ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπσθεση Αρ. 500/2002)
22 Ιανουαρίου, 2004
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Α. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.
Δ. Κούσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού
Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ
.: Με την παρούσα προσφυγή ο Βασίλης Χ" Βασίλης (αιτητής) προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (καθ'ων η αίτηση), με την οποία ο Αργυρός Αργυρίου και η Κωνσταντία Θεοδώρου (ενδιαφερόμενα μέρη) προάχθηκαν στη μόνιμη θέση του Επιμελητή στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας.(Α) Τα γεγονότα.
Στις 3/8/2001 προκηρύχθηκε η πλήρωση δύο κενών θέσεων στη θέση του Επιμελητή, Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, στην ειδικότητα της Ψυχιατρικής. Επρόκειτο για θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούσε τα πιο κάτω:
"Α. Για Πρώτο Διορισμό -
Β. Για Προαγωγή -
(1) Τα ίδια προσόντα όπως το (1) και (2) του Α πιο πάνω.
(2) Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία ως Ιατρικός Λειτουργός, 1ης Τάξης, στην ειδικότητα που καθορίζεται κατά την πλήρωση της θέσης.
Γ. Για τα δύο Α και Β -
(1) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
Σημ.: Αναφορικά με τους υποψηφίους -
απαιτείται μόνο καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας, νοουμένου ότι θα έχουν άριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
(2) Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.
Σημ.: Η ειδικότητα θα καθορίζεται επακριβώς κατά τη δημοσίευση/πλήρωση της θέσης ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας και σύμφωνα με την οργανωτική δομή του Τμήματος."
Υποβλήθηκαν έξι αιτήσεις και η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν τα σχετικά προσόντα. Οι υποψήφιοι κλήθηκαν σε προφορική εξέταση ως αποτέλεσμα της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογήθηκαν ως "εξαίρετοι", ενώ ο αιτητής κρίθηκε ως "πάρα πολύ καλός" και έτσι η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε να συστήσει ομόφωνα τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη για την πλήρωση των δύο θέσεων. Στη διαδικασία που ακολούθησε ενώπιον των καθ'ων η αίτηση κλήθηκαν σε ατομική προφορική εξέταση οι υποψήφιοι στην παρουσία του Διευθυντή Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, ο οποίος αξιολόγησε την απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους Αργυρού Αργυρίου ως "εξαίρετη" και εκείνη του ενδιαφερόμενου μέρους Κωνσταντίας Θεοδώρου και του αιτητή ως "πάρα πολύ καλή". Ο Διευθυντής σύστησε προς τούτο για προαγωγή τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Οι καθ'ων η αίτηση αφού
κατέγραψαν τη δική τους αξιολόγηση, αποφάσισαν την επιλογή των δύο ενδιαφερόμενων προσώπων για την πλήρωση των δύο θέσεων.
(Β) Οι λόγοι ακύρωσης.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση είναι άκυρη γιατί,
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων, είναι αναιτιολόγητη και μηδαμινής σημασίας, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρει σε ακυρότητα την τελική απόφαση της ΕΔΥ στην οποία ενσωματώθηκε. Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση υπέβαλε ότι το άρθρο 34(9) του Ν. 1/90 δεν απαιτεί αιτιολογημένη σύσταση Προϊσταμένου μέσα στα πλαίσια διαδικασίας για την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Παραδέχθηκε όμως τη νομολογιακή αρχή που επιβάλλει την εναρμόνιση των συστάσεων με τα στοιχεία των φακέλων ακόμα και όπου ο νόμος δεν απαιτεί αιτιολόγηση, προσθέτοντας πως οι ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις αποκαλύπτουν υπεροχή των ενδιαφερόμενων μερών σε αξία, το δε πανεπιστημιακό δίπλωμα του αιτητή στην Κοινωνιολογία εφόσον δεν ήταν απαιτούμενο προσόν στα σχέδια υπηρεσίας και δεν είχε θεωρηθεί ως συναφές με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης είχε μειωμένη ή οριακή βαρύτητα, ενώ η αρχαιότητα του λήφθηκε δεόντως υπόψη κατά τη συνεκτίμηση όλων των παραγόντων. Υπέβαλε ακόμα ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν το ευεργέτημα της ψηλότερης αξιολόγησης της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, της οποίας προήδρευε ο Διευθυντής, υποδεικνύοντας ότι με βάση το σύνολο των πιο πάνω δεδομένων, η σύσταση του Διευθυντή υπέρ των ενδιαφερόμενων μερών ήταν πλήρως αιτιολογημένη και εναρμονισμένη με το περιεχόμενο των φακέλων.
