ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπσθεση Αρ. 1201/2002)

30 Μαρτίου, 2004

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση.

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Πολυξένη Γεωργίου (αιτήτρια) αμφισβητεί την εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), με την οποία ο Ιωάννης Κούλας (ενδιαφερόμενο μέρος) προάχθηκε στη μόνιμη θέση του Τεχνικού Επιθεωρητή στο Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων από την 1/11/2002.

(α) Τα γεγονότα.

Η αιτήτρια, που είναι Ανώτερη Τεχνικός στο Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων, διεκδίκησε μαζί με άλλους προαγωγή στη θέση του Τεχνικού Επιθεωρητή. Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης (που είναι θέση προαγωγής) προνοεί τα πιο κάτω:

 

 

 

"Καθήκοντα και Ευθύναι:

(α)Αναλαμβάνει την διεύθυνσιν ή/και τον συντονισμόν της εργασίας ενός ή περισσοτέρων εξειδικευμένων τομέων εργασίας του Τμήματος.

(β) Υπεύθυνος διά την διεξαγωγήν ή/και την επίβλεψιν εξειδικευμένων εργασιών.

(γ) Συνεργάζεται ή/και βοηθεί ανωτέρους αυτού λειτουργούς εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων του.

(δ) Εποπτεύει κατώτερον προσωπικόν, οργανώνει και ελέγχει την εργασίαν του και μεριμνά διά την εκπαίδευσιν τούτου.

(ε) Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα τα οποία ήθελον ανατεθή εις αυτόν.

Απαιτούμενα Προσόντα:-

  1. Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία εις την θέσιν Ανωτέρου Τεχνικού/Ανωτέρου Επιθεωρητού Έργων/Μηχανικού Σχεδιαστού.
  2. Ευρεία πείρα εις ένα ή περισσοτέρους τομείς εργασίας του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων.
  3. Ακεραιότης χαρακτήρος διοικητική και οργανωτική ικανότης, ικανότης εποπτείας και εκπαιδεύσεως προσωπικού, ικανότης συνεργασίας, υπευθυνότης και ευθυκρισία.
  4. Πολύ καλή γνώσις της Ελληνικής και καλή γνώσις της Αγγλικής γλώσσης."

 

Στη σχετική συνεδρία της ΕΔΥ προσήλθε ο Διευθυντής του Τμήματος Ανάπτυξης Υδάτων, ο οποίος προέβηκε στην ακόλουθη σύσταση:

"Δεν γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους, αλλά έχω πάρει πληροφορίες από τους προϊσταμένους τους σχετικά με την προσφορά τους και έχω μελετήσει τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων προκειμένου να προβώ στις συστάσεις μου.

Όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Ορισμένοι υποψήφιοι κατέχουν και Διπλώματα Ανωτέρων Σχολών, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, όμως δεν απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε συνιστούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καθώς και τα νομολογημένα κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - την προσφορά των υποψηφίων και τις ικανότητες και δυνατότητές τους να αναλάβουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, συστήνω τον υπ' αρ. 4 στον κατάλογο των υποψηφίων, Κούλα Ιωάννη, για την πλήρωση της θέσης.

Ο Κούλας Ιωάννης, μετά από μακρά υπηρεσία σε διάφορους τομείς τεχνικών εργασιών του Τμήματος, όπου απέκτησε σημαντικές εμπειρίες και γνώσεις και όπου ανέπτυξε τις οργανωτικές και διοικητικές του ικανότητες, ανέλαβε καθήκοντα ως υπεύθυνος του Κλάδου Εργατικών Θεμάτων του Τμήματος. Σημαντικό ρόλο στην επιλογή του αυτή έπαιξε η ισχυρή προσωπικότητά του και η αφοσίωσή του στο καθήκον. Με πολλή δουλειά και ζήλο, διαθέτοντας και από τον ελεύθερό του χρόνο χωρίς αποζημίωση, οργάνωσε και αναβάθμισε τον Κλάδο και συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του Τμήματος. Έχει αποδείξει την ικανότητά του να αναπτύσσει και να διατηρεί καλές σχέσεις με όλους.

Για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης Τεχνικού Επιθεωρητή απαιτείται, κατά την κρίση μου, όπως ο κάτοχος της θέσης διαθέτει ισχυρό χαρακτήρα, διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, καθώς και ικανότητα εποπτείας και εκπαίδευσης προσωπικού και συνεργασίας, υπευθυνότητα, ευθυκρισία και ζήλο για τη δουλειά του. Οι αρετές, ιδιότητες και ικανότητες αυτές αξιολογούνται και αντικατοπτρίζονται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις.

Όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων ετών, ο Κούλας Ιωάννης υπερέχει οριακά ή βρίσκεται στο ίδιο με τους λοιπούς υποψηφίους επίπεδο.

Από πλευράς αρχαιότητας, υστερεί των υπ' αρ. 1 και 3 ως προς την παρούσα θέση και υπερέχει όλων των υπολοίπων επίσης ως προς την παρούσα θέση.

Σε μια συνεκτίμηση όλων των κριτηρίων και της καθόλα προσφοράς των υποψηφίων, ο Κούλας Ιωάννης κρίνεται ως καταλληλότερος και συστήνεται για προαγωγή."

 

 

 

 

Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή η ΕΔΥ προέβηκε στην αξιολόγηση των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία των φακέλων και τη σύσταση του Διευθυντή επέλεξε σαν τον καταλληλότερο το ενδιαφερόμενο μέρος, με την πιο κάτω αιτιολογία:

"Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο Κούλας σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ή και υπερέχει, έστω και οριακά, έναντι των ανθυποψηφίων του, και υπερτερεί σε αρχαιότητα έναντι των ανθυποψηφίων του που δεν επιλέγηκαν, πλην έναντι της Αδαμίδου Ελένης και του Παναγίδη Ανδρέα, έναντι των οποίων υπερτερεί σε αξία, έστω και οριακά. Επιπλέον, ο επιλεγείς έχει την υπέρ του αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή.

Τέλος, η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Κούλα, σημείωσε ότι ορισμένοι υποψήφιοι διαθέτουν πρόσθετα προσόντα Ανώτερων Σχολών, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, δεν απαιτούνται όμως από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Η Επιτροπή, αποδίδοντας στα εν λόγω προσόντα την ανάλογη βαρύτητα, τα συνεκτίμησε με όλα τα άλλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης και της σύστασης του Διευθυντή, έκρινε όμως ότι τα προσόντα αυτά δεν μπορούν να ανατρέψουν την κρίση της ότι ο επιλεγείς είναι ο καταλληλότερος."

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση είναι λανθασμένη γιατί,

  1. Η σύσταση του Διευθυντή πάσχει και γιατί η τελική απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη.

 

 

(i) H σύσταση του Διευθυντή και η έλλειψη αιτιολογίας της τελικής απόφασης.

Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη και επειδή στηρίζεται σε πληροφορίες που συνέλεξε, ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται αδύνατος, αφού αναμειγνύονται "άγνωστα" στοιχεία που μεταδόθηκαν από "άγνωστους λειτουργούς". Πρόκειται βέβαια για αβάσιμο επιχείρημα που αποδοκιμάστηκε κατ' επανάληψη στη νομολογία και η υιοθέτηση του από το δικηγόρο της αιτήτριας προκαλεί έκπληξη. Και τούτο γιατί αποτελεί σταθερή νομολογιακή προσέγγιση ότι ο Προϊστάμενος τμήματος δεν είναι απαραίτητο για σκοπούς συστάσεων να γνωρίζει προσωπικά τους υποψηφίους, αλλά μπορεί να αντλήσει τις σχετικές πληροφορίες από άλλες κατάλληλες πηγές όπως είναι οι Προϊστάμενοι των υποψηφίων. Το ζήτημα επιλύθηκε οριστικά στην απόφαση της Ολομέλειας στη Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ, 2480, όπου τονίσθηκε πως δεν υπάρχει υποχρέωση καταγραφής των απόψεων που άκουσε ο Προϊστάμενος τμήματος από άλλους λειτουργούς και συνεπώς η μη αποκάλυψη του περιεχομένου των διαβουλεύσεων και της ταυτότητας των ατόμων με τα οποία έγιναν οι διαβουλεύσεις, δεν καθιστά τη σύσταση τρωτή και αναιτιολόγητη εντός της έννοιας του άρθρου 35(4) του Νόμου 1/90. (Βλ. Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη κ.ά. (1990) 3 ΑΑΔ, 4330, Μαυρομμάτη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2568, της 20/11/2000 και Παπαϊωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713).

