ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 184/2002 και 310/2002)
27 Φεβρουαρίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 184/2002)
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 310/2002)
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή στην 184/02.
Α. Ευσταθίου (κα), για τον Αιτητή στην 310/02.
Δ. Κούσιου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου, με τη συναίνεση των αιτητών και στις δύο προσφυγές, αυτές συνεκδικάσθησαν γιατί προσβάλλουν την ίδια διοικητική απόφαση και έχουν κοινή πραγματική και νομική βάση.
Αίτημα και των δύο προσφυγών είναι η ακύρωση της διοικητικής απόφασης της ΕΔΥ ημερ. 11.12.2001 με την οποία τερμάτισε την διαδικασία επανεξέτασης πλήρωσης της θέσης Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων, Βουλή των Αντιπροσώπων, που παραμένει κενή ύστερα από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 20.9.2001, στην Προσφυγή αρ. 300/2000, (Σωκράτης Σωκράτους ν. Δημοκρατίας) ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερ. 25.11.1999 σ΄ ότι αφορά τον από 15.12.1990 αναδρομικό διορισμό του Γεωργιάδη Γιαννάκη στη μόνιμη θέση Διευθυντή Διεθνών Σχέσεων, Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η ΕΔΥ αποφάσισε να επανεξετάσει την πλήρωση της θέσης. Προς τούτο ζήτησε από τους δύο αιτητές να παραθέσουν στοιχεία για την κατοχή του προσόντος «της άπταιστης γνώσης της μητρικής γλώσσας» που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας. Και τούτο γιατί ένας από τους λόγους που το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε το διορισμό του αιτητή Γεωργιάδη Γιαννάκη (προσφυγή 310/2002) ήταν η διαπίστωση ότι η ΕΔΥ δεν διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα περί τούτου. Και οι δύο αιτητές ανταποκρίθηκαν και απέστειλαν τα στοιχεία που τους είχαν ζητηθεί.
Σε συνεδρία της, ημερ. 5.12.2001, η ΕΔΥ, στα πλαίσια της διαπίστωσης της κατοχής του προσόντος της άπταιστης γνώσης της μητρικής γλώσσας από τους δύο αιτητές, αποφάσισε να αναθέσει σε κλιμάκιο Επιθεωρητών Φιλολογικών Μαθημάτων του Υπουργείου Παιδείας τη διερεύνηση του προσόντος αυτού με βάση όλα τα στοιχεία που οι αιτητές υπέβαλαν ενώπιον της.
Η ΕΔΥ, σε συνεδρία της στις 11.12.2001, προχώρησε στην επανεξέταση. Ενώπιον της τέθηκαν οι επιστολές των αιτητών και τα στοιχεία που παρέθεσαν για την κατοχή της άπταιστης γνώσης της μητρικής γλώσσας, γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας ημερ. 16.11.2001, η ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η αξιολόγηση των Επιθεωρητών του Υπουργείου Παιδείας για την άπταιστη γνώση της μητρικής γλώσσας από τους αιτητές. Η ΕΔΥ, υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου και μετά από έρευνα που διεξήγαγε αναφορικά με την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας, για άπταιστη γνώση της μητρικής γλώσσας διαπίστωσε, αφού έλαβε υπόψη και το πόρισμα των Επιθεωρητών, ότι δεν μπορούσε να καταλήξει σε απόφαση αναφορικά με την κατοχή ή όχι αυτού του προσόντος.
Περαιτέρω η ΕΔΥ προχώρησε επίσης στη διερεύνηση της απαίτησης 3(4) του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται:-
«Ικανότης εις την μετά σαφηνείας και ταχύτητος σύνταξιν εγγράφων, αναφορών, μνημονίων, επιστολών, εκθέσεων κ.λπ. ...».
Σχετικά η ΕΔΥ αποφάσισε ως εξής:-
«Η Επιτροπή, ύστερα από μελέτη των Προσωπικών Φακέλων των υποψηφίων και όλων των ενώπιόν της σχετικών στοιχείων, περιλαμβανομένων και των προνοιών των Σχεδίων Υπηρεσίας των θέσεων που κατείχαν οι υποψήφιοι προ του ουσιώδους χρόνου, παρατηρεί ότι μόνο ο υποψήφιος Σωκράτους Σωκράτης, με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων Α΄, με το οποίο προήχθη από την 1.11.89, κατέχει κατά τεκμήριο την πιο πάνω απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας. Όσον αφορά τους υπόλοιπους υποψηφίους η Επιτροπή κρίνει ότι η πιο πάνω απαίτηση μπορεί να διερευνηθεί μόνο μετά από προφορική συνέντευξη ή/και γραπτή εξέταση, η οποία, υπό τις περιστάσεις, είναι αδύνατη γιατί παραβιάζεται το πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.»
Τελικά η ΕΔΥ, εν όψει της αδυναμίας να καταλήξει σε απόφαση σχετικά με τα προσόντα των υποψηφίων, όπως έχουν εκτεθεί πιο πάνω, αποφάσισε να τερματίσει τη διαδικασία επανεξέτασης πλήρωσης της επίδικης θέσης και να ειδοποιήσει προς τούτο την αρμοδίαν αρχή.
Προσφυγή αρ. 184/2002
Στην προσφυγή αυτή προβάλλεται από τον αιτητή ως λόγος ακύρωσης η αντιφατική και αυθαίρετη, κατά τους ισχυρισμούς του, απόφαση της ΕΔΥ να επανεξετάσει τα προσόντα του αφού είχε αποφασισθεί προηγουμένως και με τις σχετικές ακυρωτικές αποφάσεις ότι τα κατείχε. Αυτό, κατά τον αιτητή, αποτελεί παραβίαση του δεδικασμένου.
Δεν θα συμφωνήσω με τις πιο πάνω θέσεις του αιτητή. Ο μόνος λόγος για τον οποίο ακύρωσε το Δικαστήριο την προηγούμενη διοικητική πράξη της ΕΔΥ ήταν η μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας όσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους τα οποία αμφισβητούντο από τον αιτητή. Το Δικαστήριο, ουδόλως απεφάνθη ως προς τα προσόντα του αιτητή τα οποία δεν ήσαν υπό εξέταση. Επομένως η ΕΔΥ δεν έχει παραβιάσει κανένα δεδικασμένο επί του προκειμένου. Η οποιαδήποτε ενασχόληση του Δικαστηρίου με
τα προσόντα του αιτητή δεν αποτελεί μέρος του σκεπτικού στη βάση του οποίου ακύρωσε την προσβληθείσα πράξη.Περαιτέρω η ΕΔΥ υπό τη νέα πλέον σύνθεση της διατηρούσε τη δυνατότητα να εξετάσει εκ νέου τα προσόντα όλων των υποψηφίων και ύστερα από τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας να καταλήξει στα συμπεράσματα της ενδεχομένως διαφορετικά από τα προηγούμενα και να αποφασίσει ότι δεν μπορούσε να διορίσει πρόσωπο που δεν ήταν προσοντούχο. Η απόφαση της ΕΔΥ να θέσει εκ νέου υπό εξέταση και διερεύνηση τα προσόντα και του αιτητή δεν αποκλείεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλέπε: Βραχίμης Ι. Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3127, ημερ. 11.4.2003 και Χρ. Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Ανδρέα Δαβερώνα κ.ά., Α.Ε. 3190 και 3194, ημερ. 12.3.2002
).Περαιτέρω ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η ΕΔΥ, με την ανάθεση στους Επιθεωρητές του Υπουργείου Παιδείας της διερεύνησης του προσόντος της άπταιστης γνώσης της μητρικής γλώσσας, παραβίασε τον ουσιώδη χρόνο. Είμαι της γνώμης ότι αυτή η θέση δεν είναι ορθή. Η ΕΔΥ με βάση τα ενώπιον μου πρακτικά, ανέθεσε στο κλιμάκιο των Επιθεωρητών τη διεξαγωγή έρευνας αφού τους παρέδωσε όλα τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της, στοιχεία τα οποία αναφέροντο σε χρόνο προγενέστερο της προκήρυξης της θέσης. Κατά συνέπεια οι Επιθεωρητές δεν είχαν ενώπιον τους ούτε εξέτασαν στοιχεία μεταγενέστερα χρονικά της προκήρυξης της θέσης.
Ισχυρίζεται ακόμα ότι, με δεδομένο ότι οι Επιθεωρητές δεν ήσαν βέβαιοι για την κατοχή του προσόντος από τον αιτητή, η ΕΔΥ έπρεπε να προχωρήσει η ίδια σε περαιτέρω έρευνα. Η ΕΔΥ πράγματι τερμάτισε την έρευνα της στο στάδιο εκείνο, γιατί, όπως αναφέρει, η διεξαγωγή γραπτής ή και προφορικής εξέτασης των υποψηφίων για την κατοχή του προσόντος, θα παραβίαζε τον ουσιώδη χρόνο, πράγμα νομολογιακά ανεπίτρεπτο. Η θέση αυτή της ΕΔΥ είναι και ορθή και εύλογη.
Ενόψει των πιο πάνω, κανένας από τους λόγους ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής ευσταθεί και επομένως η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει.
Προσφυγή αρ. 310/2002
Ο αιτητής στην προσφυγή αυτή προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ παρέλειψε να υποβάλει όλα τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της στους Επιθεωρητές. Ο ισχυρισμός αυτός παραμένει μετέωρος γιατί δεν υποστηρίζεται από τα πρακτικά. Στα πρακτικά αναφέρεται ότι η ΕΔΥ παρέδωσε στους Επιθεωρητές όλα τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της καθώς και τους προσωπικούς φακέλους των αιτητών. Δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να βεβαιώνει τον ισχυρισμό του αιτητή. Έτσι θεωρώ ότι το τεκμήριο της νομιμότητας και της κανονικότητας δεν έχει ανατραπεί.
Περαιτέρω και αυτός ο αιτητής υποστηρίζει ότι η ΕΔΥ, μετά τη γνωμάτευση των Επιθεωρητών, έπρεπε να προχωρήσει σε έρευνα η ίδια. Το θέμα αυτό έχει εξετασθεί ήδη προηγουμένως και για τους ίδιους λόγους θεωρείται ότι είναι ανυπόστατος και απορρίπτεται. Απορριπτέος επίσης είναι και ο ισχυρισμός ότι το κλιμάκιο των Επιθεωρητών δεν εξέτασε όλα τα στοιχεία που ήσαν ενώπιον του γιατί τέτοιο ενδεχόμενο δεν προκύπτει ούτε από τα πρακτικά ούτε από την Έκθεση των Επιθεωρητών.
Ο αιτητής επίσης ισχυρίζεται ότι η ενέργεια της ΕΔΥ να ζητήσει από το Γενικό Διευθυντή της Βουλής πληροφόρηση «για το ρόλο του Συμβούλου του εκάστοτε Προέδρου της Βουλής και συγκεκριμένα τα καθήκοντα που ασκεί» ήταν ανεπίτρεπτη γιατί αυτός ήταν αναρμόδιος για έκφραση της γνώμης του. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Η ΕΔΥ ζήτησε την πληροφόρηση από τον Γενικό Διευθυντή στα πλαίσια της έρευνας της συμμορφούμενη με το ακυρωτικό αποτέλεσμα και την ακυρωτική απόφαση όσον αφορά την «πείρα» του αιτητή.
Σ΄ ένα μεγάλο μέρος της αγόρευσης της η ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή προβάλλει ισχυρισμούς ότι ανεπίτρεπτα και εναντίον των θέσεων της νομολογίας έγινε ανάκληση του διορισμού του αιτητή με την επίδικη απόφαση.
Δεν συμφωνώ ότι με την επίδικη απόφαση έγινε οποιαδήποτε ανάκληση του διορισμού του αιτητή. Ο διορισμός του αιτητή ακυρώθηκε εξ΄ υπαρχής, από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλέπε: Σωκράτης Σωκράτους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρ. Υπόθ. 300/2000, ημερ. 20.9.1991). Ο διορισμός έτσι του αιτητή εξαφανίσθηκε από την ημέρα του διορισμού του. Δεν μπορούσε να υπήρχε απόφαση διορισμού την οποία η ΕΔΥ ανακάλεσε.
Ο αιτητής προβάλλει επίσης ως τελευταίο λόγο ακύρωσης τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
Έχω μελετήσει τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίας της ΕΔΥ στις 11.12.2001 κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση. Στην οκτασέλιδη απόφαση της η ΕΔΥ παρέχει επαρκή αιτιολογία για την κατάληξη της και ιδιαίτερα την αδυναμία της να αποφασίσει την κατοχή του προσόντος από τους αιτητές χωρίς να παραβιάσει τον ουσιώδη χρόνο. Η τελική κατάληξη της ΕΔΥ και η αιτιολογία της συμπληρώνεται από το
περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.Έχω καταλήξει και η προσφυγή αυτή υπόκειται σε απόρριψη.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