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού το οποίο προνοεί ότι κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων η ΕΔΥ μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν.
Στην υπόθεση Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420, η οποία αφορούσε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής δε διαπιστώθηκε πλημμέλεια στην ανάμειξη του Διευθυντή. Κρίθηκε ότι η αξιολόγηση στην οποία προέβη ο Γενικός Διευθυντής δεν αποτέλεσε στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για την ΕΔΥ να σχηματίσει τη δική της άποψη.
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, η ΕΔΥ ανέφερε πως, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Δεν εννοούσε πως αυτά συνιστούσαν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης, αλλά μόνο βοήθημα για να ετοιμάσει τη δική της κρίση, η οποία διέφερε από εκείνη του Διευθυντή στην περίπτωση του ΕΜ Παπαδόπουλου.
Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.
2. Ο συνήγορος πρόβαλε ακολούθως ότι η ΕΔΥ παραγνώρισε το πλεονέκτημα το οποίο κατείχε ο αιτητής, χωρίς να δώσει ειδική αιτιολογία.
Για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος, το διορίζον όργανο πρέπει να δώσει πειστική ειδική αιτιολογία.
Η ειδική αιτιολογία που έδωσε η ΕΔΥ - καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ εν προκειμένω - δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος από τον αιτητή. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι για το λόγο αυτό αναιτιολόγητη.
3. Ας σημειωθεί περαιτέρω ότι η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής έγινε με τη βοήθεια πίνακα στον οποίο περιλαμβάνονταν τα κεφάλαια κάτω από τα οποία αξιολογήθηκαν οι υποψήφιοι. Δόθηκε ο μέσος όρος των επί μέρους βαθμολογιών και στην τελευταία στήλη η φραστική βαθμολογία του υποψηφίου με τα χαρακτηριστικά «εξαίρετος», «πολύ καλός», «καλός» και «μέτριος».
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι η αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ήταν νόμιμη. Παρά την αόριστη προβολή του ισχυρισμού αυτού, κρίνεται, εν όψει του γεγονότος ότι η ΕΔΥ στηρίχθηκε και στην αξιολόγηση αυτή για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή, ότι απουσιάζουν οι λόγοι για τους οποίους η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέληξε στη συγκεκριμένη αξιολόγηση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420,
Ιακωβίδης ν. ΕΔΥ (1997) 3 Α.Α.Δ. 28,
Γεωργίου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1822,
Φιλίππου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1,
Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1361/00, ημερ. 29.10.2001.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Δ. Κούσιου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Καμία εμφάνιση, για τα Eνδιαφερόμενα Mέρη.
Cur. adv. vult.
�
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 31.10.2002, με την οποία διορίστηκαν οι Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος και Σάββας Σακκάδας στη θέση Προϊστάμενου Κλάδου Ξενοδοχειακών Σπουδών στο Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο.
Η θέση είναι προαγωγής σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας. Κατά την παρούσα πρώτη πλήρωση όμως, οι τρεις κενές θέσεις είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε, αφού εξέτασε τα προσόντα των υποψηφίων, κάλεσε σε προφορική εξέταση δώδεκα υποψηφίους, μεταξύ αυτών τον αιτητή και τα ΕΜ. Αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή ως καλή, του ΕΜ Παπαδόπουλου ως πολύ καλή και του ΕΜ Σακκάδα ως εξαίρετη.
Μελέτησε στη συνέχεια την κατοχή από τους υποψηφίους του πλεονεκτήματος της παραγράφου 3(5) του σχεδίου υπηρεσίας όπου προνοείται: «Καλή γνώση της Γαλλικής ή της Γερμανικής γλώσσας ή/και μεταπτυχιακή εκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους σε κατάλληλο θέμα, θα αποτελεί πλεονέκτημα».
Διαπίστωσε, αφού έκρινε ότι κατάλληλο θέμα ήταν τα ξενοδοχειακά, σύμφωνα και με τις παρούσες ανάγκες της υπηρεσίας όπως αναφέρθηκε στη δημοσίευση των θέσεων, ότι το πλεονέκτημα κατείχαν έξι υποψήφιοι, μεταξύ αυτών και ο αιτητής, ο οποίος κατείχε «Master of Professional Studies (Hotel Administration)".
Προέβηκε ακολούθως σε γενική αξιολόγηση των υποψηφίων με βάση τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης και τα προσόντα των υποψηφίων. Ο αιτητής είχε γενική αξιολόγηση ως καλός, το ΕΜ Παπαδόπουλος ως πολύ καλός και το ΕΜ Σακκάδας ως εξαίρετος.
Αποφάσισε να συστήσει για επιλογή και τους δώδεκα υποψηφίους.
