ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 4 ΑΑΔ 212

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπσθεση Αρ. 673/2001)

30 Μαρτίου, 2004

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

PETROU BROS DAIRY PRODUCTS LTD.,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ,

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ

ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Καθ'ων η αίτηση.

 

Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά,

"(Α) Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η άρνηση και/ή παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να παραχωρήσουν άδεια και/ή να εγκρίνουν την εξαγωγή των γαλακτοκομικών προϊόντων των αιτητών σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή να πιστοποιήσουν την καταλληλότητα του γαλακτοκομείου των αιτητών για να συμπεριληφθεί μεταξύ των εγκεκριμένων γαλακτοκομείων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και/ή να τους συμπεριλάβουν στον κατάλογο για εξαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι εξ υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.

 

 

(Β) Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η άρνηση και/ή παράλειψη του καθ'ου η αίτηση 3 να συστήσει και/ή πιστοποιήσει την εξαγωγή των γαλακτοκομικών προϊόντων των αιτητών σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή την καταλληλότητα του γαλακτοκομείου των αιτητών για να συμπεριληφθεί μεταξύ των εγκεκριμένων γαλακτοκομείων από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση και/ή την συμπερίληψη τους στον κατάλογο για εξαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι εξ υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."

 

 

(α) Τα γεγονότα.

Η αιτήτρια εταιρεία λειτουργεί ως βιομηχανία γαλακτοκομικών προϊόντων τα οποία και διανέμει στο εμπόριο. Σύμφωνα με τους "περί Υγιεινής του Γάλακτος και Γαλακτοκομικών Προϊόντων (Παραγωγή και Παρασκευή) και Ελέγχου Βουστασίων, Ποιμνιοστασίων και Γαλακτοκομείων Κανονισμούς του 1995" (ΚΔΠ 86/95) "το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, ενόσω βρίσκονται σε εγγεγραμμένα ή μη εγγεγραμμένα υποστατικά καθώς και όλα τα εγγεγραμμένα ή μη εγγεγραμμένα υποστατικά, υπόκεινται σε επιθεώρηση από Κτηνιατρικό Λειτουργό ή Κτηνιατρικό Επιθεωρητή" προς το σκοπό της διαπίστωσης της συμμόρφωσης με διάφορες πρόνοιες υγιεινής και προδιαγραφών που διασφαλίζουν την καταλληλότητα των παραγόμενων προϊόντων για ανθρώπινη κατανάλωση. Στις 18/4/1997 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Απόφαση ("Decision") της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ημερομηνίας 25/3/1997 "για την κατάρτιση των προσωρινών καταλόγων επιχειρήσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές γάλακτος και προϊόντων με βάση το γάλα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο". Στόχος ήταν ο έλεγχος της τήρησης των προνοιών της κοινοτικής νομοθεσίας σε σχέση με τα κατασκευαστικά πρότυπα των εγκαταστάσεων και την υγιεινή διεξαγωγή των εργασιών σ' αυτές. Σε πρώτο στάδιο οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας συμπεριέλαβαν στον κατάλογο όλες τις εγκαταστάσεις που πραγματοποιούσαν εξαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων ήταν και το γαλακτοκομείο της αιτήτριας στην Αλάμπρα. Η μαζική συμπερίληψη όλων των εγκαταστάσεων στον κατάλογο, είχε αρχικά θεωρηθεί αναγκαία για τη διευκόλυνση των παραγωγών στις εμπορικές συναλλαγές τους. Τα δεδομένα άλλαξαν στη συνέχεια όταν τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν τη λήψη των απαραίτητων μέτρων για τη διασφάλιση της τήρησης των προτύπων εγκαταστάσεων και συνθηκών υγιεινής στον τομέα της Γαλακτοκομίας, αποβλέποντας προφανώς στη διασφάλιση της καταλληλότητας των εισαγόμενων από τρίτες χώρες γαλακτοκομικών προϊόντων. Ως αποτέλεσμα, οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες της Δημοκρατίας ενημερώθηκαν από το αρμόδιο Γραφείο Κτηνιατρικής και Τροφίμων (Food and Veterinary Office, FVO) της Γενικής Διεύθυνσης SANCO της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι ομάδα Ευρωπαίων επιθεωρητών σκόπευε να επισκεφθεί την Κύπρο στις 11/12/2000 προς το σκοπό ελέγχου της καταλληλότητας των εγκαταστάσεων που είχαν συμπεριληφθεί στον κατάλογο. Η προοπτική του ελέγχου από τους επιθεωρητές, φαίνεται ότι προκάλεσε την άμεση κινητοποίηση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, οι οποίες, προ του φάσματος διαπίστωσης παρατυπιών, αποφάσισαν να προβούν στη λήψη άμεσων μέτρων προς το σκοπό του περιορισμού του καταλόγου των Κυπριακών γαλακτοκομείων που συστήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτως ώστε να συμπεριλαμβάνονταν σε αυτόν μόνο οι εγκαταστάσεις εκείνες που πληρούσαν τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας και κυρίως της "Οδηγίας 92/46/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1992 για τη θέσπιση των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και την εμπορία νωπού γάλακτος, θερμικά επεξεργασμένου γάλακτος και προϊόντων με βάση το γάλα". Διενεργήθηκαν ως εκ τούτου κατά την περίοδο Αυγούστου-Οκτωβρίου 2000, συστηματικές επιθεωρήσεις και αξιολογήσεις εκ μέρους των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, των 30 συνολικά γαλακτοκομείων, τα οποία συμπεριλαμβάνονταν στον εγκεκριμένο κατάλογο για εξαγωγές προϊόντων τους στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεταξύ των γαλακτοκομείων που επιθεωρήθηκαν ήταν και αυτό της αιτήτριας. Κατά την επιθεώρηση που έγινε από αρμόδιους λειτουργούς στις 21/9/2000 διαπιστώθηκαν διάφορες ελλείψεις και αδυναμίες που συνιστούσαν παραβάσεις τόσο των περί Υγιεινής του Γάλακτος και Γαλακτοκομικών Προϊόντων Κανονισμών του 1995 (ΚΔΠ 86/95) όσο και της Οδηγίας 92/46/ΕΟΚ. Η έκθεση του Επαρχιακού Κτηνιατρικού Λειτουργού Λάρνακας που περιείχε 25 συνολικά παρατηρήσεις και συστάσεις, κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην αιτήτρια. Στις 5/10/2000 ο Επαρχιακός Κτηνιατρικός Λειτουργός, ενημέρωσε με υπηρεσιακή επιστολή του το Διευθυντή του Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών για την κατάσταση των υποστατικών των γαλακτοκομείων που επιθεωρήθηκαν στη Λάρνακα. Αναφέρονταν δε σε σχέση με τις εγκαταστάσεις της αιτήτριας τα ακόλουθα:

