ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 4 ΑΑΔ 1086
19 Νοεμβρίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 759/2002)
Αστυνομική Δύναμη Κύπρου ― Προαγωγές ― Χρήση του επεξηγηματικού εντύπου για την αξιολόγηση του υποψηφίου ― Υιοθέτηση της νομολογίας ότι το πρώτο κριτήριο αξιολόγησης στο έντυπο που αφορά τη βαθμολόγηση των ετών υπηρεσίας, καταργεί και εξουδετερώνει τη σημασία του εκ του νόμου κριτηρίου της αρχαιότητας ― Υιοθέτηση περαιτέρω της νομολογίας ότι αποδοχή της εν λόγω ακυρότητας, δεν επιτρέπει διακρίσεις ως προς την έκταση του ακυρωτικού αποτελέσματος, λόγω της αδυναμίας να εξευρεθεί ποιο θα ήταν το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης, εάν είχε ακολουθηθεί νόμιμη διαδικασία.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών σε Ανώτερους Υπαστυνόμους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Η παραχώρηση 2 μονάδων κατά ανώτατο όριο για την αρχαιότητα εξισώνει την υπηρεσία 30 χρόνων του αιτητή με την υπηρεσία 22 χρόνων των ΕΜ Φράγκου και Αντωνίου. Περαιτέρω εξουδετερώνει την 30ετή υπηρεσία του αιτητή έναντι των υπόλοιπων ΕΜ με 18, 16 και 12 χρόνια υπηρεσία.
Η διαβάθμιση της αρχαιότητας σε κλίμακες ήταν αυθαίρετη.
Είναι άγνωστο ποια θα ήταν η βαθμολογία του αιτητή σε περίπτωση που διδόταν η δέουσα βαρύτητα στο στοιχείο της αρχαιότητας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ηλία κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπoθ. Αρ. 911/01 κ.ά., ημερ. 17.3.2003,
Χαραλάμπους κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπoθ. Αρ. 945/01 κ.ά., ημερ. 4.3.2003,
Σαμανίδη, Υπόθ. Αρ. 889/01, ημερ. 10.2.2003,
Χήρα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 Α.Α.Δ. 979,
Μιχαλοπούλου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 Α.Α.Δ. 962.
Προσφυγή.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τον Αιτητή.
Μ. Φλωρέντζος, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Σ. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
�
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή προσβάλλεται η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Υπαστυνόμου των Γ. Φράγκου, Α. Κουσιουμή, Κ. Σωτηρίου, Ζ. Ζαχαρία από 15.7.2002, Π. Αντωνίου από 1.10.2002 και Στ. Παπαθεοδώρου από 1.12.2002.
Οι υποψήφιοι εξετάστηκαν αρχικά από την Επιτροπή Αξιολόγησης. Ακολουθήθηκε η διαδικασία που καθορίζεται στους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς του 1989 (ΚΔΠ 52/89). Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τα ατομικά δελτία των υποψηφίων, τους αξιολόγησε με βάση τα διοικητικά προσόντα, τη νοημοσύνη, την κρίση και την ευθυκρισία, το αίσθημα πειθαρχίας, την απόδοση, την ενεργητικότητα, το προσωπικό κύρος και την προσωπικότητα, την κατάρτιση στα αστυνομικά καθήκοντα, την ικανότητα αποτελεσματικής διεκπεραίωσης καθηκόντων και ευθυνών και την ικανότητα να εξασφαλίζει από τους άνδρες του το βέλτιστο και να αποφέρει αποτελέσματα.
Στη συνέχεια, αφού συμβουλεύτηκε τον υπεύθυνο Αξιωματικό ανάλογα με το πού υπηρετούσε ο αξιολογούμενος υποψήφιος, σύνταξε έκθεση αξιολόγησης για τον κάθε υποψήφιο, την οποία παρέδωσε στον Αστυνομικό Διευθυντή της Επαρχίας ή το Διοικητή της Μονάδας που υπηρετούσε ο καθένας.
Ακολούθως, ο Αστυνομικός Διευθυντής ή ο Διοικητής της Μονάδας, ανάλογα με την περίπτωση, κατάρτισε κατάλογο όλων των προσοντούχων με αλφαβητική σειρά, τον οποίο υπέβαλε μαζί με τις εκθέσεις αξιολόγησης στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσεως.
Το Συμβούλιο Κρίσεως κάλεσε τους υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη. Υποβλήθηκαν ερωτήσεις σε θέματα αστυνομικής πρακτικής και γενικών γνώσεων για επίκαιρα διεθνή γεγονότα και γεγονότα που αφορούν την Κύπρο. Εξετάστηκε ταυτόχρονα η ικανότητα έκφρασης, η αυτοπεποίθηση, ο αυτοέλεγχος και η εμφάνιση των υποψηφίων.
Στη συνέχεια, αφού μελέτησε το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των ατομικών δελτίων, τις εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης καθώς και τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων, προέβη σε αξιολόγηση υπό τύπο αριθμητικής αποτίμησης των υποψηφίων σε ειδικό έντυπο. Αυτό αποτελείτο από το εισαγωγικό μέρος στο οποίο αναφέρονταν τα προσωπικά στοιχεία του υποψηφίου και ακολουθούσαν τρία μέρη. Το πρώτο αφορούσε την προσωπική συνέντευξη, το δεύτερο την έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και το τρίτο την αξιολόγηση του Συμβουλίου με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου. Ακολουθούσαν οι παρατηρήσεις - συστάσεις του Συμβουλίου. Η αξιολόγηση του Συμβουλίου με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου επεξηγείται σε ειδικό έντυπο, το οποίο αποκαλείται «επεξηγηματικό έντυπο για την αξιολόγηση του υποψηφίου με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου». Σ΄αυτό καταγράφονται σε στήλες τα κριτήρια, τα χαρακτηριστικά και τα προσόντα του αξιολογουμένου, η ανώτατη βαθμολογία για κάθε κριτήριο και η βαθμολογία που δίδεται στον καθένα.
Το Συμβούλιο Κρίσεως κατάρτισε πίνακα των συστηνομένων για προαγωγή, τον οποίο υπέβαλε στον Αρχηγό της Αστυνομίας. Σ΄αυτόν περιλαμβάνονταν τα ΕΜ όχι όμως ο αιτητής.
Η απόφαση για προαγωγή των ΕΜ λήφθηκε από τον Αρχηγό Αστυνομίας και εγκρίθηκε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης.
Ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση ανέφερε στη γραπτή αγόρευσή του ότι δε θα υποστηρίξει το κύρος της επίδικης απόφασης. Παρέπεμψε στις αποφάσεις Π. Ηλία κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 911/01 και 987/01, ημερομηνίας 17.3.2003, Χαρ. Χαραλάμπους κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 945/01 κ.ά., ημερομηνίας 4.3.2003 και Γ. Σαμανίδη, Υπόθεση Αρ. 889/01, ημερομηνίας 10.2.2003.
Εξετάστηκε στις αποφάσεις αυτές καθώς και στις Κ. Χήρα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 Α.Α.Δ. 979 και Α. Μιχαλοπούλου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 Α.Α.Δ. 962, το «επεξηγηματικό έντυπο για την αξιολόγηση του υποψηφίου με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και ατομικού δελτίου». Κρίθηκε ότι το πρώτο κριτήριο αξιολόγησης στο οποίο καθορίζονται τα έτη υπηρεσίας των αξιολογουμένων με δύο μονάδες ως ανώτατη βαθμολογία έχει καταργήσει και εξουδετερώσει τη σημασία της αρχαιότητας η οποία συνιστά ουσιώδες στοιχείο κρίσεως.
Προς αποφυγή επαναλήψεων παραπέμπω στην απόφασή μου στην Π. Ηλία κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω), στην οποία έκρινα πως ο καθορισμός μονάδων για το κριτήριο της αρχαιότητας παραβίαζε το Νόμο και τους Κανονισμούς, υιοθετώντας το σκεπτικό της.
Εντοπίζεται και στην υπόθεση αυτή το παράλογο να αποδίδονται 2 μονάδες στον αιτητή με 30 χρόνια υπηρεσία και οι ίδιες μονάδες στα ΕΜ Φράγκου και Αντωνίου με 22 χρόνια υπηρεσία. Στα ΕΜ Κουσιουμή με 18 χρόνια υπηρεσία δόθηκαν 1,5, Σωτηρίου με 18 χρόνια δόθηκαν 2, προφανώς λανθασμένα ενώ θα έπρεπε να δοθούν 1,5, Ζαχαρίου με 16 χρόνια δόθηκαν 1,50 και Παπαθεοδώρου με 12 χρόνια δόθηκαν 1,5. Προκύπτει ότι η παραχώρηση 2 μονάδων κατά ανώτατο όριο για την αρχαιότητα εξισώνει την υπηρεσία 30 χρόνων του αιτητή με την υπηρεσία 22 χρόνων των ΕΜ Φράγκου και Αντωνίου. Περαιτέρω εξουδετερώνει την 30ετή υπηρεσία του αιτητή έναντι των υπόλοιπων ΕΜ με 18, 16 και 12 χρόνια υπηρεσία.
Καταλήγω ότι η διαβάθμιση της αρχαιότητας σε κλίμακες ήταν αυθαίρετη.
Ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση αναφέρθηκε στις διευκρινίσεις ενώπιον μου στην απόφαση Μιχαλοπούλου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω). Διαπιστώθηκε στην υπόθεση αυτή παρανομία ως προς την απόδοση από το Συμβούλιο Κρίσεων των 10 μονάδων. Αποφασίστηκε όμως η ακύρωση της προαγωγής των ΕΜ, η διαφορά στη βαθμολογία των οποίων, σε σύγκριση προς εκείνη των αιτητών, θα ήταν δυνατό να καλυφθεί.
Ο ίδιος ισχυρισμός εξετάστηκε στη Σαμανίδη (πιο πάνω) με την οποία συμφωνώ. Επεσήμανε ο Καλλής Δ., ότι η θέση αυτή θα γινόταν αποδεκτή αν δε συνέτρεχε η πεπλανημένη θεώρηση του στοιχείου της αρχαιότητας. Καθώς και ότι είναι άγνωστο ποια θα ήταν η βαθμολογία του αιτητή σε περίπτωση που διδόταν η δέουσα βαρύτητα στο στοιχείο της αρχαιότητας.
Για τον πιο πάνω λόγο η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.