ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 397/2003 και 432/2003)

29 Ιουλίου, 2004

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

(Υπόθεση Αρ. 397/2003)

ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ης η Αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 432/2003)

ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Π. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ης η Αίτηση.

 

Ο Αιτητής στην 397/03 παρουσιάζεται προσωπικά.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην 432/2003.

Δ. Καλλίγερος, για την Καθ΄ης η Αίτηση και στις δύο προσφυγές.

Α. Ευσταθίου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος υπέβαλε πρόταση για την πλήρωση τριών μονίμων θέσεων Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) σε συνεδρία της στις 25.6.2002 αποφάσισε τη δημοσίευση των θέσεων όπως προβλέπεται στη σχετική νομοθεσία επειδή οι θέσεις αυτές ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Στη δημοσίευση ανταποκρίθηκαν 15 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη (Ε/Μ).

Ο Γραμματέας της ΕΔΥ, σύμφωνα με το άρθρο 34(3) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων 1990 έως 2001, με επιστολή, ημερομηνίας 25.10.2002, προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου, ως πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, του απέστειλε τις 15 αιτήσεις καθώς και αντίγραφα της σχετικής γνωστοποίησης και του Σχεδίου Υπηρεσίας για τις θέσεις.

Ο Γενικός Διευθυντής με επιστολή προς την ΕΔΥ ημερομηνίας 30.12.2002, της διαβίβασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής με την οποία σύστησε τους κατάλληλους υποψηφίους για τις θέσεις, μεταξύ των οποίων τους δύο αιτητές και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη.

Η ΕΔΥ, αφού έλαβε υπόψη τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τα ενώπιον της στοιχεία, αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Έτσι η ΕΔΥ σε τρεις συνεδρίες της στις 14.2.2003, 17.2.2003 και 24.2.2003 δέχθηκε σε ατομική προφορική εξέταση τους πιο πάνω υποψηφίους. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση όλων των υποψηφίων που προσήλθαν ενώπιον της ΕΔΥ και σύστησε για προαγωγή τα τρία Ε/Μ. Στη συνέχεια η ΕΔΥ προέβη και η ίδια σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση και περαιτέρω ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Η ΕΔΥ κατέληξε, αφού έλαβε υπόψη τα θεσμοθετημένα κριτήρια, να προσφέρει στα Ε/Μ την προαγωγή στις επίδικες θέσεις.

Εναντίον της τελικής απόφασης της ΕΔΥ καταχωρήθηκαν οι δύο πιο πάνω προσφυγές, οι οποίες με διάταγμα του Δικαστηρίου κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, συνεκδικάζονται γιατί αφορούν την ίδια διοικητική απόφαση και έχουν κοινό πραγματικό και νομικό υπόβαθρο. Ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 397/2003 προσβάλλει το διορισμό και των τριών Ε/Μ ενώ ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 432/2003 προσβάλλει το διορισμό ενός εκ των Ε/Μ, του Χριστόδουλου Φωτίου.

Στην υπόθεση αρ. 432/2003 προβάλλονται δύο λόγοι ακύρωσης οι εξής:-

(α) ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι γενική και αόριστη, μηδαμινής αξίας και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων, και

(β) ότι η ΕΔΥ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση.

Παρόμοιοι λόγοι προβάλλονται και στη συνεκδικαζόμενη υπόθεση αρ. 397/2003. Περαιτέρω λόγοι που προβάλλονται στην τελευταία υπόθεση θα εξετασθούν ξεχωριστά.

Για το λόγο ακύρωσης (α) ανωτέρω έχω να παρατηρήσω τα εξής:-

Σύμφωνα με το άρθρο 34(9) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/1990) δεν απαιτείται και ούτε ο προϊστάμενος υποχρεούται να προβεί σε αιτιολογημένη σύσταση. Και τούτο γιατί η επίδικη θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία και είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Στις παρούσες υποθέσεις ο Διευθυντής δεν έδωσε καμιά απολύτως αιτιολογία. Από τα σχετικά πρακτικά παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:-

«Ακολούθως ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή τους Φωτίου Χριστόδουλο, Αντωνίου Τάκη και Χαραλάμπους Κυριάκο.

Στο σημείο αυτό ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία.»

Οι αιτητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι η σύσταση συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.

Από τους εμπιστευτικούς φακέλους προκύπτει ότι τα Ε/Μ βαθμολογούντο τα τελευταία έτη, προ του επίδικου χρόνου, σε όλα τα στοιχεία ως εξαίρετοι. Ο αιτητής όμως στην υπόθεση 397/2003 ήταν οριακά υποδεέστερος σε αξία αφού τα τελευταία 5 χρόνια είχε 32 Ε και 8 ΠΙ.. Ο αιτητής στην υπόθεση 432/2003 είχε την ίδια βαθμολόγηση ως τα Ε/Μ. Στο στοιχείο των προσόντων φαίνεται ότι αιτητές και Ε/Μ είναι ισότιμοι. Όλοι διαθέτουν προσόντα ακαδημαϊκά πέραν των απαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας. Ο αιτητής στην υπόθεση 397/2003 διαθέτει επί πλέον πτυχίο νομικής, το οποίο όμως δεν είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Στο στοιχείο της αρχαιότητας ο αιτητής στην υπόθεση αρ. 432/2003 υπερέχει κατά δύο έτη του Ε/Μ Χριστόδουλου Φωτίου, τη μόνη προαγωγή που προσβάλλει. Ο αιτητής στην υπόθεση αρ. 397/2003 υπερέχει κατά ένα έτος του Ε/Μ Χριστόδουλου Φωτίου ενώ υστερεί κατά ένα έτος έναντι των άλλων δύο Ε/Μ Κυριάκου Χαραλάμπους και Τάκη Αντωνίου. Περαιτέρω η αξιολόγηση του Διευθυντή κατά την ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση συνίστατο σε βαθμολόγηση των Ε/Μ ως «εξαίρετος» ενώ του αιτητή στην υπόθεση 397/2003 Βραχίμη Χατζηχάννα ως «Καλός» και του αιτητή στην υπόθεση 432/2003 Ευστάθιου Ξενοφώντος ως «Πάρα πολύ καλός».

Από την παράθεση των πιο πάνω δεδομένων των διαδίκων δεν μπορώ να δεχθώ τους ισχυρισμούς των αιτητών ότι η σύσταση, η οποία, τονίζω εκ νέου, είναι αναιτιολόγητη, συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Ο Διευθυντής έχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον του επέλεξε τα Ε/Μ για τη σύσταση του. Ούτε είχε υποχρέωση, όπως εμμέσως οι αιτητές υποβάλλουν, να αιτιολογήσει τη σύσταση του.

Οι περαιτέρω ισχυρισμοί ότι η σύσταση είναι γενική και αόριστη δεν έχουν θέση στις παρούσες υποθέσεις αφού η σύσταση νόμιμα ήταν αναιτιολόγητη. Υποβάλλεται ότι η σημασία μιας αναιτιολόγητης σύστασης είναι μηδαμινής αξίας. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή αν και είμαι ενήμερος αποφάσεων μονομέλειας που δίδουν τέτοιο χαρακτηρισμό.

Η αναιτιολόγητη σύσταση προβλέπεται από το νόμο και είναι στοιχείο κρίσεως απαραίτητο και αναγκαίο στη διαδικασία. Κατά συνέπεια η βαρύτητα της σύστασης προδιαγράφεται από το νόμο και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Έχω καταλήξει ότι ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Με το δεύτερο κοινό λόγο ακύρωσης και στις δύο υποθέσεις προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η ΕΔΥ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση.

Η τελική απόφαση της ΕΔΥ έχει ως εξής:-

«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τις συστάσεις του Διευθυντή.

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.

Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους.

.................................. .................................................. .................................................. ....................

Επιλέγοντας τον Φωτίου Χριστόδουλο, Η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Σχεδόν εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως Εξαίρετος από την ίδια κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.

Επιλέγοντας τον Αντωνίου Τάκη, η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Σχεδόν εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως Πάρα πολύ καλός από την ίδια κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, αξιολογηθείς δηλαδή από την Επιτροπή στο ίδιο με τον Πάτσαλο Κυριάκο επίπεδο και σε υψηλότερο από τους λοιπούς μη επιλεγέντες υποψηφίους, επιπλέον, όμως ο Αντωνίου διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.

Επιλέγοντας τον Χαραλάμπους Κυριάκο, η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Σχεδόν εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως Εξαίρετος από την ίδια κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.

Επιλέγοντας τους πιο πάνω, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν υπερέχουν σε αρχαιότητα έναντι των επιλεγέντων, αλλά παρατήρησε ότι πρόκειται για θέση Πρώτου Διορισμού και προαγωγής, ψηλά στην ιεραρχία του Τμήματος, στην οποία η αρχαιότητα έχει περιορισμένη σημασία. Εξάλλου, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι επιλεγέντες υπερέχουν ή δεν υστερούν έναντι των εν λόγω υποψηφίων σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογήθηκαν σε υψηλότερο από αυτούς επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή.

Τέλος, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν διαθέτουν, πέραν των απαιτούμενων προσόντων, και άλλα ακαδημαϊκά προσόντα ή σεμινάρια, ορισμένα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά παρατήρησε ότι και οι επιλεγέντες διαθέτουν είτε ψηλά ακαδημαϊκά προσόντα είτε προσόντα πέραν των απαιτούμενων, επίσης σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Εξάλλου, στα εν λόγω προσόντα αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, καθότι δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και ούτε αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν.»

Από την παράθεση του πιο πάνω αποσπάσματος της επίδικης απόφασης προκύπτει ότι η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλο το φάσμα των δεδομένων που είχε ενώπιον της που συνάδουν με τρία θεσμοθετημένα κριτήρια επιλογής. Η ΕΔΥ ως είχε υποχρέωση με βάση το άρθρο 34(9) του νόμου έλαβε υπόψη τις συστάσεις του Διευθυντή όπως και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική ενώπιον της εξέταση. Η πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου τονίζει ότι είναι επιτρεπτό όπως η ΕΔΥ δίδει βαρύνουσα σημασία στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση όταν η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία, όπως η παρούσα επίδικη θέση η οποία είναι διευθυντική στην κλίμακα Α14.

Έχω καταλήξει, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα, ότι η ΕΔΥ έδωσε όντως ιδιαίτερη σημασία στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αλλά χωρίς να εξέλθει από τα όρια που έθεσε η νομολογία. Η ΕΔΥ έχει αιτιολογήσει επαρκώς την απόφαση της, η οποία δεν έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων.

Έπεται ότι και ο δεύτερος κοινός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

Στην υπόθεση αρ. 397/2003 ο αιτητής Βραχίμης Χατζηχάννας προβάλλει περαιτέρω λόγους, που, κατά την άποψη του, οδηγούν σε ακύρωση της επίδικης απόφασης.

Προβάλλει ο αιτητής προκατάληψη εκ μέρους του Διευθυντή Γεωργίας και επίσης προκατάληψη εκ μέρους της ίδιας της ΕΔΥ, διότι είναι Μαρωνίτικης καταγωγής. Ο αιτητής Βραχίμης Χατζηχάννας, επανειλημμένα έχει προβάλει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακριβώς τους ίδιους λόγους και με τα ίδια ακριβώς γεγονότα και περιστατικά την ισχυριζόμενη προκατάληψη εκ μέρους του Διευθυντή και της ΕΔΥ. Οι θέσεις του αυτές έχουν απορριφθεί από την Ολομέλεια επανειλημμένα. (Βλέπε: Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χατζηχάννας, Α.Ε. 3320, ημερ. 14.11.2003). Ο αιτητής επικαλείται αόριστα την προκατάληψη. Έχει όμως το βάρος της απόδειξης το οποίο δεν μπόρεσε να αποσείσει. (Βλέπε: Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 321). Στην υπόθεση Στέλιος Βασιλείου κ.ά. ν. ΕΔΥ, Συνεκδ. Υποθ. 604/01 κ.ά., ημερ. 18.4.2001 ο Νικολαΐδης, Δ., επισήμανε τα ακόλουθα με τα οποία συμφωνώ:-

«....... η επιτυχής έκβαση προσφυγών που έχει καταχωρήσει εναντίον της Επιτροπής δεν μπορεί να τεκμηριώσει ισχυρισμό για προκατάληψη. Στην ίδια απόφαση αναφέρεται ακόμα ότι εξίσου μετέωρη παρέμεινε και η εισήγηση ότι η προκατάληψη πιθανό για οφείλεται στο θρήσκευμα του.»

Ο κ. Χατζηχάννας επίσης ισχυρίζεται πλάνη της ΕΔΥ γιατί λανθασμένα έλαβε υπόψη, ως προς την αρχαιότητα, ότι προήχθη στην προηγούμενη θέσης τις 15.11.2001 και όχι στις 1.5.2001. Ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Από το σχετικό φάκελο προκύπτει ότι η πραγματική ημερομηνία ήταν πράγματι η 15.11.2001. Εν πάση όμως περιπτώσει και διαφορετική να ήταν η πραγματικότητα η ενδεχόμενη πλάνη δεν ήταν ουσιώδης ούτε θα άλλαζε τις θέσεις των διαδίκων ως προς την αρχαιότητα.

Ισχυρίζεται περαιτέρω ο κ. Χατζηχάννας ότιη έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν αναιτιολόγητη. Έχω μελετήσει την έκθεση. Δίδεται μια πλήρης και δεόντως αιτιολογημένη θέση καταγράφοντας για όλους τους υποψηφίους την εντύπωση που απεκόμισε από την προφορική εξέταση και την άποψη που σχημάτισε για τον καθένα ως επίσης και την εικόνα που παρουσιάζει έκαστος στους υπηρεσιακούς φακέλους. Στην απόφαση μου στην υπόθεση Αστέρω Κυριάκου ν. ΕΔΥ, Υπόθ. Αρ. 347/02, ημερ. 31.10.2003 επεσήμανε τα εξής τα οποία ισχύουν και στην παρούσα υπόθεση:-

«Παραπονείται ακόμα η αιτήτρια ότι η αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ήταν αιτιολογημένη. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Από τα πρακτικά που είναι ενώπιον μου, προκύπτει ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή έδωσε αιτιολογία για την κρίση της για κάθε έναν από τους υποψηφίους. Δεν περιορίστηκε στη διατύπωση του τελικού αποτελέσματος της κρίσης της, αλλά προσδιόρισε με επαρκή σαφήνεια την εντύπωση που απεκόμισε για ένα έκαστο των υποψηφίων. (Βλέπε: Παύλος Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 102).»

Ο αιτητής κ. Χατζηχάννας επανέρχεται, όπως σε άλλες προηγούμενες προσφυγές του, σε ισχυρισμούς για παράνομες υπηρεσιακές εκθέσεις που λήφθηκαν υπόψη. Οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν ήδη απαντηθεί σε άλλες προσφυγές από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ειδικά ισχυρίζεται ότι ο Διευθυντής που έκαμε τις εκθέσεις ήταν προκατειλημμένος. Ήδη έχει απαντηθεί το θέμα πιο πάνω. Ο αιτητής δεν έχει τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.

Τέλος ο κ. Χατζηχάννας ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και δεν προηγήθηκε η δέουσα έρευνα από την ΕΔΥ. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Η ΕΔΥ είχε ενώπιον της όλα τα δεδομένα που αφορούσαν τους υποψηφίους τα οποία και διερεύνησε. Κατέληξε δε σε αιτιολογημένη απόφαση. Η αιτιολογία είναι επαρκής και εν πάση περιπτώσει συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων. Ο αιτητής δεν εισηγήθηκε τί η ΕΔΥ παρέλειψε να διερευνήσει.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο