ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Kαππελίδης Kυριάκος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 279
Παπαδόπουλος Mάριος ν. Oργανισμού Xρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608
Koυρσάρος Γιάννης ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 345
Παναγιώτου Παναγιώτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 852
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΓΕΡΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 28/2005, 4 Ιουλίου 2007
Xατζηγέρου Xαρίλαος ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 345
Fred T.V. Ltd και Άλλοι ν. Aρχής Pαδιοτηλεόρασης Kύπρου καιΆλλων (2007) 3 ΑΑΔ 335
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1254/02)
15 Νοεμβρίου, 2004
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΦΩΤΙΑΔΟΥ
Αιτήτρια
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
-------------------------
Α. Τσάρκατζιης για Χρ. Πατσαλίδη για την αιτήτρια.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Σ. Νικολάου για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
-------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή αφορά στο αποτέλεσμα της δεύτερης επανεξέτασης για την πλήρωση θέσεων Λειτουργού Βιομηχανίας, Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας. Οι τέσσερις διορισμοί/προαγωγές της πρώτης εξέτασης, που ολοκληρώθηκε με την απόφαση ημερομηνίας 15.10.96, ακυρώθηκαν μετά από προσφυγές της αιτήτριας και άλλων. (Βλ. Ελένη Νικολάου Κουπεπίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Υπόθεση Αρ. 279/97 κ.α. ημερομηνίας 22.12.98). Από τους δυο διορισμούς/προαγωγές της επανεξέτασης που ακολούθησε με την απόφαση ημερομηνίας 27.8.99, ακυρώθηκε εκείνος του Κ. Καραγιώργη (ο ενδιαφερόμενος). Την προσφυγή την είχε ασκήσει η αιτήτρια η οποία δεν είχε προσβάλει και το διορισμό/προαγωγή του δεύτερου, του Σ. Μιλικούρη . (Βλ. Μαρία Βασιλείου Φωτιάδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 38/00 ημερομηνίας 23.7.02).
Στους λόγους ακυρότητας δεν θα χρειαστεί να αναφερθώ. Δεν σχετίζονται με το θέμα που τώρα εγείρεται. Κατά τις διαδικασίες που προηγήθηκαν η αιτήτρια περιλαμβανόταν στον κατάλογο των υποψηφίων που πληρούσαν όλα τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Στο πλαίσιο της δεύτερης επανεξέτασης, όμως, τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Με κατάληξη τον αποκλεισμό, πλέον, της αιτήτριας ως μη κατέχουσας βασικό απαιτούμενο προσόν και, κατά τη σύγκριση που ακολούθησε μεταξύ των προσοντούχων, την εκ νέου επιλογή του Κ. Καραγιώργη. Οι λόγοι ακυρότητας που προτείνονται αφορούν στη δυνατότητα για τέτοια κρίση σε εκείνο το στάδιο και, εναλλακτικά, στο αιτιολογημένο ή στο εύλογό της.
Από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης είναι σχετικό το πιο κάτω μέρος της παραγράφου 1 των Απαιτούμενων Προσόντων:
"Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στις Οικονομικές ή Εμπορικές Επιστήμες ή τη Διοίκηση Επιχειρήσεων".
Επίσης η Σημείωση:
"Ως υποψήφιοι μπορούν επίσης να θεωρηθούν και υπάλληλοι που υπηρετούσαν στο Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας κατά την ημερομηνία εγκρίσεως των παρόντων Σχεδίων Υπηρεσίας, υπό τον όρο ότι θα είναι μέλη του Ινστιτούτου Εμπορίας του Η.Β. (Institute of Marketing), ή θα είναι κάτοχοι Πανεπιστημιακού Διπλώματος ή τίτλου στη Δημόσια Διοίκηση και Πολιτικές Επιστήμες, και θα έχουν πενταετή υπηρεσία στο Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας."
Έναυσμα για την εξέταση της υποψηφιότητας της αιτήτριας υπό τέτοιο πρίσμα, αποτέλεσε επιστολή εκ μέρους του ενδιαφερομένου. Εκλαμβάνοντας ο ενδιαφερόμενος πως η αιτήτρια είχε προηγουμένως κριθεί ως προσοντούχος με βάση τη σημείωση στο Σχέδιο Υπηρεσίας, υπέδειξε πως μέχρι τις 25.4.95 που ήταν ο ουσιώδης χρόνος, η αιτήτρια δεν ήταν μέλος του Iνστιτούτου Εμπορίας του Ηνωμένου Βασιλείου (στο εξής το Ινστιτούτο). Κατέστη μέλος του ένα και πλέον έτος μετά, τον Αύγουστο του 1996.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) παρέθεσε πρώτα τα προσόντα της αιτήτριας. Είναι τα ακόλουθα:
"1. Απολυτήριο Γυμνασίου Θηλέων Κύκκου (1979)
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας και κατέληξε ως ακολούθως:
"Η Φωτιάδου-Βασιλείου Μαρία δεν είναι κάτοχος Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στις Οικονομικές ή Εμπορικές Επιστήμες ή τη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ως η απαίτηση της παραγράφου 3(1) των απαιτούμενων προσόντων του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας.
Στη συνέχεια εξέτασε κατά πόσον θα μπορούσε να είναι υποψήφια με βάση τη σχετική σημείωση του Σχεδίου Υπηρεσίας, αφού η Φωτιάδου-Βασιλείου Μαρία υπηρετούσε στο Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας κατά την ημερομηνία εγκρίσεως του Σχεδίου Υπηρεσίας, που ήταν η 10.11.1984.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Φωτιάδου-Βασιλείου Μαρία δεν ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή στις 25.4.1995, μέλος του Ινστιτούτου Εμπορίας του Η.Β. (Institute of Marketing) ή κάτοχος Πανεπιστημιακού Διπλώματος ή τίτλου στη Δημόσια Διοίκηση και Πολιτικές Επιστήμες.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας καταλήγει ότι τελούσε υπό πλάνη κατά την πρώτη πλήρωση αλλά και την προηγούμενη επανεξέταση πλήρωσης της θέσης που είχε υιοθετήσει την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στο σημείο αυτό και είχε θεωρήσει την Φωτιάδου-Βασιλείου Μαρία ως προσοντούχο υποψήφια. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με βάση όλα τα πιο πάνω, κρίνει ότι η ΦΩΤΙΑΔΟΥ-ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Μαρία δεν είναι προσοντούχος υποψήφια και δεν λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης."
Η αιτήτρια, αφού δέχτηκε κατά τις διευκρινίσεις πως, αντίθετα προς ορισμένους ισχυρισμούς της στις γραπτές αγορεύσεις της, ο ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων ήταν πράγματι η 25.4.95, θεωρεί ότι:
(α) Δεν παρεχόταν δυνατότητα τέτοιας κρίσης σε εκείνο το στάδιο. Η ΕΔΥ δεσμευόταν από το δεδικασμένο των δυο προηγηθεισών ακυρωτικών αποφάσεων, κατά την αρχή της απόφασης της Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608 δεν είχε την ευχέρεια να θέσει τέτοιο θέμα εκ των υστέρων και, πάντως, ενήργησε κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης, αντιφατικά και κατά άνιση μεταχείριση, μάλιστα, αφού δεν ακολούθησε την ίδια πορεία και σε σχέση με τον Σ. Μιλικούρη ο οποίος κατείχε προσόντα ακριβώς όμοια με τα δικά της.
(β) Η κρίση πως δεν πληρούσε την προϋπόθεση της Σημείωσης αναφορικά με την ιδιότητα του μέλους του Ινστιτούτου ήταν το αποτέλεσμα πλάνης και πάντως δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Πράγματι το "Πιστοποιητικό Μέλους" του Ινστιτούτου εκδόθηκε τον Αύγουστο του 1996, μετά τον ουσιώδη χρόνο, αλλά αυτό σήμαινε ότι πληρούσε από πριν τις προϋποθέσεις γι΄αυτό. Αναφέρεται σε αίτησή της που υποβλήθηκε προς το Ινστιτούτο πριν την 25.4.95 η οποία όμως δεν προσκομίστηκε και δεν βρίσκεται στο φάκελο και πρότεινε πως ουσιαστικά ήταν μέλος του Ινστιτούτου έκτοτε και πως "αυτό που εκκρεμούσε ήταν η παραλαβή του πιστοποιητικού που να αποδεικνύει ότι η αιτήτρια ήταν μέλος". Και καταλογίζει στην ΕΔΥ ελλιπή έρευνα αφού, όπως υποστηρίζει, θα έπρεπε να είχε κατευθυνθεί η προσοχή προς τα κρατούντα σε σχέση με την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους του Ινστιτούτου. Με τον ισχυρισμό πως, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Ινστιτούτου στο διαδίχτυο την οποία επισυνάπτει στην αγόρευσή της, το Ινστιτούτο ήταν δέσμιο να της αναγνωρίσει την ιδιότητα του μέλους πριν τον ουσιώδη χρόνο αφού σαφώς προέκυπτε ότι πληρούσε όλα τα απαιτούμενα. Ειδικά, το ακαδημαϊκό προσόν του διπλώματος του ίδιου του Ινστιτούτου και την προσδιοριζόμενη, κατά έκταση και ποιότητα, πείρα. Προς υποστήριξη αυτών των προσεγγίσεων επικαλέστηκε ως καταλυτικής σημασίας την απόφαση της Ολομέλειας στην Καππελίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 279.
(γ) Η κρίση πως δεν κατείχε προσόν ανταποκρινόμενο στην παράγραφο 1 ανωτέρω του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν εντελώς αναιτιολόγητη και αυθαίρετη.
Το ζήτημα των βασικών προσόντων της αιτήτριας δεν ήταν επίδικο στις προηγηθείσες προσφυγές και οι ακυρωτικές αποφάσεις δεν περιλαμβάνουν οτιδήποτε, ως κριθέν, αναφορικά προς αυτό. Τα επίδικα θέματα, όπως τα είχαν εγείρει οι αιτητές, εξετάστηκαν υπό το δεδομένο της κρίσης της ΕΔΥ πως η αιτήτρια ήταν προσοντούχος. Δεν προκύπτει, επομένως, δεδικασμένο από αυτή την άποψη. Ούτε όμως και υπό την ευρύτερη αρχή όπως την καθιέρωσε στον τομέα η απόφαση της Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος (ανωτέρω). Το ζήτημα των βασικών προσόντων της αιτήτριας δεν ήταν θέμα που θα μπορούσε να είχε εγερθεί στις δυο προηγηθείσες διαδικασίες. Κατά αναλογία των όσων είχα κρίνει στην Εταιρεία Siemens A.G. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου 1010/91 ημερομηνίας 30.9.94 δεν υπήρχε δικαιοδοτική βάση για αναθεώρηση και ανατροπή, στο πλαίσιο εκείνων των προσφυγών, της κρίσης της ΕΔΥ πως η αιτήτρια ήταν προσοντούχος. Ούτε μπορούσε να είχε τεθεί ζήτημα παράλληλης ή ανεξάρτητης κρίσης του Δικαστηρίου πάνω στο ίδιο θέμα. (Βλ. μεταξύ άλλων και Π.Κ. Ιωάννου & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 433 στη σελ. 439 και Παναγιώτης Παναγιώτου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 360/03 ημερομηνίας 8.10.04). Επίσης αβάσιμα είναι τα συναρτηθέντα προς το διορισμό/προαγωγή του Σ. Μιλικούρη. Οι χειρισμοί κατά την αρχική διαδικασία, ήταν οι ίδιοι και για τους δυο. Η διαφοροποίηση επήλθε όταν πλέον δεν ήταν υπό κρίση ο διορισμός/προαγωγή του Σ. Μιλικούρη, τον οποίο η ίδια η αιτήτρια δεν είχε προσβάλει με την προσφυγή 38/00. Επομένως, οι όποιες αυτοτελείς εξουσίες της ΕΔΥ σε σχέση με το διορισμό/προαγωγή του Σ. Μιλικούρη δεν μπορούν να συζητηθούν ως θέμα της τελευταίας επανεξέτασης, στην οποία ο Σ. Μιλικούρης δεν εμπλεκόταν.
Είναι πάγια η νομολογία μας πως η διοίκηση μπορεί να μεταβάλει προηγούμενη κρίση ή προσέγγισή της. Παρέχοντας όμως αιτιολογία η οποία βεβαίως ελέγχεται. (Βλ. μεταξύ άλλων Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 345). Η ΕΔΥ, εν προκειμένω, θεώρησε πως κατά τις προηγηθείσες διαδικασίες τελούσε υπό πλάνη, την οποία προσδιόρισε με αναφορά στις προϋποθέσεις της Σημείωσης. Αν η τύχη της προσφυγής θα εξαρτάτο μόνο από την κατάληξη στην οποία επ' αυτού άχθηκε η ΕΔΥ, θα υπέκειτο σε απόρριψη. Η ίδια η αιτήτρια, με την αίτησή της για διορισμό/προαγωγή, ημερομηνίας 15.4.95, δεν επικαλέστηκε καν την ιδιότητα του μέλους του Ινστιτούτου. Στη στήλη "προσόντα" καταγράφονται τα αναφερθέντα πιο πάνω και τίποτε άλλο σε σχέση με το θέμα. Το πιστοποιητικό δε που εξασφάλισε, πέραν του ενός έτους μετά, τον Αύγουστο του 1996, βεβαιώνει πως "αυτή την μέρα εξελέγη ως μέλος του Ινστιτούτου" ("... has this day been elected a Μember of the Institute."). To Σχέδιο Υπηρεσίας είναι την ιδιότητα του μέλους που απαιτεί, κατά τον ουσιώδη χρόνο η αιτήτρια δεν ήταν μέλος και η κρίση της ΕΔΥ ήταν αναπόφευκτη. Χωρίς να προέκυπτε, ενόψει των δεδομένων, και ανάγκη για περαιτέρω έρευνα.
Όσα η αιτήτρια αναφέρει στην αγόρευσή της δεν αλλοιώνουν την κατάσταση. Εν πρώτοις, η αγόρευση δεν είναι μέσο για θεμελίωση πραγματικών δεδομένων και, περαιτέρω, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Ούτως ή άλλως, πέρα από το ότι ούτε καν η αναφορά σε αίτηση που υποβλήθηκε προς το Ινστιτούτο δεν τεκμηριώνεται με οποιονδήποτε τρόπο, παραγνωρίζεται πως και στη βάση των όσων η αιτήτρια επισυνάπτει στην αγόρευσή της, ανεξάρτητα δηλαδή και από το πόση ασφάλεια θα μπορούσε να έχει η στήριξη σε αντίγραφο ιστοσελίδας στο διαδίχτυο, σε κάθε περίπτωση χρειαζόταν κρίση του Ινστιτούτου ως προς τη συνύπαρξη των προϋποθέσεων (ορισμένο ακαδημαϊκό προσόν και πείρα ορισμένης διάρκειας και ποιότητας) για αποδοχή αιτητή ως μέλους του. Την οποία, βεβαίως, δεν θα ήταν δυνατό να υποκαταστήσει η όποια εκτίμηση της ΕΔΥ. Η υπόθεση Καππελίδης (ανωτέρω) σαφώς διακρίνεται. Εκεί κρίθηκε πως εύλογα η ΕΔΥ θεώρησε ότι ο ενδιαφερόμενος κατείχε τον τίτλο PhD κατά ορισμένη ημερομηνία αφού, κατά τα δεδομένα, συμπλήρωσε με επιτυχία την ακαδημαϊκή δοκιμασία για την απόκτησή του, το πανεπιστήμιο πιστοποίησε αυτό το γεγονός πριν από τον ουσιώδη χρόνο και εκείνο που απέμεινε ήταν απλώς η σε λίγες μέρες, εννοείται χωρίς τη μεσολάβηση άλλης ενέργειας, αναγόρευσή του και η επίδοση του πιστοποιητικού.
Δεν προκύπτει όμως πως, όπως αντιλαμβανόταν και ο ενδιαφερόμενος, ήταν δυνάμει της Σημείωσης που προηγουμένως είχε κριθεί προσοντούχος η αιτήτρια. Όπως είδαμε, η ίδια η αιτήτρια δεν ανέφερε στην αίτησή της, ως προσόν της, την ιδιότητα του μέλους του Ινστιτούτου. Ούτε, βεβαίως, και είχε επισυνάψει οποιοδήποτε έγγραφο ή πιστοποιητικό προς τέτοια κατεύθυνση. Στην πρώτη διαδικασία η Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια η ΕΔΥ την περιέλαβαν στους προσοντούχους χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση. Στη δεύτερη διαδικασία η Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια η ΕΔΥ που υιοθέτησε την επ' αυτού έκθεσή της, περιέλαβαν την αιτήτρια στον κατάλογο των υποψηφίων "που πληρούν όλα τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα" και πάλιν χωρίς αναφορά στη Σημείωση. Όπως άλλωστε και στην περίπτωση του Σ. Μιλικούρη. Στη στήλη 'προσόντα' τού τότε καταλόγου περιλαμβάνονται τα τέσσερα που προεκτέθηκαν* χωρίς αναφορά στην ιδιότητα του μέλους του Ινστιτούτου και, πολύ λιγότερο, στην πέραν τούτου απαιτούμενη πείρα ή και στα άλλα που θα ενεργοποιούσαν τη Σημείωση.
Το συμπέρασμα είναι πως, κατά τις προηγηθείσες διαδικασίες, ήταν με αναφορά στην παράγραφο 1 του Σχεδίου Υπηρεσίας που κρίθηκε προσοντούχος η αιτήτρια. Συνεπώς, για την αλλαγή στην προσέγγιση της ΕΔΥ επ' αυτού, χρειαζόταν αιτιολόγηση. Έχω παραθέσει το απόσπασμα από τα πρακτικά της ΕΔΥ που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του Σχεδίου Υπηρεσίας. Εξαντλείται στη γυμνή διαπίστωση πως η αιτήτρια δεν κατείχε οτιδήποτε από όσα εκεί αναφέρονται. Χωρίς καμιά απολύτως εξήγηση γι' αυτή την αλλαγή στη στάση της. Επομένως, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
C:\My Documents\2004\part4\1254-02.doc