"Διευθυντή

Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών

Λευκωσία.

Θέμα: Αξιολόγηση Γαλακτοκομείων για τα οποία υπάρχει έγκριση να εξάγουν τα προϊόντα τους, σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σχετικά με το πιο πάνω θέμα, σας πληροφορώ ότι έγιναν από τους Λειτουργούς της Υπηρεσίας μας, όλες οι επιθεωρήσεις για την αξιολόγηση των Γαλακτοκομείων που είναι στον κατάλογο για εξαγωγές στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

.................................. .................................................. ....................

Μια άλλη ομάδα Γαλακτοκομείων, η οποία αποτελείται από τα Γαλακτοκομεία των: Α/φοι Πέτρου Λτδ., Α.Α. Βουγιουκλάκης Λτδ., Κ.Γ. Σουρουλλάς & Υιοί Λτδ., Ν.Θ. Κουρούσιης Λτδ., LISKO FOODSTUFF LTD., των οποίων ο κύκλος των εργασιών τους, στηρίζεται στις εξαγωγές στο Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, επιδεικνύουν έντονο ενδιαφέρον για να παραμείνουν στο σχετικό κατάλογο. Ως τόσο όμως, οι κατασκευαστικές ελλείψεις, οι ελλείψεις αναγκαίου εξοπλισμού, αυτοελέγχου HACCP και άλλων, δεν επιτρέπουν αυτή τη στιγμή, τη συμπερίληψή τους στον εγκεκριμένο κατάλογο. Στα Γαλακτοκομεία αυτά έγιναν επιθεωρήσεις τις προηγούμενες μέρες από κλιμάκιο Κτηνιατρικών Λειτουργών, αποτελούμενο από τους Α. Κάσπη, Χ. Κακογιάννη, Γ. Κυριακίδη και τον Κτην. Επιθεωρητή Μ. Τζιάμπο και όλες οι διαπιστώσεις του κλιμακίου επισυνάπτονται. Μελετώντας τις παρατηρήσεις του κλιμακίου οι πιο πάνω ιδιοκτήτες των Γαλακτοκομείων, έχουν εκφράσει την πρόθεση και τη διάθεση να προβούν σε όλες τις αναγκαίες βελτιώσεις σε χρονικό διάστημα ενός μηνός από σήμερα, για να είναι σε θέση να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις εξαγωγές τους, όπως γινόταν μέχρι σήμερα. Η πρόοδος των εργασιών θα παρακολουθείται από την Υπηρεσία μας και θα σας γίνεται η σχετική ενημέρωση."

 

Με βάση τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων που διενεργήθηκαν, οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες διέκοψαν σε πρώτο στάδιο την πιστοποίηση προϊόντων των προβληματικών εγκαταστάσεων, μεταξύ των οποίων και της αιτήτριας. Ακολούθησε η κάθοδος της αποστολής των επιθεωρητών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και η τελική έκθεση "Final Report" της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με βάση τα πορίσματα της επιθεώρησης. Στην πολυσέλιδη έκθεση της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας και Προστασίας των Καταναλωτών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία κοινοποιήθηκε στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, εκφραζόταν ως τελικό συμπέρασμα ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας δεν ήταν σε θέση να εγγυηθούν την πιστή τήρηση των προδιαγραφών της σχετικής Οδηγίας, εκτός αν αποσύρονταν αμέσως από τον κατάλογο των γαλακτοκομείων 22 υποστατικά που δεν ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις των Κανονισμών και της Οδηγίας 92/46/ΕΟΚ. Οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες δεσμεύτηκαν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Θα ήταν εν προκειμένω χρήσιμη η παράθεση του μέρους εκείνου της έκθεσης των επιθεωρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο φαίνεται η κατάληξη της αξιολόγησης τους, οι δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες και οι συστάσεις προς τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας:

"6.12. Final Conclusion

The major shortcomings found lead the inspection team to conclude that the authorities of Cyprus are not in the position to guarantee that the milk and milk-based products exported to the EU fulfil all the requirements of Directive 92/46/EEC".

7. CLOSING MEETING

A closing meeting was held on 15 December 2000 with the CCA, the State Veterinary Service. At this meeting, the main findings and conclusions of the mission were presented by the inspection team. At the request of the inspection team, the central CCA gave guarantees for the immediate withdrawal of 22 establishments from the list of establishments from which Member States are permitted to import milk and milk products (for these establishments the CA had stopped certification). These guarantees were received in the FVO after the completion of the mission on the 27.12.2000 and were regarded as satisfactory.

