ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
SAVVAS HJI GEORGHIOU ν. REPUBLIC (EDUCATIONAL SERVICE COMMITTEE) (1974) 3 CLR 436
CHRISTODOULOU & ANOTHER ν. CYTA (1978) 3 CLR 61
MICHAELOUDES & ANOTHER ν. REPUBLIC (1979) 3 CLR 56
PAPADOPOULOU ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 332
DROUSIOTIS ν. C.B.C. (1984) 3 CLR 546
TASMI TRADING CO. ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 782
Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60
Γεωργιάδης Tάκης K. ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (1996) 3 ΑΑΔ 249
Kαμένος Aνδρέας ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 25
Nικολαΐδης Xριστάκης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 286
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλος ν. Ιωάννη Ιωνά Αγγελή και Άλλης (1999) 3 ΑΑΔ 161
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 656/2002,
755/2002, 805/2002)
30 Μαρτίου, 2004
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 656/2002)
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΙΟΥΛΛΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 755/2002)
ΜΑΡΙΟΣ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 805/2002
)ΣΤΕΛΛΑ ΚΟΝΤΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 656/2002.
Μ. Καλλιγέρου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 755/2002.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 805/2002.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού
Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.Σ. Ανδρέου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη Άννα Χριστοδουλίδου και Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου.
Ντ. Πασπαλίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Άννα Τσιαππάρη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ
.: Με τις παρούσες προσφυγές, που διατάχθηκε όπως συνεκδικαστούν, ο Νικόλαος Τσιούλλος (αιτητής στην προσφυγή 656/2002), ο Μάριος Παπαχριστοδούλου (αιτητής στην προσφυγή 755/2002) και η Στέλλα Κοντού (αιτήτρια στην προσφυγή 805/2002), προσβάλλουν την ορθότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (η ΕΔΥ) με την οποία οι Άννα Χριστοδουλίδου, Λαμπρινή Γωγάκη, Κυριάκος Κρέκος, Άννα Τσιαππάρη και Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου (ενδιαφερόμενα μέρη) διορίστηκαν στη μόνιμη θέση του Διοικητικού Λειτουργού (Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού) από τις 20/4/1993. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ οι προσφυγές 656/2002 και 805/2002 αφορούν το διορισμό όλων των ενδιαφερομένων, η προσφυγή 755/2002 περιορίζεται μόνο στην αμφισβήτηση του διορισμού της Μαρίας Χίνη-Αναστασιάδου.(Α) Τα γεγονότα
Μετά την τρίτη επιτυχή προσφυγή για την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερόμενων προσώπων στις επίδικες θέσεις, η ΕΔΥ παρέπεμψε το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή για την υποβολή νέας αιτιολογημένης έκθεσης. Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ανέφερε μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
"2. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε ότι για την πλήρωση των θέσεων είχαν υποβληθεί 270 αιτήσεις. Όλοι οι αιτητές κλήθηκαν να συμμετάσχουν στον Ειδικό Γραπτό Διαγωνισμό, από τους οποίους προσήλθαν οι 122. Πέτυχαν οι 60 και κλήθηκαν σε προφορική εξέταση ενώπιον της τότε Συμβουλευτικής Επιτροπής οι 56, δεδομένου δύο από αυτούς δεν κατείχαν τα απαραίτητα προσόντα για διορισμό, βάσει του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, και άλλοι δύο (Ιωάννου Μαρία και Κοντού Στέλλα) είχαν διοριστεί στη θέση Διοικητικού Λειτουργού σε προηγούμενη διαδικασία.
(α) - Αναστασιάδου Ιωάννα,
- Σταυρινίδη Σταύρο,
- Καμένου Μαρία,
- Μανώλη Κώστα,
- Τουμάζου Ανθή,
- Κέκο Νίνο,
- Νικολαΐδη Χριστάκη.
οι οποίοι είχαν επιλεγεί για διορισμό με την εν λόγω διαδικασία και δεν έχει προσβληθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο ο διορισμός τους.
.................................. .................................................. ...........................