Η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων συνεχίστηκε από την ΕΔΥ. Προέβηκε και η ίδια σε προφορική εξέταση των δώδεκα υποψηφίων, οι οποίοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Παρευρέθηκε στη συνεδρία και ο Διευθυντής του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου. Τόσο ο Διευθυντής όσο και ο Πρόεδρος και τα Μέλη της ΕΔΥ υπέβαλαν στους υποψηφίους ερωτήσεις κυρίως σε θέματα που αφορούν τα καθήκοντα της θέσης.
Ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή ως καλή και των ΕΜ ως πάρα πολύ καλή. Σύστησε για διορισμό/προαγωγή τα ΕΜ και τον υποψήφιο Νεοφύτου.
Αφού ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία, η ΕΔΥ προέβηκε και η ίδια στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Ανέφερε τα πιο κάτω για τον αιτητή και τα ΕΜ:
«Κουής Γιάννης; Καλός. Διαθέτει πανεπιστημιακά προσόντα σχετικά με το γνωστικό αντικείμενο. Παρόλο ότι έχει εμπειρίες στην εκπαίδευση, σε πολλές περιπτώσεις δεν γνώριζε βασικές παιδαγωγικές έννοιες ή δεν ολοκλήρωνε τις απαντήσεις του. Υστέρησε, επίσης, στην ορθολογιστική αξιολόγηση προβλημάτων και έτεινε να ωραιοποιεί καταστάσεις. Έχει αυτοπεποίθηση.
Παπαδόπουλος Κωνσταντίνος: Σχεδόν εξαίρετος. Διαθέτει πανεπιστημιακά προσόντα σχετικά με το γνωστικό αντικείμενο και έχει εμπειρίες σχετικές με τις ευθύνες της θέσης. Προσεγγίζει τα θέματα διαλεκτικά, εμβαθύνει στην ουσία τους, σταθμίζει ορθολογιστικά δεδομένα και υποβάλλει εποικοδομητικές εισηγήσεις για προώθηση των επιδιώξεων του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου Κύπρου. Απάντησε με σαφήνεια σε όλα τα ερωτήματα και απέδειξε ότι διαθέτει συγκροτημένη σκέψη, ευθυκρισία, ευελιξία σκέψεως και αυτοπεποίθηση.
Σακκάδας Σάββας: Πάρα πολύ καλός. Διαθέτει πανεπιστημιακά προσόντα σχετικά με το γνωστικό αντικείμενο. Προσεγγίζει τα θέματα με κριτική διάθεση, επικεντρώνεται στην ουσία τους, αξιοποιεί τις εμπειρίες του για αιτιολόγηση των θέσεων του και διατυπώνει τις σκέψεις του με σαφήνεια. Έχει κριτική ικανότητα και αυτοπεποίθηση.»
Στη συνέχεια αφού η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι τα ΕΜ και ο υποψήφιος Νεοφύτου υπερείχαν των άλλων υποψηφίων και επέλεξε τα ΕΜ για διορισμό και τον Νεοφύτου για προαγωγή.
Αιτιολόγησε την επιλογή των ΕΜ αναφέροντας τα πιο κάτω:
«Επιλέγοντας τον Παπαδόπουλο Κωνσταντίνο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στο ίδιο δηλαδή ή/και ψηλότερο από τους μη επιλεγέντες επίπεδο, και ως Σχεδόν εξαίρετος από την ίδια κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, στο ψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και, επιπλέον, έχει υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή.
Επιλέγοντας τον Σακκάδα Σάββα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Εξαίρετος, στο ψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και ως πάρα πολύ καλός από την ίδια κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, σε ψηλότερο δηλαδή από τους μη επιλεγέντες επίπεδο, διαθέτει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, επιπέδου Master, και, επιπλέον, έχει υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή.
Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφασή της, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν διαθέτουν το πλεονέκτημα, ενώ οι επιλεγέντες δεν το διαθέτουν, σε μια συνεκτίμηση, όμως, όλων των ουσιωδών στοιχείων κρίσης, έκρινε ότι η κατοχή του πλεονεκτήματος από μόνη της δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή των επιλεγέντων, οι οποίοι αξιολογήθηκαν στο ίδιο ή/και σε ψηλότερο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή επίπεδο και σε ψηλότερο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επίπεδο, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, και, επιπλέον, έχουν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή.»
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 (Ν.(1)/90) δεν προνοεί στο Άρθρο 34 που ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής ανάμειξη του Διευθυντή στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ.
Πράγματι στο άρθρο αυτό δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόνοια με αυτή του Άρθρου 33(10) που ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού το οποίο προνοεί ότι κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων η ΕΔΥ μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν.