Οι θέσεις της δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση είναι ορθές. Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι οι συστάσεις του Διευθυντή πρέπει να εναρμονίζονται με τα στοιχεία των φακέλων διαφορετικά δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και ότι αυτές διατηρούν την εγκυρότητά τους όταν δεν αντιμάχονται προς τα στοιχεία των φακέλων. (Βλ. Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064 της 21.7.99, Δημοκρατία κ.α. ν. Αγγελή κ.α., Α.Ε. 1974-75 της 31.3.99, Μεστάνας ν. Ε.Δ.Υ., Α.Ε. 2582 της 15.3.2001, Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2626 της 29.3.2001, Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2434 της 20.3.2000 και Σολωμού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 807/2000 της 26.9.2001).
Στην παρούσα περίπτωση δεν παρατηρείται οποιαδήποτε σύγκρουση της σύστασης με το περιεχόμενο των φακέλων. Στις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων έξι χρόνων (1995-2000) τα ενδιαφερόμενα μέρη εμφανίζουν στο σύνολο των αξιολογημένων στοιχείων ένα σταθερό προβάδισμα έναντι του αιτητή. Ο τελευταίος, έχοντας συγκεντρώσει 39 "εξαίρετα" και 9 "πολύ ικανοποιητικά" υστερεί τόσο έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Αργυρού Αργυρίου (44 "εξαίρετα" - 4 "πολύ ικανοποιητικά") όσο και έναντι της Κωνσταντίας Θεοδώρου (42 "εξαίρετα" - 6 "πολύ ικανοποιητικά"). Σχετικά με τα προσόντα και οι τρεις διέθεταν τα απαιτούμενα στο σχέδιο υπηρεσίας ενώ ο αιτητής κατείχε το πρόσθετο πτυχίο του Τμήματος Κοινωνιολογίας της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών. Το προσόν αυτό όμως δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν, και εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να ανατρέψει το προβάδισμα των ενδιαφερόμενων μερών σε αξία. Η σύσταση του Διευθυντή υποστηρίζεται ακόμα και από τα αποτελέσματα της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η συγκριτική κατάταξη των υποψηφίων αιτιολογούσε αναμφίβολα τη σύσταση αφού, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τα ενδιαφερόμενα μέρη χαρακτηρίσθηκαν ως "εξαίρετα" ενώ ο αιτητής ως "πάρα πολύ καλός". Σύμφωνα δε με τις πρόνοιες του άρθρου 34(9) του Ν. 1/90, η απόδοση των υποψηφίων κατά την προσωπική συνέντευξη λαμβάνεται υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας τους και όταν πρόκειται για ψηλές θέσεις, όπως είναι η θέση του Επιμελητή των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, έχει σύμφωνα με τη νομολογία ιδιαίτερη σημασία. (Βλ. μεταξύ άλλων Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 130 και Λαμπής ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 708, Φρόσω Χατζηλούκα και άλλοι ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 365/92 της 15/3/94).
Τα ίδια δεδομένα ισχύουν και για την αρχαιότητα. Ο Διευθυντής συνεκτίμησε το σχετικό προβάδισμα του αιτητή (δύο περίπου χρόνια αρχαιότερος στην αμέσως προηγούμενη θέση του Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης), όμως η αρχαιότητα δεν ήταν δυνατό, ενόψει των υπόλοιπων παραγόντων που προαναφέρθηκαν, να αποβεί καθοριστικής σημασίας στην κρίση του. Όλα τα πιο πάνω οδηγούν στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η σύσταση που δόθηκε (για την οποία δεν υπήρχε υποχρέωση αιτιολόγησης), ήταν απολύτως σύμφωνη με το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, αποτελούσε δε ξεχωριστό και σημαίνον στοιχείο κρίσης.