8. RECOMMENDATIONS

8.1 To the competent authorities of Cyprus

8.1.1. To ensure that only establishments which fulfil all relevant requirements of Directive 92/46/EEC are proposed and kept on the list of establishments from which Member States are permitted to import milk and milk products. To keep the Commission Services informed about changes of establishment status and to revise the list accordingly.

8.1.2. To implement the missing provisions of EC legislation into the legislation of the Republic of Cyprus.

8.1.3. To develop documented control systems at all levels of the official services to ensure that compliance with EC requirements can be achieved.

8.1.4. To ensure that all the provisions of EC legislation at farm and processing levels and in the laboratory system are fully implemented and enforced.

8.1.5. To provide additional training for the Veterinary Officers and Inspectors in relation to the EU legislative requirements concerning milk and milk-based products and the inspection of milk-processing establishments.

8.1.6. To ensure that deficiencies found during this mission are addressed in all EU-approved establishments.

8.1.7. To submit, within two months of receiving the final report, an action plan indicating the action proposed or already taken by the Competent Authorities to address the above recommendations and conclusions of this report. This plan should include deadlines by which the proposed action will be completed.

    1. To the Commission Services

8.2.1. To retain Cyprus on the provisional list of countries authorized for the export of milk and milk-based products, provided that the competent authorities of Cyprus respond in a satisfactory manner within the set deadline to the above recommendations."

 

Κάτω από τις περιστάσεις, οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες δεν είχαν άλλη επιλογή από τη διαγραφή 22 προβληματικών εγκαταστάσεων από το σχετικό κατάλογο. Ο αναθεωρημένος κατάλογος των Κυπριακών εγκαταστάσεων που πληρούσαν τα κριτήρια και προδιαγραφές της Οδηγίας 92/46/ΕΟΚ περιλάμβανε οχτώ μόνο γαλακτοκομεία και υποβλήθηκε για έγκριση και δημοσίευση στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα από το Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών στις 22/12/2000. Το σχετικό πίνακα, στον οποίο δεν συμπεριλήφθηκε η αιτήτρια, συνόδευε εγγύηση ("Guarantee") του Διευθυντή για αυστηρή τήρηση και εφαρμογή των προνοιών της Οδηγίας 92/46/ΕΟΚ και ότι οι εγκαταστάσεις που παρέμειναν στον κατάλογο πληρούσαν τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες συνέχισαν, με βάση τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να παρακολουθούν τις εγκαταστάσεις που είχαν διαγραφεί από τον κατάλογο για να διαπιστώσουν το κατά πόσον υπήρξε συμμόρφωση στις υποδείξεις και συστάσεις των επιθεωρητών. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια έλαβαν χώρα άλλες δύο επιθεωρήσεις του γαλακτοκομείου της αιτήτριας την 1/2/2001 και 13/3/2001 προς το σκοπό της συμπερίληψής του στον κατάλογο για εξαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Κτηνιατρικοί Λειτουργοί και Επιθεωρητές που διενήργησαν τους ελέγχους διαπίστωσαν, στην πρώτη περίπτωση σειρά ελλείψεων και αδυναμιών βάσει των οποίων ενημέρωσαν την αιτήτρια ότι δεν ήταν δυνατή η εισήγηση για συμπερίληψη της στον κατάλογο και ότι θα έπρεπε να προβεί στις σχετικές βελτιώσεις όπως υποδεικνύονταν στην έκθεση. Στη δεύτερη περίπτωση (επιθεώρηση της 13/3/2001) οι αρμόδιοι λειτουργοί διαπίστωσαν ότι υπήρξε μερική συμμόρφωση, σύμφωνα με τις προηγούμενες επισημάνσεις, ζήτησαν όμως την άμεση λήψη διορθωτικών μέτρων που αφορούσαν 15 σημεία, εντός 15 ημερών. Νέα επιθεώρηση που έγινε στις 5/4/2001 κατέληξε στον εντοπισμό άλλων 17 σημείων που έχρηζαν βελτιώσεων και γι' αυτό δόθηκε πενθήμερη προθεσμία. Στο μεταξύ, ως αποτέλεσμα εργαστηριακής εξέτασης στην οποία υποβλήθηκε δείγμα τυριού φλαούνας και πόσιμου νερού που λήφθηκαν από τις εγκαταστάσεις της αιτήτριας, διαπιστώθηκε ότι το μεν τυρί είχε πολύ υψηλό αριθμό κολοβακτηριοειδών και σταφυλοκόκκων θετικών στην πηκτίαση, γεγονός που με βάση τους Κανονισμούς ΚΔΠ 86/95, Παράρτημα VII, κατέτασσε το προϊόν στη "Διαβάθμιση Γ" - ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση, το δε νερό επίσης περιείχε αριθμό κολοβακτηριοειδών πριν τη χλωρίαση και ήταν ως εκ τούτου "ύποπτο για ανθρώπινη κατανάλωση". Παρόλα αυτά ο Επαρχιακός Κτηνιατρικός Λειτουργός με επιστολή του ημερομηνίας 26/4/2001 πληροφόρησε το Διευθυντή του Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ότι το γαλακτοκομείο της αιτήτριας "εκτός από πολύ μικρές λεπτομέρειες είχε συμπληρώσει τις κτιριακές του εγκαταστάσεις σύμφωνα με τη σχετική Οδηγία της Ε.Ε." και εισηγήθηκε τη στενή παρακολούθηση του για ένα χρονικό διάστημα, με ελέγχους του τελικού προϊόντος από μικροβιολογικής απόψεως, πριν τη συμπερίληψη του στον κατάλογο για εξαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αιτήτρια, η οποία, όπως φαίνεται, ανέμενε διακαώς την έγκριση για ένταξή της στον κατάλογο εξαγωγέων, έλαβε σχετική πληροφόρηση μέσω επιστολής του Διευθυντή Κτηνιατρικών Υπηρεσίων ημερομηνίας 23/5/2001 στην οποία διαλαμβάνονταν τα ακόλουθα:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας της 11ης Μαΐου 2000 με την οποία ζητάτε να σας στείλουμε οποιεσδήποτε βελτιώσεις ή ενέργειες που χρειάζεται να γίνουν από εσάς.