5. Σχετικά με το πλεονέκτημα της «πείρας» που αναφέρεται στην παρ. 4(6) των απαιτούμενων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης και έχοντας υπόψη τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας με αρ. 50(Γ)/90/Ν.20 και ημερ. 26.4.1990 σύμφωνα με την οποία «δεν μπορεί να λογιστεί ως πλεονέκτημα η πείρα που απέκτησε ένας υπάλληλος καθ' υπέρβαση των καθηκόντων που προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης που κατέχει, ή αν εργάζεται πάνω σε έκτακτη βάση, των όρων της έκτακτης απασχόλησης»
, η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι μόνο η υποψήφια Κυριακή Πραστίτη, Ανώτερη Νοσηλευτικός Λειτουργός, στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, κατέχει το πλεονέκτημα της «πείρας».6. Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση όλων των υποψηφίων που λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης. Η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, όπως είναι τα αποτελέσματα του Ειδικού Γραπτού Διαγωνισμού, τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, καθώς και το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι. Το βάρος που αποφάσισε να αποδώσει στα επί μέρους στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη είναι τα εξής:
(α) Για τα αποτελέσματα του Ειδικού Γραπτού Διαγωνισμού: 70 μονάδες
(β) για τα προσόντα των υποψηφίων πέραν των απαιτούμενων από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ανάλογα με το βαθμό σχετικότητας:- μέχρι
(γ) - Για κάθε έτος σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης επιστημονικής πείρας: 1 μονάδα
- Για κάθε έτος μη σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης επιστημονικής πείρας ή σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης μη επιστημονικής πείρας: 0,5 μονάδα
Και στις δύο περιπτώσεις επιμετρήθηκε πείρα με ανώτατο όριο τα πέντε χρόνια, δεδομένου ότι κρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι τα πέντε χρόνια αποτελούν ικανοποιητικό χρονικό διάστημα πείρας για σκοπούς αξιολόγησης των αιτήσεων. Συγκεκριμένα:
7. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού επιμέτρησε τις ανάλογες μονάδες ενός εκάστου των υποψηφίων για κάθε επιμέρους στοιχείο, βάσει του βάρους που αποφάσισε να αποδώσει σε κάθε ένα από αυτά, ετοίμασε Πίνακα, ο οποίος επισυνάπτεται ως Παράρτημα Ι, στον οποίο οι υποψήφιοι αναγράφονται με σειρά επιτυχίας στον Ειδικό Γραπτό Διαγωνισμό. Περαιτέρω, ετοίμασε συνοπτικό κατάλογο όλων των επιτυχόντων στον Ειδικό Γραπτό Διαγωνισμό υποψηφίων, με σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τις μονάδες που απέδωσε η Συμβουλευτική Επιτροπή για κάθε ένα επιμέρους στοιχείο (Παράρτημα ΙΙ).
8. Με βάση την κατάταξη των υποψηφίων που αναφέρεται στο Παράρτημα ΙΙ, και αφού λήφθηκαν υπόψη τα στοιχεία που αφορούν όλους τους υποψηφίους, δηλαδή τα αποτελέσματα του Ειδικού Γραπτού Διαγωνισμού, τα προσόντα και την πείρα τους, καθώς και το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, η Συμβουλευτική Επιτροπή κατάρτισε προκαταρκτικό κατάλογο που περιέχει με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των κατά την κρίση της καταλληλότερων υποψηφίων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 33(6)
των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2001, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Ο προκαταρκτικός κατάλογος επισυνάπτεται ως Παράρτημα ΙΙΙ."
Στον κατάλογο υποψηφίων με σειρά επιτυχίας στον ειδικό γραπτό διαγωνισμό η κατάταξη των υποψηφίων σε μονάδες ήταν η ακόλουθη:
Η Συμβουλευτική Επιτροπή κατάρτησε τελικά ένα "προκαταρκτικό κατάλογο κατ' αλφαβητική σειρά των καταλληλότερων υποψηφίων" στον οποίο περιλαμβάνονταν και τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη καθώς επίσης και η αιτήτρια Στέλλα Κοντού, όχι όμως και οι αιτητές Τσιούλλος και Παπαχριστοδούλου. Η ΕΔΥ τελικά κατά τη συνεδρία της 28/5/2002, αφού υιοθέτησε πλήρως την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής επέλεξε τα ενδιαφερόμενα μέρη και τα διόρισε στην επίδικη θέση αναδρομικά από 20/4/1993.
(Β) Οι λόγοι ακύρωσης των προσφυγών.