(ii) Παραγνώριση χωρίς ειδική αιτιολόγηση της υπεροχής του αιτητή σε αρχαιότητα και προσόντα.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι οι καθ'ων η αίτηση καταλήγοντας στη λήψη της επίδικης απόφασης αγνόησαν αναιτιολόγητα το πτυχίο του αιτητή στην Κοινωνιολογία και την αρχαιότητα του. Ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Η απάντηση βρίσκεται στο ίδιο το πρακτικό των καθ'ων
η αίτηση της 7/3/2002, από το οποίο κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τα πιο κάτω:"Στην επιλογή της η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο Χατζηβασίλης προηγείται σε αρχαιότητα των επιλεγέντων, υστερεί όμως έναντι τους σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα και, επιπλέον, δεν διαθέτει τη σύσταση του Διευθυντή.
Τέλος, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο Χατζηβασίλης κατέχει πανεπιστημιακό προσόν στην Κοινωνιολογία, το οποίο όμως δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού συνεκτίμησε αυτό το προσόν με όλα τα άλλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης και της σύστασης του Διευθυντή, η οποία προσθέτει
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η κρίση των καθ'ων η αίτηση ήταν νόμιμη και ότι σταθμίστηκαν δεόντως όλα τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιόν τους, συμπεριλαμβανομένων του ακαδημαϊκού προσόντος και της αρχαιότητας του αιτητή, που δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν την υπεροχή των ενδιαφερόμενων μερών σε αξία. Οι προεκτάσεις της βαρύτητας που πρέπει να δίδεται στα πρόσθετα προσόντα καθορίστηκαν στην Πούρος ν. Δημοκρατίας κ.α., Α.Ε. 2847, 2857-58 της 30/4/2000 (απόφαση Νικολάου, Δ.) ως ακολούθως:
"Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής· και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων."
Το σχετικό προβάδισμα του αιτητή στην αρχαιότητα θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο για απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου στην περίπτωση που οι υποψήφιοι ήταν περίπου ισότιμοι σε αξία (Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 ΑΑΔ 71, 79 και Μουρτζή ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2759 της 9/11/2001). Αυτό το δεδομένο όμως δεν υφίστατο στην προκείμενη περίπτωση και συνεπώς τυγχάνει εφαρμογής το νομολογιακό αξίωμα, ότι δηλαδή η αρχαιότητα σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και/ή θέσεων ψηλά στην ιεραρχία όπως είναι η παρούσα, είναι περιορισμένης σημασίας (Δημοκρατία ν. Πανταζή, Α.Ε. 1018, της 17/1/91
).Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι οι καθ'ων η αίτηση αντιμετώπισαν ορθά το θέμα της αρχαιότητας και δεν έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε πλημμέλεια που θα δικαιολογούσε δικαστική επέμβαση.
(iii) Αναρμόδια ανάμειξη του Διευθυντή στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων ενώπιον των καθ'ων η αίτηση.
Στα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας των καθ'ων η αίτηση σημειώνεται ότι,
"Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτήν ως εξής:
Στη συνέχεια ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή τους Αργυρίου Αργυρό και Θεοδώρου Κωνσταντία.
Στο σημείο αυτό ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία.
Στη συνέχεια η Επιτροπή, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων, η οποία έχει ως εξής: ............................."
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η ανάμειξη του Διευθυντή στη διαδικασία αξιολόγησης των υποψηφίων με βάση την απόδοση τους στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση δεν προβλέπεται στο άρθρο 34 του Ν. 1/90 και ότι "οι σχετικές κρίσεις" του, κακώς λήφθηκαν υπόψη εφόσον ήταν "παντελώς αναιτιολόγητες". Αντικρούοντας τα πιο πάνω επιχειρήματα η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση απάντησε ότι η εμπλοκή του Διευθυντή στη διαδικασία ήταν καθόλα νόμιμη και έχει ως έρεισμα το άρθρο 34(9) αλλά και το άρθρο 17 του Ν. 1/90.
Η νομολογία επί του θέματος δεν αποκλείει τη συμμετοχή του Διευθυντή στην προφορική εξέταση και στη μετέπειτα αξιολόγηση των υποψηφίων, σε μια προσπάθεια να βοηθήσει την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας λόγω των ειδικών του γνώσεων (όπως και στην παρούσα περίπτωση) για να σχηματίσει τη δική της άποψη. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Κολιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2556, της 19/7/2000
,"Ούτε και στο ρόλο του Γενικού Διευθυντή ενώπιον της Ε.Δ.Υ. διακρίνουμε οποιαδήποτε πλημμέλεια. Φαίνεται από το σχετικό πρακτικό ότι η αξιολόγηση στην οποία προέβη, η όντως αναιτιολόγητη, δεν αποτέλεσε στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για την Ε.Δ.Υ. να σχηματίσει τη δική της άποψη η οποία, ας σημειωθεί, διέφερε από εκείνη του Γενικού Διευθυντή πλην στην περίπτωση του εφεσείοντος. Έτσι άλλωστε ήταν που η Ολομέλεια αντιμετώπισε τέτοιου είδους ζήτημα στην Ιακωβίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Α.Ε. 1635, ημερ. 21 Ιανουαρίου 1997. Ως προς την εν συνεχεία σύσταση του Γενικού Διευθυντή, παρατηρούμε πως αυτή διατυπώθηκε χωρίς να συνοδεύεται από αιτιολογία. Δεν την απαιτεί σε τέτοια περίπτωση ο Νόμος. Και δεν νομίζουμε πως δικαιολογείται η σύνδεση με ό,τι ο Γενικός Διευθυντής ενωρίτερα ανέφερε προς υποβοήθηση του έργου της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με την προφορική εξέταση. Θεωρούμε λοιπόν νόμιμη τη σύσταση."
Στην παρούσα περίπτωση η παρουσία του Διευθυντή βρίσκει έρεισμα στο άρθρο 17 του Ν.1/90 σύμφωνα με το οποίο, "Η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει μέσω της αρμόδιας αρχής από οποιοδήποτε δημόσιο υπάλληλο .... να βοηθήσει την Επιτροπή πάνω σε οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο η Επιτροπή έχει να εξετάσει κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της .... ", οι δε απόψεις τις οποίες ο Διευθυντής εξέφρασε για την απόδοση των υποψηφίων δεν συνιστούσαν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης αλλά, όπως είναι προφανές, βοήθημα ώστε οι καθ'ων η αίτηση να έχουν μια πιο προσεκτική και ολοκληρωμένη εικόνα στο συγκεκριμένο στάδιο της διαδικασίας. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(iv) Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση ενώπιον των καθ'ων η αίτηση "απέληξε σε ανατροπή των στοιχείων των φακέλων".
Αναφορικά με τον πιο πάνω ισχυρισμό κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των υποψηφίων, όπως αυτά καταγράφηκαν στο σχετικό πρακτικό των καθ'ων η αίτηση:
"
ΑΡΓΥΡΙΟΥ Αργυρός: Εξαίρετος. Είναι άριστα καταρτισμένος στο γνωστικό αντικείμενο και ενήμερος για τις σύγχρονες εξελίξεις στην Ψυχιατρική επιστήμη. Προβαίνει σε σφαιρική θεώρηση των θεμάτων, τα αναλύει με επιστημονικότητα και υποβάλλει λειτουργικές εισηγήσεις για προώθηση των επιδιώξεων της Υπηρεσίας. Διαθέτει ευχέρεια λόγου, συγκροτημένη και ευέλικτη σκέψη καθώς και αυτοπεποίθηση. Εμπνέει εμπιστοσύνη.ΘΕΟΔΩΡΟΥ Κωνσταντία: Πάρα πολύ καλή. Το επίπεδο κατάρτισής της είναι αρκετά ικανοποιητικό. Χειρίζεται το λόγο με ευχέρεια και χρησιμοποιεί ορθή ορολογία κατά τη διατύπωση των απόψεών της, τις οποίες, όμως, δεν τεκμηριώνει πάντοτε με αρκούντως πειστικά επιχειρήματα. Σε μερικές περιπτώσεις, επίσης, δεν εστίαζε, όσο έπρεπε, η συλλογιστική της στα ουσιαστικά στοιχεία των θεμάτων. Έχει αυτοπεποίθηση.
ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΗΣ Βασίλης: Πάρα πολύ καλός. Είναι πάρα πολύ καλά καταρτισμένος στο γνωστικό αντικείμενο, αναλύει με σαφήνεια τα θέματα και παίρνει θέσεις τις οποίες τεκμηριώνει με πειστικά επιχειρήματα, ενίοτε, όμως, δεν εστιάζει όσο πρέπει τη συλλογιστική του στην ουσία των θεμάτων και τείνει να πλατειάζει. Έχει ευελιξία σκέψεως και αυτοπεποίθηση."
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η πιο πάνω αξιολόγηση δεν είναι αιτιολογημένη ιδιαίτερα σε σχέση με την επιστημονική κατάρτιση των υποψηφίων, ότι βρίσκεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων, ότι δεν λήφθηκε αρκετά υπόψη το προσόν του στην Κοινωνιολογία και ότι οι καθ'ων η αίτηση στερούνταν των απαραίτητων εξειδικευμένων γνώσεων που θα τους επέτρεπαν να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα σε σχέση με την κατάρτιση των υποψηφίων.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση είναι ένα από τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής του πιο κατάλληλου υποψηφίου (βλ. άρθρο 34(9) του Ν. 1/90). Η καταγραφή της γενικής εντύπωσης όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση αποτελεί επιταγή του άρθρου 34(10) του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο "η εντύπωση καταγράφεται στα πρακτικά και αιτιολογείται". Από το πιο πάνω απόσπασμα των πρακτικών προκύπτει
ότι οι εξηγήσεις που δόθηκαν ήταν σύντομες αλλά επαρκείς, με αναφορά σε επιμέρους πτυχές της προσωπικότητας και του επαγγελματικού επιπέδου των υποψηφίων, όπως καταδεικνύονταν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση μέσω των απαντήσεων που οι ίδιοι έδωσαν στις υποβληθείσες ερωτήσεις.Η εισήγηση του αιτητή ότι υπήρξε ανατροπή της υπηρεσιακής εικόνας και παραγκωνισμός του ακαδημαϊκού προσόντος του δεν ευσταθεί, γιατί η αξιολόγηση αφορούσε την εικόνα που παρουσίασαν οι υποψήφιοι στην προφορική συνέντευξη, για την οποία τα όσα καταγράφηκαν για την κάθε περίπτωση παρείχαν αιτιολογία που εξηγούσε τη συγκριτική κατάταξη των υποψηφίων.
Αναφορικά με την ισχυριζόμενη έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων εκ μέρους των καθ'ων η αίτηση, που σύμφωνα με τον αιτητή δεν επέτρεπε στο διορίζον όργανο να διενεργήσει επαρκώς και στη συνέχεια να αξιολογήσει την απόδοση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση πάνω σε ιατρικά θέματα, σημειώνεται ότι ακριβώς γι' αυτό το λόγο κλήθηκε και παρέστη ο Διευθυντής Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας ο οποίος μέσα στα πλαίσια υποβοήθησης του έργου των καθ'ων η αίτηση υπέβαλε στους υποψηφίους ερωτήσεις με σκοπό διαπίστωσης, μεταξύ άλλων, και των γνώσεων τους.
(v) Η Συμβουλευτική Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 34(7) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 1/90), συστήνοντας για προαγωγή δύο μόνο υποψηφίους.
Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή παραβιάζοντας το άρθρο 34(7) του Ν. 1/90, το οποίο προβλέπει ότι, "ο αριθμός των υποψηφίων που θα συστήνονται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή θα είναι τετραπλάσιος του αριθμού των κενών θέσεων που θα δημοσιευθούν, εφόσον υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι", πρότεινε στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας μόνο τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.
Η εισήγηση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Την επίδικη θέση διεκδίκησαν αρχικά έξι υποψήφιοι. Στους δύο από αυτούς προσφέρθηκε, εκκρεμούσας της διαδικασίας, προαγωγή σε άλλη θέση με συνέπεια να απομείνουν τέσσερις διεκδικητές μεταξύ των οποίων ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Στη σχετική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής προτάθηκαν και οι τέσσερις εναπομείναντες υποψήφιοι ως κατάλληλοι για τη θέση. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από το σχετικό πρακτικό των καθ'ων η αίτηση στο οποίο αναφέρεται ότι,
"Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού εξέτασε τους υποψηφίους που προσήλθαν στην προφορική εξέταση, κατέγραψε και αιτιολόγησε την απόδοσή τους σ' αυτή και με βάση τα ουσιώδη στοιχεία αξιολόγησης σύστησε τους παρακάτω τέσσερις υποψηφίους για επιλογή. Αυτοί είναι, με αλφαβητική σειρά οι:
Σ' ό,τι αφορά τους υπόλοιπους δύο υποψηφίους, Καλακούτα Γιάννη και Παπαδόπουλο Χαράλαμπο, η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν προέβη σε σύστασή τους, γιατί, στο μεταξύ, στους εν λόγω υποψηφίους προσφέρθηκε, με επιστολή του Γραφείου της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με ημερομηνία 14.11.01, προαγωγή σε άλλη ίδια θέση."
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