Σας πληροφορώ ότι σύμφωνα με εκτίμηση και αξιολόγηση της κατάστασης του γαλακτοκομείου σας από τον Επαρχιακό Κτηνιατρικό Λειτουργό Λάρνακας και, δεδομένου ότι σε δύο περιπτώσεις πρόσφατα έχουν βρεθεί ακατάλληλα προϊόντα από τις Υγειονομικές Υπηρεσίες και τη δική μας Υπηρεσία ενδείκνυται να ακολουθήσει μια περίοδος στενής παρακολούθησης του εργοστασίου σας μέχρι να επιβεβαιωθεί ότι υπάρχει μια σταθερότητα στην ασφάλεια των προϊόντων που παράγετε, προτού γίνει οποιοδήποτε περαιτέρω βήμα για ένταξη σας στον κατάλογο των εγκεκριμένων για εξαγωγές σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης γαλακτοκομείων."

 

Μετά από την πάροδο ενός χρονικού διαστήματος κατά το οποίο οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες παρακολουθούσαν την κατάσταση και τις βελτιωτικές κινήσεις των προβληματικών εγκαταστάσεων, διαβιβάστηκε στις 7/9/2001 από το Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών προς τα αρμόδια Ευρωπαϊκά όργανα αναθεωρημένος κατάλογος Κυπριακών γαλακτοκομείων, τα οποία κρίθηκε ότι ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (Οδηγία 92/46/ΕΟΚ). Ο αναθεωρημένος κατάλογος που συμπεριλάμβανε την αιτήτρια και άλλες τέσσερις νέες βιομηχανίες, συνοδευόταν και πάλι από τη σχετική εγγυητική επιστολή του Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. Ο αναθεωρημένος κατάλογος εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τέθηκε σε ισχύ από τις 27/11/2001. Στο μεταξύ η αιτήτρια είχε καταχωρήσει στις 6/8/2001 την παρούσα προσφυγή.

 

 

 

 

 

 

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής.

Προς υποστήριξη της προσφυγής της η οποία στρέφεται εναντίον της "άρνησης και/ή παράλειψης" των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών να προτείνουν το γαλακτοκομείο της ως κατάλληλο για συμπερίληψη στον κατάλογο των εγκεκριμένων για εξαγωγές στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγκαταστάσεων και να πιστοποιήσουν την καταλληλότητα των προϊόντων της εκδίδοντας τα ανάλογα πιστοποιητικά εξαγωγών, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υπήρξε,

  1. Παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης,
  2. Παραβίαση του άρθρου 29 του Συντάγματος και
  3. Παραβίαση της αρχής της ισότητας (άρθρο 28 του Συντάγματος).

 

  1. Ισχυρισμός για παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και χρηστής διοίκησης και του άρθρου 29 του Συντάγματος.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υπέβαλε ότι οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να προστατεύσουν τα δικαιώματα της αιτήτριας και να διαφυλάξουν την καλή φήμη που αυτή έχαιρε στην αγορά πριν τη διακοπή των εξαγωγών των προϊόντων της και να ενεργήσουν προς την κατεύθυνση της έγκαιρης άρσης του αποκλεισμού της αιτήτριας από τον κατάλογο των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων, παρά το γεγονός ότι από τις 26/4/2001 είχε διαπιστωθεί πως η αιτήτρια πληρούσε τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Επικαλούμενος δε το άρθρο 29 του Συντάγματος υπέβαλε ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση να καθυστερήσουν να προτείνουν την επανεγγραφή των αιτητών στον κατάλογο των εταιρειών που θα εδικαιούντο να εξαγάγουν τα προϊόντα τους στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντίκειται στην υποχρέωση της διοίκησης να ανταποκριθεί στο δικαίωμα αναφοράς της αιτήτριας. Ο δικηγόρος της αιτήτριας εισηγήθηκε επιπρόσθετα ότι η αιτήτρια συμμορφώθηκε με όλες τις υποδείξεις των καθ'ων η αίτηση και επομένως "αδικαιολόγητα και παράνομα" οι τελευταίοι καθυστέρησαν να προτείνουν την επανένταξή της στο σχετικό κατάλογο, υποστηρίζοντας ότι οι ελλείψεις και αδυναμίες που εντοπίστηκαν μέσα στα πλαίσια των τριών διαδοχικών επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων της αιτήτριας, θα μπορούσαν να υποδειχθούν συγκεντρωμένες και εξ' αρχής, για να αποφεύγετο κατ' αυτόν τον τρόπο, η αδικαιολόγητη παρέλευση χρόνου που μεσολάβησε μεταξύ της πρώτης και της τρίτης επιθεώρησης, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση οικονομικής ζημιάς στην αιτήτρια, η οποία δεν είχε τη δυνατότητα να προβεί σε εξαγωγές των προϊόντων της κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Υποβλήθηκε παράλληλα εκ μέρους της αιτήτριας το επιχείρημα ότι οι διαπιστωμένες παραλείψεις, ατέλειες, ελλείψεις και μειονεκτήματα των εγκαταστάσεών της, όπως εντοπίστηκαν μέσω των επιθεωρήσεων και οδήγησαν αρχικά στη διακοπή χορήγησης πιστοποιητικών εξαγωγών και στη συνέχεια στη διαγραφή της και την παραμονή της για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα εκτός του καταλόγου, ήταν το αποτέλεσμα λαθών και παραλείψεων, αλλά και της εσφαλμένης πολιτικής που ακολουθήθηκε από τους καθ'ων η αίτηση, οι οποίοι δεν ενημέρωσαν εγκαίρως την αιτήτρια σχετικά με τις απαιτήσεις και προδιαγραφές που τέθηκαν από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε έλαβαν τα αναγκαία μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων συλλογής, συγκέντρωσης και διάθεσης του γάλακτος. Η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας συμπληρώθηκε με την άποψη ότι στην κρινόμενη περίπτωση "σημειώθηκε παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, με την οποία να προστατεύονται τα συμφέροντα της αιτήτριας".

Αντικρούοντας τις θέσεις της αιτήτριας η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση, εισηγήθηκε ότι τόσο η διακοπή της πιστοποίησης καταλληλότητας των προϊόντων της για εξαγωγή, όσο και η διαγραφή της εγκατάστασης της αιτήτριας από τον κατάλογο, ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αντικειμενικής αδυναμίας της αιτήτριας να ικανοποιήσει τις πρόνοιες της κοινοτικής νομοθεσίας αναφορικά με τα κατασκευαστικά πρότυπα και την υγιεινή διεξαγωγή της εργασίας στο γαλακτοκομείο της, γεγονός που τεκμηριώνεται από τις επανειλημμένες εκθέσεις επιθεώρησης και τη σωρεία των διαπιστωμένων ελλείψεων και μειονεκτημάτων, όπως καταγράφονται σε αυτές. Υπεραμυνόμενη της νομιμότητας των ενεργειών των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, τόνισε πως ο ρόλος τους σε ό,τι αφορά τις γαλακτοβιομηχανίες δεν είναι προστατευτικός αλλά πρώτιστα ελεγκτικός.

Όλοι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας κρίνονται αβάσιμοι. Το ζήτημα της παραγωγής, αποθήκευσης, μεταφοράς και επεξεργασίας νωπού γάλακτος ή γαλακτοκομικών προϊόντων ρυθμίζεται με λεπτομερειακό τρόπο μέσα στα πλαίσια της Κυπριακής έννομης τάξης, από τους Κανονισμούς της ΚΔΠ 86/95 που προαναφέρθηκε. Καθορίζονται εκεί τα πρότυπα υγιεινής διεξαγωγής των εργασιών στα υποστατικά, οι γενικές και ειδικότερες προϋποθέσεις για έκδοση αδειών λειτουργίας γαλακτοκομείων, καθιερώνονται οι επιθεωρήσεις των υποστατικών από Κτηνιατρικούς Λειτουργούς και οριοθετούνται οι συναφείς εξουσίες του Διευθυντή του Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 10(4) των Κανονισμών:

"(4) Ο Διευθυντής έχει εξουσία να αρνηθεί την έκδοση ή την ανανέωση άδειας σε υποστατικό που διαθέτει τις αναγκαίες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό που προνοούνται από τους παρόντες Κανονισμούς, αν διαπιστώσει ότι σ' αυτό δεν τηρούνται ικανοποιητικά επίπεδα υγιεινής."

 

Ο Κανονισμός 11 παρέχει στο Διευθυντή την εξουσία επιβολής αναστολής της άδειας λειτουργίας των υποστατικών στα οποία διαπιστώνονται συστηματικές παραβάσεις και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης η άδεια μπορεί ακόμα και να ακυρωθεί.

"11.(1) .................................................. .........................................

(2) Εκδοθείσα άδεια μπορεί να ανασταλεί οποτεδήποτε από το Διευθυντή, αν κατά τις επιθεωρήσεις που διεξάγονται δυνάμει του Κανονισμού 12 διαπιστώνεται ότι στο εγγεγραμμένο υποστατικό -

(α) ΄Επαυσαν να ικανοποιούνται όλες ή οποιεσδήποτε από τις γενικές ή ειδικές απαιτήσεις των παρόντων Κανονισμών με βάση τις οποίες έχει εκδοθεί η άδεια· ή

(β) διαπράττεται επανειλημμένα παραβίαση των απαιτήσεων των παρόντων Κανονισμών που έχουν σχέση με την υγιεινή διεξαγωγή των εργασιών στο εγγεγραμμένο υποστατικό και η διεύθυνσή του έχει επιδείξει αδικαιολόγητη ανικανότητα ή αδιαφορία για συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις αυτές.

(3) .................................................. ...............................................

(4) .................................................. ...............................................

    1. Αν μέσα σε περίοδο δύο μηνών από την ημερομηνία αναστολής της άδειας, η διεύθυνση δεν έχει λάβει μέτρα και δεν έχει άρει τους λόγους για τους οποίους επεβλήθη η αναστολή, τότε η άδεια μπορεί να ακυρωθεί με απόφαση του Διευθυντή που κοινοποιείται στη διεύθυνση του συγκεκριμένου υποστατικού."

 

Η δυνατότητα επιθεωρήσεων του γάλακτος, των γαλακτοκομικών προϊόντων και των υποστατικών προς το σκοπό άσκησης του απαραίτητου για τη δημόσια υγεία προληπτικού ελέγχου προβλέπεται στον Κανονισμό 12:

"12.-(1) Το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, ενόσω βρίσκονται σε εγγεγραμμένα ή μη εγγεγραμμένα υποστατικά καθώς και όλα τα εγγεγραμμένα ή μη εγγεγραμμένα υποστατικά, υπόκεινται σε επιθεώρηση από Κτηνιατρικό Λειτουργό ή Κτηνιατρικό Επιθεωρητή που σκοπό έχει τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με τις πρόνοιες των παρόντων Κανονισμών.

(2) Κατά τη διεξαγωγή της επιθεώρησης ο επιθεωρών έχει εξουσία -

(α) Πρόσβασης και επιθεώρησης όλων των χώρων και του εξοπλισμού του επιθεωρούμενου υποστατικού·

(β) να επιθεωρεί τις πρώτες ύλες και τα παραγόμενα προϊόντα του υποστατικού·

(γ) να ελέγξει κατά πόσο το προσωπικό που απασχολείται στο υποστατικό συμμορφώνεται προς τις πρόνοιες του Κανονισμού 20·

(δ) να ελέγξει κατά πόσο οι εργαζόμενοι στο υποστατικό κατέχουν έγκυρα πιστοποιητικά υγείας·

(ε) να ελέγξει οποιαδήποτε αρχεία κίνησης των πρώτων υλών και των προϊόντων του υποστατικού καθώς και τα αρχεία διεξαγωγής εργαστηριακού ελέγχου·

(στ) να προβεί σε αντιπροσωπευτική δειγματοληψία αντιπροσωπευτικών ποσοτήτων των παραλαμβανόμενων πρώτων υλών και των παραγόμενων προϊόντων, χωρίς υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε αντιτίμου, με σκοπό την αποστολή τους στα Επίσημα Εργαστήρια για τη διεξαγωγή των κατάλληλων εργαστηριακών εξετάσεων για διαπίστωση της καταλληλότητάς τους για ανθρώπινη κατανάλωση, ή τη συμμόρφωση προς τα καθοριζόμενα επίπεδα υγιεινής·

.............................. .................................................. .........................."

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 15(1):

"Αν Κτηνιατρικός Λειτουργός, κατά την άσκηση των εξουσιών που του παρέχονται από τους παρόντες Κανονισμούς, διαπιστώσει -

(α) Ότι σε γαλακτοκομείο παράγονται ή φυλάσσονται γαλακτοκομικά προϊόντα ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση με βάση τις αλλοιώσεις και τα γνωρίσματα που περιγράφονται στο Παράρτημα VII· ή

(β) έχουν διαμορφωθεί ή επικρατούν στο υποστατικό σοβαρές υγειονομικές ελλείψεις, παραλείψεις ή συνθήκες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του προσωπικού ή τη δημόσια υγεία,

δύναται να επιβάλει ......... τη διακοπή της λειτουργίας του υποστατικού για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις ημέρες, με δυνατότητα παράτασης για μία ή περισσότερες περιόδους των τεσσάρων ή λιγότερων ημερών."

 

Με τους Κανονισμούς 20 και 21 τίθενται επιτακτικά διάφορα μέτρα για την εξασφάλιση της υγιεινής της εργασίας και των χώρων παραγωγής, όσο και απαιτήσεις υγιεινής για το απασχολούμενο σ' αυτούς προσωπικό.