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΣΙΟΥΛΛΟΥ ΑΡ. 656/2002 (Ενδιαφερόμενα μέρη: Α. Χριστοδουλίδου, Λ. Γωγάκη, Κ. Κρέκος, Α. Τσιαππάρη και Μ. Χίνη-Αναστασιάδου
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή με την πιο πάνω προσφυγή ισχυρίζεται ότι η σχετική απόφαση είναι άκυρη γιατί,
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΜΑΡΙΟΥ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΡ. 755/2002 (Ενδιαφερόμενο μέρος: Μ. Χίνη-Αναστασιάδου
)Με την πιο πάνω προσφυγή ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί λόγω,
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΕΛΛΑΣ ΚΟΝΤΟΥ ΑΡ. 805/2002 (Ενδιαφερόμενα μέρη: Α. Χριστοδουλίδου, Λ. Γωγάκη, Κ. Κρέκος, Α. Τσιαππάρη και Μ. Χίνη-Αναστασιάδου
)Η αιτήτρια στην πιο πάνω προσφυγή ισχυρίζεται ότι,
(Γ) Ο ισχυρισμός ότι η Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου δεν κατείχε το προσόν της καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας αποτελεί δεδικασμένο.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση υπέβαλε ότι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου δεν πληρούσε το προσόν της επιτυχίας στον ειδικό γραπτό διαγωνισμό "θα έπρεπε να εγερθεί από την πρώτη διαδικασία που ξεκίνησε με την προσφυγή 468/93" και ως εκ τούτου "δεν μπορεί να εγερθεί κατά την επανεξέταση γιατί καλύπτεται από το δεδικασμένο". Η πιο πάνω θέση είναι αβάσιμη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην προσφυγή αρ. 468/93 αιτήτρια ήταν η Ελένη Χριστοδούλου, ενώ ο αιτητής, ο οποίος αμφισβήτησε μεταγενέστερα τις αποφάσεις της ΕΔΥ συμπεριέλαβε, όπως προκύπτει από αντίγραφα των σχετικών γραπτών αγορεύσεων των δικηγόρων του, στις δύο διαδικασίες των προσφυγών αρ. 80/97 και 1044/2000, που ο ίδιος καταχώρησε, το συγκεκριμένο λόγο ακυρότητας. Το Δικαστήριο δεν είχε θεωρήσει αναγκαία την εξέταση του ειδικότερου αυτού ζητήματος κατά την εκδίκαση των συνεκδικαζόμενων υποθέσεων αρ. 1030/96, 80/97, 113/97, στις οποίες εξέδωσε ακυρωτική απόφαση στις 19/5/1999 λόγω παράλειψης σύγκλησης νέας Συμβουλευτικής Επιτροπής, ούτε και μεταγενέστερα στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ. 952/00, 1019/00 και 1044/00 της 20/2/2002 όταν και πάλι ακυρώθηκε η επίδικη απόφαση λόγω παράνομης σύνθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Συνεπώς το δεσμευτικό δεδικασμένο που παρήγαγαν οι δικαστικές αποφάσεις αφορά τις πιο πάνω διαπιστώσεις και δεν υφίσταται οποιοδήποτε κώλυμα για την εξέταση του σχετικού νομικού ισχυρισμού.
(Δ) Το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου δεν είναι προσοντούχος αφού απέτυχε στον ειδικό γραπτό διαγωνισμό στα Αγγλικά.
Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του Διοικητικού Λειτουργού καθορίζει μεταξύ άλλων ως "απαιτούμενα προσόντα":
"(3) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής, σε περίπτωση Ελληνοκύπριου υποψηφίου, ή της Τουρκικής, σε περίπτωση Τουρκοκύπριου υποψηφίου, και καλή γνώση της Αγγλικής. Ικανότητα σύνταξης στις γλώσσες αυτές επιστολών, υπομνημάτων, εκθέσεων κτλ. με σαφήνεια και ταχύτητα.
Σημ.: Αναφορικά με τους υποψηφίους:
απαιτείται μόνο καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας, νοουμένου ότι θα έχουν άριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
(4) Οι υποψήφιοι πρέπει να επιτύχουν σε ειδικό γραπτό διαγωνισμό για τη θέση αυτή."
Η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε για την πλήρωση των επίδικων θέσεων αποφάσισε για τον ειδικό γραπτό διαγωνισμό τα ακόλουθα:
"(γ) Οι υποψήφιοι θα διαγωνισθούν στα ακόλουθα θέματα:
(ι) Ελληνικά - Έκθεση Ιδεών και κείμενο με ερωτήσεις
(ιι) Αγγλικά - Έκθεση Ιδεών και κείμενο με ερωτήσεις
(ιιι) Γενικές Γνώσεις - Ερωτήσεις γενικού περιεχομένου με δικαίωμα επιλογής
(δ) Η διάρκεια της εξέτασης να είναι 1.45΄ ώρες για τα Ελληνικά, 1.30΄ ώρες για τα Αγγλικά και 1 ώρα για τις Γενικές Γνώσεις.
(ε) Η βαθμολογία για κάθε θέμα να είναι:
(ι) Ελληνικά: 9;100
(ιι) Αγγλικά: 9;100
(ιιι) Γενικές Γνώσεις: 100
(στ) Επιτυχόντες να θεωρηθούν οι υποψήφιοι που θα συγκεντρώσουν τουλάχιστον 50% της βαθμολογίας σε κάθε θέμα."