Αναφορικά με την ουσία της σύστασης, έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η αναφορά στο είδος των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους κατέληξε σε θυματοποίηση της αιτήτριας, η οποία δεν υστερούσε στις υπηρεσιακές εκθέσεις, διέθετε πρόσθετο προσόν σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και είχε αξιόλογη υπηρεσιακή προσφορά. Υποβλήθηκε επίσης ότι η σύσταση δεν περιέχει αιτιολογία της επιλογής του Διευθυντή και ότι οι αποδιδόμενες ευνοϊκές ιδιότητες στο ενδιαφερόμενο μέρος (όπως π.χ. ισχυρή προσωπικότητα) συνιστούν εξωγενείς παράγοντες.

Εκ μέρους της ΕΔΥ υποβλήθηκε ότι η σύσταση είναι δεόντως αιτιολογημένη, συνάδει με τις υπηρεσιακές εκθέσεις και σημειώθηκε η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα.

Σύμφωνα με τις πάγιες νομολογιακές αρχές που διέπουν το ζήτημα, η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου και οι συστάσεις διατηρούν την εγκυρότητά τους όταν δεν αντιμάχονται προς τα στοιχεία των φακέλων. (Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 387, 399, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524, της 27/2/97, Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ, 549 και Δημοκρατία κ.ά. ν. Αγγελή κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ, 161).

Εξέταση της σύστασης στην παρούσα υπόθεση αποκαλύπτει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος έτυχε της σύστασης του Διευθυντή λόγω των σημαντικών εμπειριών και γνώσεων που αποκόμισε ως αποτέλεσμα της μακράς υπηρεσίας του σε διάφορους τομείς τεχνικών εργασιών του Τμήματος και ιδιαίτερα ως υπεύθυνος του Κλάδου Εργατικών Θεμάτων. Επεξηγείται στη συνέχεια πως η άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων ήταν απόρροια της υπεροχής του συστηνόμενου σε ιδιότητες που αφορούν την "ισχυρή προσωπικότητά του" και την "αφοσίωσή του στο καθήκον". Εξειδικεύοντας περαιτέρω την άποψή του, ο Διευθυντής αναφέρθηκε στη συνέχεια στην επιτυχημένη δράση του ενδιαφερόμενου μέρους μέσα στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων του ως Υπεύθυνου του Κλάδου Εργατικών Θεμάτων, τονίζοντας πως "με πολλή δουλειά και ζήλο, διαθέτοντας και από τον ελεύθερό του χρόνο χωρίς αποζημίωση, οργάνωσε και αναβάθμισε τον Κλάδο, συμβάλλοντας στην εύρυθμη λειτουργία του Τμήματος". Κατέληξε δε στη διαπίστωση ότι "έχει αποδείξει την ικανότητά του να αναπτύσσει και να διατηρεί καλές σχέσεις με όλους". Συνοψίζοντας τους λόγους της προτίμησής του ο Διευθυντής προέβηκε σε απαρίθμηση των ιδιαίτερων ικανοτήτων, που κατά την άποψή του επιβαλλόταν να κατέχει ο υπάλληλος που θα επιλεγόταν για προαγωγή στη θέση του Τεχνικού Επιθεωρητή, προσδιορίζοντας ως απαραίτητα στοιχεία τον ισχυρό χαρακτήρα, τις διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, την ικανότητα εποπτείας και εκπαίδευσης προσωπικού και συνεργασίας, υπευθυνότητα, ευθυκρισία και το ζήλο για εργασία. Πρόσθεσε τέλος πως σε σχέση με τις ιδιότητες που κατά την άποψή του ήταν απαραίτητες για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της επίδικης θέσης, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει οριακά ή βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τους υπόλοιπους υποψηφίους. Ο τρόπος διατύπωσης της σύστασης και ιδιαίτερα ο υπερτονισμός της πείρας, εμπειριών και γνώσεων που απέκτησε το ενδιαφερόμενο μέρος ως αποτέλεσμα της μακράς υπηρεσίας του σε διάφορους τομείς τεχνικών εργασιών του Τμήματος και η ιδιάζουσα αναφορά στην τοποθέτηση και τη συμβολή του στον Κλάδο Εργατικών Θεμάτων για τον οποίο αφήνεται να νοηθεί ότι ο εκάστοτε υπεύθυνος επιλέγεται λόγω προβαδίσματος σε προσωπικότητα και αυξημένου βαθμού αφοσίωσης στο καθήκον, φέρνει στο προσκήνιο το θέμα της θυματοποίησης όπως εξετάστηκε στην Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ, 345, στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα:

"Στην Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 ΑΑΔ, 249 το θέμα τέθηκε ως εξής:

'Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται - (βλ. Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, 1095, Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου - (Υπόθ. Αρ. 524/88 - 31/8/1990), Στεφάνου ν. Δημοκρατίας (Υπόθ. Αρ. 512/89 - 19/9/1990))'

Η τοποθέτηση του Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ταυτόσημη με εκείνη της δικής μας νομολογίας (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 357).