Στην κρινόμενη περίπτωση, οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες ενήργησαν μέσα στο Κανονιστικό πλαίσιο που προεκτέθηκε. Είχαν τη δυνατότητα με βάση τις διαπιστωμένες παραβάσεις να προβούν στη λήψη πολύ αυστηρότερων μέτρων. Αντί αυτών αποφάσισαν, όπως έχει ήδη αναφερθεί, να διακόψουν κατ' αρχήν την πιστοποίηση καταλληλότητας των προϊόντων της αιτήτριας για εξαγωγή και στη συνέχεια, υπό την πίεση των αρμόδιων Ευρωπαϊκών οργάνων να αποκλείσουν την αιτήτρια και άλλες προβληματικές εγκαταστάσεις από τον κατάλογο των εγκεκριμένων για εξαγωγές προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης γαλακτοκομείων. Η σχετική Οδηγία 92/46/ΕΟΚ δεν άφηνε άλλη επιλογή στις αρμόδιες Κυπριακές Αρχές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζεται ιδιαίτερα ευαίσθητη σε ό,τι αφορά τα ζητήματα της προστασίας των καταναλωτών και γι' αυτό ακριβώς το λόγο έχει συσταθεί από το 1995 η αρμόδια Γενική Διεύθυνση (Directorate - General XXIV). Μέσα σε αυτά τα πλαίσια εντασσόταν βεβαίως και η αποστολή των Ευρωπαίων Επιθεωρητών στην Κύπρο το Δεκέμβριο του 2000, οι διαπιστώσεις των οποίων κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ο τρόπος χειρισμού του θέματος των εγκεκριμένων για εξαγωγές εγκαταστάσεων από τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες δεν ήταν ο ενδεδειγμένος και ότι στον κατάλογο θα έπρεπε να παραμείνουν μόνο οι βιομηχανίες εκείνες που πληρούσαν ολοκληρωτικά τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας. Υπό το φως αυτών των δεδομένων οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, υπόλογες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν είχαν άλλη επιλογή από την εναρμόνιση με τα ευρωπαϊκά θέσμια. Η αιτήτρια μετά τη διαγραφή της από τον κατάλογο υπέστη διαδοχικές επιθεωρήσεις μέσα στα πλαίσια των Κανονισμών που προεκτέθηκαν, και προς το σκοπό της διαπίστωσης συμμόρφωσης προς τις προδιαγραφές του εσωτερικού και του ευρωπαϊκού δικαίου. Το επιχείρημά της ότι θα ήταν δυνατό να της υποδειχθούν από την πρώτη φορά όλα τα μειονεκτήματα που παρουσιάζονταν στις εγκαταστάσεις της, ούτως ώστε να επισπεύδετο η συμμόρφωση και η επανένταξη της στον κατάλογο, δεν ευσταθεί διότι όπως αποδεικνύεται από τις εκθέσεις των επιθεωρητών, η αιτήτρια προέβαινε με αργούς ρυθμούς και σταδιακά στις υποδεικνυόμενες βελτιώσεις και στη λήψη των αναγκαίων μέτρων, τα οποία μάλιστα είχε υποχρέωση να τηρήσει με βάση τους σχετικούς Κανονισμούς που διέπουν τη λειτουργία της εγκατάστασής της. Η αιτήτρια επικαλέστηκε άγνοια των απαιτήσεων και προδιαγραφών, επιρρίπτοντας ευθύνες στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες γιατί, όπως υποστήριξε, δεν μερίμνησαν ούτως ώστε να τύχουν οι ενδιαφερόμενοι άμεσης σχετικής ενημέρωσης. Τα έγγραφα που περιέχονται στο διοικητικό φάκελο διαψεύδουν κατηγορηματικά το σχετικό επιχείρημα. Από το 1997 υπήρξε κινητοποίηση των εμπλεκόμενων φορέων, περιλαμβανομένου του Συνδέσμου Τυροκόμων Κύπρου, προς το σκοπό διοργάνωσης σεμιναρίων με θέμα την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για τις εξαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων και με τη συμμετοχή εκπροσώπων των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. Οι ίδιες οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες διοργάνωσαν το 1999 διαφωτιστική διάλεξη με θέμα "Εναρμόνιση με την Ε.Ε. - Κτηνιατρική Νομοθεσία - Αυτοέλεγχοι" με ομιλητή μάλιστα το Διευθυντή Κτηνιατρικής στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ε.Ε. Ένα περίπου χρόνο πριν την κάθοδο των Ευρωπαίων Επιθεωρητών έγινε, όπως αποδεικνύεται στο σχετικό υπηρεσιακό σημείωμα, συνάντηση των Γαλακτοκόμων - Τυροκόμων, Αλλαντοποιών και Ιχθυοκαλλιεργητών για ενημέρωσή τους στα θέματα εναρμόνισης με την Ε.Ε. υπό την προεδρία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Άρα λοιπόν η αιτήτρια δεν μπορεί να παραπονείται για έλλειψη ενημέρωσης και εκτός αυτού, οι παρατυπίες που εντοπίστηκαν στα υποστατικά της συνιστούσαν παραβάσεις των Κανονισμών που προαναφέρθηκαν.

Αναφορικά με την ισχυριζόμενη εκ μέρους της αιτήτριας "παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας" συνιστάμενης, όπως η ίδια η αιτήτρια την αντιλαμβάνεται, στην παράλειψη από πλευράς των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, προστασίας των δικαιωμάτων της, προάσπισης και καλής εμπορικής της φήμης και επαναφοράς της στον κατάλογο, θα ήταν χρήσιμη η υπενθύμιση της θεωρητικής και νομολογιακής ερμηνείας του όρου, όπως υιοθετήθηκε από το Δικαστήριο στην εντελώς πρόσφατη Α.Ε. 3064, Σόλωνας Χειμωνίδης κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, της 24/1/2003, όπου τονίσθηκε πως,

"Παράλειψη διοικητικού οργάνου να εκπληρώσει καθήκον υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο όπου αυτή συνίσταται στη μη εκπλήρωση θετικής υποχρέωσης την οποία επιβάλλει ο νόμος. Σ' εκείνη την περίπτωση, η αδράνεια ελέγχεται εφόσον η παράλειψη της Διοίκησης την εκτρέπει από το νομοθετημένο καθήκον της. Αυτή είναι η έννοια την οποία ενέχει ο όρος "παράλειψη" στο άρθρο 146.1 του Συντάγματος γιατί μόνο σ' εκείνη την περίπτωση η παράλειψη είναι αφ' εαυτής παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων και, συνεπώς, εκτελεστή."

 

Όπως επίσης σημειώνεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 243,

"Παράλειψις οφειλομένης νομίμου ενεργείας προσβλητή επί ακυρώσει δι' αιτήσεως προς το Συμβούλιον Επικρατείας δύναται να υπάρξη μόνον οσάκις διά σαφούς διατάξεως η Διοίκησις υποχρεούται εις συγκεκριμένην ενέργειαν προς ρύθμισιν ωρισμένης σχέσεως. Της ενεργείας μη επιβαλλομένης ρητώς υπό του νόμου και συνεπώς μη ούσης υποχρεωτικής διά την Διοίκησιν, η παράλειψις της Διοικήσεως ίνα ενεργήση, και η εκ της παραλείψεως τεκμαιρομένη άρνησις δεν συνιστούν εκτελεστάς πράξεις, άλλως τεκμαίρεται, ότι η ενέργεια ανήκει εις την διακριτικήν ευχέρειαν της διοικήσεως, εντός της σφαίρας της οποίας δεν είναι νοητή παράλειψις οφειλομένης ενεργείας."