Στο διαγωνισμό που διενεργήθηκε στις 7/7/92 το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου έλαβε 42/100 και απέτυχε να εξασφαλίσει το κατώτατο όριο των 50 μονάδων. Με βάση αυτό το αποτέλεσμα η Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου θα έπρεπε να θεωρηθεί ως μη προσοντούχος, αφού το σχέδιο υπηρεσίας καθόριζε ρητά ως απαραίτητη προϋπόθεση την επιτυχία στο γραπτό διαγωνισμό. Επιπρόσθετα η βαθμολογία της έθετε σε αμφισβήτηση την κατοχή της απαιτούμενης στην παράγραφο 3 των προσόντων "καλή γνώση" της Αγγλικής και την παρεπόμενη "ικανότητα σύνταξης σε αυτή τη γλώσσα επιστολών, υπομνημάτων, εκθέσεων κτλ. με σαφήνεια και ταχύτητα". Η Συμβουλευτική Επιτροπή αντί να την αποκλείσει από τον κατάλογο και αφού αποκαλύφθηκαν τα ονόματα και οι βαθμολογίες των υποψηφίων, μετέβαλε την αρχική της θέση και αποφάσισε να θεωρήσει ως επιτυχόντες και τους υποψηφίους που απέτυχαν να συγκεντρώσουν τουλάχιστον 50% της βαθμολογίας σε κάθε θέμα. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το σχετικό μέρος του σκεπτικού:
"................................. .................................................. .............
Ως αποτέλεσμα της αντιφατικής στάσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το ενδιαφερόμενο μέρος συμπεριλήφθηκε στον "κατάλογο υποψηφίων με σειρά επιτυχίας στον ειδικό γραπτό διαγωνισμό" με βαθμολογία 42 στα Αγγλικά. Ο σχετικός κατάλογος υιοθετήθηκε μάλιστα και από τη νέα Συμβουλευτική Επιτροπή που επιλήφθηκε του θέματος για σκοπούς επανεξέτασης, η οποία μάλιστα σημείωσε ρητά πως "έκρινε ότι με βάση την επιτυχία των υποψηφίων στον Ειδικό Γραπτό Διαγωνισμό στο θέμα των Ελληνικών και Αγγλικών, όλοι οι υποψήφιοι που λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης, ικανοποιούν την απαιτούμενη από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης «πολύ καλή» γνώση της Ελληνικής και «καλή» γνώση της Αγγλικής Γλώσσας. Ο τρόπος χειρισμού και από τις δύο Συμβουλευτικές Επιτροπές ήταν, όπως εκδηλώθηκε με την εκ των υστέρων μεταβολή της βάσης επιτυχίας της γραπτής εξέτασης στα Αγγλικά, την ανοχή που επιδείχθηκε κατά την επανεξέταση και την απουσία οποιασδήποτε διερεύνησης του γνωσιολογικού επιπέδου του ενδιαφερόμενου μέρους, έκδηλα αντίθετος με την έννοια της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη. Παραβιάζει επίσης τη νομολογία η οποία έχει αποδοκιμάσει με μια σειρά αποφάσεων τέτοιου είδους πρακτικές Συμβουλευτικών Επιτροπών που συνιστούν ανατροπή της ήδη καθορισθείσας προς το δημόσιο συμφέρον πορείας χωρίς αποχρώντα λόγο. Το ίδιο ζήτημα εξετάστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Καμένος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 25, όπου ο Καλλής, Δ. επικρίνοντας με δριμύτητα την εκ των υστέρων αλλοίωση της βάσης γραπτής εξέτασης, ανέφερε μεταξύ άλλων τα πιο κάτω:
"Αναφορικά με το δεύτερο λόγο της έφεσης πρέπει να υποδείξουμε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή με το να καθορίσει τον ελάχιστο βαθμό επιτυχίας έχει θέσει τις προδιαγραφές για την επιτυχία στη σχετική εξέταση. Οι προδιαγραφές έχουν ως αντικείμενο την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος. Στην κρινόμενη περίπτωση η Συμβουλευτική Επιτροπή χωρίς αποχρώντα λόγο έχει εγκαταλείψει την πορεία την οποία η ίδια είχε προδιαγράψει για τη διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων και για τη διάγνωση της καταλληλότητας τους. Μάλιστα η εγκατάλειψη είχε συντελεσθεί μετά που έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα των εξετάσεων και είχε φανεί ότι ορισμένα από τα πιο πάνω ενδιαφερόμενα μέρη δεν είχαν εξασφαλίσει τον απαιτούμενο βαθμό επιτυχίας και είχαν ευεργετηθεί με τη μείωση του βαθμού επιτυχίας. Έχει λοιπόν αφεθεί να πλανάται η εντύπωση ότι η σχετική απόφαση στόχευε στο να ευνοήσει τα πιο πάνω ενδιαφερόμενα μέρη ή να τα χειρισθεί με μεροληπτικό τρόπο κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Τονίζεται ότι η αρχή της χρηστής διοίκησης ή των χρηστών διοικητικών ηθών, δηλαδή της χρηστότητας της συμπεριφοράς των διοικητικών οργάνων προς τους διοικούμενους έχει αναγνωρισθεί επανειλημμένα από τη νομολογία μας και αποτελεί στοιχείο της αμεροληψίας της διοίκησης. (Βλ. Tasmi Trading v. Republic (1988) 3 C.L.R. 782, Tamassos Tobacco Suppliers and Co. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, Δημοκρατία ν. Ιερωνυμίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 286, Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249, Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο, Α.Τ. Τάχου, 4η έκδοση, σελ. 300).
Περαιτέρω η πορεία που έχει υιοθετηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι αντίθετη προς την αρχή της καλής πίστης ή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, δηλαδή της επιβαλλόμενης ευθύτητας των διοικητικών οργάνων στις σχέσεις τους με τους διοικούμενους. (Βλ. Papadopoulou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 332, Droushiotis v. C.B.C. (1984) 3 C.L.R. 546 και Τάχου, πιο πάνω, σελ. 57).
Από την αρχή της καλής πίστης προκύπτει ότι (όπως οι ιδιώτες έτσι και) η Διοίκηση δεν δικαιούται να εκμεταλλευθεί ή ακόμη λιγότερο να δημιουργήσει καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής. Η Διοίκηση παραβαίνει την αρχή της καλής πίστης προπάντων όταν ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο προς τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη. (Βλ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, παραγ. 387-388).
Υπό το φως των γεγονότων και των πιο πάνω αρχών κρίνουμε πως η επίδικη μείωση της βαθμολογίας έχει απολήξει σε παραβίαση των πιο πάνω αρχών του διοικητικού δικαίου και οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης επειδή αποτελεί, για το λόγο αυτό, πράξη αντίθετη προς το Νόμο εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Το γεγονός ότι η επίδικη μείωση έχει συντελεσθεί μετά από απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στερείται οποιασδήποτε σημασίας. Η διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης, με την υπό νόμου επιβαλλόμενη συμμετοχή δύο οργάνων - της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Ε.Δ.Υ. - αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της διαδικασίας πλήρωσης μιας θέσης. Προσβλητή είναι μόνο η τελική πράξη της Ε.Δ.Υ.. Ωστόσο η διαπίστωση της ακυρότητας της πράξης της Συμβουλευτικής Επιτροπής επιφέρει και την ακυρότητα της τελικής πράξης για την έκδοση της οποίας η κριθείσα ως παράνομη αποτελεί νόμιμη προϋπόθεση. (Βλ. Christodoulou v. CYTA (1978) 3 C.L.R. 61, Michaeloudes and Another v. Republic (1979) 3 C.L.R. 56, Angelidou and Others v. Republic (1975) 3 C.L.R. 404, HjiGeorghiou v. Republic (1974) 3 C.L.R. 436, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ. 244)."
Οι παρατηρήσεις του Δικαστηρίου στην υπόθεση Καμένος (πιο πάνω) υιοθετήθηκαν μεταγενέστερα και στην υπόθεση Σελεάρης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 602, στην οποία ο πρώην Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γ. Πικής χαρακτήρισε την απόφαση μεταβολής της αρχικής βάσης, σύμφωνα με την οποία διεξάχθηκε γραπτή εξέταση στα Αγγλικά ως "αυθαίρετη απόφαση, η οποία αφήνει να αιωρείται η υπόνοια για κακή πίστη της διοίκησης στη διεκπεραίωση του διοικητικού έργου, η οποία δεν μπορεί να έχει άλλες συνέπειες από την ακύρωση της απόφασης για τη μεταβολή της βαθμολογίας".
Στην παρούσα περίπτωση η διαφοροποίηση της βάσης της επιτυχίας των γραπτών εξετάσεων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή μετά τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε ακυρότητα της όλης διαδικασίας επιλογής. Η αυθαίρετη ενέργεια της Συμβουλευτικής Επιτροπής να συμπεριλάβει τη Μαρία Χίνη-Αναστασιάδου στον κατάλογο των προσοντούχων υποψηφίων, οδηγεί στην ακύρωση της επίδικης απόφασης και στην επιτυχία της προσφυγής.
(Ε) Αναιτιολόγητη αξιολόγηση και έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με την πείρα των υποψηφίων.
Το σχέδιο υπηρεσίας προνοούσε ότι πείρα που αποκτήθηκε σε υπηρεσία στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα μεταξύ ισάξιων υποψηφίων. Όπως ρητά αναφέρεται:
"(6) Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα μεταξύ ισάξιων υποψηφίων."
Οι αιτητές και στις τρεις προσφυγές ισχυρίζονται ότι η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σε σχέση με τον καθορισμό κριτηρίου και την απόδοση μονάδων ως προς το στοιχείο της πείρας των υποψηφίων, είναι εκτός των πλαισίων του σχεδίου υπηρεσίας και καθιστά την επίδικη απόφαση άκυρη.
Στην έκθεση της η Συμβουλευτική Επιτροπή αναγνώρισε ότι το πιο πάνω πλεονέκτημα κατείχε μια μόνο από τους υποψηφίους, η Κυριακή Πραστίτη, Ανώτερη Νοσηλευτική Λειτουργός στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας. Στη συνέχεια όμως, όπως η ίδια η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε στην έκθεσή της, λήφθηκαν υπόψη κατά τη γενική αξιολόγηση "όλα τα ενώπιον της στοιχεία που ανάγονταν στον ουσιώδη, όπως είναι ..... και η πείρα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης". Αλλάζοντας όμως απότομα γραμμή πλεύσης η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε αμέσως παρακάτω να αποδώσει βαρύτητα και σε πείρα μη σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και ακόμα σε μη επιστημονική πείρα, καθορίζοντας τις ανάλογες μονάδες χωρίς καμιά επεξήγηση, κατά τον ακόλουθο τρόπο:
"(γ) - Για κάθε έτος σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης επιστημονικής πείρας: 1 μονάδα
-
Για κάθε έτος μη σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης επιστημονικής πείρας ή σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης μη επιστημονικής πείρας: 0,5 μονάδαΚαι στις δύο περιπτώσεις επιμετρήθηκε πείρα με ανώτατο όριο τα πέντε χρόνια, δεδομένου ότι κρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι τα πέντε χρόνια αποτελούν ικανοποιητικό χρονικό διάστημα πείρας για σκοπούς αξιολόγησης των αιτήσεων. Συγκεκριμένα:
Επρόκειτο αναμφίβολα για άλλη μια μεθοδευμένη προσπάθεια της Συμβουλευτικής Επιτροπής που είχε ως αποτέλεσμα να πιστωθούν τα ενδιαφερόμενα μέρη από 2,50 μέχρι 3,00 μονάδες και να ανατραπεί κατ' αυτόν τον τρόπο η σειρά κατάταξης στον προκαταρκτικό κατάλογο σε βάρος των αιτητών. Εφαρμόζοντας το πιο πάνω σκεπτικό της η Συμβουλευτική Επιτροπή πίστωσε με 3 χρόνια επιστημονικής πείρας το ενδιαφερόμενο μέρος Α. Χριστοδουλίδου (λόγω της εργασίας της ως Κοινωνιολόγου σε κάποιο ίδρυμα), στο ενδιαφερόμενο μέρος Α. Κρέκο επιμέτρησε 5 χρόνια και 8 μήνες μη σχετικής επιστημονικής πείρας ισοδυναμούσας με 2,50 μονάδες (για την εργασία του σε εταιρεία ερευνών, ως καθηγητού σε κολλέγια και ως τραπεζοϋπαλλήλου), ενώ στο ενδιαφερόμενο μέρος Λ. Γωγάκη αποδόθηκαν 2,00 μονάδες, που κατά την κρίση της Συμβουλευτικής αντιστοιχούσαν σε 4 χρόνια και 4 μήνες μη επιστημονικής πείρας (για απροσδιόριστο είδος εργασίας που ασκούσε σε ιδιωτικές εταιρείες και στις σχολές Φρειδερίκου και 0,5 για 8 μηνών σχετική επιστημονική πείρα Διοικητικού Λειτουργού του Δήμου Λευκωσίας). Τέλος, πιστώθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Χίνη-Αναστασιάδου 2,50 μονάδες ως αποτέλεσμα συνυπολογισμού 6 χρόνων και
