ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ.63/2003
5 Ιουλίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28, ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Χάρης Νεοφύτου,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
______________
Α. Σ. Αγγελίδης, για Αιτητή.
Ε. Αντωνίου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για ΕΜ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγήν αυτή προσβάλλεται ο διορισμός του Αλέξη Σαβεριάδη (ΕΜ) στη θέση Ανώτερου Λειτουργού στο Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο.
Η επίδικη θέση είναι, κατά την εξεταζόμενη πρώτη πλήρωσή της, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε, αφού εξέτασε τα προσόντα των δεκαπέντε υποψηφίων, διαπίστωσε ότι οκτώ από αυτούς δεν κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας. Για τους υπόλοιπους επτά, μεταξύ αυτών και το ΕΜ και ο αιτητής, διαπίστωσε ότι κατείχαν κατ΄αρχήν τα απαιτούμενα προσόντα και επιφυλάχθηκε να αποφασίσει τελικά, αφού θα εξέταζε ορισμένα επιπρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία που θα υπέβαλλαν οι υποψήφιοι.
Αφού εξέτασε τα στοιχεία που υποβλήθηκαν, αποφάσισε να ελέγξει περαιτέρω, κατά την προφορική εξέταση, κατά πόσο το ΕΜ, ο αιτητής και ένας άλλος υποψήφιος, κατείχαν την απαιτούμενη πείρα του σχεδίου υπηρεσίας, η οποία καθορίζεται ως εξής:
«Οκταετής τουλάχιστο μεταπτυχιακή διοικητική πείρα στην ξενοδοχειακή βιομηχανία ή/και εκπαίδευση, που να περιλαμβάνει κατά προτίμηση πείρα σε θέματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη, εκπαίδευση και κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της Ξενοδοχειακής και Επισιτιστικής Βιομηχανίας.»
Προέβηκε στη συνέχεια σε προφορική εξέταση των υποψηφίων. Αξιολόγησε την απόδοση του ΕΜ ως πάρα πολύ καλή και του αιτητή ως καλή.
Έκρινε ότι τόσο το ΕΜ όσο και ο αιτητής πληρούσαν την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για οκταετή μεταπτυχιακή διοικητική πείρα.
Σύστησε ακολούθως στην ΕΔΥ τέσσερις υποψηφίους ως τους πλέον κατάλληλους για την επίδικη θέση. Σ΄αυτούς περιλαμβανόταν το ΕΜ, όχι όμως ο αιτητής.
Στη συνέχεια η ΕΔΥ εξέτασε και η ίδια την κατοχή από τους υποψηφίους των απαιτούμενων προσόντων. Σε ό,τι αφορούσε τους έξι από τους επτά υποψηφίους, εκτός από το ΕΜ, υιοθέτησε τις διαπιστώσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Αναφορικά με το ΕΜ, εξέτασε κατά πόσο ικανοποιούσε την απαιτούμενη οκταετή μεταπτυχιακή διοικητική πείρα. Διαπίστωσε ότι λήφθηκε υπόψη και η περίοδος εργοδότησής του σε ξενοδοχείο στην Αγγλία, η οποία όμως συνέπιπτε με την περίοδο κατά την οποία φοιτούσε στο πανεπιστήμιο για την απόκτηση του μεταπτυχιακού του διπλώματος.
Έλαβε υπόψη το περιεχόμενο επιστολής που απέστειλε ο δικηγόρος του αιτητή με την οποία υπέβαλε ένσταση για τη μη συμπερίληψη του αιτητή στον προκαταρκτικό κατάλογο και καταγγελία ότι το ΕΜ δεν ικανοποιούσε την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για οκταετή μεταπτυχιακή διοικητική πείρα.
Αποφάσισε, ενόψει των πιο πάνω, να διερευνήσει και η ίδια το θέμα της πείρας του ΕΜ, ζητώντας διευκρινιστικά στοιχεία σχετικά με την εργοδότησή του στο εν λόγω ξενοδοχείο και συγκεκριμένα περιγραφή των καθηκόντων που είχε στο πλαίσιο της εργοδότησής του, το ωράριο εργασίας καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη διακίνησή του από το χώρο εργασίας του προς το πανεπιστήμιο.
Αφού μελέτησε τα στοιχεία που υπέβαλε το ΕΜ, που μεταξύ αυτών περιλαμβανόταν πιστοποιητικό από το εν λόγω ξενοδοχείο σχετικά με τα καθήκοντα που εκτελούσε και το ωράριο εργασίας, έκρινε ότι ικανοποιούσε τη σχετική απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για οκταετή μεταπτυχιακή διοικητική πείρα.
Αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους τέσσερις υποψηφίους που περιλαμβάνονταν στον προκαταρκτικό κατάλογο καθώς και τον αιτητή.
Πριν προβεί στην προφορική εξέταση, εξέτασε επιστολή του Διευθυντή του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου, ο οποίος ήταν μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Με αυτή αμφισβήτησε τα προσόντα του αιτητή αναφέροντας ότι η πείρα που απέκτησε βάσει της οποίας κρίθηκε προσοντούχος, δυνατόν να μην είναι διοικητική πείρα όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας. Ανέφερε ότι έθεσε τις απόψεις του αυτές και στη Συμβουλευτική Επιτροπή, δεν κρίθηκε όμως σκόπιμη η περαιτέρω διερεύνηση
του θέματος.Η ΕΔΥ αποφάσισε να διαβιβαστεί η επιστολή αυτή στη Συμβουλευτική Επιτροπή για να εκφράσει τις απόψεις της, δεδομένου ότι ο Διευθυντής του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου ήταν μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την πλήρωση της επίδικης θέσης και προσυπόγραψε την έκθεση χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς να αναφέρει οτιδήποτε που να δείχνει τη διαφωνία του ως προς τα προσόντα του αιτητή.
Η Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής απάντησε με επιστολή της προς την ΕΔΥ ότι τα θέματα που εγέρθηκαν με την επιστολή αυτή είχαν συζητηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία κατέληξε σε ομόφωνη απόφαση ότι ο αιτητής κατείχε όλα τα απαιτούμενα προσόντα.
Η ΕΔΥ αποφάσισε να συνεχίσει τη διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης και προέβη στη συνέχεια σε προφορική εξέταση των υποψηφίων. Σ΄αυτή παρέστη και ο Διευθυντής του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου, ο οποίος αξιολόγησε την απόδοση του ΕΜ ως πάρα πολύ καλή και του αιτητή ως καλή. Σύστησε για διορισμό το ΕΜ και αποχώρησε από τη συνεδρία.
Ακολούθως η ΕΔΥ προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση του ΕΜ ως πάρα πολύ καλή και του αιτητή ως καλή, αιτιολογώντας την κρίση της αυτή.
Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε ότι ήταν ο πιο κατάλληλος για διορισμό στην επίδικη θέση. Αιτιολόγησε την απόφασή της αναφέροντας τα πιο κάτω:
«Επιλέγοντας τον Σαβεριάδη, η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε σε ψηλότερο από τους λοιπούς υποψηφίους επίπεδο τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και από την πλειοψηφία της Επιτροπής κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση (Πάρα πολύ καλός και στις δύο περιπτώσεις), δεν υστερεί σε προσόντα (αντιθέτως στην περίπτωση του Παπαδόπουλου υπερέχει), διαθέτει το πλεονέκτημα, όπως και οι υπόλοιποι υποψήφιοι πλην του Παπαδόπουλου, και, επιπλέον, έχει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.»
Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι το ΕΜ δεν πληροί την απαιτούμενη μεταπτυχιακή διοικητική πείρα στην ξενοδοχειακή βιομηχανία ή/και εκπαίδευση.
Πρόβαλε περαιτέρω, για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του αυτό, ότι η βεβαίωση του ξενοδοχείου στην Αγγλία στο οποίο εργάστηκε το ΕΜ δεν αποτέλεσε αντικείμενο δέουσας έρευνας από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και την ΕΔΥ δεδομένου ότι ήταν αδύνατη η ταυτόχρονη συνεχής εργασία στο ξενοδοχείο και οι σπουδές στο πανεπιστήμιο και δε ζητήθηκαν περαιτέρω διευκρινήσεις από τη διεύθυνση του ξενοδοχείου.
Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αφού ζητήθηκαν περαιτέρω στοιχεία, ερευνήθηκε η εργασία του ΕΜ στο εν λόγω ξενοδοχείο. Διαπιστώθηκε ότι, από την περίοδο των δεκαέξι μηνών που εργάστηκε σ΄αυτό, περίοδος οκτώ μηνών δε συνέπιπτε με τα μαθήματα παρακολούθησης για απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος. Κατέληξε η Συμβουλευτική Επιτροπή ότι η πείρα αυτή με την πείρα 88 μηνών που είχε από την εργασία του σε δύο κολλέγια στην Κύπρο συμπλήρωναν την πείρα των οκτώ χρόνων που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας.
Η ΕΔΥ προέβη και η ίδια σε διερεύνηση της πείρας του ΕΜ. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της σχετικής συνεδρίας της, ζήτησε από το ΕΜ να υποβάλει στοιχεία σχετικά με την εργοδότησή του στο εν λόγω ξενοδοχείο. Αφού μελέτησε βεβαίωση του ξενοδοχείου αναφορικά με τα καθήκοντα που εκτελούσε και το ωράριο εργασίας, κατέληξε ότι
πληρούσε το προσόν αυτό.Διαπιστώνω ότι τόσο η έρευνα στην οποία προέβη η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και αυτή στην οποία προέβη η ΕΔΥ ήταν επαρκής. Δε χρειάζονταν περαιτέρω διευκρινίσεις από τη διεύθυνση του ξενοδοχείου, όπως ισχυρίστηκε ο δικηγόρος του αιτητή, αφού τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από το ΕΜ ήταν ικανοποιητικά για τη διαπίστωση της κατοχής από το ΕΜ της απαιτούμενης πείρας.
Ισχυρίστηκε στη συνέχεια ο δικηγόρος του αιτητή ότι πάσχει η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να μην περιλάβει τον αιτητή στον προκαταρκτικό κατάλογο, ο οποίος είχε το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, ενώ περιέλαβε υποψήφιο που δεν το είχε.
Ο ισχυρισμός αυτός, όπως ορθά πρόβαλε ο δικηγόρος του ΕΜ, δεν προβλήθηκε στα νομικά σημεία της προσφυγής, όπως απαιτεί ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Συνεπώς δεν μπορεί να αναπτύξει τέτοιο ισχυρισμό στη γραπτή αγόρευσή του.
Εν πάση όμως περιπτώσει, αφού η ΕΔΥ περιέλαβε τον αιτητή στον τελικό κατάλογο και συνεπώς δεν αποκλείστηκε από τη διαδικασία, δε νομιμοποιείται να προβάλει τον ισχυρισμό αυτό.
Πρόβαλε επίσης ο συνήγορος ότι η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι γενική και αόριστη. Έκανε ειδική αναφορά στην υποκειμενική κρίση της Επιτροπής για να αμφισβητήσει το σκεπτικό των μελών της με βάση το οποίο αιτιολόγησαν την απόδοση των υποψηφίων.
Έχει κατ΄επανάληψη νομολογηθεί ότι δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο η νοητική λειτουργία των μελών του συλλογικού οργάνου αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.
Θεωρώ ότι η κρίση της Επιτροπής για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Υπήρξε επίσης ισχυρισμός για μεροληπτική στάση του Διευθυντή του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου. Είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή ότι η συμμετοχή του Διευθυντή στη συνεδρία της ΕΔΥ, κατά την οποία έγινε η προφορική εξέταση, παραβιάζει την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με τη νομολογία, η έλλειψη αμεροληψίας πρέπει να αποδεικνύεται με ικανοποιητική βεβαιότητα, είτε από τα γεγονότα που παρουσιάζονται στους διοικητικούς φακέλους, ή με ασφαλή συμπεράσματα που μπορούν αν εξαχθούν από την ύπαρξη τέτοιων γεγονότων. (Βλ.
Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, 449). O διάδικος ο οποίος προβάλει ότι υπάρχει μεροληψία ή προκατάληψη έχει το βάρος απόδειξης.Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε τον ισχυρισμό του αυτό χωρίς να τον αποδείξει. Όπως προκύπτει από τα γεγονότα, ο αιτητής αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για την απόδοσή του στην ενώπιόν της προφορική εξέταση ως καλός. Κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ αξιολογήθηκε από το Διευθυντή επίσης ως καλός, το ίδιο και από την ΕΔΥ. Από αυτά δεν προκύπτει προκατάληψη. Ούτε από τη σύσταση του Διευθυντή υπέρ του ΕΜ προκύπτει
προκατάληψη σε βάρος του αιτητή, αφού το ΕΜ υπερείχε στην προφορική εξέταση τόσο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και ενώπιον της ΕΔΥ.Το άρθρο 42(2) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(1)/99) καθορίζει:
«Δε μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης πρόσωπο που έχει ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού ή βρίσκεται σε οξεία έχθρα με το άτομο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση ή που έχει συμφέρον για την έκβασή της.»
Στην κρινόμενη περίπτωση δεν αποδείχθηκε οξεία έχθρα του Διευθυντή προς τον αιτητή ή ότι έχει συμφέρον για την έκβαση της διοικητικής πράξης, στην οποία πήρε μέρος. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί.
Ακολούθως προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι έπασχε η σύσταση του Διευθυντή. Πρόβαλε ο δικηγόρος του αιτητή ότι ο Διευθυντής του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου δεν είχε αρμοδιότητα, σύμφωνα με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν.1/90) να αξιολογήσει την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση. Πέραν τούτου, ισχυρίστηκε ότι ο Διευθυντής δεν ήταν αρμόδιος να προβεί σε σύσταση, αλλά αρμόδια ήταν η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου.
Το άρθρο 34 του Νόμου που ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής δεν προνοεί την ανάμειξη του Διευθυντή στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ.
Στην υπόθεση Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2556, ημερ. 19.7.00, η οποία αφορούσε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, δε διαπιστώθηκε πλημμέλεια στην ανάμειξη του Διευθυντή. Κρίθηκε ότι η αξιολόγηση στην οποία προέβη ο Διευθυντής δεν αποτέλεσε στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για την ΕΔΥ να σχηματίσει τη δική της άποψη.
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό, η ΕΔΥ ανέφερε πως υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Δεν εννοούσε πως αυτά συνιστούσαν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης, αλλά μόνο βοήθημα για να ετοιμάσει τη δική της κρίση.
Συνεπώς ο ισχυρισμός για αναρμοδιότητα του Διευθυντή να προβεί σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση απορρίπτεται.
Εξέτασα στη συνέχεια τον ισχυρισμό που προβλήθηκε ότι ο Διευθυντής δεν ήταν αρμόδιος να προβεί σε σύσταση.
Το άρθρο 34(9) του Νόμου καθορίζει ότι η ΕΔΥ λαμβάνει υπόψη μεταξύ άλλων τις συστάσεις του προϊστάμενου του τμήματος.
Το άρθρο 2 του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε, θεωρεί το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου ως τον προϊστάμενο τμήματος μόνο αναφορικά με τους υπαλλήλους που δεν υπάγονται σε τμήμα του Υπουργείου. Στο ίδιο άρθρο δίνεται ο ορισμός του τμήματος ως «Τμήμα, Υπηρεσία ή Γραφείο που υπάγεται σε Υπουργείο, όπως θα καθοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.»
Η επίδικη θέση υπάγεται σε τμήμα. Το Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο είναι ένα από τα οκτώ τμήματα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΚΔΠ 157/2000).
Ο προϊστάμενος, ο οποίος ήταν αρμόδιος να προβεί σε σύσταση ήταν, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου, αυτός που κατείχε την ιεραρχικά ανώτατη θέση στο τμήμα. Συνεπώς αρμόδιος ήταν ο Διευθυντής του Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου. Έτσι ο σχετικός ισχυρισμός απορρίπτεται.
Πρόβαλε επίσης ο δικηγόρος του αιτητή ότι η κρίση της ΕΔΥ για απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση είναι αναιτιολόγητη. Πέραν τούτου η απόδοση στην εξέταση αυτή κατέστη το αποφασιστικό κριτήριο επιλογής.
Η ΕΔΥ παρέθεσε τους λόγους στους οποίους στηρίχθηκε για να σχηματίσει τη συγκεκριμένη κρίση για την απόδοση κάθε υποψηφίου. Η αιτιολόγηση έγκειται στον προσδιορισμό των γεγονότων, στοιχείων και παρατηρήσεων που δικαιολογούν την κρίση αυτή. Αντικείμενο της αξιολόγησης είναι οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται και η διάρθρωσή τους.
Κρίνω ότι η κρίση της ΕΔΥ για την απόδοση στην προφορική εξέταση είναι πλήρως αιτιολογημένη.
Όσο αφορά το δεύτερο σκέλος του ισχυρισμού αυτού, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό της συνεδρίας, η ΕΔΥ έλαβε υπόψη την αξιολόγηση της απόδοσης του ΕΜ στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ προφορική εξέταση, η οποία ήταν η ψηλότερη και τη σύσταση του Διευθυντή.
Είναι προφανές ότι η καλύτερη απόδοση του ΕΜ στην προφορική εξέταση έκλινε την πλάστιγγα υπέρ του, δεδομένου ότι η επίδικη θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής και θέση ψηλά στην ιεραρχία. Η επιλογή του ΕΜ από την ΕΔΥ ήταν από τα ενώπιόν μου στοιχεία εύλογα επιτρεπτή. Ο δικηγόρος του αιτητή δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή του αιτητή.
Απορρίπτοντας όλους τυς ισχυρισμούς που πρόβαλε ο δικηγόρος του αιτητή απορρίπτω και την προσφυγή, επιδικάζοντας έξοδα εναντίον του αιτητή.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.