Στην υπόθεση Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420, η οποία αφορούσε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής δε διαπιστώθηκε πλημμέλεια στην ανάμειξη του Διευθυντή. Κρίθηκε ότι η αξιολόγηση στην οποία προέβη ο Γενικός Διευθυντής δεν αποτέλεσε στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για την ΕΔΥ να σχηματίσει τη δική της άποψη.
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, η ΕΔΥ ανέφερε πως, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Δεν εννοούσε πως αυτά συνιστούσαν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για να ετοιμάσει τη δική της κρίση, η οποία διέφερε από εκείνη του Διευθυντή στην περίπτωση του ΕΜ Παπαδόπουλου. (Δέστε Ιακωβίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 3 Α.Α.Δ. 28 και Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420).
Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.
Ο συνήγορος πρόβαλε ακολούθως ότι η ΕΔΥ παραγνώρισε το πλεονέκτημα το οποίο κατείχε ο αιτητής χωρίς να δώσει ειδική αιτιολογία.
Για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος, το διορίζον όργανο πρέπει να δώσει πειστική ειδική αιτιολογία. Η Ολομέλεια αποφάσισε στη Γεωργίου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1822:
«. . . . . . . απαιτείται επαρκής αιτιολόγηση της απόφασης του διοικητικού οργάνου, όταν υποψήφιος που έχει το πρόσθετο προσόν που προβλέπεται στα Σχέδια Υπηρεσίας δεν επιλέγεται για διορισμό. Είναι γεγονός ότι το διοικητικό όργανο δεν είναι υπόχρεο να διορίσει υποψήφιο που έχει το πρόσθετο προσόν, αν κρίνει ότι άλλος είναι καταλληλότερος για διορισμό αφού αξιολογήσει όλα τα υπόλοιπα στοιχεία. Η απόφαση όμως να παραγνωριστεί το πρόσθετο προσόν πρέπει να αιτιολογείται και μάλιστα επαρκώς. Η αιτιολόγηση δε αυτή δέον να εμφαίνεται στο πρακτικό της απόφασης και όχι να αφήνεται να συνάγεται από οποιοδήποτε ή το Διοικητικό Δικαστήριο.»
Σε πιο πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φιλίππου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1, λέχθηκαν τα πιο κάτω για την αρχή αυτή στη σελ. 7:
«Αφετηρία της - σχετικής αρχής - ήταν η υπόθεση Τουρπέκη ν. Δημοκρατίας (1973) 3 Α.Α.Δ. 592, η οποία - έκτοτε - έχει υιοθετηθεί από μεγάλη σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Χατζηγιάννη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 (απόφαση της Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι η αρχή είναι πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετον προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι' αυτή του την απόφαση. Οι λόγοι δε αυτοί πρέπει να εμφαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής. Δεν μπορεί να συναχθούν από τα πρακτικά της Επιτροπής. Στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Υψαρίδη κ.ά. (Αρ.2) (1993) 3 Α.Α.Δ 347 (απόφαση της Ολομέλειας) επισημαίνεται ότι η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης.»
Κρίθηκε στην απόφαση αυτή πως η καλύτερη απόδοση των ΕΜ στην προφορική εξέταση δεν αποτελεί εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα.
(Δέστε και Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. 1361/00, ημερ. 29.10.01).
Μελετώντας προσεκτικά την προσβαλλόμενη απόφαση διαπίστωσα ότι η ειδική αιτιολογία που έδωσε η ΕΔΥ - καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ - δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος από τον αιτητή. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι για το λόγο αυτό αναιτιολόγητη. Ας σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιόν της Συμβουλευτικής Επιτροπής έγινε με τη βοήθεια πίνακα στον οποίο περιλαμβάνονταν τα κεφάλαια κάτω από τα οποία αξιολογήθηκαν οι υποψήφιοι (γενική εντύπωση, σχετική πείρα, έκφραση στην αγγλική, έκφραση στην ελληνική, σφαιρική αντιμετώπιση θεμάτων, φιλοδοξίες και τάση για ανάπτυξη, γενική γνώση των δραστηριοτήτων του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου), ο μέσος όρος των επί μέρους βαθμολογιών και στην τελευταία στήλη η φραστική βαθμολογία του υποψηφίου με τα χαρακτηριστικά «εξαίρετος», «πολύ καλός», «καλός» και «μέτριος».
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι η αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ήταν νόμιμη. Παρά την αόριστη προβολή του ισχυρισμού αυτού, κρίνω, εν όψει του γεγονότος ότι η ΕΔΥ στηρίχθηκε και στην αξιολόγηση αυτή για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή, ότι απουσιάζουν οι λόγοι για τους οποίους η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέληξε στη συγκεκριμένη αξιολόγηση.
Για τους λόγους που ανέφερα η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.