7 μηνών σχετικής μη επιστημονικής πείρας (για ενασχόληση που αφορούσε προώθηση πωλήσεων, γραμματειακά καθήκοντα σε κάποια εταιρεία, έκτακτη απασχόληση απογραφέα στο Τμήμα Στατιστικής και Ερευνών και θέση Λογιστικού Λειτουργού στην Αρχή Βιομηχανικής Κατάρτισης). Αντίθετα δεν επιμετρήθηκαν μονάδες πείρας στον αιτητή Ν. Τσιούλλο στην προσφυγή 656/2002, ο οποίος, όπως ρητά αναφέρεται στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε διοριστεί Διοικητικός Λειτουργός από 20/4/1993, ο διορισμός του στη συνέχεια ακυρώθηκε και επαναδιορίστηκε στις 17/2/1997. Κατά τον ίδιο τρόπο, η αιτήτρια στην προσφυγή 805/2002 Σ. Κοντού έλαβε μόνο 0,5 μονάδες γιατί η 9μηνη πείρα που της πιστώθηκε ως έκτακτη ερευνήτρια στο Κέντρο Πρόληψης Πνευματικής Καθυστέρησης και ως έκτακτη Ιδρυματική Λειτουργός θεωρήθηκε ως σχετική με επιστημονική πείρα. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη υποψήφια κατείχε κατά τη χρονική περίοδο που λήφθηκε υπόψη για σκοπούς συνυπολογισμού της επαγγελματικής της πείρας, μεταπτυχιακό προσόν (M. Sc.) στη Ψυχολογία με βάση το οποίο μάλιστα είχε διοριστεί και αυτή στη θέση Διοικητικού Λειτουργού από 1/9/92, διορισμός που ακυρώθηκε μεταγενέστερα και επαναδιορίσθηκε από 17/2/97. Ούτε σε αυτή την περίπτωση δόθηκαν μονάδες για την υπηρεσία της αιτήτριας στη θέση Διοικητικού Λειτουργού. Στον αιτητή Μ. Παπαχριστοδούλου στην προσφυγή 755/2002 δόθηκαν μόνο 0,50 μονάδες για 8 μήνες σχετικής επιστημονικής πείρας (περίοδο που εργάστηκε ως δικηγόρος ενώ δεν λήφθηκε υπόψη η περίοδος άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος και η υπηρεσία του ως Διοικητικού Λειτουργού από 20/4/1993 μέχρι την ακύρωση του διορισμού του).Ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση υπεραμυνόμενος του κύρους της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής υπέβαλε ότι αυτή είναι σαφέστατη, η αποτίμηση σε μονάδες των διαφόρων προσόντων ήταν εύλογη, έγινε κατά ενιαίο τρόπο και τεκμηριώνει δέουσα έρευνα και αιτιολογία. Επικαλείται δε το τεκμήριο της κανονικότητας που διέπει τις διοικητικές πράξεις, ισχυριζόμενος ότι εν προκειμένω αυτό δεν έχει ανατραπεί. Πρόκειται για αβάσιμες απόψεις με τις οποίες επιχειρείται μια απέλπιδα προσπάθεια διάσωσης της εγκυρότητας της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ειδικότερα του τρόπου που υιοθέτησε για να αξιολογήσει το προσόν της πείρας. Όπως ήδη επισημάνθηκε, ενώ τόσο στο σχέδιο της υπηρεσίας της επίδικης θέσης όσο και στο ίδιο το εισαγωγικό μέρος της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής γίνεται λόγος για πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, παρατηρείται στη συνέχεια μια αναιτιολόγητη ανάμειξη κριτηρίων εντελώς άσχετων και συνυπολογισμός πείρας από τομείς και επαγγέλματα που δεν είχαν οποιαδήποτε συνάφεια με τα διοικητικά και άλλα καθήκοντα, που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας κατά τον ακόλουθο τρόπο:
"2. Κ α θ ή κ ο ν τ α κ α ι ε υ θ ύ ν ε ς:
(α) Σε περίπτωση τοποθέτησης σε Υπουργείο/Τμήμα/στο Γραφείο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας/στο Γραφείο της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ή σε οποιοδήποτε άλλο Γραφείο ή Υπηρεσία:
Εκτελεί διοικητικά καθήκοντα αναφορικά με την εξέταση διάφορων υποθέσεων, προβλημάτων και θεμάτων που αφορούν τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί. Για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών συλλέγει και αναλύει τα απαιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες, ετοιμάζει σημειώματα, υπομνήματα, εκθέσεις και πρακτικά, υποβάλλει εισηγήσεις για την επίλυση των διάφορων προβλημάτων, διεκπεραιώνει τις αποφάσεις που λαμβάνονται, εφαρμόζει τη σχετική νομοθεσία και κανονισμούς και διεξάγει τη συνεπαγόμενη αλληλογραφία.