 

Στην παρούσα περίπτωση, η άρση των μέτρων εναντίον της αιτήτριας δεν συνιστούσε υποχρέωση της Διοίκησης αλλά ενέπιπτε στη σφαίρα της διακριτικής της εξουσίας για τους λόγους που αναλύθηκαν. Ούτε βέβαια υπείχαν οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες οποιαδήποτε υποχρέωση ενέργειας για κατοχύρωση της φήμης και των εμπορικών συμφερόντων της αιτήτριας. Η καθυστέρηση που σημειώθηκε ως προς την επανένταξη της αιτήτριας στον κατάλογο των εγκεκριμένων για εξαγωγές στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης γαλακτοκομείων, ήταν το αποτέλεσμα των δικών της και μόνο παραλείψεων, της μη έγκαιρης συμμόρφωσής της προς τις υποδείξεις αλλά και των σοβαρών από απόψεως δημόσιας υγείας αποτελεσμάτων των εργαστηριακών εξετάσεων δείγματος τυριού και νερού που λήφθηκε από τις εγκαταστάσεις της και που όπως αρμοδίως της υποδείχθηκε στις 23/5/2001 επέβαλλαν, πράγμα απόλυτα φυσιολογικό, "μια περίοδο στενής παρακολούθησης" του εργοστασίου της "προτού γίνει οποιοδήποτε περαιτέρω βήμα" για ένταξή της στον κατάλογο. Αβάσιμος κρίνεται και ο ισχυρισμός για παραβίαση του δικαιώματος αναφοράς που καθιερώνεται στο άρθρο 29 του Συντάγματος. Όπως υπέδειξε ο Καλλής, Δ. στην Αλέξης Τρύφωνος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 428/2000, της 15/3/2001, για την επίκληση του άρθρου 29 σε προσφυγή πρέπει να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις:

"................................. .................................................. ......

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση: Εφόσον ένας αιτητής ασκήσει προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 σε σχέση με την ουσία του αιτήματος του δεν μπορεί να αξιώνει ξεχωριστή θεραπεία από το δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 29 σε σχέση με την παράλειψη της διοίκησης να του απαντήσει. (Βλ. Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, Georghiades v. Republic (1966) 3 C.L.R. 153, Sevastides v. Republic (1968) 3 C.L.R. 309 και Sofocleous v. Republic (1974) 3 C.L.R. 63)."

 

 

 

 

 

 

 

 

Το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι αυτές ακριβώς οι ισχυριζόμενες παραλείψεις της διοίκησης, να ικανοποιήσουν τα αιτήματα της αιτήτριας για επανατοποθέτησή της στον κατάλογο και επανέναρξη της πιστοποίησης της καταλληλότητας των προϊόντων της για σκοπούς εξαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για τα οποία όπως διατείνεται είχε αποταθεί γραπτώς στις αρμόδιες αρχές.

(ii) Ο ισχυρισμός για άνιση μεταχείριση.

Το τελευταίο επιχείρημα που υποβλήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας αφορά ισχυριζόμενη παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας. Η αιτήτρια παραπονείται ότι έπεσε θύμα άνισης μεταχείρισης, ότι η βιομηχανία τους διαγράφτηκε από τον κατάλογο επιλεκτικά και ότι δεν εφαρμόσθηκε η ίδια τακτική για τα υπόλοιπα γαλακτοκομεία, με αποτέλεσμα να παραμείνουν στον κατάλογο εγκαταστάσεις που σύμφωνα με τις επιθεωρήσεις των αρμοδίων παρουσίαζαν τα ίδια προβλήματα που εντοπίστηκαν και στα δικά της υποστατικά. Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση αντέταξε ότι ως αποτέλεσμα των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες και των επιθεωρήσεων που ακολούθησαν διαγράφηκαν συνολικά 22 από τις 30 εγκαταστάσεις του αρχικού καταλόγου, υπέδειξε δε ότι εκθέσεις των επιθεωρητών των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών και τα όσα περιλαμβάνονται σε αυτές, αποτελούν τεχνικό ζήτημα μη υποκείμενο σε δικαστική κρίση τονίζοντας ότι η αιτήτρια σε αντίθεση με τις βιομηχανίες που παρέμειναν στον κατάλογο δεν πληρούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο τις απαιτούμενες κατασκευαστικές και λειτουργικές προδιαγραφές. Ο ισχυρισμός για άνιση μεταχείριση της αιτήτριας δεν στοιχειοθετήθηκε. Καθίσταται μάλιστα, υπό το φως των όσων αναφέρθηκαν, έκδηλα αβάσιμος. Οι κατασκευαστικές ελλείψεις που εντοπίστηκαν και τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων που αφορούσαν την αιτήτρια δεν επέτρεπαν την παραμονή της στον κατάλογο, ιδιαίτερα δε μετά τις σαφείς οδηγίες της ευρωπαϊκής ομάδας επιθεώρησης προς τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες και τις εγγυήσεις που δόθηκαν για την άμεση διαγραφή των 22 προβληματικών εγκαταστάσεων, μεταξύ των οποίων ήταν και αυτή της αιτήτριας. Τα πορίσματα των εκθέσεων των επιθεωρήσεων - αξιολογήσεων των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών με βάση τα οποία καταρτίσθηκε ο κατάλογος και αποκλείσθηκαν 22 γαλακτοκομεία, δεν μπορούν, ως εκ της φύσης τους, ως ζητήματα απολύτως τεχνικά να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στην παρούσα διαδικασία και εν πάση περιπτώσει με δικαιολογία την ισχυριζόμενη συμπερίληψη άλλων εγκαταστάσεων που στην ουσία παρανομούσαν, μη πληρώντας τις απαιτούμενες προδιαγραφές, δεν θα μπορούσε η αιτήτρια να ζητήσει και τη δική της ένταξη σε αυτόν. Ισότητα στην παρανομία δεν νοείται. (Νεοκλέους κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 830/96 κ.α., της 11/11/98).

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

 

 

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο