ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 458/2003)
15 Οκτωβρίου, 2004
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 20, 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ
ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Ε. Λοϊζίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ου η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου, εφαρμόζοντας τις πρόνοιες του Άρθρου 26 των περί Λειτουργίας του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου Κύπρου (ΑΞΙΚ) Κανονισμών του 2002* , με απόφασή του, ημερομηνίας 12.2.2003, αποφάσισε την αποπομπή των αιτητών (δευτεροετών φοιτητών) από το Πρόγραμμα Ξενοδοχειακής και Επισιτιστικής Διεύθυνσης. Ο λόγος της αποπομπής ήταν ότι οι αιτητές, στην τέταρτη και τελευταία ευκαιρία ανεξέτασης που τους παραχωρήθηκε, απέτυχαν να συγκεντρώσουν βαθμολογία 50% και άνω.
Η απόφαση αποπομπής κοινοποιήθηκε στον καθένα από τους αιτητές με στερεότυπη επιστολή, ημερομηνίας 13.2.2003, η οποία είχε ως εξής:
"13 Φεβρουαρίου 2003
.................................. ..
Αγαπητή (ε) ..........
Το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο στη συνεδρία του στις 12.2.2003 συζήτησε διεξοδικά τις περιπτώσεις των φοιτητών, οι οποίοι δεν κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν βαθμό τουλάχιστον 50% στην τέταρτη και τελευταία ευκαιρία ανεξέτασης που τους είχε δοθεί κατά τις ανεξετάσεις στις 14.1.2003.
Σύμφωνα και με το περιεχόμενο της επιστολής μας με ημερομηνία 26.9.2002, η Διεύθυνση του Ινστιτούτου είχε αποφασίσει έπειτα από σοβαρή μελέτη και με γνώμονα τη διευκόλυνση των φοιτητών στο να συνεχίσουν τις σπουδές τους, να δοθεί άλλη μια τελευταία ευκαιρία ανεξέτασης. Ο χρόνος της ανεξέτασης καθορίστηκε με τρόπο ώστε να δίδεται επαρκές περιθώριο για προετοιμασία των επηρεαζόμενων φοιτητών. Επίσης, οι εμπλεκόμενοι καθηγητές αυτόβουλα προσφέρθηκαν να ενισχύσουν την προσπάθεια των φοιτητών, παραχωρώντας ώρες γραφείου, τις οποίες οι φοιτητές κλήθηκαν να αξιοποιήσουν ευεργετικά.
Στην επιστολή μας με ημερομηνία 11.12.2002 που σε ενημέρωνε για την ημερομηνία της ανεξέτασης, σου επισημάνθηκε το Άρθρο 26 των Κανονισμών Λειτουργίας του ΑΞΙΚ και οι πρόνοιές του σχετικά με την περίπτωση αποτυχίας σου στην ανεξέταση.
Παρόλες τις πιο πάνω επισημάνσεις και τις προσπάθειες τόσο της Διεύθυνσης όσο και του Διδακτικού Προσωπικού του Ινστιτούτου ώστε να σου δοθεί μαζί με την ευκαιρία ανεξέτασης ο απαραίτητος χρόνος και η υποστήριξη, δυστυχώς τα αποτυχή αποτελέσματα της ανεξέτασης φανερώνουν ότι δεν έδωσες τη δέουσα προσοχή για να ανταποκριθείς στο ύψος των περιστάσεων.
Με βάση τα πιο πάνω, το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 26 των περί Λειτουργίας του ΑΞΙΚ Κανονισμών του 2002 και εφόσον απέτυχες σε όλες τις ανεξετάσεις, ότι δεν δικαιούσαι Δίπλωμα αλλά Βεβαίωση Παρακολούθησης με όλα τα θέματα και την αντίστοιχη βαθμολογία, και ότι δεν σου επιτρέπεται να συνεχίσεις τις σπουδές σου και αποπέμπεσαι από το Ινστιτούτο.
Ανδρέας Βαρνάβας
Διευθυντής"
Την αμέσως επόμενη μέρα, 14.2.2003, ο δικηγόρος των αιτητών, με επιστολή του προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ο Υπουργός) υπέβαλε, για τους λόγους που εξήγησε, "διαμαρτυρία και αίτημα για να παρεμποδιστεί η υλοποίηση απόφασης του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Σχολής για αποπομπή τους γιατί δήθεν δεν εκπλήρωσαν κατά τους «κανονισμούς της Σχολής» (του 2002) την υποχρέωση επιτυχίας στην εξέταση ενός μαθήματος.".
Επειδή, μέχρι τις 5.5.2003, ο δικηγόρος των αιτητών δεν πήρε απάντηση από τον Υπουργό, καταχώρησε την υπ΄ αρ. 402/2003 προσφυγή ζητώντας, μεταξύ άλλων, δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη του Υπουργού να απαντήσει στην επιστολή του της 14.2.2003 ήταν άκυρη "και ότι έπρεπε να ενεργήσει κατά το αίτημα".
Εκκρεμούσης της προσφυγής, ο Υπουργός, με επιστολή του προς το δικηγόρο των αιτητών, ημερομηνίας 8.5.2003, απάντησε στην επιστολή του δικηγόρου ημερομηνίας 14.2.2003 και, αφού προέβη σε ορισμένες παρατηρήσεις σε σχέση με τους δύο λόγους που επικαλέσθηκε ο δικηγόρος των αιτητών για διαφοροποίηση της απόφασης του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου, κατέληξε ως εξής:
"Από τα πιο πάνω πιστεύω ότι προκύπτει σαφώς πως στην περίπτωση των φοιτητών αυτών όχι μόνο εφαρμόστηκαν οι Κανονισμοί, αλλά και η Διεύθυνση και το προσωπικό του Ινστιτούτου κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια να τους βοηθήσουν. Ενόψει τούτου δεν θεωρείται ορθή η παρέμβαση για διαφοροποίηση της απόφασης του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου."
Στις 29.5.2003 ο δικηγόρος των αιτητών καταχώρησε την παρούσα προσφυγή εναντίον του Υπουργού (καθ΄ου η αίτηση) με την οποία ζητά την ακόλουθη θεραπεία:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση ημερ. 8/5/03 με την οποία με βάση μη ισχυρούς και ή αντισυνταγματικούς εσωτερικούς κανονισμούς της Α.Σ.Ι.Κ αποφάσισε να μη εξαφανίσει την παράνομη στέρηση δικαιώματος της συνέχισης των σπουδών των αιτητών με συνέπεια να τους στερηθεί το δικαίωμα για εκπαίδευση είναι άκυρη και παράνομη."
Σημειώνω εδώ ότι, στις 4.10.2004, η προσφυγή των αιτητών υπ΄ αρ. 402/2003 αποσύρθηκε.
Η δικηγόρος του καθ΄ου η αίτηση Υπουργού ήγειρε την προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Σύμφωνα με την εισήγησή της "η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη καθότι η απόφαση για αποπομπή των αιτητών λήφθηκε στις 12/2/2003 (Παράρτημα V) και κοινοποιήθηκε σ΄ αυτούς στις 13/2/2003 (Παράρτημα VI). Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 29/5/2003 δηλαδή πέραν των 100 ημερών από την κοινοποίηση στους αιτητές της προσβαλλόμενης απόφασης. Το γεγονός ότι στις 14/2/2003 οι αιτητές ζήτησαν ακύρωση της απόφασης του ΑΞΙΚ, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πρόνοια για ιεραρχική προσφυγή, δεν μεταθέτει την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών την οποία προνοεί το άρθρο 146 του Συντάγματος."
Η ένσταση ευσταθεί. Η αρχή την οποία επικαλείται ο δικηγόρος των αιτητών εις απάντηση της προδικαστικής ένστασης ότι "η βασική υποχρέωση της διοικήσεως προς αποκατάσταση της νομιμότητας παραμένει υφισταμένη και μετά την πάροδο της προθεσμίας της αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας" (Δαγτόγλου, Γεν. Διοικ. Δ. (1977) 180) όπως και τα λεχθέντα στη Χατζηνικολάου ν. ΑΤΗΚ (1992) 4 ΑΑΔ 106, ότι "η συμμόρφωση με την αρχή του κράτους δικαίου επιβάλλει την παλινόρθωση κάθε εκτροπής από το δίκαιο άσχετα και ανεξάρτητα από πειθαναγκασμό από τη δικαστική εξουσία", δεν ανατρέπει την ορθότητα της θέσης ότι η ένσταση του εκπρόθεσμου της παρούσας προσφυγής ευσταθεί. Αντίθετα την επιβεβαιώνει.
Όσον αφορά την παραπομπή του δικηγόρου των αιτητών στο σύγγραμμα του Erust Forsthoff "The Administrative Act", στη σελ. 11, παρατηρώ ότι τα όσα αναφέρονται στο σχετικό απόσπασμα προϋποθέτουν "διαφοροποίηση των πραγματικών δεδομένων επί των οποίων στηρίχθηκε η αρχική διοικητική απόφαση" και, επομένως, δεν έχουν σχέση με την παρούσα προσφυγή.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως εκπρόθεσμη. Με έξοδα εις βάρος των αιτητών.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