(β) Σε περίπτωση τοποθέτησης στην Επαρχιακή Διοίκηση:
Εκτελεί διοικητικά καθήκοντα ως Βοηθός Επαρχιακός Επόπτης αναφορικά με την εξέταση των προβλημάτων και συνθηκών της περιοχής για την οποία είναι υπεύθυνος. Για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών εξετάζει αιτήσεις και υπομνήματα και υποβάλλει εκθέσεις πάνω στα γεγονότα που επηρεάζουν την κοινωνική ή/και οικονομική κατάσταση των κατοίκων. Καθοδηγεί και βοηθεί Αρχές Τοπικής Διοίκησης και άλλες κοινοτικές επιτροπές στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, περιλαμβανομένης ετοιμασίας και ελέγχου των λογαριασμών τους. Προεδρεύει διάφορων συνεδριάσεων των πιο πάνω Αρχών και Επιτροπών. Εμφανίζεται στο δικαστήριο εκ μέρους της Δημοκρατίας, όπως θα εξουσιοδοτηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας."
Σύμφωνα με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές η πείρα αποτελεί στοιχείο που εμπίπτει στον παράγοντα της αξίας. (Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 286, Δημοκρατία κ.α. ν. Αγγελή κ.α. (1999) 3 ΑΑΔ 161, Σιακάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 468). Όμως η πείρα προσμετρά ως στοιχείο αξίας μόνο όπου είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης (Δημοκρατία ν. Παπαχριστοδούλου, Α.Ε. 2993 και 2995 της 5/6/2002). Στην παρούσα υπόθεση η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη, χωρίς να αιτιολογήσει την κρίση της, πείρα υποψηφίων απολύτως άσχετη με τα καθήκοντα της θέσης, όπως π.χ. η εργοδότηση σε ιδιωτικές εταιρείες ερευνών, καθήκοντα γραμματέα, καθήκοντα τραπεζοϋπαλλήλου και καθήκοντα προώθησης πωλήσεων. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν δύο μέτρα και δύο σταθμά, συνυπολογίζοντας ως επιστημονική πείρα την εργασία ενδιαφερόμενου μέρους (Α. Χριστοδουλίδου) ως Κοινωνιολόγου στο ίδρυμα "Θεοτόκος", ενώ η υπηρεσία της αιτήτριας Σ. Κοντού που ήταν πτυχιούχος Ψυχολογίας (ενός από τους απαιτούμενους στο σχέδιο υπηρεσίας ακαδημαϊκούς τίτλους), ως έκτακτης ερευνήτριας και Ιδρυματικής Λειτουργού, χαρακτηρίσθηκε σχετική μη επιστημονική πείρα,
χωρίς οποιαδήποτε έρευνα. Επίσης χωρίς έρευνα, η Συμβουλευτική Επιτροπή έσπευσε σε κάποιες άλλες περιπτώσεις να πιστώσει μονάδες πείρας σε κάποια ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. Λ. Γωγάκη) για ενασχόληση σε κάποιες εταιρείες του ιδιωτικού τομέα και σε ιδιωτικές σχολές, για τις οποίες ουδεμία διευκρίνιση δόθηκε για την ακριβή φύση των καθηκόντων που επιλαμβανόταν η συγκεκριμένη υποψήφια. Τα όσα επισημάνθηκαν σε σχέση με τον τρόπο χειρισμού του ζητήματος του υπολογισμού και της αξιολόγησης της πείρας των υποψηφίων καθιστούν έκδηλα πάσχουσα την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τον πίνακα που καταρτίσθηκε πάνω στη βάση των μονάδων που αποδόθηκαν, στα επί μέρους στοιχεία συμπεριλαμβανομένης και της πείρας. Είναι εμφανές δε, ότι ο τρόπος με τον οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή αντίκρυσε το ζήτημα της πείρας, ήταν αναιτιολόγητος, μεταβαλλόταν αναλόγως και αποσκοπούσε στην ουσιαστική ανακατανομή του πίνακα υπέρ των ενδιαφερόμενων μερών. Η τελική απόφαση της ΕΔΥ με την οποία υιοθετήθηκε, χωρίς οποιαδήποτε άλλη στάθμιση των παραγόντων, η πλημμελής, όπως αποδεικνύεται έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, πάσχει. Γι' αυτό το λόγο η προσφυγή 656/2002 επιτυγχάνει σε ό,τι αφορά τους διορισμούς και των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων μερών. Η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης καταργεί το αντικείμενο των άλλων δύο συνεκδικαζόμενων προσφυγών 755/2002 και 805/2002 και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν.
Η προσφυγή 656/2002 επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Οι προσφυγές 755/2002 και 805/2002 απορρίπτονται. Η ΕΔΥ διατάσσεται όπως καταβάλει τα έξοδα των αιτητών και στις τρεις προσφυγές.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