Είναι πρόδηλο από το υπογραμμισμένο μέρος του πιο πάνω πρακτικού και ιδιαίτερα του συνδέσμου "αλλά" ότι το Συμβούλιο της αρχής έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ. Έχει επομένως παραβιάσει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης (Βλ. Γεωργιάδης, πιο πάνω).

Η έννοια της "χρηστής διοίκησης και η αρχή της ισότητας αποτελούν δύο βασικές αρχές τις οποίες επικαλείται η νομολογία κατά τον έλεγχο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης" (Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, παραγ. 378 και 402). Λόγω της παραβίασης των πιο πάνω αρχών η Διοίκηση έχει ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να ισοδυναμεί με απόφαση αντίθετη προς το Νόμο και καθ' υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. (Βλ. HjiPanayiotou v. Republic (1968) 3 C.L.R. 159, Xapolytos v. Republic (1967) 3 C.L.R. 703). Για το λόγο αυτό η πρωτόδικη προσέγγιση κρίνεται εσφαλμένη. Ο σχετικός λόγος της έφεσης επιτυγχάνει."

 

Στην παρούσα υπόθεση προκύπτει από το κείμενο της σύστασης που προεκτέθηκε, πως βασικό έρεισμα της επιλογής του Διευθυντή ήταν η εκτέλεση των καθηκόντων συγκεκριμένης θέσης (Υπεύθυνου του Κλάδου Εργατικών Θεμάτων), την κατοχή της οποίας επιχείρησε να προβάλει ως ένδειξη υπεροχής του συστηθέντος σε συγκεκριμένες αρετές και ιδιότητες. Η προσέγγιση αυτή παραβιάζει βέβαια τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων.

Η σύσταση όμως πάσχει και για ένα άλλο λόγο που αφορά τα προσόντα των υποψηφίων, τα οποία μαζί με τα κριτήρια της αξίας και της αρχαιότητας αποτελούν τα τρία κριτήρια επιλογής. Η αιτήτρια κατείχε ένα πρόσθετο προσόν, που άνκαι δεν προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας, εντούτοις είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. Πρόκειται για Δίπλωμα (Technician Engineer) του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου Κύπρου. Το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε μόνο Απολυτήριο του Παγκύπριου Γυμνασίου, αλλά ήταν αρχαιότερος κατά 16 μήνες στη θέση του Ανώτερου Τεχνικού. Η υπεροχή αυτή τονίσθηκε στη σύσταση, ενώ για τα προσόντα ο Διευθυντής, μιλώντας κατά γενικό τρόπο, ανέφερε πως "ορισμένοι υποψήφιοι κατέχουν και Διπλώματα Ανώτερων Σχολών, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, όμως δεν απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε συνιστούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν", παρακάμπτοντας έτσι τη νομολογιακή αρχή που καθορίζει την επικράτηση της αρχαιότητας όταν οι υποψήφιοι ισοβαθμούν στα δύο άλλα κριτήρια (της αξίας και των προσόντων). Η βαρύτητα που πρέπει να αποδίδεται στα πρόσθετα προσόντα οριοθετήθηκε στην Πούρος ν. Δημοκρατίας κ.ά. (Α.Ε. 2847, 2857-58, της 30/4/2000), κατά τον ακόλουθο τρόπο:

"Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής· και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων."

 

Τα όσα επισημάνθηκαν σε σχέση με τη σύσταση οδηγούν στην αναπόφευκτη κατάληξη ότι αυτή πάσχει και παραβιάζει τις αρχές που υιοθετήθηκαν στην απόφαση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 2852, της 25/10/2002) με το πιο κάτω σκεπτικό:

"Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι."

 

Επειδή η ΕΔΥ βασίστηκε ουσιαστικά στην πιο πάνω τρωτή σύσταση του Διευθυντή αναφορικά με την αξία του ενδιαφερόμενου μέρους, η απόφαση της συμπαρασύρεται σε ακυρότητα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Η ΕΔΥ καταδικάζεται να καταβάλει τα έξοδα της αιτήτριας.

 

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο